Στην Πανεπιστημίου, τότε και τώρα

Στην Πανεπιστημίου, τότε και τώρα

1' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε ένα παλιό φύλλο της εφημερίδας «Ακρόπολις» διαβάζουμε για την αισχρή κατάσταση των δρόμων της Αθήνας. Και όταν λέμε παλιό φύλλο, εννοούμε πολύ παλιό, από τον Δεκέμβριο του 1883, όταν η μικρή ακόμη πρωτεύουσα δοκιμαζόταν από λογής λογής προβλήματα της καθημερινότητας. Ενα από αυτά ήταν και η κακή κατάσταση των χωματόδρομων. Ολοι ήταν χωματόδρομοι, ακόμη και οι πιο κεντρικοί δρόμοι, και μάλιστα με πέτρες, ακαθαρσίες και λακκούβες. Διαμαρτυρόταν ένας Αθηναίος πολίτης στην εφημερίδα (όπως σήμερα στα Γράμματα των Αναγνωστών) για τη «ζηλεμένην» Αθήνα, την καταδικασμένη «εις αιώνιον βόρβορον και κονιορτόν». Ο απελπισμένος Αθηναίος, φωνή της λογικής, ζητεί να επιστρωθούν οι δρόμοι, καθώς επισημαίνει την οικτρή κατάσταση της Ερμού, της Αιόλου, της Σταδίου, ακόμη και αυτής της Πανεπιστημίου, αναφέροντας για την τελευταία ότι «σύγκειται εκ χαραδρών και λόφων και λιμνών αβάτων, ας σχηματίζει η ατελεύτητος ανακίνησις της ιπποδρομικής γραμμής».

Θα ήθελα πολύ να έχω εκείνον τον ευσυνείδητο πολίτη του 1883 να περπατήσει μαζί μου στην Πανεπιστημίου τού σήμερα. Σαφώς και δεν θα πίστευε στα μάτια του, καθώς ακόμη και το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης θα ήταν αξιοπερίεργη καινοτομία (το 1883 δεν είχε ακόμη οικοδομηθεί). Ομως, δεν θα ήμουν ιδιαίτερα περήφανος για την Πανεπιστημίου που αντίκρισα λίγες ημέρες πριν.

Μπορεί η Πανεπιστημίου να μην έχει τις ακαθαρσίες του 1883, αλλά επιδεικνύει εκεί γύρω στα Προπύλαια μια ανεξήγητη εμμονή στη βαρβαρότητα και μια ανεξήγητη ανοχή σ’ αυτήν. Ολα ήταν βανδαλισμένα και πιο πολύ με πόνεσε η κόκκινη μπογιά στον ανδριάντα του εκ Κεφαλληνίας εθνικού ευεργέτη και μέλους της ελληνικής παροικίας του Λονδίνου, Παναγή Βαλλιάνου, μπροστά στο μέγαρο της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Αλλά δεν ήταν μόνο η βαρβαρότητα στα μνημεία και στον δημόσιο χώρο. Πρόσεξα –και μακάρι να κάνω λάθος– πως έχει παγιωθεί μια αμηχανία εκ μέρους του δήμου για το πώς να χειριστεί την κληρονομιά του Μπακογιάννη στην Πανεπιστημίου. Να περιποιηθεί τα παρτέρια με τους θάμνους (ατυχής η επιλογή τους ούτως ή άλλως) ή να τα αφήσει στο έλεος του Θεού να τα χλευάζει ο κόσμος; Γιατί μάλλον το δεύτερο γίνεται. Τα παρτέρια είναι φύρδην μίγδην ανάκατοι και αφρόντιστοι θάμνοι, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Θα ενοχλούσαν και τον φίλο μας από το 1883.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή