«Κάποιες στιγμές ένιωθα σαν να ήμουν εγώ κατηγορούμενος»

«Κάποιες στιγμές ένιωθα σαν να ήμουν εγώ κατηγορούμενος»

Ο Δημήτρης Λιότσιος, πραγματογνώμονας της Πυροσβεστικής, κατέθετε πάνω από 100 ώρες στο δικαστήριο για την πυρκαγιά στο Μάτι - Ηταν το τέλος μιας έρευνας που σημαδεύτηκε από απειλές, εκβιασμούς, ακόμη και δολιοφθορές εναντίον του

8' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Tην ημέρα που ο πραγματογνώμονας Δημήτρης Λιότσιος θα κατέθετε για πρώτη φορά στο δικαστήριο για το Μάτι, ήταν αγχωμένος. Παρότι είχε ξεκινήσει πολύ νωρίς από το σπίτι του με ταξί, είχαν πέσει σε κίνηση. Οταν ο οδηγός κατάλαβε ποιος είναι, κούνησε το κεφάλι του. «Φίλε, κουράγιο. Μη φοβάσαι τίποτα. Θα ακούσεις πολλά από τους δικηγόρους σήμερα», του είπε. «Μπα, τι να φοβηθώ. Εχω ακούσει άλλα κι άλλα…», απάντησε εκείνος χαμογελώντας.

Ηταν 14 Φεβρουαρίου και θεωρούσε πως η κατάθεσή του θα κρατούσε σίγουρα κάποιες ημέρες. Ολοκληρώθηκε όμως μόλις την περασμένη Τετάρτη, έπειτα από 20 συνεδριάσεις συνολικής διάρκειας 100 ωρών και πάνω. «Υπήρχαν στιγμές που ένιωσα πως είμαι εγώ κατηγορούμενος», λέει σήμερα στην «Κ».

Οταν ανέλαβε πραγματογνώμονας τον Ιούλιο του 2018 ήξερε πως έπρεπε να ερευνήσει πράξεις συναδέλφων και ανωτέρων του. Πως οι ισορροπίες θα ήταν εξαιρετικά λεπτές. Αλλά δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί το τι θα επακολουθούσε. Οπως ο ίδιος έχει καταγγείλει στη Δικαιοσύνη, πέρα από τα διάφορα εμπόδια που του έβαζαν στην έρευνα, ο τότε αρχηγός Βασίλης Ματθαιόπουλος τον είχε καλέσει στο γραφείο του και εκεί τον είχε απειλήσει και εκβιάσει ευθέως, ζητώντας του να θάψει στοιχεία – και όλα αυτά, ισχυριζόμενος πως έπραττε με εντολή της τότε πολιτικής ηγεσίας. Ο Λιότσιος όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις. Στις δύο εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης συμπεριέλαβε όλα όσα είχε βρει. Τώρα, τεσσεράμισι χρόνια αργότερα, ήταν έτοιμος για την κατάθεσή του.

Εκείνη την πρώτη ημέρα, στις 9 το πρωί είχε καθίσει στη θέση του και είχε συνδέσει τον υπολογιστή με την οθόνη που ήταν τοποθετημένη αριστερά της έδρας. Είχε προετοιμάσει ένα κείμενο (150 σελίδες) με τα όσα ήθελε να καταθέσει και το είχε διαμορφώσει σαν παρουσίαση. Πριν κλείσει το κινητό κοίταξε ξανά στα γρήγορα ένα μήνυμα στο Facebook που του είχαν στείλει. Ηταν από μια γυναίκα που είχε χάσει το παιδί της στη φωτιά. «Εάν δεν ήσασταν εσείς, η υπόθεση θα είχε πολύ διαφορετική πορεία. (…) Θα κάνετε ένα πραγματικό μνημόσυνο για τον γιο μου και όσους χάθηκαν». Για κάποιους από τους ανθρώπους που έχασαν τα πάντα στη φωτιά, ο Λιότσιος είναι ο μοναδικός που έκανε τη δουλειά του. Γι’ αυτό η αίθουσα του δικαστηρίου την ημέρα της κατάθεσής του ήταν γεμάτη. Το ίδιο βέβαια και οι θέσεις των κατηγορουμένων. Από τον Οκτώβριο που ξεκίνησε η δίκη ελάχιστοι έρχονταν στις συνεδριάσεις. Εκείνη την ημέρα ήταν σχεδόν όλοι τους εκεί.

«Τους νιώθατε τους κατηγορουμένους πίσω σας;», τον ρωτήσαμε αφού ολοκλήρωσε την κατάθεσή του. «Nαι», απάντησε κοφτά. «Είναι άνθρωποι που τους γνωρίζω 25 χρόνια. Πλέον όλοι στρατηγοί, κάποιοι εν ενεργεία. Παρ’ όλα αυτά ήμουν αποφασισμένος να καταθέσω ό,τι είχα βρει. Να μην παραλείψω τίποτα. Και το έκανα γνωρίζοντας πως αύριο μπορεί να είμαι εγώ σε αυτή τη θέση. Οταν πας σε μια δύσκολη φωτιά μπορεί να γίνουν και λάθη. Στο Μάτι έγιναν λάθη και οφείλουμε να μην τα αποκρύψουμε». Ο ίδιος ένιωθε από την πρώτη στιγμή πως το χρωστάει στους 104 νεκρούς, στους εγκαυματίες, αλλά και στους νεότερους αξιωματικούς της Πυροσβεστικής. «Οι συνάδελφοί μου, μου λένε να συνεχίσω. Να μην το βάλω κάτω. Και αυτό μου δίνει κουράγιο», λέει.

Η πρόεδρος ξεκίνησε τη συνεδρίαση διαβάζοντας τα συμπεράσματα της πραγματογνωμοσύνης του. Η ανάγνωση κράτησε δύο ώρες. Ισως λόγω της μάσκας που φορούσε και της χαμηλής έντασης των μικροφώνων δεν ακουγόταν σχεδόν καθόλου. Ο κόσμος μπαινόβγαινε στην αίθουσα, αλλά ο Λιότσιος αναγκαστικά καθόταν στη θέση του. Δεν είχε καν βγάλει το παλτό του. Στην αίθουσα είχε 4 βαθμούς (το σύστημα της θέρμανσης δεν επαρκεί για να ζεσταθεί η συγκεκριμένη αίθουσα, μας είπαν).

Μοιραία λάθη

Στην κατάθεσή του ανέλυσε με λεπτομέρεια τα μοιραία λάθη τις ώρες πριν και κατά τη διάρκεια της φωτιάς. Εξήγησε πως ενώ γνώριζαν την αυξημένη επικινδυνότητα λόγω καιρικών συνθηκών, τοποθέτησαν τα εναέρια σε αεροδρόμια από τα οποία αργότερα, τις κρίσιμες ώρες, δεν μπορούσαν να μετασταθμεύσουν (θα μπορούσαν να τα έχουν στείλει σε άλλα στρατιωτικά αεροδρόμια που παραμένουν ανοικτά, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών). Το ότι δεν κήρυξαν γενική επιφυλακή έγκαιρα ή ότι δεν έκαναν εναέρια επιτήρηση ως όφειλαν, αφήνοντας την περιοχή τελείως εκτεθειμένη. Οτι αργότερα δεν διέταξαν οργανωμένη απομάκρυνση ούτε καν επιχείρησαν να κάνουν διάσωση. Κατέρριψε το επιχείρημα της αυθαίρετης δόμησης και έδειξε πως υπήρχαν δίοδοι (τουλάχιστον 25) προς τη θάλασσα. «Υπάρχουν πάρα πολλές ενέργειες που δεν έγιναν. Εάν είχαν γίνει, τα αποτελέσματα θα ήταν τελείως διαφορετικά», κατέληξε.

Συνέχισε αναλύοντας λεπτό προς λεπτό τις κινήσεις της Πυροσβεστικής από τη στιγμή που εντοπίστηκε η φωτιά στο Νταού. Περιέγραφε την εκτροπή του μοναδικού εναέριου από το Νταού προς τα διυλιστήρια στην Κινέτα, όταν οι δικηγόροι των κατηγορουμένων τον διέκοψαν. «Κυρία πρόεδρε, ο μάρτυρας διαβάζει ένα κείμενο. Δεν επιτρέπεται», είπαν. «Τώρα ξυπνήσατε; Διαβάζει εδώ και δύο ώρες», φώναξε με νόημα κάποιος από τους παρευρισκομένους. Η συνεδρίαση έληξε έπειτα από αρκετή ώρα διαβούλευσης μεταξύ των δικηγόρων και έδρας. Κατέληξαν πως δεν θα μπορούσε να διαβάζει από τις σημειώσεις, παρά μόνο να τις συμβουλεύεται.

Στις επόμενες συνεδριάσεις, κάποιες στιγμές που αναγκαστικά αναζήτησε και διάβασε κάποιο στοιχείο, μια συγκεκριμένη δικηγόρος τον διέκοπτε, λέγοντάς του πως απαγορεύεται να διαβάζει. «Μα είναι γελοίο. Τι θέλετε; Να ξέρω όλα αυτά τα στοιχεία παπαγαλία; Ας μας πείτε κι εσείς τον ποινικό κώδικα απ’ έξω και μετά συζητάμε», της απάντησε. Ενιωθε πλέον πως προσπαθούσαν να τον αποσυντονίσουν, αλλά συνέχισε.

Στο Μάτι έγιναν λάθη και οφείλουμε να μην τα αποκρύψουμε, λέει και τονίζει ότι ουδέποτε σκέφτηκε να τα παρατήσει. Δεν θα τα είχα καλά με τη συνείδησή μου. Αλλά δεν κρύβω πως έχω σκεφτεί να παραιτηθώ από το Σώμα.

Ο Τόσκας διοικούσε!

Ανέφερε αναλυτικά δέκα εναέρια που ήδη επιχειρούσαν σε άλλες περιοχές και θα μπορούσαν να πάρουν εντολή εκτροπής για το Νταού, αλλά και δώδεκα εναέρια τα οποία ενώ ήταν διαθέσιμα ουδέποτε πήραν εντολή και παρέμειναν προσγειωμένα. «Γιατί δεν πήραν εντολή;», τον ρωτούσε η πρόεδρος για κάθε ένα από αυτά. «Δεν μπορώ να γνωρίζω τον λόγο», απαντούσε εκείνος.

Μετά την κατάθεσή του και τις ερωτήσεις του εισαγγελέα, ακολούθησαν οι δικηγόροι κατηγορίας και μετά της υπεράσπισης των 21 κατηγορουμένων. Κάποιοι κατηγορούμενοι επέλεξαν να κάνουν μόνοι τους ερωτήσεις στον πραγματογνώμονα. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης από τον κατηγορούμενο Ιωάννη Φωστιέρη (τότε επικεφαλής του συντονιστικού κέντρου επιχειρήσεων), ο κ. Λιότσιος αναφέρθηκε σε ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα στη διαχείριση των εναερίων. «Υπάρχει συνομιλία στις 17.10 όπου ο κ. Φωστιέρης λέει πως θα ρωτήσει τον τότε υπουργό (κ. Τόσκα) για το πού θα στείλει το Canadair. Υπάρχουν άλλες επτά παρόμοιες συνομιλίες». Η πρόεδρος ρώτησε τον κ. Φωστιέρη εάν η πολιτική ηγεσία έχει το δικαίωμα (και τις γνώσεις) να παρεμβαίνει στο έργο της Πυροσβεστικής. «Εχει το δικαίωμα. Οταν είναι παρούσα η πολιτική ηγεσία αναφερόμαστε στον ανώτερο. Είναι ο διοικητής», απάντησε ο κατηγορούμενος. Ο κ. Λιότσιος όμως επέμεινε πως ο κ. Τόσκας (ο οποίος είναι μάρτυρας και όχι κατηγορούμενος) δεν είχε καμία αρμοδιότητα να παρεμβαίνει στο επιχειρησιακό έργο των σωμάτων ασφαλείας.

Πίεση και απειλές

Κάποιοι από τους δικηγόρους προχώρησαν και σε προσωπικές επιθέσεις, αφήνοντας, μεταξύ άλλων, υπονοούμενα πως συνεργάζεται με δικηγορικά γραφεία και εταιρείες που αναλαμβάνουν πραγματογνωμοσύνες. Ο ίδιος το αρνήθηκε κατηγορηματικά. «Δεν δέχομαι καμία μομφή για οτιδήποτε. Απαιτώ σεβασμό, όπως σέβομαι και εγώ όλους εδώ μέσα», είπε κάποια στιγμή στην έδρα φανερά εκνευρισμένος. «Μέχρι τώρα έπαιρνα ασπιρίνη όταν πήγαινα σπίτι μου, τώρα την παίρνω πριν έρθω», είπε κάποια άλλη στιγμή και ακόμη και κάποιοι από την έδρα γέλασαν.

Την Τετάρτη 19 Απριλίου ήταν η τελευταία συνεδρίαση. Οπως κάθε πρωί, έφτασε στα δικαστήρια λίγο μετά τις 8 και κάθισε σε ένα συγκεκριμένο καφέ μέχρι τις 9 όπου άνοιγε η αίθουσα του Εφετείου. Πριν ξεκινήσει η συνεδρίαση μπήκε τελευταία φορά στο «κελί», όπως το αποκαλεί. Ενα μικρό δωμάτιο – αποθήκη των συνεργείων καθαρισμού, ακριβώς δίπλα από την αίθουσα όπου διεξάγεται η δίκη, στο οποίο απομονωνόταν σε κάθε διακοπή για να μην έρχεται σε επαφή με κανέναν. Μετά το τέλος της 20ής συνεδρίασης, μας είπε πως ένιωθε εξουθενωμένος, αλλά ανακουφισμένος για έναν κύκλο που έκλεινε έπειτα από 4,5 χρόνια. Τον ρωτάμε εάν μετάνιωσε που ανέλαβε την πραγματογνωμοσύνη. «Σε καμιά περίπτωση. Δεν θα τα είχα καλά με τη συνείδησή μου εάν είχα αρνηθεί. Αλλά δεν σας κρύβω πως έκτοτε έχω σκεφτεί πολλές φορές να παραιτηθώ από το Σώμα. Εχω απογοητευθεί. Πίστευα στην αξιοκρατία, στην απόδοση ευθυνών όταν έχει γίνει κάποιο λάθος. Η πραγματικότητα όμως είναι πως ο δρόμος ήταν γεμάτος εμπόδια. Κανείς δεν ήθελε να βγει η αλήθεια στο φως. Και αυτό πρέπει να μας προβληματίζει, όχι μόνο για το Μάτι αλλά και για άλλες υποθέσεις, όπως αυτή των Τεμπών».

Το «ατύχημα»

Πέρα από την απογοήτευση, αποκαλύπτει πως αυτά τα χρόνια έχει νιώσει και φόβο. Τον Μάρτιο του 2019 και ενώ οδηγούσε τη μηχανή του έφυγε η αλυσίδα, μπλόκαρε στα γρανάζια και ακινητοποιήθηκε απότομα. Για καλή του τύχη δεν τραυματίστηκε, αλλά από την επίσημη αντιπροσωπεία οι τεχνικοί κατέληξαν πως είχε γίνει δολιοφθορά. Κατέθεσε μήνυση, δημοσιοποίησε το περιστατικό και τρεις μήνες αργότερα εκλάπη η μηχανή. «Για πολλούς μήνες, μέχρι να καταθέσω στον ανακριτή το ηχητικό με τον εκβιασμό, ήξερε ένας πολύ δικός μου άνθρωπος ότι υπάρχει σε ένα σημείο του σπιτιού μου ένα στικάκι, το οποίο, αν μου συνέβαινε κάτι, θα το πήγαινε κατευθείαν στις αστυνομικές αρχές και σε συγκεκριμένο εισαγγελέα», λέει σήμερα. Αφού κατέθεσε τη συνομιλία με τον εκβιασμό στη Δικαιοσύνη και όταν αυτή δημοσιοποιήθηκε από την «Κ», ο κ. Λιότσιος βρέθηκε αντιμέτωπος με μηνύσεις (τόσο από τον Βασίλη Ματθαιόπουλο όσο και την Ολγα Γεροβασίλη), αλλά και συνεχόμενη πίεση.

Οι «παραινέσεις»

Οπως αποκαλύπτει στην «Κ», πίεση δέχθηκε ενόψει της κατάθεσης, αλλά και κατά τη διάρκειά της. Μετά το τέλος της δεύτερης συνεδρίασης καθόταν σε ένα καφέ απέναντι από το Εφετείο, όταν πέρασε ένας από τους κατηγορουμένους. «Δημητράκη, προλαβαίνεις να το γυρίσεις. Θα χοντρύνει το παιχνίδι», του είπε. Ο κ. Λιότσιος δεν αντέδρασε. Το κακό είναι πως δεν τον παραξένεψαν καν τα λόγια αυτά. Οπως αναφέρεται και στο ηχητικό που έχει κατατεθεί στη Δικαιοσύνη, ο κ. Ματθαιόπουλος τον Σεπτέμβριο του 2018 προσπαθώντας να τον νουθετήσει, τον είχε προειδοποιήσει να προσέξει γιατί διακινδύνευε να μετατεθεί κάπου και στην πρώτη φωτιά να μην του σηκώσουν εναέρια, ως αντίποινα για την πραγματογνωμοσύνη. Σύμφωνα με τον κ. Ματθαιόπουλο αυτό είχε συμβεί σε δύο άλλες φωτιές, στα Κύθηρα και στη Μάνη, με σκοπό να «καθαρίσει» ένας αξιωματικός κάποιον άλλον. Αναφέροντας, τότε, πως «έτσι παίζονται τα παιχνίδια». Ο κ. Λιότσιος το έχει πια εμπεδώσει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή