Εμιλιέν Μαλφατό στην «Κ»: Με το γράψιμο εκτονώνω «τραύματα»

Εμιλιέν Μαλφατό στην «Κ»: Με το γράψιμο εκτονώνω «τραύματα»

Η πολεμική φωτορεπόρτερ Εμιλιέν Μαλφατό στην «Κ» με αφορμή το μυθιστόρημά της «Ο συνταγματάρχης δεν κοιμάται»

6' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ο συνταγματάρχης καταφτάνει ένα παγερό πρωί κι εκείνη τη μέρα αρχίζει να βρέχει. Είναι η εποχή του έτους που ολόκληρη η πλάση γίνεται μονόχρωμη. Γκρίζος ο χαμηλός ουρανός, γκρίζοι οι άνθρωποι, γκρίζο το Αστυ και τα ερείπια, γκρίζο το μεγάλο ποτάμι με την αργόσυρτη ροή. Ο συνταγματάρχης καταφτάνει ένα πρωί και μοιάζει να αναδύεται από την καταχνιά, είναι κι ο ίδιος τόσο γκρίζος, που θα ‘λεγε κανείς ότι πρόκειται για έναν σωρό από ξεθωριασμένα σωματίδια, από στάχτες, γέννημα ετούτου του στερημένου από ήλιο κόσμου». Η Εμιλιέν Μαλφατό, συγγραφέας του μυθιστορήματος «Ο συνταγματάρχης δεν κοιμάται», στα 34 χρόνια της έχει καταφέρει πολλά. Απόφοιτη της σχολής δημοσιογραφίας στο Παρίσι, είναι ανεξάρτητη (freelance) δημοσιογράφος και φωτορεπόρτερ.

Με τη δουλειά της καλύπτει κυρίως τη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική. Στο παρελθόν εργάστηκε για το Agence France Press στη Γαλλία, στο περιφερειακό γραφείο της Μέσης Ανατολής και στο Ιρακινό Κουρδιστάν ως ειδική απεσταλμένη. Το 2015 εγκαταστάθηκε στο Ιράκ ως ανεξάρτητη δημοσιογράφος κι επίσης έχει κάνει αποστολές στην ανατολική Τουρκία, στα Βαλκάνια, στον Καύκασο και πρόσφατα στη Βενεζουέλα.

Οι φωτογραφίες της έχουν παρουσιαστεί σε εκθέσεις κι έχουν δημοσιευτεί μεταξύ άλλων στην Washington Post και στους New York Times. Ομως εμείς την αναζητήσαμε για μια συνέντευξη με αφορμή το δεύτερο μυθιστόρημά της, που πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Διόπτρα, έχοντας στο ενεργητικό της ήδη ένα βραβείο Goncourt πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα για το αμετάφραστο στα ελληνικά «Que sur toi se lamente le Tigre».

Μιλήσαμε δυο μέρες πριν φύγει από το Παρίσι για μια ακόμη αποστολή στο Ιράκ. «Δεν ξέρω πόσο θα λείψω, αλλά σίγουρα δεν θα έχω πρόσβαση σε τηλέφωνο για πολλές εβδομάδες», είπε, και όντως αργότερα η επαφή μαζί της διακόπηκε. Η Μαλφατό έχει βρεθεί πολλές φορές σε πεδία μαχών. Η εμπειρία του πολέμου πυροδοτεί τη μυθοπλαστική γραφή της. Ζώντας στο βόρειο Ιράκ για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι πολεμικές συγκρούσεις έγιναν για εκείνη κάτι πολύ προσωπικό, μια καθημερινότητα. «Εχω βρεθεί συχνά κοντά σε ανθρώπους που πολεμούσαν.

Ξέρω τον ήχο του πολέμου: ο φοβερός θόρυβος που ξεσπά ξαφνικά μέσα στην ημέρα, η σιωπή της νύχτας», λέει. «Για όσα έχω δει και ζήσει δεν μιλάω πολύ – εκτός ίσως από την οικογένειά μου. Ο πόλεμος δεν είναι συνήθως ένα θέμα που οι άνθρωποι θέλουν να ακούν, δεν είναι αντικείμενο συζήτησης για ένα ευχάριστο δείπνο. Βεβαίως υπάρχουν κι εκείνοι που βρίσκουν σε αυτό μια μακάβρια ευχαρίστηση. Τους αποφεύγω. Με τους μόνους που μπορώ να μιλήσω πραγματικά είναι εκείνοι που έχουν πολεμήσει». Στο πρώτο της βιβλίο, εμπνευσμένη από την περίπλοκη πραγματικότητα του Ιράκ, μας εισάγει διακριτικά σε μια κλειστή κοινωνία που κυβερνάται από την ανδρική εξουσία και τον κώδικα τιμής: Στο σημερινό αγροτικό Ιράκ, στις όχθες του Τίγρη, ένα νεαρό κορίτσι σπάει την απόλυτη απαγόρευση και δημιουργεί μια σχέση αγάπης εκτός γάμου. Το αγόρι σκοτώνεται από βόμβες, το νεαρό κορίτσι είναι έγκυος.

Ο αδυσώπητος μηχανισμός τίθεται σε κίνηση, τα μέλη της οικογένειας μετατρέπονται σε έναν κύκλο σιωπηλών σκιών κάτω από το «βλέμμα» του Επους του Γκιλγκαμές, φορέα της μνήμης της χώρας και των ανδρών. Στο δεύτερο βιβλίο της, ο συνταγματάρχης – βασανιστής είναι καταδικασμένος σε ισόβιους εφιάλτες που του στερούν τον ύπνο.

Η ιστορία εξελίσσεται με εναλλαγές τριτοπρόσωπης αφήγησης και πρωτοπρόσωπης ποιητικής γραφής, εσωτερικούς μονολόγους του κεντρικού χαρακτήρα: «Εχω την εντύπωση/ ότι δεν θα χρειαστεί να περιμένω για πολύ ακόμα/ πως μια απ’ αυτές τις νύχτες θα κοιμηθώ/ επιτέλους/ είναι μια ανακούφιση/ χρόνια αϋπνίας μπορείτε να το φανταστείτε/ κι όμως καμιά φορά φοβάμαι πως/ θα μου το αρνηθείτε/ κι αυτό/ πως ακόμα και νεκρός δεν θα ξαναβρώ τον ύπνο/ ούτε τη λήθη», λέει ο πρωταγωνιστής, ένας γνωστός – άγνωστος που ζει σε μια χώρα-φάντασμα.

Εμιλιέν Μαλφατό στην «Κ»: Με το γράψιμο εκτονώνω «τραύματα»-1
Η 34χρονη συγγραφέας, δημοσιογράφος και φωτορεπόρτερ Εμιλιέν Μαλφατό καλύπτει κυρίως τη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική.

– Το πρώτο σας μυθιστόρημα είναι εμπνευσμένο από τις εμπειρίες σας στο Ιράκ. Υπάρχει ανάλογη σχέση πραγματικότητας και μυθοπλασίας στο «Ο συνταγματάρχης δεν κοιμάται»;

– Ο «Συνταγματάρχης» είναι ένα έργο πιο ονειρικό, πιο απομακρυσμένο από την πραγματικότητα σε σχέση με το προηγούμενο. «Επέτρεψα» στον εαυτό μου περισσότερη ελευθερία, σχεδόν τρέλα στο γράψιμο. Περισσότερη ποίηση επίσης. Αλλά νομίζω ότι η γραφή τρέφεται με όλα όσα βιώνουμε, όλα όσα βλέπουμε, όσα διαβάζουμε, και το συγκεκριμένο βιβλίο δεν αποτελεί εξαίρεση. Επιπλέον αναφέρεται στον πόλεμο, ένα θέμα με το οποίο είχα συνδεθεί μέσω του επαγγέλματός μου.

– Είναι το βίωμα του πολέμου αυτό που σας ωθεί να δημιουργήσετε αδίστακτους, σκληρούς ήρωες όπως ο συνταγματάρχης και να αφηγηθείτε ιστορίες βίας;

– Φαντάζομαι ότι γίνεται μια εσωτερική κάθαρση στη μυθοπλασία μου. Είναι ένας τρόπος για να εκτονώσω ορισμένα «τραύματα» και να γυρίσω σελίδες. Η μυθοπλασία σού επιτρέπει επίσης να πεις ορισμένα πράγματα με διαφορετικό τρόπο από τη δημοσιογραφία. Ισως να είμαι αφελής, αλλά πιστεύω ότι οι άνθρωποι δεν γεννιούνται τέρατα. Με ενδιαφέρει λοιπόν να καταλάβω πώς γίνονται έτσι, από πού έρχονται, πού πηγαίνουν και τι κάνουν όταν επιστρέφουν στο σπίτι τους.

– Γνωρίζοντας ότι σας ενδιαφέρει η Ιστορία, σε ποια χώρα και σε ποια εποχή θα μπορούσε να ζήσει ο συνταγματάρχης του βιβλίου σας; Σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να είναι σε μια περιοχή της Μέσης Ανατολής μεταξύ 1980-2010 ή της Λατινικής Αμερικής.

– Θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε, οποτεδήποτε. Συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας στα τέλη της δεκαετίας του 1960.

Ξέρω τον ήχο του πολέμου. Για όσα έχω δει και ζήσει δεν μιλάω πολύ. Ο πόλεμος δεν είναι συνήθως ένα θέμα που οι άνθρωποι θέλουν να ακούν.

– Από πού πηγάζει η επιθυμία σας να γράψετε, αφού ήδη χρησιμοποιείτε με επιτυχία το μέσο της φωτογραφίας για να αφηγηθείτε ιστορίες;

– Οσον αφορά τη μυθοπλασία, η συγγραφή αποτελεί περισσότερο ανάγκη παρά επιθυμία. Υπάρχει κάτι λυτρωτικό σε αυτή τη ροή των λέξεων που, ούτως ή άλλως, δεν ελέγχω. Είναι κείμενα που γεννήθηκαν χωρίς να τα περιμένω, ούτε να το προσδοκώ. Απλώς κάποια στιγμή έπρεπε να βάλω στο χαρτί όσα είχαν γραφτεί ήδη στο μυαλό μου. Σαν να ήταν ήδη έτοιμο, το κείμενο πέρασε από μέσα μου, ήμουν μόνο ο καταγραφέας του.

– Ταξιδεύετε πολύ συχνά για αποστολές. Πώς καταφέρνετε να «ξαναμπείτε» στη ζωή σας όταν επιστρέφετε στη Γαλλία και πώς βρίσκετε τον χρόνο και τη συγκέντρωση για να γράψετε τα βιβλία σας;

– Είτε γυρίζω στη Γαλλία είτε αλλού, η επιστροφή από μια αποστολή μπορεί να είναι πάντα δύσκολη. Αυτό εξαρτάται ιδιαίτερα από την περιοχή και το θέμα που έχω να καλύψω. Μερικές φορές είναι απαραίτητο να προσφέρω στον εαυτό μου ένα είδος αποσυμπίεσης. Οταν το γράψιμο αφορά ένα μεγάλο ρεπορτάζ κι όχι μυθοπλασία, όπως στο βιβλίο για την Κολομβία «Τα φίδια θα έρθουν για σένα», η γραφή γίνεται από τις σημειώσεις που έχω κρατήσει στο πεδίο. Τότε είναι όντως απαραίτητο να προγραμματίσω τον χρόνο μου, αλλά αυτό αποτελεί μέρος της δημοσιογραφικής δουλειάς. Η συγγραφή της μυθοπλασίας «πέφτει πάνω μου» απροσδόκητα και παρορμητικά, και είναι πάντα εξαιρετικά γρήγορη. Γράφω λοιπόν με εμμονή για ένα σύντομο διάστημα και μετά σταματάω.

– Είπατε σε μια από τις συνεντεύξεις σας ότι έχετε δει τον χειμώνα στο Ιράκ το γκρίζο φως που «φωτίζει» τον «Συνταγματάρχη». Ποια είναι η σημασία του φωτός στη δουλειά σας;

– Το φως είναι καθοριστικό στοιχείο σε όλες τις φωτογραφικές εργασίες: στη φωτογραφία «γράφουμε» με φως. Προσωπικά δυσκολεύομαι να δουλέψω αν δεν με βολεύει το φως. Οταν εργάζομαι στο Ιράκ, είμαι ένας από εκείνους τους φωτογράφους που σηκώνονται στις τέσσερις το πρωί για να έχουν το «σωστό φως».

– Εργάζεστε συχνά στη Μέση Ανατολή. Πώς νιώθει μια δυτική, ελεύθερη και χειραφετημένη γυναίκα σε αυτές τις τόσο ανδροκρατούμενες κοινωνίες;

– Αλίμονο, οι «δυτικές» κοινωνίες κυριαρχούνται επίσης από άνδρες. Υπάρχουν βέβαια διαφορές, αλλά μια γυναίκα στην Ευρώπη υπόκειται σχεδόν μόνιμα στις εντολές της πατριαρχίας. Είναι πιο λεπτές προσταγές, αλλά υπάρχουν, μας διαμορφώνουν, μας περιορίζουν. Το να το συνειδητοποιήσεις και να προσπαθήσεις να απελευθερωθείς από αυτό είναι συνεχής, δύσκολη, απαιτητική δουλειά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT