Οι μαθητές θέλουν λιγότερα μαθήματα, μεγαλύτερα διαλείμματα, μικρότερη διδακτέα ύλη, όπως προωθεί το υπουργείο Παιδείας; Οχι! Δεν είναι αυτοί οι κύριοι λόγοι για τους οποίους δεν είναι ικανοποιημένοι από το σχολείο τους. Για τα προβλήματα του σχολείου ως προς το εκπαιδευτικό έργο πρωτίστως στρέφουν το βλέμμα στους καθηγητές τους και τους ζητούν να μην αδιαφορούν για τη δουλειά τους και να μπορούν να μεταδώσουν τη γνώση. Δεν τα βρίσκουν αυτά, με αποτέλεσμα –σε συνδυασμό με τη μεγάλη, ίσως «άχρηστη», σχολική ύλη και την ανεπαρκή προετοιμασία που παρέχει το σχολείο για τις εξετάσεις– τα παιδιά (με απόφαση των γονιών) να στρέφονται στα φροντιστήρια. Οι οκτώ στους δέκα μαθητές λυκείου κάνουν τουλάχιστον 11 ώρες φροντιστήριο την εβδομάδα, με τις περισσότερες από τις μισές οικογένειες να δαπανούν από 200 έως 400 ευρώ τον μήνα. Ο συνολικός τζίρος για τα φροντιστήρια εκτιμάται ότι προσεγγίζει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, χωρίς να μπορεί να προσδιορισθεί με ακρίβεια, αφού υπάρχει και η αδήλωτη αγορά των ιδιαίτερων μαθημάτων.
Ειδικότερα, οι απόψεις των μαθητών –δείγμα 1.276 παιδιών από την Κεντρική Μακεδονία– που μετείχαν σε έρευνα της Αικατερίνης Πολυμίλη, οικονομολόγου και υποψήφιας διδάκτορος του Τμήματος Φιλολογίας και Παιδαγωγικής ΑΠΘ, αποτυπώνουν τις παθογένειες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, χωρίς η σκέψη τους να επηρεάζεται από τα βαρίδια του συντεχνιασμού και της μικροπολιτικής:
1. Το 55,7% των μαθητών δηλώνει λίγο ικανοποιημένο από την εκπαίδευση στο λύκειο και το 14,8% καθόλου. Στον αντίποδα, μόνο το 2,1% είναι πολύ ικανοποιημένο και το 27,4% αρκετά.
2. Οι σημαντικότεροι λόγοι για τους οποίους οι μαθητές είναι λίγο ή καθόλου ικανοποιημένοι είναι η ελλιπής ικανότητα και η αδιαφορία των καθηγητών τους, σε ποσοστό 12,4% και 10,8% αντίστοιχα. Αλλοι λόγοι είναι ότι οι καθηγητές του σχολείου επαναπαύονται αφού… υπάρχει το φροντιστήριο (6,1%) και δεν κάνουν καλό μάθημα (6,6%), ενώ το 10,6% των μαθητών θεωρεί ότι η προετοιμασία στο σχολείο για τις πανελλαδικές εξετάσεις είναι ανεπαρκής.
3. Μόνο ο ένας στους δέκα (9,5% το ακριβές ποσοστό) μαθητής δεν παρακολουθεί φροντιστηριακά μαθήματα. Στον αντίποδα, το 55% επιλέγει μόνο οργανωμένο φροντιστήριο, το 11% μόνο ιδιαίτερα μαθήματα και το 21% και τα δύο.
4. Από όσους παρακολουθούν είτε μόνο οργανωμένο φροντιστήριο είτε και τα δύο, το 41% αφιερώνει από 11 έως 15 ώρες την εβδομάδα και το 36,1% από 16 έως 20 ώρες. Από εκείνους που κάνουν είτε μόνον ιδιαίτερα μαθήματα είτε και τα δύο, το 28,3% παρακολουθεί από 6 έως 10 ώρες και το 19,5% από 11 έως 15 ώρες. Οι λιγότερες ώρες σε σύγκριση με τις ώρες εκείνων που επιλέγουν οργανωμένα φροντιστήρια αποδίδονται στο ότι τα ιδιαίτερα μαθήματα κοστίζουν περισσότερο.
5. Τα παιδιά μελετούν την ύλη που έχει ορίσει το φροντιστήριο και αδιαφορούν για τη ροή της διδακτέας ύλης στο σχολείο. Συγκεκριμένα, το 61,% μελετά έως πέντε ώρες την εβδομάδα την ύλη για την επόμενη ημέρα στο σχολείο. Κάτι που κρίνεται εύλογο, καθώς το 73% αφιερώνει από πέντε ώρες και πάνω (το 5% πάνω από 20 ώρες) για να μελετήσει την ύλη που τους ορίζει ο καθηγητής του φροντιστήριου.
6. Ουσιαστικά το φροντιστήριο έχει υποκαταστήσει το λύκειο. Και αυτό επιβεβαιώνεται από την αξιολόγηση που κάνουν οι μαθητές σε σχολείο και φροντιστήριο. Το 60,1% θεωρεί πολύ καλή την κατάρτιση που παίρνει στο γνωστικό αντικείμενο από το φροντιστήριο. Αντίθετα, μόνο το 4,2% κρίνει ως πολύ καλή την κατάρτιση από το σχολείο. Αντίστροφα, ως «λίγη» θεωρεί την κατάρτιση που παίρνει από το σχολείο το 59,5% των μαθητών. Την ίδια απάντηση έδωσε το 2,8% για το φροντιστήριο.
«Η κριτική των παιδιών στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι σκληρή και εστιάζεται κυρίως στους εκπαιδευτικούς, πιθανώς επειδή εκείνοι είναι οι εκφραστές του συστήματος μέσα στην τάξη», αναφέρει στην «Κ» η κ. Πολυμίλη. Και τονίζει: «Η αποστήθιση και η έλλειψη κριτικής σκέψης, η χαμηλή συμβατότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με τις ανάγκες της οικονομίας, η υπερφόρτωση του αναλυτικού προγράμματος και ο διαφορετικός συντελεστής δυσκολίας των θεμάτων των σχολικών βιβλίων και των πανελληνίων οδήγησαν τους μαθητές στη σχεδόν καθολική απαξίωση του σχολείου και στην υποκατάστασή του από το φροντιστήριο».
Πάνω από 50% δίνουν από 200-400 ευρώ
Σχεδόν οι δύο στις δέκα οικογένειες δίνουν πάνω από 400 ευρώ τον μήνα για το φροντιστήριο του παιδιού στο λύκειο. Δεδομένων των οικονομικών συνθηκών, η μηνιαία «αφαίμαξη» του οικογενειακού προϋπολογισμού αποτυπώνει εμφατικά πόσο έχει ακυρωθεί στην πράξη ο δωρεάν χαρακτήρας της δημόσιας εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με την έρευνα της κ. Πολυμίλη (η οποία έχει εκδοθεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Διάδραση), το 5,4% των γονιών δίνει για το φροντιστήριο (οργανωμένο ή ιδιαίτερα μαθήματα) έως 100 ευρώ τον μήνα, και από 100 έως 200 ευρώ δίνει το 15,1%. Πάνω από τις μισές οικογένειες (το 52,7%) δίνουν από 200 έως 400 ευρώ, και εξ αυτών το 28,9% έως 300 ευρώ και το 23,8% από 300 έως 400 ευρώ. Το 17,8% των μαθητών που μετείχαν στην έρευνα δήλωσε ότι η οικογένειά τους δίνει πάνω από 400 ευρώ τον μήνα στην εξωσχολική προετοιμασία για τις εξετάσεις. Το συνολικό ποσοστό συμπληρώνεται από εκείνους τους μαθητές που δήλωσαν ότι δεν παρακολουθούν φροντιστήριο.
Τα ποσά που δαπανώνται ανά οικογένεια δείχνουν πόσο σημαντική και απαραίτητη θεωρείται η οικονομική «θυσία» των οικογενειών, ώστε το παιδί να εισαχθεί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μάλιστα, σύμφωνα με την έρευνα, όσο πιο αυξημένο είναι το κύρος μιας σχολής ΑΕΙ, στην οποία θέλει να εισαχθεί ένας μαθητής, τόσο μεγαλώνει το ύψος της δαπάνης της οικογένειας. Εύλογα οι γονείς από υψηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα δαπανούν περισσότερα για την προετοιμασία των παιδιών τους.