Να σκεφτούμε τη Μεταπολίτευση συγκριτικά

Να σκεφτούμε τη Μεταπολίτευση συγκριτικά

3' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο προηγούμενο άρθρο μου σε αυτή τη στήλη έγραφα ότι ο καλύτερος, ο χρησιμότερος, αλλά και πιο ενδιαφέρων τρόπος για να αναλογιστούμε την εμπειρία των πέντε τελευταίων δεκαετιών της εθνικής πολιτικής ιστορίας μας, δηλαδή την περίοδο που αποκαλούμε «Μεταπολίτευση», είναι μέσω κατάλληλων συγκρίσεων. Πόσο καλύτερα, ή πόσο χειρότερα, τα έχουμε πάει σε σχέση με άλλες παρόμοιες ευρωπαϊκές χώρες; Μόνο συγκρινόμενοι μπορούμε να αναλογιστούμε την ιστορική πορεία μας, αλλά και να αντιληφθούμε την πραγματική θέση της χώρας μας στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Εκτοτε μεσολάβησε το τριήμερο συνέδριο για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης που συνδιοργάνωσε η «Καθημερινή» με άλλους δημόσιους φορείς. Σε αυτό μίλησαν περίπου 60 πολιτικοί, ακαδημαϊκοί και δημοσιογράφοι. Ακούστηκαν πολλά και διάφορα, ενδιαφέροντα και λιγότερο ενδιαφέροντα, τα περισσότερα γνωστά αλλά και ορισμένα άγνωστα. Τι απουσίασε από το συνέδριο; Δυστυχώς, με τρεις μόνο εξαιρέσεις, έλειψε η συγκριτική οπτική μέσα από την οποία πρέπει να επιχειρείται οποιαδήποτε αποτίμηση, ειδικά όταν πρόκειται για ολόκληρη ιστορική περίοδο μιας χώρας.

Από τις εξαιρέσεις, πρώτα ο Γκίκας Χαρδούβελης, πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας, υπενθύμισε χωρίς περιστροφές ότι ενώ στο ξεκίνημα της Μεταπολίτευσης η Ελλάδα ήταν πλουσιότερη από τις χώρες της Ιβηρικής, σήμερα και οι δύο αυτές χώρες μάς έχουν ξεπεράσει όσον αφορά την εθνική ανάπτυξη. Και τούτο διότι, όπως εξήγησε, η ελληνική οικονομία κατά τον τελευταίο μισό αιώνα πέτυχε μέσο ρυθμό μεγέθυνσης 1,3%, όταν οι παρεμφερείς οικονομίες της Ισπανίας και της Πορτογαλίας «έτρεχαν» με ρυθμό 2,2%. Το 1974, υπενθύμισε ο ομιλητής, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε όρους αγοραστικής δύναμης της Ελλάδας ξεπερνούσε τα αντίστοιχα ΑΕΠ στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία. Σήμερα, το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπολείπεται σημαντικά από τα αντίστοιχα και των τριών παραπάνω χωρών και έχει φτάσει να ανταγωνίζεται με εκείνο της Τουρκίας. Παρόμοια, ο Στέφανος Μάνος, ένας παλαιός πολιτικός με σύγχρονη σκέψη (και τρόπους, αφού ήταν και ο μόνος ομιλητής στο συνέδριο που σκέφτηκε να παρουσιάσει διαφάνεια με εμπειρικά στοιχεία), κατέδειξε τη διαχρονική από το 1974 υστέρηση της Ελλάδας σε σχέση με την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, της οποίας το σημερινό κατά κεφαλήν εισόδημα είναι, όπως είπε, τρεισήμισι φορές μεγαλύτερο από το δικό μας. Τέλος, ο ίδιος ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε στη συνομιλία του με τους οργανωτές του συνεδρίου ότι, πράγματι, κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης «η πρόοδός μας δεν ήταν η επιθυμητή». Κρίνοντας από την πρόοδο άλλων χωρών της Ευρώπης, θα μπορούσαμε να τα έχουμε πάει καλύτερα.

Το ερώτημα είναι: Γιατί, ως κοινωνία, αποφεύγουμε γενικά τις συγκρίσεις με άλλες χώρες; Σκέφτομαι τρεις πιθανούς λόγους, που μάλιστα σχετίζονται μεταξύ τους: την έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης για τον κόσμο που μας περιβάλλει, την εθνική μας αυταρέσκεια, καθώς και την αδυναμία μας να παραδεχθούμε ότι μένουμε ολοένα και πιο πίσω, δίχως τόλμη για αναγκαίες νέες τομές.

Ημιμαθείς και αυτοαναφορικοί, αδυνατούμε να διδαχθούμε από τους άλλους, να κατανοήσουμε τι κάνουν εκείνοι καλύτερα από εμάς, και πώς, να προσπαθήσουμε να τους φτάσουμε.

Η ημιμάθειά μας για τον κόσμο γίνεται έκδηλη όλο και πιο συχνά, με όλο και περισσότερους τρόπους. Για παράδειγμα, σε πρόσφατη διεθνή έρευνα του ΟΟΣΑ που βαθμολογεί την ικανότητα των ενηλίκων να αξιολογούν, όπως και να χρησιμοποιούν, διαθέσιμες πληροφορίες, η Ελλάδα καταγράφει τη χαμηλότερη επίδοση ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες. Την ίδια εικόνα δίνουν τα αποτελέσματα του Ευρωπαϊκού Δείκτη Δεξιοτήτων, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα βρίσκεται τρίτη από το τέλος ανάμεσα σε 31 ευρωπαϊκές χώρες, ή τα απογοητευτικά αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA για τα ελληνόπουλα. Η εθνική αυταρέσκεια πηγάζει από τη λανθασμένη αίσθηση του ελληνικού εξαιρετισμού που, επίσης συχνά, μας κάνει να υποτιμούμε άλλους λαούς και τα επιτεύγματά τους, ενώ απολαμβάνουμε μια στείρα και αδιέξοδη ομφαλοσκόπηση. Ημιμαθείς και αυτοαναφορικοί, αδυνατούμε να διδαχθούμε από τους άλλους, να κατανοήσουμε τι κάνουν εκείνοι καλύτερα από εμάς, και πώς, να προσπαθήσουμε να τους φτάσουμε, ίσως και να τους ξεπεράσουμε.

Αλλά, ακόμη δεν έχουμε φτάσει σε εκείνο το σημείο. Μέχρι όμως να φτάσουμε, θα εξακολουθήσουμε να κινούμαστε στη ζώνη κινδύνου. Ο Στέφανος Μάνος, πάλι, έθεσε το θέμα καίρια λέγοντας: «Από τους ομιλητές στο συνέδριο δεν αποκόμισα την εντύπωση ότι κατανοούν το πρόβλημα. Αν όμως δεν το κατανοήσουν και αλλάξουν ρότα, δεν θα εκπλαγώ αν σε δέκα χρόνια κινδυνεύσουμε να αντιμετωπίσουμε νέα χρεοκοπία».

Ο κ. Τάκης Σ. Παππάς είναι πολιτικός επιστήμονας και συγγραφέας. Σύντομα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το νέο του βιβλίο με τίτλο «Παράδοξη χώρα: Γιατί η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία και τι μπορούμε να μάθουμε από αυτές;».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή