O Ελληνας γκουρού της οινολογίας…

O Ελληνας γκουρού της οινολογίας…

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τίποτα δεν είναι τυχαίο, τελικά… Γεννήθηκε στους κήπους των αμπελιών – στους Αμπελοκήπους της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας του ήταν αρχιτέκτονας, η μητέρα του μοδίστρα. Ονειρεύονταν να τον δουν στρατιωτικό γιατρό. Ομως εκείνον τον γοήτευε η γη. Ο παππούς του είχε αμπέλια. Κι από τα 13 εγγόνια, ήταν o μοναδικός που τον ακολουθούσε στα χωράφια, από την ηλικία των 5-6 ετών. «Μαζί του στα κλαδέματα, στις καταβολάδες, στα ραντίσματα. Από τότε κόλλησα το… μικρόβιο», λέει ο Κυριάκος Κυνηγόπουλος.

Το 1982, τελειώνοντας το Λύκειο, αποφάσισε να σπουδάσει Οινολογία, αλλά αυτό δεν ήταν εφικτό τότε στην Ελλάδα. Εφυγε, λοιπόν, για τη Γαλλία. Πήρε το πτυχίο του από την Beaune της Βουργουνδίας και ετοιμαζόταν να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη. Ομως μια υποτροφία για μεταπτυχιακό τον κράτησε στη Γαλλία. Το καλοκαίρι του 1986, ένα τοπικό εργαστήριο αναζητούσε οινολόγο για τον τρύγο. Ο νεαρός Κυνηγόπουλος προσελήφθη. Ηταν η πρώτη του δουλειά. Ο δρόμος για μια λαμπρή καριέρα είχε μόλις ανοίξει. Δεν έμελλε να φύγει ποτέ από τη Βουργουνδία. Το 1988 έγινε διευθυντής στο ίδιο εργαστήριο και το 2005 το αγόρασε (www.burgundia.fr).

Σήμερα, στο πελατολόγιό του περιλαμβάνονται 200 γαλλικά οινοποιεία κι άλλα 80 σε όλο τον κόσμο: ΗΠΑ, Αργεντινή, Χιλή, Νότιο Αφρική, Ισπανία, Ιταλία, Ελβετία, Βέλγιο, Κύπρο. Και ο ίδιος θεωρείται γκουρού της οινολογίας, με αντικείμενο την πραγματοποίηση οινολογικών αναλύσεων, από το αμπέλι ώς την εμφιάλωση (περισσότερα από 30.000 δείγματα ετησίως!), αλλά και την παροχή τεχνικών συμβουλών. Δηλαδή τα κρασιά που απολαμβάνουν εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη είναι σε μεγάλο βαθμό και δικά του δημιουργήματα; Γελάει. «Οχι βέβαια. Η παραγωγή οίνου είναι σαν τη Formula 1. Ο οινοποιός οδηγεί.

Εμείς κάνουμε το réglage… (σ.σ.: τη ρύθμιση)».

Το ελληνικό κρασί

«Ολα έγιναν στη ζωή μου μόνα τους, χωρίς να καταλάβω πώς», μου λέει καθώς απολαμβάνουμε το δείπνο μας πίνοντας Οινάρι Παρπαρούση, ένα εξαιρετικό χαρμάνι του πατρινού οινοποιείου από Αγιωργίτικο και Μαυροδάφνη. Τριάντα χρόνια μετά, έχει μετανιώσει που έμεινε στη Γαλλία; «Θα ήμουν αχάριστος αν το έλεγα. Εχω πάρει αμέτρητες χαρές από τη δουλειά μου. Αλλωστε, οι δεσμοί με την πατρίδα υπάρχουν». Πράγματι, ως σύμβουλος, συνεργάζεται με πολλά εγχώρια οινοποιεία. Πώς βλέπει το ελληνικό κρασί; Και, κυρίως, πώς το βλέπουν οι ξένοι; «Προοδεύει συνεχώς. Το μοναδικό πρόβλημα είναι ότι τα περισσότερα κρασιά γίνονται για να “πάνε” εκεί όπου θέλει ο καταναλωτής: να είναι αρωματικά και εύκολα. Τα “μεγάλα” κρασιά, το veritable terroir, επιτυγχάνονται όταν το ίδιο αμπέλι μπορεί να βγάλει το ίδιο κρασί κάθε χρόνο, κι αυτό γίνεται μόνο μέσα από το φυτό, το έδαφος και το μικροκλίμα. Το ζητούμενο είναι να οδηγείς εσύ τον καταναλωτή. Για ορισμένους οινοποιούς, ευτυχώς, αυτή η φάση έχει ξεκινήσει»…

Ποιο άλλο λάθος κάνουν οι δικοί μας οινοποιοί; «Δίνουν έμφαση στο να γίνουν υπερσύγχρονα τα οινοποιεία τους –χάριν εντυπωσιασμού τις περισσότερες φορές– χωρίς να αφήνουν χώρο στην παράδοση. Καλή η τεχνολογία, αλλά η πραγματική έκφραση του terroir είναι το μεγάλο ζητούμενο. Δεν είναι εύκολο να κάνουν το επόμενο βήμα, αλλά δεν πρέπει να το φοβηθούν. Ξέρω, βέβαια, πως χρειάζεται τόλμη για να αλλάξουν ρότα αν τα προϊόντα τους σημειώνουν καλές πωλήσεις στο εξωτερικό, αλλά μόνο έτσι θα κερδίσουν τη διεθνή καταξίωση»

«Le Grec, έτσι με φωνάζουν οι Γάλλοι»

Τον ρωτώ για τη ζωή του στη Βουργουνδία. Πώς κυλάει; «Με πολλή δουλειά –μόνο την περίοδο του τρύγου μπορεί να διανύσω 7.000 χιλιόμετρα σε δύο εβδομάδες– και με απανωτά ταξίδια σε όλο τον κόσμο».

Για όποιον έχει ασχοληθεί με την ιστορία του γαλλικού οίνου, είναι γνωστή η κόντρα που υπάρχει ανάμεσα στη Βουργουνδία και το Μπορντό. Ζητώ από τον Κυριάκο Κυνηγόπουλο να μου εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει. «Πρόκειται για δύο διαφορετικές σχολές. Κατ’ αρχάς, το Μπορντό είχε την τύχη να περάσουν από το πανεπιστήμιό του εξαιρετικοί δάσκαλοι, όπως ο “πάπας της οινολογίας” Εμίλ Πεϊνό. Η Βουργουνδία δεν είχε τόσο σπουδαίες προσωπικότητες σε ακαδημαϊκό επίπεδο κι έτσι οι άνθρωποι του πανεπιστημίου της δεν κατέβηκαν ποτέ στο πεδίο, στον αμπελώνα, αποκόπηκαν από την παραγωγή.

» Για μένα, αυτή ήταν η μεγάλη πρόκληση όταν πήρα την απόφαση να μείνω στη Γαλλία. Οπως και η “πρώτη ύλη” με την οποία θα δούλευα. Το Pinot Noir είναι δύσκολη ποικιλία, πολύ ευαίσθητη στις αποδόσεις.

Απαιτεί μεγαλύτερη μαστοριά στον χειρισμό σου. Το Μπορντό έχει ευκολίες: “παντρεύει” τα Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Merlot και Petit Verdot. Στα χαρμάνια είναι εύκολο να καλύψεις τα κουσούρια μιας ποικιλίας με τις αρετές μιας άλλης…»

Τελικά, πόσο εύκολα εμπιστεύονται οι Γάλλοι έναν Ελληνα, ειδικά στον πολύ σημαντικό και ευαίσθητο γι’ αυτούς χώρο του οίνου; «Είναι αλήθεια ότι πέρασα από πολλές και δύσκολες εξετάσεις», ομολογεί ο Κυριάκος Κυνηγόπουλος. «Τα πρώτα χρόνια ήταν μικρή η πελατεία μου, όπως και ο τζίρος του εργαστηρίου μου. Σιγά σιγά χτίστηκε η φήμη μου». Επειτα από τόσες δεκαετίες, νιώθει και λίγο Γάλλος πια;  «Η γαλλική κουλτούρα  με  έχει επηρεάσει σε  πολλά, κυρίως στην πειθαρχία: αν  κάτι πρέπει να γίνει, θα γίνει. Και θα γίνει σωστά. Αλλά να ξεχάσω  ότι  είμαι  Ελληνας δεν μπορώ. Δεν με αφήνουν και οι Γάλλοι. Με φωνάζουν πάντα “Le Grec”…».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή