Ζήσε τον μύθο σου στην Αλβανική Ριβιέρα

Ζήσε τον μύθο σου στην Αλβανική Ριβιέρα

Η γειτονική χώρα προσελκύει πλέον πάνω από 7 εκατ. επισκέπτες. Οι ομογενείς επιχειρηματίες συναντούν όμως ιδιαίτερα γραφειοκρατικά εμπόδια

«Δεν περίμενα να δω ποτέ τουρίστες στο χωριό μου!». Ο Ελσόν Ζγκούρη, Αλβανός της διασποράς, λίγες ημέρες μετά την επίσκεψή του στην πατρίδα του, δεν κρύβει την έκπληξή του για τον μεγάλο αριθμό ξένων που επιλέγουν φέτος το καλοκαίρι να κάνουν διακοπές στην Αλβανία. «Από παιδί πηγαίναμε στην Αλβανία για να επισκεφθούμε συγγενείς που έμεναν εκεί και αν προλαβαίναμε ρίχναμε μια βουτιά στη θάλασσα». Φέτος, όμως, ο 37χρονος Ελσόν, που ζει με τη δική του οικογένεια στο Βερολίνο, έκανε «κανονικές» διακοπές σε παραθαλάσσιο κατάλυμα στη Χειμάρρα. «Τουλάχιστον δέκα συνάδελφοί μου στη Γερμανία είχαν ήδη παραθερίσει τα τελευταία χρόνια στην Αλβανία και το ένιωθα σχεδόν σαν υποχρέωση». Η διαμονή στη Χειμάρρα, οι εξορμήσεις σε άλλες περιοχές της Αλβανίας και βέβαια στο Μπελς, τη γενέτειρά του στην κεντρική Αλβανία, αποζημίωσαν τον 37χρονο για την απόφασή του. «Συναντήσαμε ανθρώπους από όλο τον κόσμο –τις ΗΠΑ, τη Σιγκαπούρη, τη Μαλαισία– και πολλούς Ευρωπαίους – Αγγλους, Πολωνούς, Αυστριακούς».

Ο ντόρος γύρω από την Αλβανία βέβαια προκαλείται από τους επωνύμους. Κάθε φορά που η Ντούα Λίπα ή η Ρίτα Ορα, με 88,8 και 16,1 εκατ. ακολούθους αντίστοιχα, κάνουν μια σχετική με τη χώρα καταγωγής τους ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάποιοι θαυμαστές τους κλείνουν εισιτήρια για διακοπές στην Αλβανία. Στα πρόσωπα των δύο δημοφιλών τραγουδιστριών, που ζουν στη Μ. Βρετανία, αλλά κατάγονται από την Αλβανία, η χώρα έχει βρει τις πλέον επιδραστικές πρέσβειρες.

«Από το 2016 μέχρι το 2022 σημειώθηκε αύξηση των αφίξεων 66%», εξηγεί στην «Κ» από το Μάντσεστερ ο Ελιόν Ιωάννης Μυρτολλάρι, αναλυτής δεδομένων που παρακολουθεί την αλματώδη ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα καταγωγής του. «Το 2022 υποδεχθήκαμε πάνω από 7,2 εκατ. τουρίστες, ενώ φέτος ενδέχεται να καταρριφθεί αυτό το ρεκόρ», σημειώνει. Κατά τον κ. Μυρτολλάρι, οι καλύτερες έως τώρα χρονιές ήταν το 2017 και το 2019. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Στατιστικής της Αλβανίας (INSTAT), περίπου 2,4 εκατ. άνθρωποι εισήλθαν στην Αλβανία τους πρώτους πέντε μήνες του 2023 σε σύγκριση με 1,7 εκατ. για την ίδια περίοδο του 2022. Οι επισκέπτες, βάσει των στατιστικών του 2022, προέρχονται ως επί το πλείστον από γειτονικές χώρες (Κόσοβο, Βόρεια Μακεδονία, Σερβία, Ιταλία και Ελλάδα), από την Ευρώπη (Πολωνία, Γερμανία, Μ. Βρετανία) αλλά και από τις ΗΠΑ. Ως προς τις αφίξεις από την Ελλάδα, εκτιμάται ότι πρόκειται κυρίως για Αλβανούς με ελληνική υπηκοότητα παρά για Ελληνες ταξιδιώτες.

Αγριος ποταμός

Το «θαύμα» των αφίξεων, βέβαια, δεν συνέβη από τη μια μέρα στην άλλη. Εδώ και δέκα χρόνια έχουν ξεκινήσει προσπάθειες για την ανάδειξη της χώρας ως ταξιδιωτικού προορισμού. Μπορεί σε ένα ευρύ κοινό να είναι γνωστή περισσότερο η αλβανική ριβιέρα, ωστόσο όσοι αγαπούν τα ταξίδια γνωρίζουν τις αλβανικές Αλπεις, τις λίμνες, τον ποταμό Αώο-Vjosa, πρώτο εθνικό πάρκο άγριου ποταμού της Ευρώπης, τις προστατευόμενες από την UNESCO πόλεις και τις διάσπαρτες οικοτουριστικές μονάδες.

«Μια σειρά από σημαντικά έργα βρίσκεται επίσης εν εξελίξει», τονίζει ο κ. Μυρτολλάρι. «Αναβαθμίστηκε σημαντικά το οδικό δίκτυο, όπως και το υπάρχον διεθνές αεροδρόμιο στα Τίρανα, ενώ ταυτόχρονα το 2021 δόθηκε σε λειτουργία το διεθνές αεροδρόμιο στο Κούκεσι». Αυτή τη στιγμή υπό κατασκευή βρίσκεται ακόμη ένα αεροδρόμιο, σε απόσταση δέκα χιλιομέτρων από τον Αυλώνα, ενώ έχει δρομολογηθεί η ανάπλαση του λιμανιού του Δυρραχίου και η μετατροπή του σε μια τουριστική μαρίνα από τον κατασκευαστικό κολοσσό των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, που έχει στο ενεργητικό του μεταξύ άλλων την ανέγερση του εμβληματικού ουρανοξύστη Burj Khalifa. Η αύξηση των αεροδρομίων έφερε περισσότερες αεροπορικές συνδέσεις τσάρτερ αλλά και πτήσεις με εταιρείες χαμηλού κόστους.

Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του αλβανικού τουρισμού παραμένει βεβαίως το κόστος, που είναι πολύ χαμηλότερο από γειτονικές αγορές. Ενδεικτικά, το Budget Your Trip υπολογίζει το κόστος διανυκτέρευσης σε δίκλινο στα 32 ευρώ τη βραδιά και το κόστος για την ημερήσια διατροφή στα 13-15 ευρώ. Στον τουριστικό κλάδο δραστηριοποιούνται –είτε ως εργαζόμενοι είτε ως εργοδότες– άνθρωποι που έχουν εργασιακή εμπειρία από την Ελλάδα και την Ιταλία. «Αν λάβουμε υπόψη τον μεγάλο αριθμό μεταναστών προς τις δύο χώρες, αντιλαμβανόμαστε ότι η νεότερη γενιά έχει γνωρίσει το τουριστικό μοντέλο αυτών των δύο χωρών, που είναι πρωτοπόρες», καταλήγει ο κ. Μυρτολλάρι. Αλλοτε το αναπαράγουν και άλλοτε το προσαρμόζουν στις επιμέρους ανάγκες της περιοχής και της εποχής.

Για sushi στη Χειμάρρα

Την εμπειρία του από τα επτά χρόνια που εργάστηκε «σεζόν» στη Χερσόνησο της Κρήτης θέλησε να αξιοποιήσει ο 39χρονος Μίλτος Μίλιος. «Από το 2012 κατασκευάσαμε ενοικιαζόμενα διαμερίσματα στη Χειμάρρα», λέει στην «Κ», «από το 2008 έως και το 2012 ήταν μετρημένοι οι ταξιδιώτες, άνθρωποι που ήθελαν να γνωρίσουν έναν ανεξερεύνητο τόπο, κυρίως backpackers και άνθρωποι που έκαναν camping», θυμάται. «Η σεζόν διαρκούσε μόλις δύο μήνες, Ιούλιο και Αύγουστο». Τώρα η σεζόν φτάνει τους τέσσερις μήνες, ενώ τη Χειμάρρα επισκέφθηκαν η Ιβάνκα Τραμπ και ο Τόνι Μπλερ (σ.σ. ο τελευταίος ως καλεσμένος του πρωθυπουργού). Ο κανόνας, σύμφωνα με τον κ. Μίλιος, είναι να ταξιδεύουν στη Χειμάρρα ζευγάρια από το εξωτερικό και οικογένειες από την υπόλοιπη Αλβανία. «Εγώ έχω πάψει να ασχολούμαι με τα καταλύματα, έχω ανοίξει ένα sushi and cocktail bar, ενώ διαχειρίζομαι ένα αναπαλαιωμένο πέτρινο οίκημα του 1857 στο παλιό χωριό της Χειμάρρας». Την κουζίνα του εστιατορίου του έχει αναλάβει ένας Αλβανός, που έχει ειδικευθεί στην ασιατική κουζίνα, στη Γαλλία. «Τελευταία ακούω να μιλούν ορισμένοι πελάτες ελληνικά – είναι τουρίστες κυρίως από τη Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα». Ο ίδιος εκτιμά ότι ο αριθμός των τουριστών όλο και θα αυξάνεται το επόμενο διάστημα. «Ελπίζω να μπορούμε να διατηρήσουμε την ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία με τον πελάτη», τονίζει.

Παρά τη γενικευμένη ευφορία που επικρατεί στους ασχολούμενους με τον τουρισμό, ο κ. Μίλιος δεν κρύβει τη δυσαρέσκειά του για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα μέλη της ελληνικής ομογένειας. «Οταν ένας ομογενής θέλει να ανοίξει μια επιχείρηση, η γραφειοκρατία τού προτάσσει τεχνητά εμπόδια», υποστηρίζει. «Οταν ένας Χειμαρριώτης του εξωτερικού επιστρέψει για να επενδύσει εδώ, δυσκολεύεται». Σύμφωνα με τον ίδιο, «πολλές φορές το κράτος επιδεικνύει ανοχή έναντι των Αλβανών επιχειρηματιών, όπως στην τήρηση της νομοθεσίας, σύμφωνα με την οποία στις δώδεκα το βράδυ η μουσική κλείνει στα μαγαζιά». Τέλος θεωρεί ότι η Χειμάρρα, παρά τις ομορφιές της, δεν προβλήθηκε ισότιμα. «Εγινε γνωστή στόμα με στόμα από ξένους επισκέπτες και μετά προστέθηκε στην κυβερνητική καμπάνια», καταλήγει ο ίδιος, ο οποίος έχει διατελέσει στενός συνεργάτης του δημάρχου, Φρέντι Μπελέρη.

Η αύξηση των τουριστών φέρνει στην επιφάνεια χρόνια προβλήματα. «Υπάρχει μεγάλη έλλειψη προσωπικού γιατί αφενός ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει μεταναστεύσει και αφετέρου επειδή δεν υπάρχουν κρατικές σχολές τουριστικών επαγγελμάτων. Ετσι στα νευραλγικά πόστα απασχολούνται εργαζόμενοι από τις Φιλιππίνες και το Μπανγκλαντές», σημειώνει ο Πέτρο Λουμπόνια, που έχει ζήσει και εργαστεί ως food and beverage manager σε Ελλάδα, Λονδίνο, Βερολίνο και Αλβανία, ενώ τώρα βρίσκεται στη Βιέννη. «Αναλαμβάνω πρότζεκτ στην Αλβανία που αφορούν εστιατόρια και beach bars, η έδρα μου όμως και η δουλειά μου είναι στη Βιέννη».

Brand name και διασπορά

Η «μόδα» που έφερε την Αλβανία ψηλά στις προτιμήσεις των ξένων ταξιδιωτών μπορεί γρήγορα να περάσει, σύμφωνα με τον κ. Λουμπόνια, αν δεν δημιουργηθεί ένα ισχυρό brand name που να στηρίζεται σε υποδομές και υψηλού επιπέδου υπηρεσίες.

Οπως ο ίδιος θεωρείται ειδήμων σε θέματα γαστρονομίας, υπάρχουν εκατοντάδες άλλοι επαγγελματίες στη γαστρονομία, τη διασκέδαση και στον τουρισμό, αλβανικής καταγωγής, που ζουν στο εξωτερικό. «Προσωπικά ανήκω σε ένα άτυπο δίκτυο περίπου 2.000 ατόμων», λέει στην «Κ». Η αλβανική διασπορά, η οποία αποτέλεσε την κινητήριο δύναμη που έφερε τουρισμό στη χώρα, είναι εκείνη που θα μπορούσε να καταστήσει την Αλβανία μακροπρόθεσμα και σταθερά έναν δημοφιλή ταξιδιωτικό προορισμό. «Μπορεί να έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις που ευνοούν την επιχειρηματικότητα, όπως η έκδοση άδειας για την έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας για όλους σε 48 ώρες, όμως τα εργασιακά δικαιώματα παραμένουν μια άγνωστη έννοια στην Αλβανία», καταλήγει ο κ. Λουμπόνια. Τα επόμενα χρόνια θα είναι καθοριστικά. «Χρειαζόμαστε σοβαρή πολιτική, ένα υπουργείο με στελέχη που έχουν γνώση του αντικειμένου», τονίζει. «Η Κορυτσά, που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται τουριστικά ήδη επί Χότζα, μπορεί να αποτελέσει ένα καλό παράδειγμα, όπως και πολλές αξιόλογες οικοτουριστικές μονάδες στην ενδοχώρα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT