Για την εικόνα των Εβραίων στη λαϊκή παράδοση

Για την εικόνα των Εβραίων στη λαϊκή παράδοση

4' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τι είναι και τι δεν είναι αντισημιτισμός άραγε; Αντισημιτισμός, σήμερα, δεν είναι η εναντίωση στην ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου, που εφαρμόζοντας το εφιαλτικά άδικο δίκαιο της συλλογικής ευθύνης μετατρέπει το μεγαλύτερο ανοιχτό στρατόπεδο συγκέντρωσης του κόσμου, τη Λωρίδα της Γάζας, στο μεγαλύτερο νεκροταφείο. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί είναι του ΟΗΕ, του ΠΟΥ, της Διεθνούς Αμνηστίας, των Γιατρών Χωρίς Σύνορα και πολλών ανθρώπων εβραϊκής καταγωγής. Αν το όνομα Ααρών δηλώνει οπωσδήποτε εβραϊκή καταγωγή δεν το ξέρω. Στις 25.2, πάντως, ο 25χρονος Ααρών Μπούσνελ, αξιωματικός της αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας, αυτοπυρπολήθηκε στην Ουάσιγκτον, μπροστά στην ισραηλινή πρεσβεία, με καύσιμο την απεγνωσμένη δήλωσή του: «Δεν θέλω να είμαι πια συνεργός σε γενοκτονία».

Αντισημιτισμός, πατροπαράδοτος, αυθόρμητος, φυσικός, δηλαδή φυσικά ρατσιστικός, μάλλον χωρίς να το συνειδητοποιεί, είναι το να γράφεις το εξής στο Διαδίκτυο, ως επαγγελματίας ποδοσφαιρολόγος: «Και δείτε εδώ πού χτυπάει το φάουλ ο παμπόνηρος Εβραίος Αμπού Φανί: στις αρχές της τρίτης λωρίδας!!! Μιλάμε ότι έφαγε όσα μέτρα ήθελε, χωρίς κανείς να του πει τίποτα». Στις 16.2 αυτό, μετά το παιχνίδι του Ολυμπιακού με την ουγγρική Φερεντσβάρος.

Ο αθλητικογράφος, στη σπουδή του να ανακαλύψει εβραϊκή παμπονηρία, δηλαδή να συνεχίσει την παράδοση του φυλετικού λαϊκισμού που αποδίδει στον Εβραίο όλες τις κακίες του κόσμου, άρα και όλα τα κακά, περιφρονεί τη στοιχειώδη υποχρέωση του επαγγέλματός του: να ψάχνουμε λιγουλάκι πριν γράψουμε κάτι. Για να δουλέψει η φοβερή ανακάλυψή του, για τον «παμπόνηρο Εβραίο» που έκλεψε δυο-τρία μέτρα στο σημείο όπου έπρεπε να στήσει την μπάλα για να χτυπήσει το φάουλ, εθελοτυφλεί και εθελοβαριακούει. Δεν διαβάζει στο Διαδίκτυο το πλήρες ονοματεπώνυμο του κλέφτη ποδοσφαιριστή: Μουχαμάντ Αμπού Φάνι. Και δεν ακούει όσα θα είχε να του πει το ευκρινές όνομα Μουχαμάντ.

Αραβοϊσραηλινός είναι ο παίκτης. Μουσουλμάνος. Στο πέρασμα των αιώνων μπορεί να υπήρξαν και λιγοστοί Αραβες που ασπάστηκαν την εβραϊκή θρησκεία, μάλλον όμως ουδείς θα διατηρούσε το όνομα Μουχαμάντ. Αλλά όποιος βιάζεται κάνει φάουλ. Ή βγαίνει οφσάιντ.

Κι ωστόσο, πανελλαδικά και πανευρωπαϊκά, δεν ήταν ποτέ οφσάιντ η ιδέα πως οι Εβραίοι είναι δόλιοι από τη φύτρα τους, αιωνίως αιχμάλωτοι ενός αμάχητου γονιδιακού ντετερμινισμού. Το κακό δεν είναι δευτέρα φύσις τους, αλλά πρώτη και μόνη. Παραμύθια, παροιμίες, ξόρκια, παραδόσεις, τραγούδια, αλλά και εκκλησιαστικά εγκώμια και συγγράμματα κορυφαίων της χριστιανοσύνης κάθε δόγματος, συγκλίνουν αιώνες τώρα σ’ αυτή την αντίληψη και την προάγουν. Ο ναζισμός είχε τις ρίζες του, δεν ήταν απρόσμενος. Γι’ αυτό και, παρά τα εφιαλτικά εγκλήματά του, έχει ακόμα λάτρεις. Και στην Ελλάδα των Καλαβρύτων. Και στη Γερμανία της διηνεκούς καταισχύνης, που όμως πολλοί δεν την ένιωσαν.

Αίφνης, σε αρκετά δημοτικά, ο λαϊκός τραγουδιστής, που δεν ζει βέβαια εκτός (εθνικού) τόπου και (κοινωνικού) χρόνου, βαφτίζει «Οβριά μαγαρισμένη», «σκυλοβριά» ή «σκύλα Εβραία» την κακότροπη ή άπιστη γυναίκα, κι ας είναι Ρωμιά, χριστιανή. Σε τραγούδι των Αγράφων: «Μαρή σκύλα, μαρή Ουβριά, μαρή μαγαρισμένη, / πού το ‘βρες και το πλέχτηκες του γιου μου το γαϊτάνι;». Σε θρακιώτικο: «Κι αυτή σκύλα κι αυτή Ουβριά κι αυτή κριματισμένη, / το χέρ’ την άδραχνε κι στο μπαλπμέρ’ την πάει».

Παραμύθια, παροιμίες, ξόρκια, τραγούδια, αλλά και εκκλησιαστικά συγγράμματα κάθε δόγματος, συγκλίνουν αιώνες τώρα στην αντίληψη πως οι Εβραίοι είναι δόλιοι από τη φύτρα τους.

Σε ηπειρώτικο: «”Γιάννο μ’, τ’ έχεις και θλίβεσαι και βαριαναστενάζεις;” / “Πώς τ’ έχω ‘γώ και θλίβομαι και βαριαναστενάζω; / Μικρήν αγάπη αγάπησα δώδεκα χρονών. / Κι ήρθε η σκύλα η μάνα της κι η Εύα η γι-αδερφή της, / τ’ αδέρφια της τα Οβριόπουλα, ήρθαν και μου την πήραν». Σε θεσσαλική παραλλαγή του τραγουδιού της «Απαρνημένης» εκτοξεύονται ταυτόχρονα οι χαρακτηρισμοί «σκύλα», «Εβραία» και «γύφτισσα»: «Μαρή σκύλα, μαρή Ουβριά, γύφτ’σα, μαγαρισμένη,/ δεν ήταν κρίση να μι πας, κριτάδις να μι κρίνεις, / μούν’ μ’ έριξις στου Θιο, στη γη κι γιατριμούς δεν έχου».

Οι απαξιωτικές αντιλήψεις και οι περιφρονητικές στάσεις είναι αρχαιότατες. Ριζώνουν στα προχριστιανικά χρόνια, όπως δείχνει και το βιβλίο του Ελβετού ιστορικού Φέλιξ Σταχέλιν «Ο αντισημιτισμός της αρχαιότητος: Γένεση και εξέλιξη. Βασιλεία 1905» (μτφρ. – σχόλια Τάσος Ψηλογιαννόπουλος, Αργοναύτης, 2014). Η ορολογία πάντως είναι πολύ νεότερη. Κατά τη «Συναγωγή νέων λέξεων» του Στέφανου Κουμανούδη, οι όροι αντισημίτης, αντισημιτικός, αντισημιτισμός, αντισημιτιστής γεννήθηκαν το 1889. Δημοσιογράφοι οι πατεράδες τους, αφού ο Κουμανούδης παραπέμπει στις εφημερίδες «Ακρόπολις», «Αιών», «Εφημερίς», «Καιροί» και «Εστία» του 1889 και των αμέσως επόμενων ετών. Μνημονεύει μάλιστα τον Χαρίλαο Τρικούπη ως έναν από τους «ονοματεπώνυμους» πρώτους χρήστες του όρου «αντισημίτης».

Δεν αργοπόρησε η Ελλάδα. Και στις άλλες χώρες της Δύσης, τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα άρχισαν να χρησιμοποιούν τη λέξη «αντισημιτισμός» για να προσδιορίσουν το σύνολο των δοξασιών, των αντιλήψεων και των παραπλανητικών αφηγήσεων που στάζουν έχθρα και μίσος για τους Εβραίους, για τον τρόπο της ζωής τους και για τη θρησκεία τους. Ο όρος «αντισημιτικός», ωστόσο, είναι του 1860. Οπως γράφει ο Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ στο βιβλίο «Αντισημιτισμός» (μτφρ. Γιάννης Σιδέρης, Αγρα, 2019), τον επινόησε ο Αυστροεβραίος Μόριτς Σταϊνσνάιντερ για να καταγγείλει τις προκαταλήψεις εναντίον των Εβραίων.

Η πανευρωπαϊκή αντιεβραϊκή μισαλλοδοξία είναι, βέβαια, πολύ παλαιότερη. «Οι βίαιοι αντιεβραϊκοί λίβελοι του Μαρτίνου Λούθηρου», ιστορεί ο Ταγκιέφ, «συγκεντρώνονται στο έργο του “Για τους Εβραίους και τα ψεύδη τους”, που κυκλοφόρησε το 1543. Τους κατηγορεί, πρώτον, ότι είναι γέννημα διαβόλου, δεύτερον, ότι φιλοδοξούν να γίνουν παγκόσμιοι κυρίαρχοι, τρίτον, ότι είναι εγκληματίες, αιμοβόρα σκυλιά, θεοκτόνοι και ότι θυσιάζουν τα παιδιά των χριστιανών. […] Τους αποκαλεί τοκογλύφους, βλάσφημους, ξένα παράσιτα, φίδια, ορκισμένους εχθρούς του Χριστού. […] Με λίγα λόγια, “είναι αδύνατη η λύτρωση για τους Εβραίους, καθώς αυτοί είναι ολωσδιόλου κακοί, τοξικοί, δαιμονικοί”. Συμπεραίνει λοιπόν ότι είναι απαραίτητο να πυρπολήσουμε τις συναγωγές τους και να τους διώξουμε από τη χώρα».

Τι προσάπτει στους Εβραίους ο Μαρτίνος Λούθηρος ήδη το 1543; Οτι «θυσιάζουν τα παιδιά των χριστιανών». Πρόκειται για την περιβόητη «συκοφαντία του αίματος». Για την ελληνική «εφαρμογή» της την άλλη Κυριακή.

Ομιλία στο επιστημονικό συμπόσιο της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού «Το ξένο, το αλλότριο, το ανοίκειο» (Μέγαρο Μουσικής, 28-29 Φεβρουαρίου).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή