Τραγωδία στα Τέμπη: «Κάθε βάρδια πρέπει να έχει δύο άτομα»

Τραγωδία στα Τέμπη: «Κάθε βάρδια πρέπει να έχει δύο άτομα»

Οι καταθέσεις έμπειρων σταθμαρχών μετά το δυστύχημα στα Τέμπη

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι δύο καταθέσεις έμπειρων σταθμαρχών για το δυστύχημα των Τεμπών, ενός εν ενεργεία και ενός συνταξιούχου σιδηροδρομικού, συγκλίνουν στο ίδιο συμπέρασμα: θα έπρεπε εάν δεν υπήρχε υποστελέχωση να βρίσκονται δύο άτομα σε κάθε βάρδια στο σταθμαρχείο της Λάρισας. Οχι μόνο για να συνδράμει ή να διορθώνει ο παλιότερος τον νεότερο συνάδελφό του, αλλά κυρίως για λόγους πρακτικούς. Ο ένας σταθμάρχης για να έχει οπτική επαφή και να προσέχει την ομαλή αναχώρηση της αμαξοστοιχίας και ο άλλος να ασχολείται με την ανταλλαγή τηλεγραφημάτων και τη συνεννόηση με μηχανοδηγούς και εκατέρωθεν σταθμούς. Μαζί και οι δύο θα έπρεπε έπειτα να ελέγξουν τον πίνακα κυκλοφορίας για την αποφυγή σφάλματος. Τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου, όμως, αυτό δεν συνέβη.

«Παλιότερα εργάζονταν από δύο σταθμάρχες σε κάθε βάρδια, ενώ τα τελευταία χρόνια υπήρχε ένας σε κάθε βάρδια διότι δεν υπήρχε προσωπικό», κατέθεσε εν ενεργεία σταθμάρχης στις Αρχές που διερευνούν την υπόθεση του δυστυχήματος στα Τέμπη. «Μετά την πρόσληψη νέων συναδέλφων και την πιστοποίησή τους στα τέλη Γενάρη εργάζονται δύο σταθμάρχες στην πρωινή και στην απογευματινή βάρδια και ένας στη νυχτερινή», πρόσθεσε. Και αυτή η στελέχωση, όμως, δεν φαίνεται ότι ήταν επαρκής για να καλύψει τα κενά του συστήματος.

Στις 28 Φεβρουαρίου η επιβατική αμαξοστοιχία 62 αναχώρησε στις 23.04 από τον σταθμό της Λάρισας με προορισμό τη Θεσσαλονίκη, κινούμενη όμως στη γραμμή καθόδου, στο αντίθετο ρεύμα. Ηδη, για αρκετά λεπτά στον σταθμό βρισκόταν ένας σταθμάρχης, ενώ βάσει του σχετικού προγράμματος στο διάστημα 22.00- 23.00 θα έπρεπε να είναι στο πλευρό του τουλάχιστον ένας ακόμη, παλιότερος συνάδελφός του. «Είναι άπειρος και υπάρχει μία δυσκολία στη συνεργασία όταν υπάρχουν ανωμαλίες στην κυκλοφορία», κατέθεσε στις Αρχές για τον σταθμάρχη που είχε μείνει μόνος στη Λάρισα συνάδελφός του ο οποίος είχε βάρδια εκείνη την ημέρα στον Παλαιοφάρσαλο. Οπως υποστήριξε ο ίδιος, στις 22.45 κάλεσε στο κινητό τον σταθμάρχη που σχολούσε στις 23.00 για να δει πού βρίσκεται και εκείνος του απάντησε ότι είχε φύγει. «Πόσο να καθίσω; Αυτόν θα φυλάω;» φέρεται να του είπε.

Κατά τον σταθμάρχη του Παλαιοφαρσάλου, ακόμη κι αν ένα τρένο έχει καθυστέρηση, εφόσον εμφανιστεί ο αντικαταστάτης μπορεί να αναχωρήσει ο υπάλληλος της προηγούμενης βάρδιας, αλλά «συνήθως όταν υπάρχει φόρτος εργασίας δεν φεύγει κανείς». Εκείνα τα λεπτά πριν από τις 23.00 επρόκειτο να φτάσει στη Λάρισα η αμαξοστοιχία 62 και η 2597 του προαστιακού, ενώ μετά θα αναχωρούσε τρένο για τον Βόλο. Συνταξιούχος σιδηροδρομικός που στο παρελθόν είχε υπηρετήσει στη Λάρισα για περισσότερα από 30 χρόνια κατέθεσε ότι οι σταθμάρχες πρέπει να αποχωρούν με τη λήξη της βάρδιας, η οποία όμως έχει παραταθεί κατά μία ώρα για να γίνεται ομαλά η διαδικασία της παράδοσης και παραλαβής. «Είναι απαιτητική θέση, απαιτεί προσήλωση, προσοχή και συγκέντρωση, ειδικά σε μεγάλους σταθμούς όπως η Λάρισα», ανέφερε ο συνταξιούχος σιδηροδρομικός για το πόστο του.

Ο σταθμάρχης του Παλαιοφαρσάλου υποστήριξε ότι αναζήτησε τον συνάδελφό του που είχε βάρδια έως τις 23.00 στον σταθμό της Λάρισας αλλά εκείνος είχε αποχωρήσει. «Πόσο να καθίσω; Αυτόν θα φυλάω;», του απάντησε.

Τα κόκκινα φωτοσήματα

Από τις ίδιες καταθέσεις προκύπτει η εικόνα ενός δικτύου όπου για χρόνια η κυκλοφορία διεξαγόταν με μεθόδους που παραπέμπουν σε άλλες εποχές, με ανταλλαγή τηλεγραφημάτων και επικοινωνίες μέσω ραδιοτηλεφώνου ή κινητού μεταξύ σταθμαρχών και μηχανοδηγών για να διευκρινιστεί εάν η γραμμή ήταν ανοιχτή και ασφαλής, παρά την κόκκινη σηματοδότηση.

Σύμφωνα με την κατάθεση συνταξιούχου σιδηροδρομικού, η τηλεδιοίκηση, δηλαδή το σύστημα κυκλοφορίας και ασφάλειας των αμαξοστοιχιών, ήταν σε λειτουργία από τον Νοέμβριο του 2007 έως το καλοκαίρι του 2019. Στεγαζόταν σε απομονωμένο χώρο και μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών ρυθμιζόταν η κυκλοφορία. Το αποτύπωμα της κίνησης κάθε αμαξοστοιχίας φαινόταν σε έναν κεντρικό πίνακα στο σταθμαρχείο της Λάρισας μέσω λυχνιών οι οποίες γίνονταν κόκκινες κατά τη διέλευση του τρένου. Κατά τον ίδιο, ο κυριότερος λόγος που σταμάτησε να λειτουργεί η τηλεδιοίκηση στη Λάρισα ήταν η έλλειψη προσωπικού που τη στελέχωνε, αλλά και ανθρώπων που συντηρούσαν τα μηχανήματα. Ακόμη, όπως κατέθεσε, μια πυρκαγιά έξω από τη Λάρισα το 2019 κατέστρεψε έναν υποσταθμό που για χρόνια δεν είχε αντικατασταθεί.

Ο σταθμάρχης Παλαιοφαρσάλου κατέθεσε στις Αρχές ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο πίνακας κυκλοφορίας στη Λάρισα ήταν χαλασμένος και η κυκλοφορία γινόταν με τους κλειδούχους. Ανέφερε ότι από τις αρχές Νοεμβρίου του 2022 η εταιρεία Alstom επισκεύασε τον πίνακα, καθώς και ότι οι παλιοί σταθμάρχες εκπαίδευσαν στη χρήση του τους νέους.

Ο ΟΣΕ σε πρόσφατη ανακοίνωσή του διευκρίνισε ότι η τηλεδιοίκηση της Λάρισας περιορίστηκε σημαντικά από φωτιά στο Λιτόχωρο τον Ιούλιο του 2015 και είχε ως δυνατότητα έκτοτε μόνο την παρακολούθηση της διαδρομής από την είσοδο της Λάρισας έως την είσοδο των Νέων Πόρων, ενώ δεν υπήρχε δυνατότητα τηλεχειρισμών για τη χάραξη διαδρομών μεταξύ των σταθμών. Μετά τη φωτιά του 2019, όμως, βγήκε ολοκληρωτικά εκτός λειτουργίας. Σύμφωνα με τον ΟΣΕ, τον Νοέμβριο του 2022 στο πλαίσιο αναβάθμισης ανέκτησε τη δυνατότητα χάραξης διαδρομής από τη Λάρισα για Νέους Πόρους, χωρίς ενδείξεις φωτοσημάτων και με δυνατότητα παρακολούθησης της πορείας περίπου για πέντε χιλιόμετρα μετά τον σταθμό της Λάρισας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή