Προστατέψτε το ποδόσφαιρο με νόμους

Προστατέψτε το ποδόσφαιρο με νόμους

Ο προπονητής της Εθνικής, Τζον Φαντ Σιπ, ανοίγει τα χαρτιά του στην «Κ» λίγο πριν από το φινάλε των προκριματικών

8' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Προστατέψτε το ποδόσφαιρο με νόμους-1Συνήθως στα ομαδικά σπορ και δη στο ποδόσφαιρο, όταν κάτι δεν πάει καλά, ο προπονητής είναι αυτός που δέχεται το μεγαλύτερο μέρος των «πυρών»· στοχευμένων και… αδέσποτων. Οταν δε, μιλάμε για εθνικές ομάδες, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα.

To 2014 έκλεισε ο σημαντικότερος κύκλος της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, ο οποίος χάρισε στην Ελλάδα τον μοναδικό (ευρωπαϊκό) τίτλο της το 2004, αλλά και συνεχόμενες παρουσίες στα μεγάλα ραντεβού του αθλήματος (Παγκόσμια Κύπελλα και EURO).

Σημαντικό μερίδιο σ’ αυτές τις διακρίσεις έπαιξε και ο παράγοντας «σταθερότητα στον πάγκο», με τον Οτο Ρεχάγκελ να είναι μέχρι σήμερα ο μακροβιότερος προπονητής στην Εθνική (2001-2010) και με τον διάδοχό του, Σάντος, να κάθεται στο τιμόνι για ακόμη τέσσερα χρόνια (2010-2014), κάτι που από το 1929 και από το πέρασμα 39 προπονητών, το έχουν πετύχει μόνο οι Παναγούλιας, Παπαποστόλου και Πολυχρονίου, όλοι τους με τετραετείς θητείες.

Σήμερα η εθνική ομάδα βρίσκεται στο στάδιο του ανοίγματος ενός νέου κύκλου της, με προπονητή τον Τζον Φαντ Σιπ. Δυστυχώς, το εισιτήριο για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ δείχνει να μοιάζει πλέον με άπιαστο όνειρο, όμως ο Ολλανδός προπονητής, ανοίγοντας τα χαρτιά του στην «Κ», ύστερα από πολύ καιρό, θεωρεί ότι κάτι καλό «χτίζεται» στην ομάδα, το οποίο θα έχει γερές βάσεις και θα δώσει τη δυνατότητα στους διεθνείς να διεκδικήσουν ξανά με αξιώσεις την παρουσία τους σε μεγάλες διοργανώσεις.

– Κόουτς, η Εθνική έχασε έδαφος στη μάχη της πρόκρισης και όλα δείχνουν ότι δεν θα πάρει το εισιτήριο. Τι δεν πήγε καλά αυτή τη φορά;

– Από την αρχή γνωρίζαμε ότι ήταν μια δύσκολη κλήρωση, με Ισπανία και Σουηδία στον όμιλο. Βέβαια βλέποντας τα αποτελέσματα χάσαμε βαθμούς απέναντι στο Κόσοβο και τη Γεωργία. Μπορείς να χάσεις από τη Σουηδία, παρ’ όλα αυτά όμως τελικά τη νικήσαμε στο ΟΑΚΑ και χάσαμε στο δεύτερο παιχνίδι. Προσπαθούμε να προκριθούμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο, έχουμε ακόμα κάποιες μικρές πιθανότητες για την πρόκριση. Είμαστε όμως και σε μια διαδικασία χτισίματος μιας νέας ομάδας κι ενός πολύ καλού κλίματος στα αποδυτήρια. Ενα καλό κλίμα, όχι μόνο μέσα στην ομάδα, αλλά κάτι που θα φανεί και στον κόσμο, για να δει πως απέναντί του έχει μια Εθνική ομάδα που μπορεί να πιστέψει σε αυτή. Θεωρώ αυτό κάτι πολύ σημαντικό, ώστε ο κόσμος να έρθει να στηρίξει την ομάδα και ήταν ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που είχαμε ως στόχο. Το κυριότερο είναι να φτιάξουμε μια Εθνική που ο κόσμος θα χαίρεται να βλέπει και να υποστηρίζει.

– Τι έφταιξε στο δεύτερο παιχνίδι στη Σουηδία; Τι έλειψε κυρίως στο β΄ μέρος;

– Πιστεύω ότι πρέπει να δούμε όλο το ματς, γιατί δεν είναι μόνο το β΄ ημίχρονο. Στο α΄ ημίχρονο αγωνιστήκαμε, αλλά δεν τους «σκοτώσαμε» και στο β΄ μέρος δεν παίξαμε τόσο έντονα μέχρι και το 60ό λεπτό, οπότε άνοιξε το σκορ η Σουηδία με πέναλτι. Δυστυχώς δεν τους «σκοτώσαμε» όταν έπρεπε. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Μικρές λεπτομέρειες καθόρισαν το αποτέλεσμα, που σ’ αυτό το επίπεδο, αυτές κάνουν τη διαφορά. Οταν έχουν έναν ποιοτικό ποδοσφαιριστή, όπως ο Ισάκ μπορούν να σε εκτελέσουν. Αυτό δηλαδή που δεν καταφέραμε να κάνουμε εμείς, δυστυχώς, στο α΄ ημίχρονο.

– Τι στοιχεία προσπαθήσατε να περάσετε στην ομάδα όλο αυτό το διάστημα που είστε ομοσπονδιακός προπονητής; Τι σας προβλημάτισε; Τι σας κάνει αισιόδοξο;

– Ξεκινήσαμε πριν από δύο χρόνια θέλοντας κοντά μας παίκτες που να νιώθουν τιμή που φορούν το εθνόσημο, παίκτες που θα έπαιζαν για τη σημαία και για τη χώρα τους. Είναι μεγάλη τιμή κάτι τέτοιο και πρέπει να την αντιλαμβάνεσαι. Οταν ακούς από μικρό παιδί που ονειρεύεσαι να παίξεις στην Εθνική ομάδα το κάλεσμα του προπονητή, είναι κάτι ιδιαίτερο. Οταν ήρθα θέλαμε να επιλέξουμε και να έχουμε στην ομάδα παίκτες που θα πολεμήσουν, που θα παλέψουν και θα τρέξουν για την ομάδα. Να είναι ομάδα. Παράλληλα, όμως να είναι ταπεινοί και να σέβονται όλους. Οχι μόνο τους συναδέλφους τους παίκτες, αλλά από τον κάθε φροντιστή μέχρι την κυρία που ετοιμάζει το φαγητό τους. Μικρές λεπτομέρειες για να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα. Δεν μιλήσαμε από την πρώτη στιγμή για ποδόσφαιρο. Μιλήσαμε για αξίες και κυρίως για σεβασμό. Γιατί αν δεν υπάρχει ομαδικότητα και αξίες… ξεχάστε το. Μετά μιλήσαμε για το ποδόσφαιρο.

– Αν κάνατε αυτοκριτική, τι πιστεύετε ότι δεν καταφέρατε να αλλάξετε, να εφαρμόσετε;

– Στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει μόνο η επιτυχία ή η αποτυχία. Η επιτυχία δεν είναι οριστική, η αποτυχία δεν είναι μοιραία. Αυτό σημαίνει ότι συνεχίζεις. Αν γίνει κάποιο λάθος, μπορεί μεν να στοιχίσει, αλλά προχωράς μπροστά. Λάθη όλοι κάνουν και μαθαίνουμε από αυτά μέσα στην καριέρα μας, αλλά και μέσα στη ζωή μας. Στο τέλος μαθαίνεις, προχωράς και γίνεσαι καλύτερος παίκτης και προσωπικότητα. Πολλοί παίκτες μας έπαιξαν πρώτη φορά σε τέτοιο επίπεδο και ανταποκρίθηκαν φανταστικά. Πολλοί έκαναν απίστευτα βήματα. Λάθη υπήρξαν. Το γνωρίζουμε. Κόστισαν, αλλά αυτά τα βήματα θα μας βοηθήσουν, με το πέρασμα του χρόνου, να πάρουμε εμπειρίες και να κάνουμε καλύτερα πράγματα.

– Πριν από έναν μήνα αναδείξατε ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το ελληνικό ποδόσφαιρο: το πρόβλημα ταυτότητας, όπως είπατε. Θεωρείτε αυτό το πρόβλημα το σημαντικότερο και γιατί; Εδώ να σας ενημερώσω ότι στην τελευταία αγωνιστική της Σούπερ Λιγκ 1, στις αρχικές ενδεκάδες των 14 ομάδων (154 παίκτες), βρέθηκαν 113 ξένοι ποδοσφαιριστές!

– Το όλο θέμα έχει να κάνει με το πώς θα προστατεύσεις το προϊόν σου. Δεν υπάρχουν μόνο οι μεγάλες ομάδες και οι μεγάλες κατηγορίες. Υπάρχει και η Β΄ κατηγορία και η Γ΄ κατηγορία κ.ο.κ. Στο ολλανδικό πρωτάθλημα, τουλάχιστον 5-6 παίκτες κάθε ενδεκάδας είναι Ολλανδοί και κυρίως από τις ακαδημίες. Για παράδειγμα, στην Ουτρέχτη όπου παίζει ο Δουβίκας, έχουν 9 Ολλανδούς παίκτες. Εκεί δίνουμε το μεγαλύτερο βάρος στην Ολλανδία. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ισπανία, πλην των Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Ατλέτικο, οι οποίες μπορούν να φέρουν τους καλύτερους -επαναλαμβάνω, τους καλύτερους- ξένους. Οι ακαδημίες των χωρών όπως της Ολλανδίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας είναι πολύ υψηλού επιπέδου και μάλιστα όλων των συλλόγων και των εθνικών ομάδων. Πάρα πολλά χρήματα πηγαίνουν εκεί για την αναβάθμιση και την ανάπτυξη των παικτών τους.  

Ο κ. Φαντ Σιπ απαντούσε στις ερωτήσεις και τα μάτια του άστραφταν. Τα δάχτυλά του «ζωγράφιζαν» στον αέρα κάθε πρότασή του και ο διθέσιος καναπές όπου καθόταν έμοιαζε με το πιο άβολο έπιπλο στον κόσμο. Ηθελε να πει πολλά και η συζήτηση «άναβε».

«Αυτό δεν συμβαίνει στην Ελλάδα, γιατί το χρήμα δεν πάει στις ακαδημίες, αλλά στους ξένους παίκτες που δεν είναι πάντα του υψηλότερου επιπέδου. Είναι πολύ σημαντικό στην Ελλάδα να θεσπιστούν νόμοι και κανόνες και να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι όλοι οι φορείς και οι σύλλογοι και να δαπανηθούν χρήματα σε ακαδημίες, προπονητές, νέες διοργανώσεις. Εχουμε ταλαντούχους παίκτες, αλλά χρειάζεται συγκεκριμένη μέριμνα και η ποδοσφαιρική τους ανάπτυξη. Δείτε για παράδειγμα τι έγινε με τον Τζόλη ή τον Τσιμίκα, οι οποίοι έκαναν δύο καλές σεζόν και έφυγαν κατευθείαν με πολλά χρήματα για το κορυφαίο πρωτάθλημα, το αγγλικό. Προσωπικά πιστεύω ότι πρέπει να υπάρξουν κανόνες για να προστατέψουμε το προϊόν μας, το ποδόσφαιρό μας. Στην Ολλανδία δεν παίρνεις παίκτη από τη Λ. Αμερική με την ίδια ευκολία που τους παίρνουμε στην Ελλάδα, γιατί βάσει νόμου το ολλανδικό ποδόσφαιρο είναι υποχρεωμένο να έχει πολύ υψηλούς μισθούς γι’ αυτούς τους παίκτες και το σκέπτονται δύο και τρεις φορές οι ομάδες για να φέρουν έναν τέτοιο παίκτη από το εξωτερικό. Μάλιστα όσο μεγαλώνει ηλικιακά ο παίκτης τόσο αυξάνεται και ο μισθός του. Ετσι οι ομάδες στρέφονται στις ακαδημίες τους».

Προστατέψτε το ποδόσφαιρο με νόμους-1
«Απολαμβάνω το όλο χτίσιμο αυτής της ομάδας. Υπάρχουν πολλές προοπτικές. Πολύ θα ήθελα να συνεχίσω εδώ, αλλά όπως λέμε στην Ολλανδία, “για να χορέψεις ταγκό χρειάζονται δύο”», τονίζει με νόημα ο κ. Φαντ Σιπ. (INTIMENEWS) 

Χάσεις – κερδίσεις, δεν πρέπει να μπεις σ’ αυτό το τρενάκι του τρόμου

Ο Τζον Φαντ Σιπ είναι ένας άνθρωπος με κουλτούρα, φιλοσοφημένος, που προέρχεται από μια θρυλική σχολή ποδοσφαίρου και σίγουρα αντιλαμβάνεται τις καταστάσεις πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι εμείς οι μεσογειακοί… φασαριόζοι του Νότου.
 
– Η Ελλάδα είναι μια χώρα των… άκρων. Τη μία μέρα ο Φαντ Σιπ πρέπει να φύγει, την επομένη πρέπει να μείνει. Είναι μια χώρα όπου κάποιος προπονητής πρέπει να έχει γερό στομάχι για να δουλέψει;

– Στο ποδόσφαιρο, χάσεις – κερδίσεις, δεν πρέπει να μπεις σ’ αυτό το τρενάκι του τρόμου, της ψυχολογίας και των συναισθημάτων, γιατί μετά ζεις με αυτό. Πρέπει να βρεις μια ισορροπία και τις πιθανότητές σου να κερδίσεις ή να χάσεις, αλλά κυρίως να παίξεις. Αν τα πράγματα πάνε καλά, είσαι χαρούμενος. Αν τα πράγματα δεν πάνε καλά, σίγουρα θα ακούσεις και κριτική. Το σημαντικότερο όμως είναι να παραμείνεις πιστός στο πλάνο σου. Ο Μιχάλης Βαλκάνης, ο συνεργάτης μου που είχαμε δουλέψει μαζί στην Ολλανδία, στη Μελβούρνη και εδώ, είναι πάρα πολύ καλός ως προπονητής και με βοηθάει πάρα πολύ ώστε να κατανοήσω την ελληνική νοοτροπία και το ποδοσφαιρικό «γίγνεσθαι». Ολα όσα ζήσαμε είναι αποτέλεσμα δουλειάς δύο χρόνων, όχι μόνο η νίκη επί της Σουηδίας. Οι παίκτες γνωρίζουν τι έχουμε χτίσει. Ξέρουμε τι ζητάμε και πόσο προσπαθούν για να το πετύχουν στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Μαζί έχουμε δημιουργήσει μια ομάδα που όταν όλα έρχονται εναντίον μας, προστατευόμαστε εμείς οι προπονητές, οι παίκτες, το επιτελείο μεταξύ μας. Εμείς είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να ελέγξουμε τι μπορεί να πάει καλά και τι στραβά και είναι στο χέρι μας αν θα χάσουμε ή αν θα κερδίσουμε.
 
– Το συμβόλαιό σας ολοκληρώνεται. Θα θέλατε να συνεχίσετε εδώ ή θεωρείτε ότι ο κύκλος σας έκλεισε;

– Απολαμβάνω το όλο χτίσιμο αυτής της ομάδας, τη δουλειά και τη διαδικασία με την οποία φτιάχνεται η Εθνική. Υπάρχουν πολλές προοπτικές στην ομάδα και στο ρόστερ. Εχουμε τουλάχιστον 30 παίκτες με λαμπρό μέλλον και έχουν μεγάλη πρόοδο. Πολύ θα ήθελα να συνεχίσω εδώ, αλλά, όπως λέμε στην Ολλανδία, «για να χορέψεις ταγκό χρειάζονται δύο». Εχω δουλέψει στο Μεξικό, στην Ιταλία, στην Αυστραλία, αλλά αγαπώ την Ελλάδα, το να ζω εδώ, τους ανθρώπους της και τον τρόπο ζωής της. Η Ελλάδα με αγγίζει βαθιά και είμαι χαρούμενος εδώ.
 
– Πότε ήταν η πρώτη φορά που ήρθατε στην Ελλάδα;

– Η πρώτη επαφή με την Ελλάδα ήταν το 1986, όταν ήρθα με τη μετέπειτα σύζυγό μου στη Ρόδο. Το 1987 ήταν μια πολύ σημαντική χρονιά για μένα που νίκησε ο Αγιαξ 1-0 τη Λοκομοτίβ Λειψίας στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων στο ΟΑΚΑ (σ.σ. ο κ. Φαντ Σιπ αγωνίστηκε στη βασική ενδεκάδα σ’ αυτό το ματς, το οποίο κρίθηκε με το γκολ του Φαν Μπάστεν στο 20΄) και το 1989 που ήρθα για τον μήνα του μέλιτος στη Μύκονο και αργότερα με τα παιδιά μας για διακοπές στην Κω.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή