Η μετάλλαξη «Δέλτα» αποτελεί ορόσημο στην εξέλιξη της πανδημίας, μιας περιόδου που χαρακτηρίστηκε από ατέρμονα εναλλαγή υψηλών προσδοκιών, που κορυφώθηκαν με την έλευση των εμβολίων και επώδυνων απογοητεύσεων, όταν το ένα πανδημικό κύμα ξεπερνούσε σε δριμύτητα το προηγούμενο.
Η έλευση της «Δέλτα», εκτός από τις χιλιάδες θανάτους που άφησε πίσω της, διέλυσε το όραμα ανεπτυγμένων κρατών, με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, ότι η πανδημία θα μπει εύκολα και οριστικά στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας». Οι ιδιαιτερότητές της δυναμίτισαν την ελπίδα ανάπτυξης της περίφημης «ανοσίας της αγέλης» που θα απελευθέρωνε ολοκληρωτικά την ανθρώπινη κοινότητα από την ανάγκη μέτρων προστασίας. Ο δρ Γκρεγκ Πόλαντ, επικεφαλής του Ερευνητικού Κέντρου Εμβολίων της Mayo Clinic, υπογραμμίζει ότι η «Δέλτα» έδειξε πως «η συλλογική ανοσία είναι εντελώς απίθανο να επιτευχθεί», ενώ πιο κατηγορηματικός ο σερ Αντριου Πόλαρντ, της Οxford Vaccine Group, τη χαρακτήρισε «μύθο».
Μπροστά στη νέα πρόκληση, πολλά κράτη επέλεξαν τη χορήγηση ενισχυτικών εμβολιαστικών δόσεων. Βαρύνουσα σημασία στην απόφασή τους διαδραμάτισαν μελέτες που δείχνουν σημαντική ελάττωση της ανοσίας που προσφέρουν με το πέρασμα του χρόνου. Αυτό, σε συνδυασμό με την υπερμεταδοτικότητα της «Δέλτα» αποτελεί ιδανική συνταγή για μία ακόμα τραγική πανδημική φάση.
Ετσι συνέβη στο Ισραήλ, την πρώτη χώρα που προχώρησε στη χορήγηση επαναληπτικών δόσεων. Εξαιτίας της ταχύτητας με την οποία εξελίχθηκε η εμβολιαστική του εκστρατεία, αμέσως μόλις ξεκίνησε η διάθεση του εμβολίου της Pfizer/BioNTech, το Ισραήλ μετατράπηκε σε ένα «ζωντανό εργαστήριο» όσον αφορά τη δράση των εμβολίων. Μελέτη που εκπονήθηκε από τις «Υγειονομικές Υπηρεσίες Μακαμπί» (MHS) έδειξε τον Ιούλιο μείωση της προστασίας του εμβολίου σε συνάρτηση με τον χρόνο εμβολιασμού. Οσοι εμβολιάστηκαν τον Ιανουάριο είχαν 2,26 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να προσβληθούν από τη «Δέλτα» συγκριτικά με εκείνους που εμβολιάστηκαν τον Απρίλιο. Η πραγματικότητα, άλλωστε, επιβεβαίωσε έμπρακτα την επιστημονική διαπίστωση. Ο δρ Ούρι Σαλίτ, ο σύμβουλος της ισραηλινής κυβέρνησης σε θέματα πανδημίας και αναλυτής βιομαθηματικών δεδομένων στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας Technion, υπογράμμισε ότι «οι λοιμώξεις σε πλήρως εμβολιασμένους είναι εξαιρετικά συνηθισμένες. Σήμερα, οι περισσότεροι ασθενείς με COVID-19 στα νοσοκομεία μας είναι πλήρως εμβολιασμένοι». Γι’ αυτό η ισραηλινή κυβέρνηση τις τελευταίες εβδομάδες προχώρησε σε επαναληπτικό εμβολιασμό των άνω των 50 ετών.
Την ανάγκη του επαναληπτικού εμβολιασμού αποδεικνύουν και στοιχεία από τις ΗΠΑ όπου επίσης καταγράφεται αύξηση στις νοσηλείες αλλά και στους θανάτους πλήρως εμβολιασμένων.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, 18% έως 28% των νέων λοιμώξεων και το 12% έως 24% νοσηλειών λόγω κορωνοϊού αφορά πλήρως εμβολιασμένους, σε έξι τουλάχιστον πολιτείες. Ωστόσο ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι ακόμα και έτσι παραμένει «πανδημία των ανεμβολίαστων».
Ο δρ Σκοτ Ντράιντεν Πέτερσον, επιδημιολόγος και λοιμωξιολόγος στο νοσοκομείο «Brigham & Women’s» της Βοστώνης, επισημαίνει: «Επ’ ουδενί δεν πρέπει να αλλοιώσουμε το μήνυμα: Τα εμβόλια παραμένουν εξαιρετικά επιτυχή και προστατεύουν ακόμα περισσότερο από ό,τι προσδοκούσαμε στην αρχή. Αν και βλέπουμε νοσηλείες και θανάτους πλήρως εμβολιασμένων, τα εμβόλια κατά της COVID-19 σώζουν ζωές».
Οι ευάλωτοι
Αντιμέτωπη με τα νέα δεδομένα και η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε να προσφέρει στην πλειονότητα των πολιτών, από τον Σεπτέμβριο, τη δυνατότητα επαναληπτικής δόσης, η οποία θα χορηγείται οκτώ μήνες μετά τη δεύτερη. Στον νέο εμβολιαστικό κύκλο θα δοθεί προτεραιότητα στους πιο ευάλωτους, δηλαδή υπερήλικες στους οίκους ευγηρίας, ανοσοκατεσταλμένους υγειονομικούς και στα μέλη υπηρεσιών άμεσης ανάγκης, ενώ θα ακολουθήσουν οι υπόλοιποι ηλικιωμένοι και ο γενικός πληθυσμός. Εξετάζεται το ενδεχόμενο δεύτερης δόσης και σε όσους έκαναν το μονοδοσικό εμβόλιο της Johnson & Johnson.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) τηρεί στάση αναμονής μέχρι να λάβει περισσότερα στοιχεία από τις παρασκευάστριες εταιρείες των εμβολίων προτού γνωμοδοτήσει για την αναγκαιότητα επαναληπτικού εμβολιασμού. Πολλά ευρωπαϊκά κράτη, ωστόσο, έχουν ήδη δρομολογήσει τον νέο εμβολιαστικό κύκλο. Η Γερμανία, τον Σεπτέμβριο, θα ξεκινήσει τον ενισχυτικό εμβολιασμό ηλικιωμένων, ανοσοκατεσταλμένων και όσων εμβολιάστηκαν με τα σκευάσματα της AstraZeneca και της Johnson & Johnson. Tο ίδιο θα κάνει και η Γαλλία εμβολιάζοντας τους υπερήλικες στους οίκους ευγηρίας και τους άνω των 75 ετών με υποκείμενα νοσήματα. Η Ουγγαρία έχει ήδη δώσει σε όλους τους πολίτες, ασχέτως ηλικίας, τη δυνατότητα επαναληπτικού εμβολιασμού, ενώ στην ίδια κατεύθυνση κινούνται Ισπανία και η Ιταλία χωρίς να έχουν οριστικοποιήσει τα σχέδιά τους.
Στη Βρετανία αναμένεται να εμβολιαστούν εκ νέου όλοι οι πολίτες άνω των 50 ετών, χωρίς ωστόσο να έχουν γίνει γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες. Τη δυνατότητα τρίτης δόσης εμβολίου προσφέρουν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σε εκείνους που εμβολιάστηκαν προ εξαμήνου, αλλά και το Μπαχρέιν στους ανοσοκατεσταλμένους και στους άνω των 60 ετών.
Ενισχυτικός εμβολιασμός
Τα πλεονεκτήματα του ενισχυτικού εμβολιασμού, άλλωστε, έχουν αποδειχθεί. Στοιχεία από την εκστρατεία της τρίτης εμβολιαστικής δόσης στο Ισραήλ δείχνουν ότι οι άνω των 60 ετών που την έλαβαν είχαν 50% λιγότερες πιθανότητες, συγκριτικά με συνομηλίκους τους που έλαβαν δύο δόσεις, να καταλήξουν με COVID-19 στο νοσοκομείο. Επίσης, σε μελέτη σε 4.500 ανθρώπους που έλαβαν την τρίτη δόση, το 88% ανέφερε ότι οι παρενέργειες ήταν παρόμοιες ή ηπιότερες από των προηγούμενων δόσεων.
Η επαναληπτική δόση εμβολίου, τέλος, ενισχύει την παραγωγή αντισωμάτων που χρειάζονται στη μύτη και στον φάρυγγα, απαραίτητα για την πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού κατά της νόσου.
Ο προγραμματισμός στην Ελλάδα
Στις αρχές Σεπτεμβρίου θα ξεκινήσει και στη χώρα μας η χορήγηση της τρίτης αναμνηστικής δόσης των εμβολίων κατά της COVID-19. Προς το παρόν, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έχει γνωμοδοτήσει θετικά ως προς τον εμβολιασμό με τρίτη δόση των ανοσοκατεσταλμένων ασθενών στους οποίους φαίνεται ότι το κλασικό σχήμα εμβολιασμού έναντι της COVID-19 έχει χαμηλότερη αποτελεσματικότητα σε σχέση με τους υγιείς.
Οπως άλλωστε σημείωσε πρόσφατα η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου, το 44% των περιπτώσεων νόσησης παρά τον εμβολιασμό αφορά ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, για τους οποίους η αποτελεσματικότητα των εμβολίων υπολογίζεται στο 56% όταν στους υγιείς είναι άνω του 90%. Σε αυτή την κατηγορία των ασθενών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι μεταμοσχευμένοι (αιμοποιητικών κυττάρων και συμπαγών οργάνων), οι ογκολογικοί ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία, όσοι πάσχουν από αυτοάνοσα και άλλοι που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικές θεραπείες. Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να εξειδικευτούν τόσο οι ομάδες ασθενών που θα λάβουν την αναμνηστική δόση, όσο και ο ελάχιστος χρόνος που θα πρέπει να μεσολαβεί μεταξύ δεύτερης και τρίτης δόσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη Γαλλία και στις ΗΠΑ, όπου ήδη εφαρμόζεται η αναμνηστική δόση, οι οδηγίες είναι αυτή να γίνεται τουλάχιστον 28 ημέρες μετά την ολοκλήρωση του τυπικού εμβολιαστικού σχήματος. Η Επιτροπή αναμένεται να εξετάσει και το θέμα της χορήγησης αναμνηστικής δόσης και σε άλλες ομάδες πληθυσμού, όπως οι υγειονομικοί που έχουν αυξημένη έκθεση στον SARS-CoV-2, αλλά και ηλικιωμένοι, οι οποίοι λόγω ακριβώς της μεγάλης ηλικίας τους έχουν μειωμένη ανοσιακή απόκριση (ανοσογήρανση). Αν και, σύμφωνα με την κ. Θεοδωρίδου, μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν δεδομένα που να αποδεικνύουν την ανάγκη χορήγησης μιας ενισχυτικής δόσης στους εμβολιασμένους του γενικού πληθυσμού, θεωρείται πιθανό αυτό να γίνει με τον ίδιο ρυθμό και το ίδιο μοντέλο προτεραιοποίησης που τηρήθηκε για τον αρχικό εμβολιασμό του πληθυσμού. Για τις σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν υπ’ όψιν η εξέλιξη των επιδημιολογικών δεδομένων και τα αποτελέσματα μελετών ανοσιακής απάντησης μετά τον εμβολιασμό.