Γιατί η τραγωδία στα Τέμπη μάς αγγίζει όλους

Γιατί η τραγωδία στα Τέμπη μάς αγγίζει όλους

4' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αβάσταχτη θλίψη, πόνος, φρίκη, ντροπή, αίσθημα ανασφάλειας και στη συνέχεια οργή και μαζική αντίδραση. Είναι τέτοιο το μέγεθος της τραγωδίας στα Τέμπη, που οι συνέπειές του εξαπλώνονται πέρα από τις οικογένειες των θυμάτων και αγγίζουν την κοινωνία ολόκληρη. Το ατομικό τραύμα μετατρέπεται σε συλλογικό. 

Το «πάρε με όταν φτάσεις» που όλοι έχουμε ακούσει κατά καιρούς από δικούς μας ανθρώπους, έγινε από φράση κλισέ της γονεϊκής μας κουλτούρας, σύνθημα στα χείλη χιλιάδων μαθητών. Μαύρα μπαλόνια αφέθηκαν στον ουρανό στη μνήμη των θυμάτων ενώ η φράση «ήταν η κακιά η (χ)ώρα», αποτυπώνει τον προβληματισμό των πολιτών σχετικά με το «σε τι χώρα ζούμε τελικά».

Ο κοινωνικός θυμός είναι διάχυτος και εκφράζει σύμφωνα με ειδικούς, την ανάγκη αντίστασης σε συστημικές αδικίες οι οποίες, με τη μορφή διαχρονικών ανεπαρκειών του κράτους, καθιστούν τον πολίτη ανυπεράσπιστο απέναντι όχι μόνον στη δυσμενή συγκυρία, όπως μπορεί να σηματοδοτεί μία φυσική καταστροφή ή μία πανδημία, αλλά -κυρίως- στη γενικευμένη ανικανότητα του κράτους να εξασφαλίσει στοιχειώδεις προϋποθέσεις, όπως είναι η ασφάλεια των σιδηροδρομικών μετακινήσεων.

Η Παναγιώτα Τούμπα, κλινική ψυχολόγος, συνεργάτιδα της ΜΚΟ «Κλίμακα», μιλώντας στην «Κ», εξηγεί καταρχάς, πως το συλλογικό τραύμα με τις αντιδράσεις που πυροδοτεί ως ένα κοινό αίσθημα, είναι ένας σχετικά νέος όρος στη ψυχολογία, ο οποίος μελετάται κατά βάση εμπειρικά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.

Η ίδια σημειώνει πως όπως συμβαίνει και με το ατομικό τραύμα, έτσι και με το συλλογικό, αυτό δηλαδή που προκύπτει από κάτι που οι πολίτες αντιλαμβάνονται ως απώλεια στο σώμα, αφήνει μια ουλή. «To πόσο μεγάλη είναι αυτή η ουλή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες για τον καθένα από εμάς, από την ηλικία του, μέχρι το δικό του ψυχολογικό υπόστρωμα», εξηγεί στην «Κ».

Διευκρινίζει πάντως πως όλα τα παραπάνω ισχύουν μόνο για όσους είναι θεατές σε αυτή την τραγωδία. 

«Οι συγγενείς των θυμάτων και όσοι επέζησαν της τραγωδίας, είναι εντελώς ξεχωριστές κατηγορίες. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται πολύ εξειδικευμένη βοήθεια για να ορθοποδήσουν και να διαχειριστούν την απώλεια. Δεν υπάρχουν περιθώρια για χάσιμο χρόνου ή για λανθασμένες προσεγγίσεις».

Κατά την ψυχολόγο, το συλλογικό πένθος διατρέχει στο συγκεκριμένο γεγονός όλη την κοινωνία, γιατί για όλους τους πολίτες, το κράτος ισοδυναμεί στο μυαλό των ανθρώπων με την παροχή της προστασίας και της φροντίδας.

«Είναι σαν να είναι ο γονιός σου για να το θέσω πιο απλά. Είναι δύσκολο λοιπόν να δεχτείς ότι αυτός που είναι υπεύθυνος με το να σε κρατάει ασφαλή, σε “προδίδει” με τέτοιο τρόπο. Και έτσι ξυπνάει η οργή και στη συνέχεια και το αίσθημα ότι είσαι απροστάτευτος εδώ όπου ζεις. Η σκέψη που έρχεται και εγκαθίσταται μόνιμα στο μυαλό είναι: “δεν ξέρω πια τι να περιμένω”».

Η κ. Τούμπα κάνει ακόμα λόγο για ένα αίσθημα ενοχής και ευθύνης που γεννήθηκε σε πολλούς πολίτες- ότι και οι ίδιοι με τη σειρά τους δηλαδή, δεν ανταποκρίθηκαν σε πράγματα που συνέβησαν στην κοινωνία και μας αφορούσαν όλους.

«Το κατά πόσον θα το παραδεχτούμε ο καθένας ξεχωριστά αυτό, έχει να κάνει με τον βαθμό ωριμότητας κάθε πολίτη», σχολιάζει η ίδια και συνεχίζει: «Πολλοί θα πουν ότι δεν γνώριζαν, άλλοι θα πουν ότι δεν είχαν τη σωστή ενημέρωση και οι δημοσιογράφοι με τη σειρά τους, σημειώνουν πως έβαζαν τα προβλήματα στη δημόσια συζήτηση. Όλοι όμως στο τέλος της ημέρας είμαστε πολίτες μιας χώρας και ο καθένας έχει τη δική του ευθύνη. Γι’ αυτό και η συλλογική οργή που βλέπουμε τώρα, αυτό το πένθος της κοινωνίας θα έχει ακόμα περισσότερο νόημα αν ο καθένας σκεφτεί το δικό του κομμάτι σε όλο αυτό. Το πένθος θα γίνει γόνιμο αν αναλογιστεί ο κόσμος την αλλαγή που θέλει να φέρει μέσα από την οργή και τη διαμαρτυρία του, αν δει τον εαυτό του την επόμενη μέρα μέσα στην κοινωνία με βασικό γνώμονα την αλληλεγγύη και τη θετική αλλαγή. Νομίζω πως αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι κάτι που βλέπουμε να συμβαίνει με το εν λόγω γεγονός».

Τέλος, η κ. Τούμπα μίλησε για ένα ακραίο και πολύ στρεσογόνο γεγονός, το οποίο ήρθε να λειτουργήσει σωρευτικά σε μια σειρά από απώλειες και τραγωδίες, που αφορούν μαζικά τους Έλληνες εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία. «Για αυτό και θεωρώ πως το συγκεκριμένο φριχτό γεγονός ήρθε να δώσει ένα γερό χτύπημα στη μαζική ψυχολογία για όλα αυτά τα πράγματα που πια δεν είναι αποδεκτά από τους πολίτες».

Από την πλευρά του, ο Xρίστος Χ. Λιάπης, Ψυχίατρος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ και Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας, εξηγώντας γιατί η ταύτιση του κόσμου είναι μεγάλη, λέει στην «K»:

«Τα μαύρα μπαλόνια που αφήνουν ελεύθερα τα νέα παιδιά στις πλατείες για τους ανθρώπους αυτούς που χάθηκαν και θα μπορούσαν να είναι συμμαθητές, συμφοιτητές και μέλη της οικογένειας του καθενός μας -αν όχι οι ίδιοι μας οι εαυτοί-, εκφράζουν τον βίαιο και επώδυνο γαλβανισμό μιας κοινωνίας που, μέσα από την απότομη έκθεσή της σε ένα αναίτιο συλλογικό τραύμα, το οποίο μπορούσε και έπρεπε να προβλεφθεί, οργίζεται και απαιτεί άμεσες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την εξασφάλιση της μη επανάληψης του κακού».

Και μπορεί όπως λέει το δυστύχημα να συνέβη στο πλαίσιο μιας ακολουθίας πολλαπλών δοκιμασιών που χτύπησαν τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, όπως η οικονομική κρίση, η διάβρωση του κοινωνικού ιστού που αυτή επέφερε, η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία -με την πληθωριστική και ενεργειακή κρίση ακριβείας που προκάλεσε- έχει όμως μια σημαντική διαφορά. 

«Η σύγκρουση των τρένων και η απώλεια των συνανθρώπων μας που βρήκαν τραγικό θάνατο στις ράγες δεν εντάσσεται στον απόηχο κάποιου παγκόσμιου εύρους και αιτίας δυσμενούς γεγονότος. Εισέβαλε με τον εκκωφαντικό κρότο του άδικου θανάτου των συνανθρώπων μας, διαλύοντας τις εκσυγχρονιστικές ψευδαισθήσεις μιας εθνικής πορείας που αποδεικνύεται πως, εντέλει, ήταν και παρέμεινε εκτροχιασμένη όλο το διάστημα της μεταπολίτευσης. Επίσης, η οικονομική κρίση και ο στραγγαλισμός της ενεργειακής ακρίβειας χτυπούσε και χτυπά, κυρίως, τα χαμηλά και μεσαία στρώματα, η COVID-19 τους ηλικιωμένους, τις ευπαθείς ομάδες και τους ανεμβολίαστους. Στο τρένο αυτό, όμως, θα μπορούσαμε να είχαμε σκοτωθεί όλοι, ακόμη και αν ταξιδεύαμε στην πρώτη θέση», καταλήγει ο κ. Λιάπης.

⇒ Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή