Οι Φούρνοι είναι ένας από τους μεγαλύτερους ψαρότοπους της Ελλάδας, με πολύ μεγάλη παράδοση στην αλιεία. Οποιος είχε επισκεφθεί παλιότερα το όμορφο αυτό νησί, θα είχε αξέχαστες εμπειρίες από την ποιότητα, την ποικιλία και τις προσιτές τιμές των ψαριών. Στο λιμάνι του νησιού κυριολεκτικά δεν υπήρχε χώρος από τον αριθμό των καϊκιών. «Σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας ψαράς στο νησί κάτω των 30 ετών. Από εννιά συγκροτήματα γρι-γρι που είχαμε προ δεκαετίας, με 8-15 άτομα πλήρωμα το καθένα και 15 βιντζότρατες, τώρα έχει απομείνει ένα γρι-γρι και μία βιντζότρατα. Εάν συνεχίσουμε έτσι, σε λίγο στους Φούρνους θα τρώμε εισαγόμενα ψάρια!». Τα λόγια του Μιχάλη Μανουσάκη συγκλονίζουν. «Η περιοχή μας ήταν η Γη της Επαγγελίας. Τις δεκαετίες ’50 έως ’80 παντού είχε ψάρι. Μετά όμως ήρθαν η ρύπανση και η υπεραλίευση και καταστρέψαμε τον παράδεισο», λέει στην «Κ». «Μπαρμπούνια, αστακοί, λυθρίνια, φαγκριά, εκκαθαρίστηκαν. Οταν περνάνε τα συρόμενα εργαλεία πάνω από το σπίτι σου και το διαλύουν πρωί και βράδυ τι θα κάνεις; Χάθηκαν τα ψάρια από τους υφάλους, χάνονται και οι ψαράδες», λέει στην «Κ».
Η περίπτωση των Φούρνων δεν είναι η μόνη. Σε όλη την Ελλάδα μειώνονται οι ενεργοί αλιείς. Τα αλιευτικά σκάφη έχουν μειωθεί από 17.900 το 2012 σε 12.800 το 2019. Οι ποσότητες αλιευμάτων ήταν 50.000 τόνοι το 1970, απογειώθηκαν στις 100.000 το 1986 και από εκεί στις 155.000 το 1994, που ήταν το ζενίθ της αλιευτικής ανόδου, για να ξεκινήσει μετά η επώδυνη καταβύθιση: 95.000 τόνοι το 2006, 60.000 το 2014, για έλθει μετά μια μικρή άνοδος στις 70.000-73.000 τόνους.
«Υπάρχει σημαντική μείωση των ιχθυαποθεμάτων στη Μεσόγειο και στην περιοχή μας. Σε κλίμακα 50ετίας έχει μειωθεί η βιομάζα των ψαριών κατά 1/3, ενώ των θαλάσσιων θηλαστικών κατά 40%. Η βασική αιτία είναι η υπεραλίευση. Το 2012 το 88% των ειδών στη Μεσόγειο βρισκόταν υπό υπερεκμετάλλευση, το 2018 έπεσε στο 75%. Υπάρχει μια μικρή βελτίωση, αλλά η κατάσταση για τα περισσότερα είδη δεν είναι αειφορική», λέει στην «Κ» ο Στέλιος Κατσανεβάκης, καθηγητής Θαλάσσιας Οικολογίας στο τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλάσσιων Βιοεπιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Πολύ μεγάλη πίεση υπάρχει στα είδη των υφάλων, που ψαρεύει η παράκτια αλιεία (ροφοί, σαργοί, συναγρίδες), ενώ στα πελαγικά είδη (σαρδέλα, γαύρος) που κυρίως στοχεύουν τα γρι-γρι η κατάσταση είναι καλύτερη.
Η πίεση που δέχονται οι πληθυσμοί των ψαριών στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο είναι πολύπλευρη. «Υπάρχει η ρύπανση των θαλασσών, όχι μόνο η χημική αλλά και το πλαστικό. Ταυτόχρονα, η κλιματική αλλαγή προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας των νερών. Πολλά είδη βρίσκονται σε συνθήκες που υπερβαίνουν τα όρια αντοχής τους.
Για παράδειγμα, στη Λεβαντίνη ο εδώδιμος αχινός δεν υπάρχει πια. Πρόκειται για εικόνες από το μέλλον, θα έχουμε εξαφάνιση ειδών», προειδοποιεί ο κ. Κατσανεβάκης.
Καθώς τα νερά της Μεσογείου και του Αιγαίου γίνονται θερμότερα, τα θερμόφιλα είδη που «εισέβαλαν» από τη διώρυγα του Σουέζ αισθάνονται πιο άνετα και αναπτύσσονται δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα. «Το 75% των αλιευμάτων στο Ισραήλ είναι ξενικά είδη. Ο λαγοκέφαλος όμως δεν τρώγεται γιατί η σάρκα του έχει μια επικίνδυνη τοξίνη, ενώ ταυτόχρονα είναι μεγάλος θηρευτής και κατακτά διαρκώς μεγαλύτερο χώρο. Επίσης, καταστρέφει τα αλιευτικά εργαλεία. Αλλά και άλλα ξενικά είδη, όπως ο γερμανός ή η αγριόσαλπα, είναι μεγάλοι βοσκητές και έχουν μετατρέψει εκατοντάδες χιλιόμετρα υποθαλάσσιων λιβαδιών, που γίνεται η αναπαραγωγή, σε ερήμους», συμπληρώνει ο καθηγητής.
«Εχουμε γεμίσει λαγοκέφαλους. Στην περιοχή μας, Ικαρία και Φούρνοι, ο λαγοκέφαλος είναι παντού μέχρι το βάθος των 50 μέτρων. Υπάρχει και το λεοντόψαρο, επίσης εισβολέας, που όμως τρώγεται, αλλά κρύβεται καλά στα βράχια. Δεν υπάρχει όμως επιδότηση της αλιείας τους, για να τα αντιμετωπίσουμε, όπως γίνεται στην Κύπρο», λέει ο κ. Μανουσάκης.
Οι Καλύμνιοι ψαράδες είναι γνωστοί, αν και όχι όσο οι σφουγγαράδες του νησιού. Μοιράζονται συχνά την ίδια τόλμη, για το καλύτερο ή το χειρότερο. Αποτελούσαν πάντα μια ζωντανή κοινότητα.
«Δύσκολο το μεροκάματο»
«Αντέχουμε ακόμα, υπάρχουν περίπου 300 σκάφη, αν και τα 200 είναι ενεργά. Από δύο άτομα το καθένα, 400 οικογένειες τρώνε άμεσα ψωμί από τη θάλασσα», λέει στην «Κ» ο Μανώλης Κουλλιάς, πρόεδρος του συλλόγου Παράκτιας Αλιείας Καλύμνου. «Περίπου 50 ψαράδες είναι κάτω των 30 ετών. Αλλά η τάση είναι αρνητική. Ο παππούς μου είχε εφτά αγόρια, όλα έγιναν ψαράδες. Σήμερα το 95% των συναδέλφων δεν θέλει τα παιδιά του στο επάγγελμα. Πήγαινε να σπουδάσεις, να κάνεις κάτι άλλο λένε. Παλιά ζούσαμε με αξιοπρέπεια. Τώρα το μεροκάματο βγαίνει πολύ δύσκολα», λέει ο κ. Κουλλιάς. «Χρόνο με τον χρόνο βγάζουμε λιγότερα και μικρότερα ψάρια. Η υπεραλίευση τώρα φαίνεται. Τα μηχανήματα που μπήκαν στα καΐκια τα προηγούμενα χρόνια μεγάλωσαν τις ψαριές. Η οικονομική κρίση οδήγησε πολλούς ερασιτέχνες να ψαρεύουν επαγγελματικά», συμπληρώνει. Η περίοδος της πανδημίας έπληξε περαιτέρω τους αλιείς, η ζήτηση έπεσε και μαζί και οι τιμές. «Σήμερα, χρειάζεται στήριξη ο κλάδος. Βασικό αίτημα είναι να υπάρχουν αποζημιώσεις για τις ζημιές από τα θηλαστικά και τον λαγοκέφαλο», λέει ο κ. Κουλλιάς.
«Ας μην κοροϊδευόμαστε, εξακολουθεί η καταστροφική αλιεία και κανείς δεν κάνει τίποτα. Από τα γρι-γρι και τις μηχανότρατες που “πειράζουν” το στίγμα τους για να ψαρέψουν σε απαγορευμένα μέρη μέχρι τους δυναμίτες και τα γκουρμέ εστιατόρια, που βρίσκεις απαγορευμένα είδη, όπως πίνα, πετροσωλήνα κ.λπ. Και συχνά τα λιμεναρχεία σφυρίζουν αδιάφορα», λέει στην «Κ» η Αναστασία Μήλιου, επιστημονική υπεύθυνη του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος».
Τη βρήκαμε αργά το βράδυ πάνω στο ερευνητικό σκάφος, που έχουν κάνει σπίτι τους. «Μιλάμε για το τέλος της αλιείας, το τέλος των αλιέων», μας λέει. Ή μήπως όχι; «Ακόμα και με αυτή τη μικρή ανάπαυλα λόγω πανδημίας, που μειώθηκε το ψάρεμα, αρχίζει να φαίνεται θετικά στο μέγεθος των ψαριών». Η φύση μπορεί, εμείς;
Τα καταφύγια, οι κυβερνήσεις και τα μεγάλα συμφέροντα
«Οταν ήμουν πρόεδρος του συλλόγου αλιέων στους Φούρνους, το 2009-2011, εργαστήκαμε πάνω στην πρόταση δημιουργίας ενός θαλάσσιου καταφυγίου στην περιοχή μας. Αλλά δυστυχώς δεν προχώρησε, καθώς διάφορα συμφέροντα αντέδρασαν και η πολιτεία δεν βοήθησε», μας λέει ο κ. Μανουσάκης.
«Για να ανακάμψει η αλιεία χρειάζονται περισσότεροι χρονικοί και χωρικοί περιορισμοί, περισσότερες προστατευόμενες περιοχές. Δεν μπορεί στην Ελλάδα να υπάρχει μόνο μία, αυτή στο Πιπέρι, στην Αλόννησο. Το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο προβλέπει το 30% της στεριάς και της θάλασσας να είναι ενταγμένο στο δίκτυο NATURA και το 10% να είναι σε ολική προστασία. Βεβαίως, κι αυτό δεν είναι αρκετό, καθώς μελέτες υπολογίζουν πως πρέπει τουλάχιστον το 20% των θαλασσών –άλλες το ανεβάζουν και στο 50%– να τεθούν σε καθεστώς μη αλίευσης», λέει ο κ. Κατσανεβάκης. «Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η θάλασσα δεν είναι ανεξάντλητη», συμπληρώνει.
«Απαιτείται ένα σχέδιο δράσης επεξεργασμένο για κάθε περιοχή», σημειώνει η κ. Μήλιου. Υπάρχουν κονδύλια, λέει, αλλά δεν αξιοποιούνται σωστά. Αφηγείται για ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα Leader για ενίσχυση των ψαράδων το 2013, που στη Σάμο τουλάχιστον κατέληξε στη χρηματοδότηση ενός… καταδυτικού κέντρου σε ξενοδοχείο και μερικών πολυτελών εστιατορίων και ψαροταβερνών!
Συχνά οι επιδοτήσεις είναι σκέτη καταστροφή, όπως με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα που χρηματοδοτούσε τη διάλυση καϊκιών. «Δεν αντιμετωπίζεται έτσι η υπεραλίευση καταστράφηκαν πολλά πανέμορφα σκαριά και πολλοί νέοι οδηγήθηκαν έξω από τη θάλασσα, χωρίς καμία προοπτική. Αντί να βρεθούν άλλοι τρόποι από τη σωστή αλιεία μέχρι τον αλιευτικό ή θαλάσσιο τουρισμό», συμπληρώνει.
Πολλά πράγματα στην Ελλάδα συγκαλύπτουν την εξυπηρέτηση συμφερόντων που έχουν δυστυχώς διαχρονικές προσβάσεις στα υπουργεία και τις υπηρεσίες. Για παράδειγμα, όταν η Ε.Ε. ζήτησε να βγουν «διαχειριστικά προγράμματα» για να περιοριστεί η ζημιά που κάνουν οι μηχανότρατες, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης τις «περιόρισε» δύο βδομάδες στα… Χριστούγεννα και μία βδομάδα πριν σταματήσουν λόγω περιόδου αναπαραγωγής των ειδών.
«Και στην Ευρωπαϊκή Ενωση τα λόμπι των μεγάλων αλιευτικών εταιρειών είναι πολύ πιο οργανωμένα και παρεμβατικά από τους μικρούς ψαράδες που είναι διασπασμένοι και ανοργάνωτοι. Από τις Βρυξέλλες ακούς ευχολόγια και πολύ ωραία λόγια, που όμως δεν συνάδουν με τον ρυθμό καταστροφής», σημειώνει η ερευνήτρια του «Αρχιπελάγους».
Μεγάλο μέρος των ψαράδων έχει συνειδητοποιήσει το πρόβλημα. «Ποτέ δεν ήταν τόσο ώριμοι, αλλά λείπει ένα σχέδιο για την αναγέννηση της θάλασσας, με την αναγκαία στήριξη των 35.000 που ζουν από την αλιεία», λέει η κ. Μήλιου. Σε αυτό τον τόπο με την προαιώνια σχέση του ανθρώπου με τη θάλασσα, μπορούμε άραγε να φανταστούμε μια δεύτερη ευκαιρία για να μην απλωθεί σιγή ιχθύος πάνω από τα κύματα;
Θερμαίνονται επικίνδυνα τα νερά της Μεσογείου
«Η άνοδος της θερμοκρασίας των υδάτων στη Μεσόγειο εξελίσσεται με διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι συμβαίνει στον παγκόσμιο ωκεανό. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του οργανισμού Copernicus, τα τελευταία 25 χρόνια τα νερά της Μεσογείου θερμαίνονται κατά μέσον όρο 0,037 βαθμούς Κελσίου το έτος, έναντι 0,014 βαθμούς των παγκόσμιων θαλασσών», λέει στην «Κ» ο Αρης Καραγεώργης, πρόεδρος του ΕΛΚΕΘΕ και διευθυντής του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας. Η Μεσόγειος είναι μια σχεδόν κλειστή θάλασσα, με συμπεριφορά που προσομοιάζει με ωκεανό. «Εχει πολύ γρήγορη απόκριση σε όλες τις αλλαγές και για αυτό αποτελεί σημείο παρατήρησης για όλες τις θάλασσες», συμπληρώνει ο κ. Καραγεώργης.
«Η Μεσόγειος θεωρείται μία από τις πλέον ευάλωτες περιοχές του κόσμου σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής», τονίζει και ο Νίκος Μιχαλόπουλος, διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος του Αστεροσκοπείου και επιστημονικός υπεύθυνος του Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή Climpact. «Η ολοένα αυξανόμενη συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα οδηγεί σε αύξηση της οξύτητας του θαλάσσιου νερού. Η “οξίνιση” της θάλασσας έχει άμεση συνέπεια στα θαλάσσια οικοσυστήματα», σημειώνει ο κ. Μιχαλόπουλος. «Εχει παρατηρηθεί το όξινο νερό να “επιτίθεται” στα κελύφη κοχυλιών», συμπληρώνει ο κ. Καραγεώργης.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; «Οταν τα ψάρια βρεθούν σε υψηλότερες θερμοκρασίες έχουν υψηλότερη ενεργειακή απαίτηση, υψηλότερο μεταβολισμό, οπότε η ζήτησή τους για τροφή είναι μεγαλύτερη. Εάν δεν βρουν είναι σε χειρότερη κατάσταση», δήλωσε στο «Politico» ο Miguel Bernal, από την ευρωπαϊκή Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο. Η πίεση στους πληθυσμούς των ψαριών αυξάνεται συνδυαστικά με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Την ίδια ώρα οι θαλάσσιοι βιότοποι που ζουν και αναπαράγονται υποβαθμίζονται και καταστρέφονται. «Είναι σαν να ξεραίνουμε στη στεριά τα λιβάδια και να καίμε τα δάση. Ακριβώς αυτό κάνουμε στους βυθούς των θαλασσών μας. Το ότι δεν το βλέπουμε, δεν το κάνει λιγότερο καταστροφικό», τονίζει η κ. Μήλιου.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανυπαρξίας βούλησης για την προστασία των θαλασσών από τις εκάστοτε κυβερνήσεις η ερευνήτρια του «Αρχιπελάγους» αναφέρει τη χαρτογράφηση των λιβαδιών Ποσειδωνίας, ή καλύτερα τη μη χαρτογράφηση. «Για 20-30 χρόνια παλεύαμε για να χαρτογραφηθούν τα λιβάδια Ποσειδωνίας και οι ύφαλοι, οι λεγόμενες “τραγάνες”, όπου αναπαράγονται τα ψάρια. Και τελικά τι έγινε; Δεν χαρτογραφήθηκε το μεγαλύτερο μέρος τους! Για παράδειγμα στο Αγαθονήσι, που έχει εκτεταμένες τέτοιες ζώνες, έβαλαν 0%! Ετσι μπορεί να περάσει κάποιο αλιευτικό σκάφος από πάνω με συρόμενο εργαλείο, να ισοπεδώσει μια τραγάνα χωρίς καμία συνέπεια. Εχουν σκοπό να προστατεύσουν τον θαλάσσιο πλούτο ή να γίνουν παντού ιχθυοκαλλιέργειες;», μας λέει η κ. Μήλιου.
Οι τουρκικές μηχανότρατες
Και σαν μην έφταναν τα προβλήματα με την περιβαλλοντική υποβάθμιση και την απορρύθμιση του κλίματος, έρχονται και οι εντάσεις στο γεωπολιτικό κλίμα να δυσκολέψουν τα πράγματα. Δεν είναι μόνο ο «πόλεμος της τσιπούρας» γύρω από τα Ιμια. Τα τελευταία χρόνια μηχανότρατες από την Τουρκία, που δεν δεσμεύονται τυπικά από τις ευρωπαϊκές απαγορεύσεις, σαρώνουν περιοχές του ανατολικού Αιγαίου τον Αύγουστο, όταν τα αντίστοιχα ελληνικά σκάφη δεν επιτρέπονται να ψαρεύουν, για να πάρουν μια ανάσα οι πληθυσμοί των ψαριών. Επίσης, όπως σημειώνει το «Αρχιπέλαγος», μεγάλα ιταλικά αλιευτικά με αυξημένες δυνατότητες επιχειρούν πλέον στο Αιγαίο, καθώς υποχρεώθηκαν σε απομάκρυνση από τη Λιβύη.