Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής

Γιάννης Μπουτάρης, Ζώγια Γραμματικοπούλου, Παύλος Τερκενλής, Σταυρούλα Κλειδαριά, Αλκης Κωνσταντινίδης, Αλεξάνδρα Γωγούση και Στέφανος Τσιτσόπουλος μοιράζονται τις παιδικές τους αναμνήσεις

13' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παραμονή Χριστουγέννων, μέσα του 1990. Η μαμά, μάς ξύπνησε από νωρίς. Επιλέξαμε να φορέσουμε ζεστά ρούχα και βγήκαμε από το σπίτι με κασκόλ και σκούφο – εκεί ψηλά στο Πανόραμα το κρύο ήταν πιο τσουχτερό. Ο μπαμπάς έχει ήδη κατέβει για να ζεστάνει το αμάξι. 

Στη διαδρομή προς το κέντρο της πόλης, οι εικόνες εναλλάσσονται. Τα πράσινα πεύκα που «περνούν» με ταχύτητα μπροστά από το τζάμι, διαδέχεται το μποτιλιάρισμα που ξεκινά λίγο πριν από τους κεντρικούς δρόμους. Από τα πίσω καθίσματα, παρατηρούμε καλύτερα όσα διαδραματίζονται στα πεζοδρόμια, πριν και μετά τον Λευκό Πύργο. Ενας Αγιος Βασίλης φωτογραφίζεται με τα παιδιά, ενώ ένας δεύτερος παραδίπλα προσπαθεί να τακτοποιήσει καλύτερα τον σκούφο στο κεφάλι του για να μην τον πάρει ο αέρας. Φυσάει δυνατά, τόσο που τα μάτια δακρύζουν, ο ουρανός είναι γεμάτος σύννεφα και ο Θερμαϊκός έχει το χρώμα του γκρίζου μολυβιού σαν φόντο σε ταινία του Αγγελόπουλου. 

Φτάνουμε στο Electra Palace. Φέτος, τα παιδιά των εργαζομένων της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης θα παραλάβουν εκεί τα δώρα τους. Αλλες χρονιές, η γιορτή γίνεται στα γραφεία, στην οδό Μητροπόλεως. Εξω από το εμβληματικό ξενοδοχείο, η μπάντα του Δήμου παίζει τα κάλαντα και λίγο πιο πάνω, προς τη Στοά Μοδιάνο, οργανοπαίχτες με νταούλια και χάλκινα προσελκύουν τους περαστικούς και εύχονται καλές γιορτές. 

Η αίθουσα της τελετής φαντάζει τεράστια στα μάτια ενός παιδιού, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μόνο μερικά τετραγωνικά. Πολλές κούτες, κάποιες μικρότερες και άλλες μεγαλύτερες, είναι στοιβαγμένες κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Τις κοιτάζω με αγωνία, σε λίγο μια από αυτές θα είναι δική μου. Ενας κύριος παίρνει το μικρόφωνο και αρχίζει να φωνάζει ονόματα. Πρώτα η μικρότερη αδερφή μου, μετά εγώ. Τον πλησιάζουμε, ανοίγουμε την αγκαλιά μας και φεύγουμε με το κουτί στα χέρια και ένα μεγάλο χαμόγελο. Ακολουθεί η ετήσια φωτογραφία με όλα τα παιδιά να ποζάρουν δίπλα στο δώρο τους. 

Σειρά έχει μια επίσκεψη στου Τερκενλή για μελομακάρονα και κουραμπιέδες. Οι μεγαλύτεροι, έχουν τώρα καθίσει για καφέ στον Τόττη κι εμείς οι πιο μικροί της παρέας χαζεύουμε τον κόσμο που περπατά βιαστικός έξω από βιτρίνες καταστημάτων για τα τελευταία ψώνια πριν την 25η Δεκεμβρίου. 

Ανθρωποι που μεγάλωσαν στη Θεσσαλονίκη έχουν και εκείνοι τις δικές τους αναμνήσεις και τις μοιράζονται μαζί μας. 

Για κάλαντα τη δεκαετία του ’50

Γιάννης Μπουτάρης, πρώην δήμαρχος Θεσσαλονίκης

Παραμονές Χριστουγέννων τα σχολεία κλειστά. Η ατμόσφαιρα στη πόλη ήταν περίπου εορταστική. Καμία σχέση με τα σημερινά στολίσματα.

Με τα ξαδέλφια μου γυρνούσαμε στην αγορά και χαζεύαμε.

Το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν οι τροχονόμοι που όριζαν τότε τη κυκλοφορία, καθώς δεν υπήρχε σηματοδότηση για τα λίγα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν. Αυτοί ήταν κυρίως στη διασταύρωση Βενιζέλου με Τσιμισκή και Νίκης (παραλία) και Εθνικής Αμύνης.

Οι τροχονόμοι ήταν μέσα σε ένα κυλινδρικό σαν βαρέλι και γύρω γύρω ήταν διάφορα δώρα που έκαναν οι συμπολίτες στους τροχονόμους.

Την παραμονή Χριστουγέννων πιάναμε από το πρωί δουλειά με τα κάλαντα. Ξεκινούσαμε από το μαγαζί του μπαμπά μου που ήταν στην οδό Ρογκότη δίπλα στα περίφημα Σουτζουκάκια. Μετά αφού παίρναμε χαρτζιλίκι πηγαίναμε στην Μοδιάνο.

Κόσμος πολύς για τα τελευταία ψώνια. Το γυράδικο ο Ξενοφών, το μανάβικο ο Ντανιέλ, σ’ αυτούς δεν είχε μόνο χαρτζιλίκι, αλλά μας κερνούσαν και σε είδος.

Είχε άπειρες ομάδες σαν κι εμάς που συναγωνιζόμασταν ποιοι θα μπουν πρώτοι στα μαγαζιά για να πούμε τα κάλαντα.

Ενα χαρακτηριστικό της ημέρας εκείνης ήταν ότι δεν ήμασταν μόνο εμείς που λέγαμε τα κάλαντα, είχε άπειρες ομάδες σαν κι εμάς που συναγωνιζόμασταν ποιοι θα μπουν πρώτοι στα μαγαζιά για να πούμε τα κάλαντα. Στη συνέχεια πηγαίναμε σπίτι και μοιράζαμε τα χαρτζιλίκια που είχαμε μαζέψει.

Παραμονή των Χριστουγέννων η γιαγιά μου που καθόταν μαζί μας έκανε λαχανοσαρμάδες που ήταν το κυρίως πιάτο των Χριστουγέννων και βέβαια τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες είχαν τη τιμητική τους.

Αλλαξαν όμως πολλά από τότε.

Τώρα αντί για κάλαντα ακούς παντού το White Christmas ή το Silent Night τραγουδισμένα από αστέρες του τραγουδιού.

Σήμερα πρέπει να είσαι τυχερός για να ακούσεις κάλαντα του δρόμου.

Εχουμε εξαμερικανιστεί πλήρως…

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής-1
Καθιστικό βιβλιοπωλείο «Ζώγια, βιβλίο τσάι και συμπάθεια». Φωτ. Ζώγια Γραμματικοπούλου

Ο μηχανισμός με το ψιλό «χιόνι»

Ζώγια Γραμματικοπούλου, ιδιοκτήτρια των καθιστικών βιβλιοπωλείων «Ζώγια, βιβλίο τσάι και συμπάθεια», συγγραφέας

Από πολύ νωρίς ένιωθα να κατακλύζομαι από μια άγρια χαρά όταν βρισκόμουν ανάμεσα σε πολλά βιβλία. Το γνωστό αίσθημα εφορίας, για όσους ξέρουν. Ο χώρος των βιβλιοπωλείων ήταν ο αγαπημένος μου. Περνούσα πολλές ώρες εκεί ψάχνοντας τα βιβλία που θα αγόραζα. Φυσικό ήταν να κουράζομαι όρθια τόση ώρα, έψαχνα κάποιο κάθισμα αλλά έως τότε δεν είχε σκεφτεί κανείς μια γωνιά για να μπορεί κάποιος σαν κι εμένα να μπορεί να ψάχνει τα οπισθόφυλλα των βιβλίων καθισμένος μπροστά σ’ ένα τραπεζάκι. Ετσι γεννήθηκε η ανάγκη για έναν τέτοιο χώρο. 

Δημιουργήθηκε η «Ζώγια, βιβλίο τσάι και συμπάθεια» για πρώτη φορά στη χώρα, το μακρινό 1985. Η φωτογραφία είναι ενδεικτική. Ηταν ένα καθιστικό βιβλιοπωλείο. Με τα χρόνια άλλαξαν πολλά πράγματα, αλλά η ύπαρξη των βιβλίων είναι εκεί για να θυμίζει την ανάγκη μου εκείνη.

Οταν άνοιξε η δεύτερη «Ζώγια» στην Κομνηνών, άρχισα να ταξιδεύω σε διάφορες χώρες για να παίρνω ιδέες. Λάτρεψα τις στολισμένες πόλεις στην Ευρώπη και φρόντιζα τα ταξίδια μου να γίνονται μέσα στον Νοέμβρη, που όλες οι πρωτεύουσες είναι στολισμένες. Κάποια φορά βρέθηκα σ’ ένα πανέμορφο και καταπράσινο χωριό στα σύνορα Βελγίου-Γερμανίας. Δεν θυμάμαι πια το όνομα του. Εκεί βρήκα ένα εργοστάσιο με στολίδια Χριστουγέννων και επίσης βρήκα ένα μεγάλο κουτί με μηχανισμό όπου βάζοντας το στην πρίζα έστηνε ένα μεγάλο δέντρο στο κέντρο του και πετούσε πάνω του ψιλό «χιόνι». Ηταν εντυπωσιακό και οι πελάτες των μαγαζιών έκλειναν τα τραπέζια που ήταν σιμά του. Ηταν ο πρώτος στολισμός στο εσωτερικό μαγαζιού. 

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής-2
Φωτογραφία αρχείου, ζαχαροπλαστείο Τερκενλής στη Θεσσαλονίκη. Φωτ. Τερκενλής

Μια γλυκιά ιστορία

Παύλος Τερκενλής, ιδιοκτήτης και γενικός διευθυντής της αλυσίδας ζαχαροπλαστείων «Τερκενλής»

Πρωτοχρονιά 1985. Η σχέση με τους πελάτες στα πρώτα χρόνια που άρχισα να δουλεύω στην επιχείρηση του πατέρα μου (δηλαδή την 10ετία του ‘80) ήταν πολύ διαφορετική από σήμερα.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα περιστατικό που με έκανε να «κόψω βασιλόπιτα» πρώτη φορά έξω από το σπίτι μου και μακριά από την οικογένεια μου.

Οι περισσότεροι πελάτες ήταν γνωστοί, μιας και το κέντρο της πόλης ήταν μια «Μεγάλη γειτονιά».

Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα περιστατικό που με έκανε να «κόψω βασιλόπιτα» πρώτη φορά έξω από το σπίτι μου και μακριά από την οικογένεια μου.

Τις παραμονές της πρωτοχρονιάς του 1985, πήρα ο ίδιος, μεταξύ άλλων, μια παραγγελία μιας δίκιλης βασιλόπιτας με παράδοση 31/12/1984.

Αυτή παράχθηκε κανονικά αλλά από λάθος μας, μέσα στον πανικό της ημέρας, δόθηκε σε άλλον πελάτη. Οταν ήρθε αυτός που την είχε παραγγείλει και τελικά δεν την παρέλαβε, η απογοήτευση του ήταν τέτοια, που του υποσχέθηκα να βρω μια λύση.

Του είπα ότι θα του παραδώσουμε τη βασιλόπιτα στο σπίτι του, ίσως λίγο καθυστερημένα (μετά τις 24:00) και έτσι έγινε.

Αναγκάστηκα χωρίς πολλές σκέψεις, να ζυμώσω γρήγορα τη βασιλόπιτα αυτή στο υπόγειο εργαστήριο του καταστήματος της Αριστοτέλους, να την πλάσω μόνος μου και να την φουρνίσω αφού έκλεισε το κατάστημα γύρω στις 23:00. Γύρω στη 1:00 τα ξημερώματα αφού την ξεφούρνισα προσεκτικά, τη φόρτωσα στο αμάξι μου και την παρέδωσα ζεστή στον πελάτη, ο οποίος κατενθουσιάστηκε και με κάλεσε να συμμετάσχω στο ρεβεγιόν που ήταν σε εξέλιξη στο σπίτι του.

Το πιο ωραίο όμως της ιστορίας ήταν όταν κόψαμε την βασιλόπιτα. Μαντέψτε σε ποιον έπεσε το φλουρί!

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής-3
Παλιός φούρνος Τερκενλή. Φωτ. Τερκενλής

Δώρα και χορός μέχρι το πρωί

Αλεξάνδρα Γωγούση. Δικηγόρος – Πρόεδρος «Μ.Α.Ζ.Ι. – Με Αλληλεγγύη Ζούμε Ισότιμα»

Δύο εικόνες ήρθαν στο μυαλό μου όταν άκουσα Χριστούγεννα μιας άλλης εποχής στη Θεσσαλονίκη.

Η πρώτη ήταν η γιορτή για τα παιδιά των υπαλλήλων της ΔΕΗ που γινόταν κάθε Χριστούγεννα στο θέατρο Χατζώκου. Ο πατέρας μου ήταν γιατρός των ασφαλισμένων της ΔΕΗ κι έτσι ήμουν και εγώ από τα τυχερά παιδιά που θα παρακολουθούσαμε κάποια παράσταση με παιδικό θέατρο κι ύστερα η αείμνηστη και πολύ προχωρημένη για την εποχή της, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων της ΔΕΗ, δημοσιογράφος Λίτσα Φωκίδου, μας φώναζε με το όνομά μας και μας παρέδιδε το δώρο: τα κορίτσια συνήθως παίρναμε μία κούκλα και τα αγόρια κάτι σε αυτοκινητάκι. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε η πληθώρα των παιχνιδιών που υπάρχει σήμερα κι έτσι οποιοδήποτε δώρο μικρό ή μεγάλο ήτανε γεγονός σπουδαίο. 

Η αγωνία μας μεγάλωνε ακόμη περισσότερο επειδή τα δώρα ήταν επιμελώς τυλιγμένα με χαρτί πολυτελείας και κορδέλες.

Οι θεατρικές παραστάσεις επίσης δεν ήταν κάτι συνηθισμένο την εποχή εκείνη. Οι παραστάσεις που παρακολουθούσαμε στο θέατρο Χατζώκου ήταν καταπληκτικές.

Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε η πληθώρα των παιχνιδιών που υπάρχει σήμερα κι έτσι οποιοδήποτε δώρο μικρό ή μεγάλο ήτανε γεγονός σπουδαίο. 

Η άλλη εικόνα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν Χριστούγεννα στο Balkan. Το «θρυλικό» cafe bar στην Προξένου Κορομηλά. Χριστούγεννα χωρίς ένα πέρασμα από το Balkan δεν ήταν Χριστούγεννα. Ειδικά την παραμονή των Χριστουγέννων και την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έπρεπε οπωσδήποτε να δώσουμε το παρόν να πιούμε καφέ, να φάμε κάτι ελαφρύ κι ένα ποτήρι κρασί και να κουνηθούμε στη μουσική του dj. Από το πρωί μέχρι το βράδυ εκεί. Ολοι μια παρέα. Κι ύστερα το βράδυ στο σπίτι με όλη την οικογένεια. Γιατί Χριστούγεννα είναι οι άνθρωποι μας!

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής-4
Χριστούγεννα στο Balkan. Φωτ. Αλεξάνδρα Γωγούση

Εικόνες και αρώματα από το ’80

Αλκης Κωνσταντινίδης. Φωτορεπόρτερ του πρακτορείου Reuters

Μέρες Χριστουγέννων την δεκαετία του’80. Πάντα με ενοχλούσαν τα μάλλινα κασκόλ γύρω από τον λαιμό. Κανείς όμως δε μπορεί να πάει κόντρα σε αυτόν τον παγωμένο αέρα που κατεβαίνει από τον Βορρά και γίνεται πιο έντονος όταν στριμώχνεται στους δρόμους που οδηγούν στην παραλία. Οπότε, κασκόλ και σκούφο κύριε. Ο παππούς φοράει αυτό το καφέ κοστούμι με το γιλέκο από μέσα και τη γραβάτα, πάντα κομψός – κανείς στην οικογένεια μας δεν κατάφερε έστω να πλησιάσει αυτό το παράστημα που έμοιαζε να έρχεται από μια εύρωστη δεκαετία του 20 αλλά δεν ξεχνούσε την καταστροφή της Κατοχής.

Παίρνουμε το 12άρι – Κάτω Τούμπα για Κέντρο – , στάση Υφανέτ, εισιτήριο από τον εισπράκτορα και πιάνουμε δύο θέσεις. Πάντα παράθυρό, την είχα απομνημονεύσει αυτή τη διαδρομή. Το Παπάφειο στολισμένο, με αυτό το μεγάλο μονοπάτι να οδηγεί στην είσοδο του κτιρίου, μετά Καυταντζόγλου και Εγνατία. Ο Πύργος του ΟΤΕ στα γιορτινά του και η μούρη μου να έχει παγώσει κολλημένη στο παράθυρο προσπαθώντας να δω το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο της διαδρομής.

Μετά, είσοδος στη βασίλισσα Τσιμισκή, και κίνηση. Μαγαζιά και ένα πλήθος με διάθεση γιγαντιαίου σλάλομ, πάντα κινούμενο εν αρμονία. Κοιτάω προς τα κάτω την Εθνικής Αμύνης για να δω το Λευκό Πύργο. 

Επιτέλους στάση Αριστοτέλους με όλες τις μυρωδιές της, καφές, ζάχαρη, σαλέπι και κρασί. Να περάσουμε πρώτα από την τράπεζα που δουλεύει η μαμά, Εργασίας στην Τσιμισκή, προχτές ήταν ο Αγιος Βασίλης εκεί και πήρα και ένα δωράκι. 

Να διασχίζεις την πλατεία, ακριβώς στη μέση της, ανάμεσα στον κόσμο που το μόνο που νομίζεις πως κάνει είναι να γελά δυνατά.

Μέσα σε όλο αυτό το πολύχρωμο και πολύβουο χάος, δεν άφηνα το χέρι του παππού Αλκη, όχι γιατί φοβόμουν αλλά έτσι μοιάζει το να είσαι σπίτι. Να διασχίζεις την πλατεία, ακριβώς στη μέση της, ανάμεσα στον κόσμο που το μόνο που νομίζεις πως κάνει είναι να γελά δυνατά. Ανάμεσα σε πλανόδιους, μουσικούς και Αγιοβασίληδες, φτάνεις στην παραλία. Γκρίζος ουρανός, λίγη φουρτούνα, μήπως είναι χιόνι αυτό που πέφτει; Και αυτός ο δίχως έλεος αέρας που σε χτυπάει στο πρόσωπο και κάνει τα μάτια να δακρύζουν. Πάλι καλά που πήρα το κασκόλ μου.

(Το παραπάνω αποτελεί συρραφή πραγματικών Χριστουγεννιάτικων αναμνήσεων, μπορεί όντως και να είχε συμβεί και σε μια μέρα).

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής-5
Ο Αλκης Κωνσταντινίδης φωτογραφίζεται με τον Αγιο Βασίλη. Φωτ. Αλκης Κωνσταντινίδης

Δέντρο μέσα στη θάλασσα 

Σταυρούλα Κλειδαριά, διευθύντρια Glow Magazine

Aν ανατρέξω στο παρελθόν, οι γιορτινές μέρες στη Θεσσαλονίκη περνούσαν πάντα με χαρά, κέφι, ατελείωτες βόλτες, ένα συνεχόμενο και αδιάκοπο πέρασμα από το ένα στο άλλο και μια ανεμελιά ασυνήθιστη που λες και υποχρεωτικά συμβαδίζει ειδικά με τις παραμονές. Τόσο που φτάνει να μπερδεύεσαι ποια χρονιά πέρασες που, όταν πια αυτό που μένει είναι ο απόηχος από ένα ξέφρενο ξεφάντωμα στο οποίο συμμετέχει κυριολεκτικά όλη η πόλη, ειδικά στο σκληροπυρηνικό κέντρο της, εκεί ακριβώς που χτυπάει η καρδιά της. Εκεί που όλοι μα όλοι θα κάνουν ένα πέρασμα τις μέρες της γιορτής. Είναι οι ώρες που τίποτε πια δεν μας ενοχλεί, που παραβλέπουμε τα κακώς κείμενα για τα οποία διαρκώς και χωρίς αποτέλεσμα γκρινιάζουμε, αλλά εστιάζουμε μόνο στη χαρά, στο κέφι και στη ζωντάνια, εξίσου σημαντικά συστατικά του dna της πόλης μας. Ισως και στην ελπίδα για ό,τι αισιόδοξο φέρει ο καινούριος χρόνος.

Οι στολισμοί ποτέ δεν ήταν το δυνατό μας σημείο, ούτε κι η ανάδειξη των σημαντικών μνημείων μας, μια χρονιά όμως που έκανε τη διαφορά ήταν όταν το χριστουγεννιάτικο δέντρο, επί εποχής Μπουτάρη θαρρώ, τοποθετήθηκε για πρώτη φορά μέσα στη θάλασσα. Είμαι σίγουρη ότι τα αρνητικά σχόλια περίσσευαν και δεν θυμάμαι αν κατοχυρώθηκε ποτέ σας επιτυχημένη κίνηση μια και δεν επαναλήφθηκε ποτέ. Για μένα η ζωτική σχέση της πόλης με τη θάλασσά της εκείνη τη χρονιά συνδέθηκε όμορφα με τις γιορτές κι έχω να θυμάμαι μια όμορφη ανάμνηση. Καλές γιορτές σε όλους!!!

Ευτυχές και Στέρεο το Νόβα έτος!

Στέφανος Τσιτσόπουλος – Δημοσιογράφος, συγγραφέας, ραδιοφωνικός παραγωγός

Η αλλαγή του χρόνου το βράδυ της παραμονής του 1996 προς 1997 είναι η χριστουγεννιάτικη νύχτα που θα μου μείνει αξέχαστη σε σύγκριση με κάθε άλλη γιορτινή βραδιά που έζησα στη Θεσσαλονίκη. Τότε που μια υπερφυσική ομίχλη κατάπιε κάθε φως και τύλιξε την πόλη, ματαιώνοντας την υπόσχεση του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας για ένα φαντασμαγορικό σόου με χιλιάδες πυροτεχνήματα. Αστικό ντεκόρ σαν θρίλερ, γειτονιές, πολυκατοικίες, λεωφόροι, θάλασσα, όλα ήταν φαγωμένα από μια κανιβαλική ομίχλη. Ευτυχώς οι συναυλίες δεν ματαιώθηκαν.

Παρεμπιπτόντως, λίγες μέρες πριν μου ζητήσετε να γράψω δυο λόγια για γιορτές στον Βορρά που έχουν μείνει χαραγμένες στο μυαλό μου, πάλι ανακάλεσα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και το πέρασμα της πόλης από το 1996 στο 1997. Ηταν όταν, τις προάλλες, από τον 7ο όροφο του Ηλέκτρα Παλλάς, έβλεπα δεκάδες χιλιάδες Θεσσαλονικέων να στριμώχνονται στην πλατεία Αριστοτέλους, για να απολαύσουν το άναμμα του δέντρου με τα 100.000 φωτάκια, όπως το διαφήμιζε ο Δήμος. Στη σκηνή ανέβηκε ο Γιάννης Πλούταρχος με τα εξίσου μπουζουκοκαλλικέλαδα τέκνα του Γιώργο και Κατερίνα Κακοσαίου, και με έξτρα βοήθειες από τον ντόπιο λαϊκό βετεράνο Δημήτρη Χρυσοχοΐδη. Πράσινες, κόκκινες και χρυσαφί ανταύγειες έλουσαν την πόλη και τα ρεφρέν αντιλάλησαν ως τον Ολυμπο απέναντι. Μερακλίδικη σκυλοπόπ που δεν είχε καμιά σχέση με τη μουσική που ακούστηκε, και πάλι δημόσια, την Πρωτοχρονιά του ’96 προς ’97. Τότε που και επίσημα η Θεσσαλονίκη χρίστηκε Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα και παρ’ όλη την εκφοβιστικά καρπεντερική ομίχλη που σάρωσε τα πάντα, οι Στέρεο Νόβα έπαιξαν στην παραλία.

Από την πρώτη μέρα του 1997, η ομίχλη εξαφανίστηκε και η Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα πλημμύρισε την πόλη με χάπενινγκ, εκθέσεις, συναυλίες και πεπραγμένα.

Ω τι πάθος, ω τι πλήθος! Υποδεχτήκαμε το νέο έτος με ένα μοναδικό ρέιβ γλέντι με το «Ταξίδι της Φάλαινας» και το «Μικρό Αγόρι» κι όχι με το σουξέ «Το Καλύτερο Παιδί», με το οποίο η Θεσσαλονίκη του 2023 απέδειξε πόσο ψοφάει για βαλκανικομπαρόκ, πόσο εκστασιάζεται με μπούκια, ζούκια, ρούκια, στίκια, φτηνό στρας και ανεξέλεγκτες δόσεις τρας.

Ω καιροί, ω ήθη! Από την πρώτη μέρα του 1997, η ομίχλη εξαφανίστηκε και η Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα πλημμύρισε την πόλη με χάπενινγκ, εκθέσεις, συναυλίες και πεπραγμένα που (ενδεικτικά) τα παραθέτω γιατί ακόμα τα νοσταλγώ: ουρές για τον Γιόζεφ Μπόις και τον Καραβάτζιο, τους U2 και τον Μαξ Ερνστ, τον Μπομπ Γκέλντοφ και την Αγνή Μπάλτσα, τον Κεσσανλή και τον Ακριθάκη, τα αφιερώματα σε Ροστροπόβιτς, Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι, Σαίξπηρ και Βάκχες του Λάνκοφ, το πέρασμα του Μενούχιν και τη μαγική βραδιά, για να επιστρέψω σε κείνη τη νύχτα με τους Στέρεο Νόβα, που υπό δεινή και τρομακτική ομίχλη το συγκρότημα ηλεκτροπιάνισε μοναδικά το θέμα της «Νέας Ζωής 705».

Χριστούγεννα στη Θεσσαλονίκη μιας άλλης εποχής-6
Στέρεο Νόβα και στη μέση Στέφανος Τσιτσόπουλος. Φωτ. Σ. Τσιτσόπουλος

Ηταν μια εποχή που η Θεσσαλονίκη, το ίδιο στριμωγμένη όπως και σήμερα, αιχμάλωτη της αισθητικής του τριγώνου Παπαγεωργόπουλου – Ανθιμου – Ψωμιάδη, εντούτοις κατάφερε να αντιστρέψει το παιχνίδι και να ανεβάσει τον πήχυ σε δυσθεώρατα ύψη, όσο και εάν λογής από ομίχλες πάλευαν φιλότιμα για να τον χαμηλώσουν. Σε αντίθεση με τη σημερινή Θεσσαλονίκη, όπου δεν υπάρχουν πια αντιστάσεις και τα πλήθη εκπαιδεύτηκαν να χειροκροτούν φθήνιες. Από την άλλη, μπορεί τα πράγματα να μην είναι τόσο χάλια και να φταίει για τη δυστοπική μου όραση το ότι φέτος έγινα 60 χρονών. Ολοι οι μεσήλικες γίνονται στριφνοί και παραπονιάρηδες. Αντίθετα, εκείνες τις γιορτές του ’96 προς ’97 ήμουν πεταρούδι και πίστευα απόλυτα στους στίχους του Κωνσταντίνου Βήτα «Τους φόβους που σε τρέφουν να τους κάνεις κάτι άλλο / Κάνε τους ποίηση ή μηχανήματα σπουδαία / Μη γυρνάς την πλάτη, μη ζεις στο ψέμα / Πολέμησε το άδικο και κάθε είδους βία, Θεσσαλονίκη (δική μου εμβόλιμη παρέμβαση) / Σκέψου θετικά και μη γελάς με ηλίθια αστεία».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή