1919-1922 – Πρόσωπα της Μικρασιατικής Εκστρατείας: Αρχιστράτηγος χωρίς λόγο σε αποφάσεις

1919-1922 – Πρόσωπα της Μικρασιατικής Εκστρατείας: Αρχιστράτηγος χωρίς λόγο σε αποφάσεις

Βίκτωρ Δούσμανης, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, 1921-22

7' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η Ελλάς μετέβη εις Μικράν Ασίαν, με μίαν μόνην Μεραρχίαν αποτολμήσασα την απόβασιν», γράφει ο Βίκτωρ Δούσμανης στην εισαγωγή των απομνημονευμάτων του («Η εσωτερική όψις της μικρασιατικής εμπλοκής», Λαβύρινθος, 2019).

Γεννημένος στην Κέρκυρα το 1861, σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1883 με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού μηχανικού. Το 1894 έγινε εκεί καθηγητής Γεωδαισίας. Κατά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 συνδέθηκε με τον διάδοχο Κωνσταντίνο και ύστερα επιμελήθηκε την «Εκθεση του Διαδόχου επί των πεπραγμένων του στρατού Θεσσαλίας» για τη δικαίωσή του. Διετέλεσε υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και ύστερα αρχηγός του, μέχρι τον Αύγουστο του 1916. Από την εποχή των Βαλκανικών υπηρέτησε ως υπασπιστής του βασιλιά, πλέον, Κωνσταντίνου και λόγω της θέσης του αυτής συνυπέγραψε τη συνθήκη παράδοσης άνευ όρων της Θεσσαλονίκης από τον Ταξίν Πασά.

Το 1917, μετά την επικράτηση του Βενιζέλου, εξορίστηκε από τους Γάλλους στην Κορσική μαζί με άλλους αντιβενιζελικούς πολιτικούς και στρατιωτικούς. Επέστρεψε το 1919 και δικάστηκε μαζί με άλλους του πρώην Επιτελείου –μεταξύ αυτών οι Ιω. Μεταξάς και Ξ. Στρατηγός– για την αμαχητί παράδοση του οχυρού Ρούπελ τον Μάιο του 1916. Καταδικάστηκε σε ισόβια αλλά δεν εξέτισε την ποινή του, καθώς εν τω μεταξύ ηττήθηκε ο Βενιζέλος στις εκλογές του 1920 και επανήλθε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος. Ανακλήθηκε στο στράτευμα τον Δεκέμβριο του 1920 και διετέλεσε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου το 1921 και για μερικές ημέρες το 1922, μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου.

Ποτέ δεν ελήφθη ουσιαστικά υπόψη η γνώμη του, ούτε καν στον σχεδιασμό της προέλασης στην Αγκυρα.

Τον Μάιο του 1921, ο Δούσμανης συνόδευσε τον Κωνσταντίνο όταν ο τελευταίος ταξίδεψε στη Μικρά Ασία. Στα απομνημονεύματά του σχολιάζει το γεγονός ότι τον βασιλιά συνόδευσαν στο ταξίδι του και οι Γούναρης και Θεοτόκης, παραθέτοντας μια συζήτηση μεταξύ του ιδίου και του Γούναρη: «[Γούναρης:] Ημείς ήλθομεν εις Σμύρνην, διότι θέλομεν να μην επέλθη ουδεμία ρήξις μεταξύ του Γενικού Στρατηγείου και της Διοικήσεως της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Το Γενικόν Επιτελείον και ο Βασιλεύς δεν θα έχωσι καμμίαν ανάμιξιν εις την διεύθυνσιν των επιχειρήσεων, και διά να μη επέλθη καμμία ρήξις ήλθομεν ημείς εδώ. [Δούσμανης:] Γνωρίζω την απάντησιν την οποίαν έπρεπε να δώσω. Είναι δ’ αύτη, να φύγω επιστρέφων εις Αθήνας. Αλλ’ αφ’ ενός μεν δεν δύναμαι να εγκαταλείψω τον Βασιλέα μου, εφ’ όσον αυτός θέλει να είμαι πλησίον Του, και αφ’ ετέρου φοβούμαι ότι η επιστροφή μου εις Αθήνας και η εκεί παραμονή μου θα εξηγηθή από τον λαόν και τον στρατόν ότι ο Βασιλεύς δεν διοικεί και ούτω αμφότεροι, Λαός και Στρατός, θα χάσουν την εμπιστοσύνην ην έχουν και πρέπει να έχουν εις την ανωτέραν διεύθυνσιν των επιχειρήσεων. Η συζήτησις, διεξαχθείσα όχι υπό φιλικόν τόνον, διήρκεσε περί την ώραν περίπου επί του ιδίου θέματος. Πραγματικώς δε καθ’ όλην την εν Μικρά Ασία παραμονήν της Α.Μ. του Βασιλέως, ούτος ουδόλως ανεμίχθη ως Αρχιστράτηγος –διότι δεν τω επετράπη να αναμιχθή– εις τας επιχειρήσεις, ούτε εις την απόφασιν ούτε εις την εκτέλεσιν».

Οπως υποστηρίζει και ο ίδιος, παρότι αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, αντιμετωπιζόταν παρόμοια – χωρίς, δηλαδή, να λαμβάνεται ουσιαστικά υπόψη η γνώμη του, ούτε καν στον σχεδιασμό της προέλασης στην Αγκυρα: «Κατά το προδιαγεγραμμένον σχέδιον της Κυβερνήσεως περί τελείας εξουδετερώσεως του Αρχιστρατήγου Βασιλέως και του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου του Στρατού, αι εν τω Στρατηγείω της Στρατιάς συζητήσεις εγένοντο μη συμμετεχόντων ούτε του Βασιλέως ούτε ημών, επομένως ηγνοούμεν τελείως τας προθέσεις, αποφάσεις και διαταγάς της Στρατιάς· μόνον την ημέραν της Κιουτάχιας αναχωρήσεώς του ο Πρωθυπουργός, κατά συγκατάβασιν εν φιλική και ανεπισήμω κουβεντολογία, μοι ανεκοίνωσε γενικάς τινάς γραμμάς των αποφασισθέντων εν τω Στρατηγείω της Στρατιάς […]. Εκ των ανακοινώσεων του Πρωθυπουργού ευρέθημεν εν στενοχωρία μεγάλη, διότι αντελήφθημεν ως επικειμένην την πλήρη αποτυχίαν της περαιτέρω εκστρατείας και κυρίως την κακήν στρατηγικήν διεύθυνσιν της πορείας, ην εξέλεξεν η Επιτελική υπηρεσία της Στρατιάς Μ. Ασίας».

Αργότερα, αναφερόμενος στις αιτίες που οδήγησαν στην αποτυχία των επιχειρήσεων του Αυγούστου 1922, θα υποστηρίξει τα εξής: «Συνεπώς ούτε κατά την δύναμιν, ούτε κατά τον χώρον υπελείφθη η απόφασις της προς Αγκυραν εκστρατείας, μόνον κατά χρόνον ευρέθη υστερήσασα εκ του φόβου του Επιτελείου της Στρατιάς μήπως προκαταληφθώσιν υπό του χειμώνος, όστις κατ’ αυτούς ήθελεν ανακόψει ή κατασυντρίψει τας προς εκμηδένισιν του Κεμαλικού στρατού προσπαθείας της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Η αρχική παράταξις, η απόφασις της προς Κιουτάχιαν πορείας προς κατατρόπωσιν του εχθρικού στρατού, η παραμέλησις της εκλογής της Βάσεως, ήτις ώφειλε να μη είναι η Σμύρνη, η κακή διάταξις των στρατευμάτων προς εκμηδένισιν του προ της Κιουτάχιας προς Εσκή Σεχίρ επιχειρήσεως του στρατού του Κεμάλ, η παραμέλησις της διώξεως του προς Εσκή Σεχίρ καταφυγόντος εχθρικού στρατού, η ολιγωρία και το απαράσκευον της συνεχίσεως του αγώνος αμέσως μετά την αιφνιδιαστικήν τακτικήν επιστροφήν του εχθρού κατά των εκ Εσκή Σεχίρ ολιγαρίθμων ελληνικών δυνάμεων, συνετέλεσαν κυρίως εις την απώλειαν του χρόνου, του πολυτιμοτάτου τούτου πολεμικού στοιχείου. Συνδυασμένη καλυτέρα ενέργεια των Μεραρχιών, αμέσως μετά την εξόρμησιν της Στρατιάς, ήθελε ή τερματίσει τον αγώνα προ της Κιουτάχιας, ότε η προς Αγκυραν δίωξις ήθελεν ίσως περιττεύσει, ή ήθελε επιτρέψει την μετά την Κιουτάχιαν διά της απηνούς διώξεως καταστροφήν του φεύγοντος εχθρού. Αλλ’ η Στρατιά Μικράς Ασίας αμελετήτως και απαράσκευος και ελαφρά τη συνειδήσει ανέλαβε την προς Κιουτάχιαν εξόρμησιν».

Διαθεσιμότητα

Στις 29 Σεπτεμβρίου 1921 δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» ημερησία διαταγή του επανελθόντος από τη Μικρασία Δούσμανη. «Η Επιτελική του Στρατού Υπηρεσία», αναφερόταν, «ενιαία και αδιάσπαστος εν τη ενεργεία και εν τη δράσει αυτής, εκπροσωπείται και εμφανίζεται υπό μόνου του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού. […] Ο Αρχιστράτηγος και όταν ούτος δεν ευρίσκεται εν τη πραγματική αυτού ενεργητική δράσει, η Κυβέρνησις του Κράτους, τούτο έχει το μέσον όπως αποδώση ο Στρατός το μέγιστον της πολεμικής αυτού ισχύος». Την ίδια ημέρα, το υπουργικό συμβούλιο, σε έκτακτη συνεδρίασή του, χαρακτήρισε «αντιπειθαρχική» τη διαταγή και έθεσε τον Δούσμανη σε διαθεσιμότητα. Ο υπουργός Στρατιωτικών Ν. Θεοτόκης, στην εισηγητική έκθεση προς τον βασιλιά, ανέφερε ότι η διαταγή, «μη στηριζόμενη εις τους υφισταμένους Νόμους και Κανονισμούς, δεν δύναται να έχη άλλον αποτέλεσμα ή να επιδράση εις την μείωσιν του κύρους των Διοικητών των μεγάλων Μονάδων του Στρατού και την διάσπασιν της αρμονίας ήτις δέον να υφίσταται μεταξύ αυτών και των υπ’ αυτούς οργάνων της Επιτελικής Υπηρεσίας». Επιπλέον, εξ αυτής θα μπορούσε «να γεννηθή η εντύπωσις ότι παραγνωρίζονται υπό του υποστρατήγου, εν τη διαγραφή των ορίων της δικαιοδοσίας αυτού, ουσιώδεις αρχαί του Πολιτεύματος το οποίον διέπει ημάς».

«Ημείς ηργάσθημεν, άλλοι εματαίωσαν την εργασίαν ημών

1919-1922 – Πρόσωπα της Μικρασιατικής Εκστρατείας: Αρχιστράτηγος χωρίς λόγο σε αποφάσεις-1
Ανώτατοι αξιωματικοί στο Χάνι Εμίν Αγά, στην Ηπειρο, το 1913. Μεταξύ τους, ο αντισυνταγματάρχης Β. Δούσμανης (τρίτος από δεξιά), έχοντας αριστερά του τον Κωνσταντίνο και δεξιά του τον λοχαγό Ιω. Μεταξά. Φωτ. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, ΑΘΗΝΑ

Γιατί ένας τόσο έμπειρος κωνσταντινικός στρατιωτικός όπως ο Δούσμανης ακολούθησε το σχέδιο μιας κυβέρνησης και μιας στρατιωτικής ηγεσίας (της Στρατιάς Μικράς Ασίας) με την οποία δεν συμφωνούσε; Η απάντησή του είναι: «Εις την μεταστροφήν και υποχώρησιν ημών ταύτην δεν ήχθημεν εκ της ιδέας ότι η πολιτική της Κυβερνήσεως ήτο η ορθοτέρα, αλλά εκ του συναισθήματος του προς την Πατρίδα καθήκοντος, απαιτούντος την καθυπόταξιν της θελήσεως ταύτης εις μόνην την θέλησιν της διοικούσης την πολιτικήν κατάστασιν νομίμου και από της λαϊκής εμπιστοσύνης σχηματισθείσης Κυβερνήσεως. […] Πολλοί, μεταξύ των οποίων πλείστοι φίλα προς ημάς φρονούντες, θέλουσι απαντήσει, ως πολλάκις μέχρι τούδε απήντησαν: “Να παραιτηθώμεν”. Αλλά η εύκολος και απλή αύτη απάντησις ήτο άρα γε και η νομοταγής, ήτο η σώφρων, ήτο η συμφέρουσα εις την Πατρίδα; Ημείς ακόμη και σήμερον νομίζομεν ότι Οχι. […] Διατί τώρα η Στρατιά Μικράς Ασίας ή η Επιτελική αυτής υπηρεσία απέκρουσε τας προταθείσας παρ’ ημών λύσεις; Διατί η καθ’ ημών προσωπική αντίθεσις; Διατί η τυφλή και απεριόριστος εμπιστοσύνη της τότε Κυβερνήσεως εις την μονοπωλιακήν διαχείρισιν των πολεμικών εν Μικρά Ασία επιχειρήσεων και διατί η έμμονος ιδέα, η πολλάκις επαναληφθείσα, της ταυτοχρόνου αναθέσεως της Αρχηγίας του Γενικού Επιτελείου του Στρατού εις ημάς; Ας απαντήσωσιν οι υπεύθυνοι. Διότι οι υπεύθυνοι, τινές τουλάχιστον των αντιθέσεων, αντιπράξεων, ραδιουργιών, σκευωριών και των σφαλμάτων ζώσι ευτυχώς ακόμη, ζώσι αποσυρμένοι, ζώσι όμως όπως είναι εις θέσιν ν’ απολογηθώσι, αν η συνείδησις αυτών αισθάνεται το βάρος της ευθύνης, αν η προσωπική αυτών φιλαυτία δεν συνεσκότισεν επί τοσούτον τον νουν αυτών ώστε να μη θελήσωσι να παραδεχθώσι ότι αυτοί είναι οι αίτιοι της καταστροφής, της οποίας άλλοι ως ένοχοι υπέστησαν τας συνεπείας και ετιμωρήθησαν. Διότι πραγματικώς ένοχοι είναι οι μη εξαρθέντες εις το ύψος των περιστάσεων και εκ του ύψους αυτού μη ιδόντες την μικρότητα των αισθημάτων αυτών, το μέγεθος της ευθύνης ην ανέλαβον απαράσκευοι όντες προς ανάληψιν αυτών».

Τον Αύγουστο του 1922, έχοντας αναλάβει και πάλι την αρχηγία του Γενικού Επιτελείου, θα επιχειρήσει να διασώσει και να ανασυντάξει τους φυγάδες του ελληνικού στρατού. Πρότεινε να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να ενισχυθεί το εναπομείναν συντεταγμένο τμήμα υπό τον υποστράτηγο Φράγκο και να καταληφθεί μια αμυντική γραμμή για την προστασία της Σμύρνης. Σύμφωνα με τον Δούσμανη, ο ύπατος αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης «εταράχθη, εθύμωσε και επετέθη εναντίον πάντων», θεωρώντας πως η παρουσία του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη θα έθετε σε κίνδυνο την πόλη και τους κατοίκους της. 

Διάφορες συνεννοήσεις μεταξύ του υπουργού Στρατιωτικών Νικολάου Θεοτόκη και του νέου διοικητή της Στρατιάς, υποστράτηγου Γ. Πολυμενάκου, ματαίωσαν αυτό το σχέδιο· «επομένως και πάλιν ηχρηστεύθημεν», θα γράψει σχετικά. Αμέσως μετά επικεντρώθηκε στο να συγκεντρώσει και να μεταφέρει τα μη αιχμαλωτισθέντα στρατεύματα του νοτίου συγκροτήματος στη Χίο, τη Μυτιλήνη και τη Σάμο και το Γ΄ Σώμα Στρατού και τις υπηρεσίες του βορείου συγκροτήματος στη Θράκη, όπου και εργάστηκε για την αποκατάσταση της τάξης και τη διαφύλαξη του πληθυσμού.

Ο Βίκτωρ Δούσμανης αποστρατεύτηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1922. Στο τέλος του βιβλίου του για τον ρόλο του στη Μικρασιατική Εμπλοκή έγραψε χαρακτηριστικά: «Ημείς ηργάσθημεν, άλλοι εματαίωσαν την εργασίαν ημών· η Ιστορία ας ομιλήση». Πέθανε σε στρατιωτικό νοσοκομείο τον Ιανουάριο του 1949.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή