Πολ Λιντς στην «Κ»: Δεν θέλω να γίνω περσόνα

Πολ Λιντς στην «Κ»: Δεν θέλω να γίνω περσόνα

Ο Πολ Λιντς μιλάει για το Μπούκερ, τη λογοτεχνία, την πολιτική

5' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ξεκινάω την ηχογράφηση. Αυτή, όπως μου λέει με ευχαρίστηση ανάμεικτη με έκπληξη για την αλλαγή στην καθημερινότητά του, είναι η εκατοστή δέκατη συνέντευξή του από την ημέρα που ανακοινώθηκε η βράβευσή του με το Μπούκερ για το μυθιστόρημά του «Το τραγούδι του προφήτη», τρεις μήνες νωρίτερα – τρεις μήνες και περίπου μία εβδομάδα υπολογίζει ο ίδιος.

«Το πρόβλημα είναι», μου εξηγεί, «ότι ως συγγραφέας είμαι ένας εσωστρεφής άνθρωπος, αλλά όταν κερδίζεις το βραβείο Μπούκερ γίνεσαι μια εξωστρεφής περσόνα και ο κίνδυνος τόσο για μένα όσο και για όλους τους συγγραφείς που έχουν βρεθεί στη θέση μου είναι να γίνουν αυτή η περσόνα. Εχω δει συγγραφείς όλα αυτά τα χρόνια να έχουν μετατραπεί σε περσόνες και έχοντας συναίσθηση αυτού θα μείνω όπως είμαι. Ανυπομονώ μάλιστα να επιστρέψω κάποια στιγμή στη συγγραφή, αλλά, ξέρεις, επικοινώνησα πρόσφατα με τον Ντέιμον Γκάλγκουτ (σ.σ. βραβευμένο με Μπούκερ το 2021 για το βιβλίο του «Η υπόσχεση») και μου είπε ότι έχασε δύο χρόνια από τη ζωή του μετά το βραβείο και δεν βλέπει τέλος σε όλο αυτό». Την επομένη της βράβευσής του υπήρξαν, θυμάται, τρεις χιλιάδες δημοσιεύματα για το γεγονός και μοιάζει έκπληκτος γι’ αυτό: «Για ένα βραβείο για βιβλία!». Οταν το καλοσκέφτεται βέβαια, συμφωνεί ότι «αυτό είναι μάλλον υγιές, τα βραβεία βιβλίων είναι σημαντικά, γιατί κατευθύνουν το αναγνωστικό κοινό ίσως όχι στα καλύτερα βιβλία, αλλά πάντως σε αυτά που αξίζουν να τα λάβει υπόψη του».

Το βραβείο

Εκτός από τις αλλαγές που έφερε στην καθημερινότητά του, για τις οποίες δεν φαίνεται και πολύ ευχαριστημένος, το βραβείο, παραδέχεται, προσέδωσε μεγαλύτερη αξία στη φωνή του, τον βοήθησε να έχει περισσότερη επιρροή. «Οταν είσαι μόνος σου σε ένα δωμάτιο για χρόνια, εμπιστεύεσαι το γράψιμό σου. Οταν όμως απευθύνεσαι στο ευρύ κοινό, συνειδητοποιείς ότι τα λόγια σου μετράνε, έχουν επιρροή. Και κατάλαβα, έχοντας πια παραστεί σε τόσες εκδηλώσεις, πως ό,τι λέω έχει επίδραση στους ανθρώπους. Και φαίνεται ότι έχω κάτι να συνεισφέρω. Οπότε έμαθα να εμπιστεύομαι τις σκέψεις μου, ότι μοιάζει να έχουν μια κάποια αξία».

Πολ Λιντς στην «Κ»: Δεν θέλω να γίνω περσόνα-1
«Ως συγγραφέας έχω τον φόβο ότι πρέπει να εργαστώ σκληρότερα για να κερδίσω την προσοχή του αναγνώστη, για να παρακάμψω τις άμυνές του», λέει ο Πολ Λιντς. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ]

Επαναλαμβάνει, όπως έχει κάνει σε σχεδόν όλες τις συνεντεύξεις του έως τώρα, ότι δεν είναι πολιτικός συγγραφέας, είναι σημαντικό γι’ αυτόν, λέει, να το υπενθυμίζει. «Παρ’ όλα αυτά», παραδέχεται, «το βιβλίο μου είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα, δεν μπορώ να αρνηθώ ότι έχει πολιτικές πλευρές. Και πια γνωρίζω ότι αλλάζει το ποιος χρειάζεται να είμαι δημοσίως. Μαθαίνω και προσαρμόζομαι. Και ευτυχώς που αυτό δεν συνέβη με το πρώτο μου βιβλίο. Αν είχε συμβεί τότε, θα είχε καταστρέψει τη συγγραφική μου καριέρα. Τώρα όμως ξέρω ότι, όταν ξανακαθίσω κάτω να γράψω, θα είμαι ο ίδιος άνθρωπος και αυτή η περσόνα δεν θα υπάρχει».

Η σοβαρή λογοτεχνία αποστρέφει το βλέμμα. Κι εγώ δεν θέλω να αποστρέψω το βλέμμα. Θέλω να κάνω τον αναγνώστη να αισθανθεί άβολα και ταυτόχρονα να τον αποπλανήσω.

Μιλάει ήρεμα, αλλά ο λόγος του είναι συμπυκνωμένος, ο ρυθμός του είναι έντονος, τα σημεία στίξης δεν διακρίνονται, τα νοήματα συνωστίζονται σε λίγες μόνο λέξεις. Μοιάζει με τον τρόπο που είναι γραμμένο «Το τραγούδι του προφήτη», μια αφήγηση ανοίκεια στην αρχή, καθηλωτική, σχεδόν δυσβάσταχτη, που σε αιχμαλωτίζει, σε φυλακίζει σχεδόν στον ρυθμό της. Ηταν μια συνειδητή απόφαση, ομολογεί, να γράψει έτσι. «Η ένταση είναι ίσως η βάση του αληθινού συναισθήματος. Νομίζω ότι ως συγγραφέας έχω τον φόβο πως πρέπει να εργαστώ σκληρότερα για να κερδίσω την προσοχή του αναγνώστη, για να παρακάμψω τις άμυνές του. Και πιστεύω ότι μεγάλο μέρος της λογοτεχνίας είναι πολύ αστική, η σοβαρή λογοτεχνία αποστρέφει το βλέμμα. Κι εγώ δεν θέλω να αποστρέψω το βλέμμα. Και θέλω να κάνω τον αναγνώστη να αισθανθεί άβολα και ταυτόχρονα να τον αποπλανήσω. Ο τρόπος γραφής, λοιπόν, αυτού του μυθιστορήματος είναι σχεδιασμένος ώστε να αποπλανήσει τον αναγνώστη και ταυτόχρονα να τον φυλακίσει».

Την ίδια στιγμή, η φόρμα του βιβλίου ενισχύει το νόημα του κειμένου. «Η Αϊλις είναι φυλακισμένη στην κατάσταση στην οποία βρέθηκε, είναι φυλακισμένη του αναπόφευκτου. Παλεύει ενάντια στο ρεύμα, αλλά είναι φυλακισμένη σε αυτό. Και ο αναγνώστης πρέπει να το νιώσει αυτό μέσα από το κείμενο, να νιώσει την αδυναμία της Αϊλις να παλέψει ενάντια στην εποχή της. Είναι κάτι που το νιώθουμε όλοι· αυτή την εποχή παρασυρόμαστε από κάτι που δεν κατανοούμε πλήρως. Και είμαστε αδύναμοι».

Πολ Λιντς στην «Κ»: Δεν θέλω να γίνω περσόνα-2
Αν και ο Πολ Λιντς αρνείται τον τίτλο του πολιτικού συγγραφέα, παραδέχεται ότι «Το τραγούδι του προφήτη» είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα.

Εχει χαρακτηρίσει το βιβλίο του «ένα πείραμα πάνω στη ριζοσπαστική ενσυναίσθηση», μου θυμίζει. Ο στόχος του είναι να ξυπνήσει την ενσυναίσθηση στον αναγνώστη. «Είμαι 46 ετών. Μεγάλωσα με την τηλεόραση να παίζει την ώρα που έτρωγα το βραδινό μου δείχνοντας εικόνες καταστροφής που τελικά δεν με επηρέαζαν. Απέκτησα άμυνες, όπως και όλοι μας. Και είναι σημαντικό πια να αναγνωρίσουμε ότι, αν μπορούσαμε να συναισθανθούμε όλα όσα παρακολουθούμε στις ειδήσεις, δεν θα μπορούσαμε να σηκωθούμε από το κρεβάτι το πρωί. Η πραγματικότητα θα μας συνέθλιβε. Πιστεύω, πάντως, ότι η λογοτεχνία έχει τη δύναμη να παρακάμψει αυτές τις άμυνες. Υπήρξε μια εποχή που ο μυθιστοριογράφος βρισκόταν στο επίκεντρο του πολιτισμού και ψιθυρίζοντας στο αυτί του αναγνώστη είχε δύναμη. Δεν έχει όμως πια αυτή τη δύναμη. Σκεπτόμενος αυτό το βιβλίο, αναλογιζόμουν τι απαιτείται ώστε ο συγγραφέας να αποκτήσει πάλι αυτή τη δύναμη, να ακουστεί ξανά, να ψιθυρίσει στο αυτί του αναγνώστη. Και αυτό έχει σχεδιαστεί το βιβλίο μου να κάνει. Μέσα από την εγγύτητα στα συναισθήματα της Αϊλις και σε όσα συμβαίνουν ο αναγνώστης τη συμπονά, γιατί νιώθει και ο ίδιος φυλακισμένος. Συναισθάνεται το αναπόφευκτο, την κατάρρευση».

Η Ιλιάδα

Λέει πως θεωρεί τον εαυτό του τραγικό συγγραφέα· «έχω περισσότερα κοινά με τον Σοφοκλή από ό,τι με τους περισσότερους σύγχρονους μυθιστοριογράφους», σημειώνει. «Ηθελα να εκφράσω αρχαίες αλήθειες σε ένα μοντέρνο σκηνικό. Μία από αυτές είναι το πρόβλημα του ελέγχου. Δεν έχουμε τον έλεγχο, αλλά ζούμε και δρούμε στη σιγουριά. Στην πραγματικότητα είμαστε σε ένα λαβύρινθο. Είναι κάτι πολύ αρχαιοελληνικό». Και δεν είναι η μόνη αναλογία που κάνει με την ελληνική αρχαιότητα. «Κάποιοι κριτικοί προβληματίστηκαν γιατί δεν επικεντρώθηκα στην πολιτική στο βιβλίο μου. Και εγώ προβληματίστηκα γιατί δεν κατάλαβαν τι κάνω. Και εξηγώ: Η Ιλιάδα βάζει σε πρώτο πλάνο την πολιτική, τους ήρωες, τα δημόσια πρόσωπα. Εγώ όμως πιστεύω ότι είναι πιο ενδιαφέρον να το αναποδογυρίσεις αυτό. Αν το κάνεις, φτάνεις στην Αϊλις Σταρκ, στον μικρό απλό άνθρωπο που επηρεάζεται από τεράστια γεγονότα. Το “Τραγούδι του προφήτη” λέει ότι δεν υπάρχει βιβλική αποκάλυψη, είναι μύθος. Η αποκάλυψη είναι πάντα τοπική. Συμβαίνει αυτή τη στιγμή στη Γάζα, συνέβη στη Μαριούπολη και παλιότερα στην Υεμένη. Αν επικεντρωνόμουν στο καθεστώς, το βιβλίο θα ήταν για το καθεστώς. Αλλά δεν είναι. Δεν είναι η Ιλιάδα. Είναι αυτό στο οποίο δεν αναφέρεται η Ιλιάδα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή