Συναντιόμαστε κάθε πρωί στη στάση του σχολικού. Εμφανισιακά, ένα χάσμα μάς χωρίζει. Mοιάζω όπως ακριβώς νιώθω, τσαλακωμένη, σαν να με έχουν πετάξει με το πάπλωμα στον δρόμο. Είμαι της άποψης ότι 7.30 το πρωί κανείς δεν θα πρέπει να έχει τίποτα καλύτερο να κάνει από το να κοιμάται ή να απολαμβάνει μια, τελευταία, απόπειρα αντίστασης στην έγερση. Αντε, στη χειρότερη περίπτωση, να αδυνατείς να ξυπνήσεις γιατί το χανγκόβερ σε έχει παραλύσει και σε αποζημιώνει η ανάμνηση της καταπληκτικά ξοδεμένης βραδιάς. Είμαι αυτής της σχολής. Εκείνη είναι γεμάτη ενέργεια, καλή διάθεση, είναι μια κούκλα. Φοράει τα αθλητικά της ρούχα και όλα είναι ταιριαστά και περιποιημένα, πιασμένα μαλλιά, αναψοκοκκινισμένο πρόσωπο και τέλεια γυμνασμένο σώμα. Ξέρετε τώρα, ό,τι φαίνεται μοιάζει αψεγάδιαστο και ό,τι δεν φαίνεται, ας το κάνουμε μαζί εικόνα, υπόσχεται αρτιότητα.
Της κάνω κομπλιμέντο, με λιγότερο δόλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον, για να μάθω το μυστικό της. «Μόλις τελείωσα τη γιόγκα», μου λέει, «με αναζωογονεί» και «τώρα που θα αφήσω τον Βίκτορ…» «ναι;» απαντώ με αδημονία, «τώρα θα παίξω τένις», εκμυστηρεύεται. «Και μετά;» τη ρωτάω, ενόσω αντιλαμβάνομαι ότι παρακολουθεί o γιος μου και πρέπει να βάλω ένα τέλος στην αυτοταπείνωση, αλλά η περιέργεια υπερτερεί. «Μετά θα πάω στην τράπεζα όπου εργάζομαι», μου λέει με φυσικότητα και προσθέτει: «Από τις πέντε το πρωί, όμως, έχω ήδη κερδίσει μια ολόκληρη μέρα για τον εαυτό μου, πριν καν ξεκινήσει η μέρα!». Με κοίταξε αδιευκρίνιστα και χαμογελαστά, το βλέμμα του Ντίνου, αναγνωρίσιμο, σήμαινε μονάχα: «Κοίτα πόσο λούζερ είσαι, μαμά», ενόσω εγώ ήμουν απασχολημένη με υπολογισμούς. Απαριθμούσα νοερά πόσους πράσινους χυμούς πρέπει να έχει ήδη καταναλώσει και πόσες φορές έχει μονολογήσει «να είμαι καλή με τον εαυτό μου σήμερα, το ‘χω!». Γιατί όχι; σκέφτομαι φεύγοντας. Ο,τι κάνει λειτουργεί, μας παρουσιάζει την καλύτερη εκδοχή της και περνάει «ποιοτικό» πρωινό χρόνο με τον εαυτό της, χωρίς μάλιστα να καταφεύγει σε εύκολες λύσεις.
Διασχίζοντας τον δρόμο πέρασα από το μεγάλο γυμναστήριο της περιοχής· κόσμος μπαίνει και βγαίνει, φυσιογνωμίες που τις προσπερνώ τακτικά εισέρχονται και εξέρχονται από τις 6 π.μ. για να γυμναστούν. Παρατηρώ τη νέα διαφήμιση στα τζάμια και θυμάμαι την καλύτερη παλιότερη, η οποία έλεγε «κάνε τον εαυτό σου δώρο στον κόσμο» και απεικόνιζε γυμνασμένα –προφανώς– σώματα, παρουσιασμένα ως θεϊκές λατρευτικές φιγούρες όπου πλήθος προσκυνάει. O υπεύθυνος μάρκετινγκ προμόταρε το γυμναστήριο δηλώνοντας ότι «όταν προσπαθείς να είσαι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου, ακτινοβολείς και συμβάλλεις στη βελτίωση του πλανήτη».
Τα αντανακλαστικά της διαφημιστικής εταιρείας λειτούργησαν, οσμίστηκαν τις ανάγκες της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας. Οτι ζούμε σε αυτή την εποχή, της επιμελημένης πραγματικότητας, όπου σμιλεύουμε σώματα όπως και όλες τις πτυχές της καθημερινότητας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναπαράγουν το αποτέλεσμα. Οτι πολλοί δημιουργούν, καλλιεργούν και διαχειρίζονται την παρουσία τους, το προσωπικό τους μπραντ, αλλά κανείς δεν θέλει το στίγμα της ωραιοπάθειας. Την απορρόφηση στον εαυτό μας δεν θέλουμε να την ονομάζουμε ναρκισσισμό. Τη φιλαρέσκεια την πήγαν ένα βήμα παρακάτω, την παρουσιάζουν ως θετική για το κοινωνικό σύνολο: «Ακτινοβολείς και συμβάλλεις στη βελτίωση του πλανήτη». Είναι αυτή η εποχή, ξέρετε, όπου οφείλουμε να βρίσκουμε χρόνο, να φροντίζουμε τον εαυτό μας, να τον φτιάχνουμε, να τον χτίζουμε. Και αυτό το «γέννημα», ένα εμπόρευμα στην ουσία, πολύωρος καρπός μόχθου και ιδρώτα, το περιφέρουμε, ως φαίνεται, στην κοινωνία ως δώρο Θεού. Οχι μόνο είναι επιλογή άρα μπορούμε να το κάνουμε, αλλά, σχεδόν, οφείλουμε να το κάνουμε· επιτελούμε έργο. Είναι μια υποχρέωση ως προσφορά στην ανθρωπότητα. Εάν χτίζεις τον εαυτό σου με μυϊκή πειθαρχία και αισθητική προσήλωση, δημιουργείς κάτι ανώτερο. Πρόκειται για ένα ανώτερο κάλεσμα, αντιλήφθηκα.
Η αγάπη για τον εαυτό μας δεν προϋποθέτει επικύρωση από τους υπολοίπους.
Μη με παρεξηγήσετε, η σωματική άσκηση είναι ευκταία, είμαι οπαδός της συστηματικής άσκησης και πιστεύω ότι παρέχει μόνο οφέλη σωματικά και ψυχολογικά. Είμαι όμως καχύποπτη, γιατί ζούμε σε μια πραγματικότητα μορφοποιημένη από το βλέμμα των άλλων. Μια πραγματικότητα μόνιμης επόπτευσης. Ετσι, είναι δύσκολο να διαχωρίσεις πού τελειώνει η αυθεντικότητα της φροντίδας του εαυτού μας και πού αρχίζει η προσποίηση, όπου η προσοχή των τρίτων σχηματοποιεί τις δικές μας ανάγκες. Η αγάπη για τον εαυτό μας δεν προϋποθέτει επικύρωση από τους υπολοίπους. Υπάρχουν κι άλλες δραστηριότητες που δείχνουν φροντίδα προς τον εαυτό μας και λειτουργούν. Ασκήσεις με οφέλη για την ψυχή όπως το διάβασμα ή το γράψιμο στην πιο απλή του και ειλικρινή μορφή. Περιποιείσαι τον εαυτό σου κάνοντας μια ειλικρινή συζήτηση μαζί του, καταγράφοντας, ίσως, σε μια κόλλα χαρτί τις επιθυμίες, τις προσδοκίες, τους φόβους. Είναι συχνά πιο επίπονο, άβολο και εξαντλητικό από ώρες μυϊκής ενδυνάμωσης.
Αναδρομικά, όλα τα σημάδια ήταν εκεί, εδώ και καιρό, θα έπρεπε να έχω δώσει περισσότερη προσοχή. Στο καταστήματα, πέφτω πάνω σε ταμπέλες «δώρα που αξίζει ο εαυτός σου αυτόν τον μήνα», στα βιβλιοπωλεία, πωλούν σελιδοδείκτες εμπνευσμένους από συγγραφείς: «Ο άνθρωπος δεν νιώθει βολικά χωρίς τη δική του αποδοχή» (Μαρκ Τουέιν, νομίζω). Στο καφέ, πίσω από το ταμείο, μια μικρή αυτοσχέδια αφίσα διακηρύσσει ότι «η αγάπη για τον εαυτό μας είναι η βάση για όλα», τα φλιτζάνια τους διαλαλούν την αυτολατρία: «Μπορώ να με αγαπήσω καλύτερα απ’ ό,τι μπορείς εσύ». Οι influencers στα social στέλνουν λουλούδια στον εαυτό τους και δεν ξεχνούν να γράψουν κάρτα, από αυτούς γι’ αυτούς, «μόνο αγάπη σήμερα». Γιατί όχι; Η αγάπη δεν έχει όρια. Αρκεί να βάζουν, όλοι αυτοί που απολαμβάνουν να αγαπούν υπέρμετρα τους εαυτούς τους, λίγο νωρίτερα το ξυπνητήρι. Να σηκώνονται από τις τέσσερις το πρωί, για να μην τους προσπερνούμε στον ξύπνιο μας, τις δικές μας παραγωγικές ώρες. Για να μη νιώθουμε ελλιπείς όσοι προσπαθούμε αδιάκοπα και ανεπαρκώς να βρισκόμαστε σε αρμονία με τον εαυτό μας και με τους υπολοίπους.
Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.