Κάποτε ήταν οι πλέον περιζήτητοι τουρίστες, σήμερα δεν έχουν διάθεση να ταξιδέψουν

Κάποτε ήταν οι πλέον περιζήτητοι τουρίστες, σήμερα δεν έχουν διάθεση να ταξιδέψουν

Έρευνα που διενεργήθηκε πέρυσι, έδειξε πως το 35% των ερωτηθέντων στην Ιαπωνία δεν ήταν πρόθυμο να ταξιδέψει ξανά. Οι πιθανοί λόγοι πίσω από την άρνησή τους

5' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από περίπου 35 χρόνια, στη Νέα Υόρκη και σε άλλες μητροπόλεις του κόσμου, οι υπάλληλοι σε ακριβά εμπορικά καταστήματα όπως το Tiffany’s και η μπουτίκ της Dior και της Versace μάθαιναν αφενός κάποια βασικά ιαπωνικά και αφετέρου μυούνταν στο πως θα έπρεπε να χαιρετούν και να υποδέχονται τους Ιάπωνες τουρίστες.

Χαρακτηριστικό ένα δημοσίευμα των New York Times του 1988 με τίτλο «Japanese Take Over New York» (Οι Ιάπωνες κατακτούν τη Νέα Υόρκη).

«Το Tiffany’s είναι έτοιμο. Όλοι οι πωλητές της έχουν εκπαιδευτεί στα βασικά ιαπωνικά, συμπεριλαμβανομένης της αρίθμησης. Το κοσμηματοπωλείο της Πέμπτης Λεωφόρου έχει βάλει σε ένα θησαυροφυλάκιο μεσαίου μεγέθους, χρυσά κολιέ καρδιάς Elsa Peretti 18 καρατίων, τα οποία, στα 350 δολάρια το καθένα, είναι το πιο δημοφιλές προϊόν μεταξύ των Ιαπώνων πελατών. Η Νέα Υόρκη κατακλύζεται και πάλι από ξένους τουρίστες – αριθμός ρεκόρ, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις. Και είναι ιδιαίτερη η παρουσία των Ιαπώνων, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια έχουν αντικαταστήσει τους Βρετανούς ως οι πιο συχνοί ξένοι επισκέπτες της Νέας Υόρκης. Οι Βρετανοί είναι τώρα δεύτεροι, με τους Δυτικογερμανούς, τους Γάλλους και τους Ιταλούς να τους ακολουθούν. Ελκυόμενοι από το αδύναμο δολάριο, το 1987 ήρθαν στη Νέα Υόρκη 3.018.000 ξένοι τουρίστες, μεταξύ των οποίων περισσότεροι από 280.000 Ιάπωνες, και τουλάχιστον άλλοι τόσοι αναμένονται φέτος, σύμφωνα με το Γραφείο Συνεδρίων και Επισκεπτών της πόλης. Στην ερώτηση τις προάλλες τι ήθελαν να κάνουν στη Νέα Υόρκη, μια ομάδα 12 νεαρών γυναικών από το Τόκιο χαμογέλασε και απάντησε στα ιαπωνικά. Ο ξεναγός τους, ο Kondo Masahiro, έδωσε μια πρόχειρη μετάφραση: “Να φάνε μπριζόλα και να πάνε στο Tiffany’s”».

Αυτό ήταν το όνειρο ζωής πολλών νεαρών Ιαπώνων τη δεκαετία του 1970 και του 1980, όταν η χώρα τους θεωρούνταν κάτι σαν την Κίνα σήμερα: η επόμενη μεγάλη δύναμη που «απειλούσε» εμπορικά τις ΗΠΑ.

Και όμως τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι για την Ιαπωνία. Για σχεδόν δυο αιώνες η χώρα ήταν αποκλεισμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Το 1633 ο σόγκουν Ιεμίτσου απαγόρευσε τα ταξίδια στο εξωτερικό και σχεδόν απομόνωσε πλήρως τη χώρα το 1639. Οι μόνες επαφές ήταν οι πολύ περιορισμένες εμπορικές σχέσεις με την Κίνα και τις Κάτω Χώρες στο λιμένα του Ναγκασάκι. Επιπλέον απαγορεύθηκαν όλα τα ξένα βιβλία. Όλα αυτά, έως ότου ο αρχιπλοίαρχος Μάθιου Πέρρυ το 1854 ανάγκασε την κυβέρνηση Τοκουγκάβα να ανοίξει έναν περιορισμένο αριθμό λιμένων για το διεθνές εμπόριο.

Πέρασαν όμως αρκετά χρόνια για να εξερευνήσουν οι Ιάπωνες τον πλανήτη. Για την ακρίβεια, άρχισαν να ταξιδεύουν μαζικά από τη δεκαετία του 1970 και μετά. Με μια τσάντα στην πλάτη, μια φωτογραφική μηχανή περασμένη στον λαιμό και τη «βίβλο» τους το «Chikyu no arukikata» (πώς να ταξιδέψετε στη Γη) σε γκρουπ ή δυάδες, οι Ιάπωνες ήταν παντού. 

Εκείνη την εποχή τα τηλεοπτικά δίκτυα διαφήμιζαν συνεχώς πακέτα διακοπών, ενώ οι τράπεζες παραχωρούσαν «διακοποδάνεια» με πολύ χαμηλά επιτόκια. Γιατί όμως υπήρχε αυτή η φρενίτιδα;

Ένας από τους λόγους είχε να κάνει με μια αναδυόμενη τάση και μόδα ανάμεσα στους νεαρούς Ιάπωνες της μεσαίας τάξης: το «ταξίδι αποφοίτησης», το ταξίδι με φίλους στην Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες για να γνωρίσουν μια διαφορετική κουλτούρα πριν αναλάβουν τις ευθύνες των ενηλίκων στον κόσμο της εργασίας. Η επιθυμία τους να ταξιδέψουν σε αυτή τη φάση της ζωής τους είχε ως κίνητρο την αντίληψη ότι μόλις άρχιζαν να εργάζονται με πλήρη απασχόληση, θα είχαν στη συνέχεια ελάχιστο χρόνο για μακρινά ταξίδια στο εξωτερικό. Στις αρχές αυτής της τάσης, τα ταξίδια αυτά ήταν συχνά διάρκειας τριών έως τεσσάρων εβδομάδων, αλλά από τη δεκαετία του 1990 άρχισαν να γίνονται πιο συχνά μικρότερα ταξίδια διάρκειας μικρότερης των δύο εβδομάδων.

Ένας ακόμα λόγος είχε να κάνει με την ανάγκη να ξοδέψουν χρήματα σε ακριβά δυτικά brands υποκινούμενοι από ένα αίσθημα επίδειξης και ανταγωνισμού. Χαρακτηριστικό το δημοσίευμα του 1988 των New York Times στο οποίο μιλούσε για το θέμα ο διευθυντής για την περιοχή της Ιαπωνίας της αλυσίδας Hilton, Μάσαντο Ικέντα: «Υπάρχει μια ισχυρή αίσθηση ανταγωνισμού στην Ιαπωνία. Αν ο γείτονάς μου έχει αυτοκίνητο, πρέπει να έχω κι εγώ αυτοκίνητο. Αν ο γείτονάς μου έχει κλιματιστικό, πρέπει να έχω κι εγώ κλιματιστικό. Αν έχει πάει στη Νέα Υόρκη, πρέπει να έρθω στη Νέα Υόρκη».

Σήμερα όμως τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Μόνο το 24% των Ιαπώνων διαθέτει διαβατήριο και το ποσοστό βαίνει μειούμενο. 

Γιατί άραγε οι Ιάπωνες δεν θέλουν να ταξιδεύουν πια;

Έρευνα που διενεργήθηκε πέρυσι από την εταιρεία Morning Consult, έδειξε πως το 35% των ερωτηθέντων, ποσοστό μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, δεν ήταν πρόθυμο να ταξιδέψει ξανά. Ωστόσο, όπως παραδέχεται ο Τέτσου Νακαμούρα, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Ταμαγκάουα και ειδικός στην τουριστική ψυχολογία και συμπεριφορά, το αποτέλεσμα αυτό κάθε άλλο παρά έκπληξη συνιστά. Σύμφωνα με άλλη έρευνα που είχε διενεργήσει εκείνος το 2016, υπάρχουν αυτοί που ο ίδιος αποκαλεί «παθητικούς», όσοι δηλαδή λένε πως θέλουν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, αλλά δεν το κάνουν, και οι «αρνητές», οι άνθρωποι δηλαδή που δεν τους ενδιαφέρουν τα ταξίδια και επίσης δεν ταξιδεύουν. 

Άλλος ένας παράγοντας που θεωρείται ότι ευθύνεται για την άρνησή τους αυτή, είναι το κόστος του ταξιδιού. Η αξία του ιαπωνικού νομίσματος, γεν, έχει κατρακυλήσει, πολλοί Ιάπωνες δεν έχουν λάβει αύξηση εδώ και τριάντα χρόνια, ενώ ο πληθωρισμός μειώνει την αξία του εισοδήματος των πολλών.

Οι ειδικοί σημειώνουν όμως και μια άλλη τάση. Νέοι που ταξιδεύουν μεν, αλλά πηγαίνουν ξανά και ξανά στον ίδιο προορισμό και συγκεκριμένα στη Νότια Κορέα. Το γνωστό στην Ιαπωνία ως «κορεατικό κύμα», μια έκρηξη ενδιαφέροντος που προκλήθηκε από την προβολή κορεατικών ταινιών και τηλεοπτικών δραμάτων άρχισε στο τέλος της δεκαετία του 2000. Ακολούθησε, η φρενίτιδα της K-Pop που προσελκύει συνεχώς Γιαπωνέζες φοιτήτριες, οι οποίες απολαμβάνουν πολύ την Κορέα και έχουν ταξιδέψει αρκετές φορές εκεί για να μάθουν τον πολιτισμό της. 

Πάντως εκτός από τους ταξιδιώτες για λόγους αναψυχής, έχουν μειωθεί και οι Ιάπωνες φοιτητές που μετακινούνται για να σπουδάσουν σε δυτικά πανεπιστήμια. Ειδικότερα, από 82.945 που ήταν το 2004 ανήλθαν σε 55.969 το 2016. Το γεγονός αυτό αποδίδεται εν μέρει στη συρρίκνωση του πληθυσμού των νέων. Επίσης, «το κόστος ανά έτος για να σπουδάσει κανείς στο εξωτερικό, είναι περίπου 4 εκατ. γιεν (36.000 δολάρια)», σημειώνει ο Νακαμούρα, ποσό απαγορευτικό για τους περισσότερους. Εν τω μεταξύ, επικρατεί σε πολλούς η αντίληψη ότι δεν χρειάζονται σπουδές στο εξωτερικό. Μια έρευνα του 2019 διαπίστωσε ότι το 53% των Ιαπώνων φοιτητών δεν ενδιαφέρεται να σπουδάσει στο εξωτερικό, το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των επτά χωρών που εξετάστηκαν.

Σε κάθε περίπτωση, ένα από τα άλλοτε πλέον καλοδεχούμενα διαβατήρια του πλανήτη έχει χάσει την αίγλη του και την ισχύ, εν αντιθέσει με τους Κινέζους οι οποίοι φιλοδοξούν να πάρουν τα ηνία. 

 
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή