Στη μεταχριστιανική μας εποχή η Γέννηση του Ιησού Χριστού αναδεικνύεται πρωτίστως σε μείζονα καταναλωτική ευκαιρία. Πάντοτε οι θρησκευτικές εορτές είχαν και τη διάσταση αυτή. Ακόμη και στα χρόνια του Ιησού, που σε μία έκρηξη οργής εξέβαλε από τον ναό του Σολομώντος αγοραστές και πωλητές, κατηγορώντας τους ότι μετέβαλαν τον «οίκο προσευχής» σε «σπήλαιον ληστών». Συνεπώς, εάν τότε που το θρησκευτικό αίσθημα ήταν κυρίαρχο, πόσο μάλλον σήμερα.
Οι πρωτοχριστιανοί, μαθαίνουμε από τους θεολόγους, δεν εόρταζαν τη Γέννηση, αλλά τα Πάθη και την Ανάσταση του Θεανθρώπου. Από τους Ευαγγελιστές, λεπτομερή περιγραφή της Γεννήσεως δίδουν μόνον ο Ματθαίος και ο Λουκάς. Και οι δύο κινούνται απολύτως στο πλαίσιο των ιουδαϊκών δοξασιών, πως ο Μεσσίας θα είναι απόγονος του βασιλέα Δαυίδ και ότι θα γεννηθεί στη Βηθλεέμ.
Αλλά υπάρχουν και κάποιες ελαφρές διαφοροποιήσεις. Ο Ματθαίος αρχίζει τη γενεαλογία του Θεανθρώπου από τον Αβραάμ και καταλήγει στον Ιησού. Σε τέσσερις περιπτώσεις, εκτός από τους άρρενες αναφέρει και τις γυναίκες τους, εκ των οποίων οι τρεις –Θάμαρ, Ραβάχ και Βηρσαβέε– υπήρξαν ή συμπεριφέρθηκαν σαν πόρνες. Αλλο τα ανθρώπινα κριτήρια καταγωγής ή ηθικής και άλλος ο τρόπος εφαρμογής του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, μας λένε οι θεολόγοι – αξιοθαύμαστα επινοητικοί ενίοτε.
Αντίθετα, ο Λουκάς αρχίζει τη γενεαλογία από τον Ιησού, αλλά δεν σταματάει στον Αβραάμ και συνεχίζει έως τον πρωτοπλάστη Αδάμ. Ελληνιστής και όχι Ιουδαίος στην καταγωγή ο Λουκάς, μαθητής του Αποστόλου Παύλου, απευθύνεται σε όλα τα έθνη. Εξ ου και η γενεαλογία που παραθέτει φθάνει έως τον Αδάμ, λένε οι θεολόγοι.
Σοφότερος όλων ο Καππαδόκης Μέγας Βασίλειος, σχολιάζοντας την εισαγωγή τού κατά Ιωάννην Ευαγγελίου –«Εν αρχή ην ο Λόγος»– παρατήρησε περιεκτικότατα: «Ανέκβατον μεν διανοίας το ην. Ανυπέρβατον δε φαντασίας η αρχή». Ματαία συνεπώς κάθε απόπειρα διερευνήσεως του μυστηρίου.
Ελάχιστοι, πέραν από τους κατ’ επάγγελμα θεολόγους, ασχολούνται πλέον περί αυτά. Τα κηρύγματα στους ναούς είναι «ευσεβιστικά». Τα φιλελεύθερα, κοσμικά κράτη της Δύσεως προβάλλουν ως αποκλειστικούς συντελεστές της ανελίξεως του ανθρώπου τις αρχές του Διαφωτισμού, που έχουν υποκαταστήσει τη θρησκεία.
Ωστόσο, τα ανθρώπινα δικαιώματα που αγωνίζεται να επιβάλει σε επίπεδο παγκόσμιο η Δύση, ακόμη και διά αιματηρών συγκρούσεων, έχουν αφετηρία, όχι τον ορθολογισμό του Διαφωτισμού, αλλά την εικόνα του Βιβλικού Θεού, όπως τη δίδαξε ο Ιησούς. Ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για βασιλέα ή επαίτη, πολίτη ή σκλάβο, ενήλικο ή βρέφος, σοφό ή πτωχό τω πνεύματι, ενάρετη ή πόρνη είναι όλοι τέκνα Θεού, άξιοι σωτηρίας.
Μία τέτοια αντίληψη ήταν αδιανόητη πριν από την αποκάλυψη του Βιβλικού Θεού στην ελληνική αρχαιότητα ή στον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Αλλά επειδή όλα αυτά μπορεί, ίσως και δικαίως, να θεωρηθούν δυσνόητα, παρωχημένα και αντιφατικά, Καλά Χριστούγεννα, όπως και εάν τα εννοεί κανείς.