«Μαμά, μη μπουκώνεις το παιδί»

«Μαμά, μη μπουκώνεις το παιδί»

Καθηγητές και διαιτολόγοι εξηγούν στην «Κ» πώς τόσο οι γονείς όσο και οι παππούδες και οι γιαγιάδες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αύξηση του βάρους των παιδιών χωρίς μάλιστα τις περισσότερες φορές να το συνειδητοποιούν

μαμά-μη-μπουκώνεις-το-παιδί-562717084

Πράξεις αγάπης ή πράξεις που κακομαθαίνουν τα παιδιά; H κόντρα -ειδικά στην Ελλάδα- μεταξύ γονέων και παππούδων σχετικά με το πόσο και τι μπορεί να τρώει καθημερινά ένα παιδί καλά κρατεί, ενώ πολυάριθμες έρευνες αποδεικνύουν πως η απότομη αύξηση βάρους στην παιδική ηλικία πολλές φορές οφείλεται στην υπερβολή της μίας ή της άλλης πλευράς. 

Καθηγητές και διαιτολόγοι μιλώντας στην «Κ» εξηγούν πώς τόσο οι γονείς όσο και οι παππούδες και οι γιαγιάδες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αύξηση του βάρους των παιδιών χωρίς μάλιστα τις περισσότερες φορές να το συνειδητοποιούν. 

Oλα ξεκινούν από τους γονείς

«Αυτό που πολλοί δεν γνωρίζουν είναι ότι οι παράγοντες αύξησης βάρους σε ένα παιδί ξεκινούν από τη στιγμή της σύλληψης», επισημαίνει στην «Κ» ο καθηγητής Διατροφικής Αγωγής – Διατροφικής Αξιολόγησης στο Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας – Διατροφής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Γιάννης Μανιός.

Το 70% των γονέων δεν αντιλαμβάνονται πως το παιδί τους αντιμετωπίζει πρόβλημα υπερβαρότητας.

Εξηγώντας τα παραπάνω, ο καθηγητής τονίζει πως το επιπλέον βάρος που θα πάρει η μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, θα επηρεάσει την αύξηση βάρους του παιδιού στη μετέπειτα ζωή του. 

«Η νοοτροπία τρώω για δύο είναι μεγάλο λάθος και αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη και παχυσαρκίας των παιδιών μετά τη γέννηση», εξηγεί, προσθέτοντας πως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η εσφαλμένη αντίληψη στην κοινωνία για το τι θεωρούμε φυσιολογικό βάρος. 

«Το 70% των γονέων δεν αντιλαμβάνονται πως το παιδί τους αντιμετωπίζει πρόβλημα υπερβαρότητας, ενώ το 15-20% των γονέων που έχουν παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος τα βρίσκουν αδύνατα και τα πιέζουν να φάνε παραπάνω. Οι λάθος εντυπώσεις οδηγούν σε λάθος πρακτικές σίτισης αυξάνοντας τον κίνδυνο παχυσαρκίας», τονίζει ο κ. Μανιός.

Σύμφωνα με τους ειδικούς τα παιδιά μέχρι τα 12 έτη αποφασίζουν τι θα φάνε με βάση τη γεύση, το περιτύλιγμα και κυρίως μιμούμενοι το τι τρώνε οι γονείς τους. Ωστόσο, αυτό πολλές φορές αλλάζει όταν περνούν πολλές ώρες της ημέρας με τον παππού και την γιαγιά, οι οποίοι αναλαμβάνουν να τα φροντίσουν όταν οι γονείς εργάζονται.

«Ξεχνάμε πως ο παππούς και η γιαγιά έζησαν έναν πόλεμο και ήρθαν αντιμέτωποι με τη φυματίωση. Για εκείνους δηλαδή ένα αδύνατο σώμα είναι ευάλωτο σε ασθένειες, λόγω του φυματικού προτύπου των ασθενών και άρα όσο πιο αυξημένο βάρος έχει το εγγόνι τους, τόσο μεγαλύτερη ασφάλεια νιώθουν», εξηγεί ο καθηγητής.  

Τέσσερα ή και περισσότερα σνακ ανά επίσκεψη στους παππούδες

Την ίδια ώρα πολλές έρευνες δείχνουν πως η αύξηση βάρους στην παιδική ηλικία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επιμονή των γιαγιάδων να τα… μπουκώνουν. 

Πρόσφατη έρευνα μάλιστα που συγκέντρωσε ερευνητικά δεδομένα από μελέτες που δημοσιεύθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2013 έως την 31η Δεκεμβρίου 2022 έδειξε πως η παροχή τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή λιπαρά είναι μία «κοινή πρακτική» προς τα εγγόνια. 

Εξετάζοντας τον αριθμό των σνακ που παρείχαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες, αποδείχτηκε πως η πλειοψηφία έδινε κατά μέσο όρο 2,75 σνακ στα εγγόνια, ωστόσο σχεδόν το 1/5 ανέφερε ότι παρείχε τέσσερα ή περισσότερα σνακ ανά επίσκεψη.

30% αυξημένος κίνδυνος παχυσαρκίας 

Οσον αφορά στην Ελλάδα, έρευνα της διαΝΕΟσις με τίτλο «Παχυσαρκία και συνοδά καρδιομεταβολικά νοσήματα:  Αιτίες – Συνέπειες – Λύσεις» έδειξε πως τα παιδιά που λαμβάνουν φροντίδα από τη γιαγιά ή και τον παππού, έχουν κατά 30% αυξημένο κίνδυνο υπέρβαρου/παχυσαρκίας στην παιδική ηλικία, σε σύγκριση με τα παιδιά στα οποία η κύρια φροντίδα παρέχεται από τους γονείς τους.

Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τα ευρήματα της μελέτης Healthy Growth σε μαθητές 10-12 ετών στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα οποία τα παιδιά που είχαν ως κύριο υπεύθυνο για τη φροντίδα τους τη γιαγιά, εμφάνιζαν 1,5 φορές υψηλότερη πιθανότητα παρουσίας υπέρβαρου/παχυσαρκίας, σε σύγκριση με παιδιά των οποίων κύριοι φροντιστές ήταν οι γονείς τους.

Μάλιστα όταν ζητήθηκε από τους γονείς να χαρακτηρίσουν τον ρόλο του παππού ή της γιαγιάς στη φροντίδα των παιδιών, οι γονείς τους χαρακτήρισαν ως «ιδιαίτερα επιεικείς» και ως «μη σωστά ενημερωμένους στη διατροφή των εγγονιών τους», ενώ ακόμα αναφέρθηκε ότι μπορεί να προσφέρουν παχυντικά σνακ, όπως γλυκά, ως ένδειξη αγάπης για τα εγγόνια τους.

Σχολιάζοντας τα παραπάνω ευρήματα, ο διαιτολόγος Νικόλαος Καραγιάννης επισημαίνει πως όντως από την οπτική γωνία των ίδιων η υπερφαγία είναι μία πράξη αγάπης, καθώς σκέφτονται πως έχουν τη δυνατότητα να δώσουν στα εγγόνια τους τρόφιμα τα οποία εκείνοι δεν είχαν ως παιδιά. Ωστόσο, αυτό σε συνδυασμό με την απώλεια σωματικής άσκησης των παιδιών οδηγεί σε δυσάρεστα αποτελέσματα για τα ίδια. 

Με τη σειρά του ο κ. Μανιός προσθέτει πως ο παππούς και η γιαγιά δύσκολα θα συνοδεύσουν το εγγόνι τους στην παιδική χαρά και για τον λόγο αυτό πολλές φορές η καλύτερη επιλογή είναι να το αφήσουν να δει τηλεόραση με τη συνοδεία φαγητού φυσικά.

Οι προσπάθειες των γονέων να προωθήσουν υγιεινές διατροφικές συνήθειες έρχονται σε αντίθεση με τις επιλογές της γιαγιάς και του παππού. 

Κόντρα γονέων με τις γιαγιάδες και τους παππούδες

Ενα άλλο σημαντικό εύρημα πολλών μελετών ήταν οι διαφορετικές απόψεις που είχαν οι γονείς και οι παππούδες σχετικά με τη διατροφή των παιδιών. Ειδικότερα, ενώ οι παππούδες και οι γιαγιάδες πίστευαν γενικά ότι οι γονείς είχαν την απόλυτη εξουσία όσον αφορά τη διατροφή των παιδιών τους και σέβονταν τις αποφάσεις των γονέων, ο βαθμός στον οποίο συμμορφώνονταν με τις οδηγίες σίτισης των γονέων δεν ήταν ο προβλεπόμενος.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι περιορισμοί ορισμένων τροφίμων να μην τηρούνται και οι προσπάθειες των γονέων να προωθήσουν υγιεινές διατροφικές συνήθειες να έρχονται σε αντίθεση με τις επιλογές της γιαγιάς και του παππού. 

«Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η ποσότητα των σνακ αλλά και το είδος των σνακ. Δηλαδή αν δώσεις σε ένα παιδί ένα γλύκισμα, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο πως αυτό θα πεινάει ξανά σε δύο ώρες και θα ζητάει φαγητό. Επίσης ήδη πολλές ακαδημαϊκές έρευνες για τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα που περιέχουν ενισχυτικά γεύσεων, δείχνουν πως αυτά προκαλούν εθισμό, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μην μπορούν να αλλάξουν πια διατροφικές συνήθειες ως νέοι και μετέπειτα ως ενήλικες», σημειώνει ο κ. Καραγιάννης. 

Λύσεις

Σε κάθε περίπτωση, ποτέ δεν είναι αργά για έναν γονέα να διορθώσει τις κακές πρακτικές τις δικές του ή των γονιών του όσον αφορά τη διατροφή των παιδιών. 

«Μπορούμε όλοι να απαλλαγούμε από το βάρος, αλλά όσο πιο νωρίς το κάνουμε, τόσο πιο εύκολο θα είναι. Αυτό που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας είναι πως τα παιδιά δεν μαθαίνουν από τις συμβουλές που τους δίνουμε, αλλά από αυτό που βλέπουν. Αν δηλαδή ένας γονιός καταναλώνει συνεχώς τυποποιημένα τρόφιμα ή junk food, το ίδιο θα θέλει να φάει και το παιδί του», σημειώνει ο κ. Μανιός καταλήγοντας πως το αυξημένο σωματικό βάρος στα παιδιά αυξάνει τον κίνδυνο για σιδηροπενία, σιδηροπενική αναιμία, κακής ποιότητας ύπνο, κούραση, έλλειψη συγκέντρωσης, ακόμη και πρόωρη έμμηνο ρύση. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή