Άρθρο του Γιώργου Δελλή στην «Κ»: Το Σύνταγμα δεν είναι λείψανο

Άρθρο του Γιώργου Δελλή στην «Κ»: Το Σύνταγμα δεν είναι λείψανο

3' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κάθε μεταρρύθμιση που ανατρέπει παγιωμένες καταστάσεις αμφισβητείται ως προς τη συνταγματικότητά της. Τούτο είναι φυσιολογικό στη Δημοκρατία. Για τα παραρτήματα αλλοδαπών πανεπιστημίων –η εγκατάσταση των οποίων ρυθμίζεται διεξοδικά για πρώτη φορά– οι πολέμιοι των αλλαγών επικαλούνται το συνταγματικό αντεπιχείρημα με απόλυτο τρόπο: η συζήτηση επιχειρείται να κλείσει πριν καν γεννηθεί. Υποστηρίζουν ότι το άρθρο 16 Σ, όταν απαγορεύει τη «σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες» και προβλέπει πως η ανώτατη εκπαίδευση «παρέχεται αποκλειστικά από […] νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» και από καθηγητές «δημόσιους λειτουργούς», δεν αφήνει κανένα ερμηνευτικό περιθώριο· το κρατικό μονοπώλιο στην ανώτατη παιδεία κάμπτεται μόνο με συνταγματική αναθεώρηση, οψέποτε συντελεστεί. Η συγκεκριμένη προσέγγιση εξαντλείται στο γράμμα και την ιστορία μιας διάταξης η οποία διατυπώθηκε μισό αιώνα πριν. Ωστόσο, αντί να διαφυλάσσει, υπονομεύει την εγγυητική λειτουργία του συνταγματικού κειμένου, καθώς συνιστά μια διπλή άρνηση της πραγματικότητας.

Αφενός, εκείνης που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια. Κολέγια του ενός ορόφου επικαλούνται οπορτουνιστικά το ενωσιακό δίκαιο για να παρέχουν τίτλους πανεπιστημιακού φαίνεσθαι με επαγγελματικά δικαιώματα, εκτός της ρυθμιστικής εμβέλειας του ελληνικού κράτους. Τα διπλώματά τους χρησιμοποιούνται ακόμη και για την πρόσληψη σε δημόσιες θέσεις αλλά όχι για ακαδημαϊκές σπουδές σε ημεδαπά ΑΕΙ. Υποτίθεται πως διασώζεται, έτσι, η νομική μας κυριαρχία, τη στιγμή που το Σύνταγμα κάνει λόγο για «εποπτεία» του κράτους στην ανώτατη παιδεία…

Αφετέρου, η αποσπασματική ανάγνωση του άρθρου 16 παραβλέπει τα δεδομένα που είχε υπόψη του ο συντακτικός νομοθέτης το 1975. Το δημόσιο μονοπώλιο των ΑΕΙ αποφασίσθηκε σε συνθήκες αμιγώς εθνικές, εκτός ενωμένης Ευρώπης, όταν οι ανώτατες σπουδές δεν εμφάνιζαν διασυνοριακό χαρακτήρα. Τότε, έβγαζε νόημα. Ωστόσο, η εμμονή στη συγκυρία γέννησης των συνταγματικών διατάξεων καθίσταται έωλη όταν καταλαμβάνει και καταστάσεις που ήταν αδύνατο να γνωρίζουν οι συντάκτες τους ώστε να τις αντιμετωπίσουν. Με την απόφαση ΣτΕ Ολ. 2411/2012, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε συνταγματική την επιβολή διδάκτρων για μεταπτυχιακές σπουδές σε δημόσια ΑΕΙ, παρότι το Σύνταγμα κατοχυρώνει «δικαίωμα δωρεάν παιδείας σε όλες τις βαθμίδες». Στήριξε το σκεπτικό του στο γεγονός ότι, όταν θεσπίστηκε το κοινωνικό αυτό δικαίωμα, «ο συντακτικός νομοθέτης […] είχε υπόψη του το θεσμικό πλαίσιο και το κόστος λειτουργίας των προπτυχιακών σπουδών, ενώ απουσίαζαν σχεδόν από τα ελληνικά πανεπιστήμια οι μεταπτυχιακές σπουδές» (σκ. 8). Η περίπτωση των αλλοδαπών πανεπιστημιακών παραρτημάτων είναι πανομοιότυπη.

Εκ προοιμίου, τίποτε δεν απαγορεύεται απόλυτα με το άρθρο 16, το αυθεντικό νόημα του οποίου καθορίζουν τα δικαστήρια και μόνο. Θα είναι πολλαπλά ευεργετικό να υιοθετηθεί η ερμηνεία που θα δίνει έμφαση, αντί για τους τύπους, στις διαχρονικές αξίες τις οποίες κατοχυρώνει η συνταγματική διάταξη: ακαδημαϊκή ελευθερία, αξιοκρατία, ποιοτική δημόσια εποπτεία, κοινωνικά χαρακτηριστικά και, ιδίως, μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας της παιδείας. Πέραν των προοπτικών που ανοίγει και των λύσεων που δίνει σε μία απαράδεκτη κατάσταση –την οποία μάλλον υποκριτικά έχει αντιμετωπίσει η ελληνική έννομη τάξη μέχρι τώρα– η συγκεκριμένη ανάγνωση αυξάνει την επιδραστικότητα του θεμελιώδους κειμένου απέναντι στο δίκαιο της Ε.Ε. και αναβαθμίζει τον ρόλο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι θέσεις που προσαρμόζουν το κείμενο στις ανάγκες και τις πραγματικότητες του σήμερα, δεν συνιστούν προδοσία αλλά εκδήλωση πατριωτισμού ώστε το Σύνταγμα να αντέχει σε ένα υπερεθνικό νομικό περιβάλλον.

Αντιθέτως, η συνταγματική ομφαλοσκοπία μόνο κακό κάνει, καθώς αποφεύγει να εστιάσει στο τριπλό διακύβευμα της μεταρρύθμισης. Πρώτον, κατά πόσον αυτή σέβεται, μέσω των επί μέρους διατάξεων του νομοσχεδίου, την ουσία του άρθρου 16. Δεύτερον, τις συνέπειές της στα δημόσια ΑΕΙ, τα οποία θα είναι πάντα ο κεντρικός πυλώνας της ανώτατης παιδείας. Τρίτον, πώς αποφεύγει την όξυνση των ανισοτήτων, το μείζον ζήτημα σήμερα για τις σχέσεις κράτους, κοινωνίας και οικονομίας. Θεωρώ πως η προτεινόμενη νομοθεσία αντεπεξέρχεται στην τριπλή αυτή δοκιμασία, χωρίς προφανώς να δίνει απαντήσεις στα πάντα. Το πλεονέκτημά της είναι ότι επιχειρεί, επιτέλους, να λύσει υπαρκτά προβλήματα που ο συλλογικός στρουθοκαμηλισμός προτιμούσε να παραβλέπει.

Τα Συντάγματα είναι ζωντανοί οργανισμοί. Η μακροβιότητά τους προϋποθέτει τη δυναμική τους ερμηνεία. Αν παγώσουν στον χρόνο και παύσουν να εισπνέουν το οξυγόνο της επικαιρότητας, στερούνται την ικανότητα επιβίωσης. Δεν είναι ιερά λείψανα. Χρειάζονται φρέσκες αναγνώσεις και όχι λιτανείες.

*Ο κ. Γιώργος Δελλής είναι καθηγητής στη Νομική Σχολή της Αθήνας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή