Ενα νέο κεφάλαιο στην ευρωπαϊκή πολιτική άνοιξε χθες με τη δραματική ανακοίνωση της Γερμανίδας καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ ότι δεν θα είναι υποψήφια για νέα θητεία στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών τον Δεκέμβριο. Με δεδομένο ότι η καγκελάριος εκλαμβάνει την ηγεσία του κόμματος ως βάση της ισχύος της, το ερώτημα δεν είναι αν η εποχή Μέρκελ φθάνει στο τέλος της αλλά πώς ακριβώς θα γραφτεί ο επίλογος της θητείας της γυναίκας που επί 13 χρόνια κρατάει τα ηνία της ισχυρότερης οικονομίας της Ευρώπης.
«Η εικόνα που παρουσιάζει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι απαράδεκτη», δήλωσε η Μέρκελ ενώπιον στελεχών του κόμματός της χθες το μεσημέρι, εκτιμώντας ότι η ευθύνη για τις βαριές απώλειες των Χριστιανοδημοκρατών στις προχθεσινές εκλογές της Εσσης δεν πρέπει να αναζητηθεί στην τοπική κυβέρνηση του κρατιδίου, αλλά στο Βερολίνο. Τονίζοντας την ανάγκη για μία «νέα σελίδα», η Αγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι δεν θα είναι υποψήφια για μια νέα θητεία στην καγκελαρία ή για άλλο πολιτικό αξίωμα το 2021, απόφαση που ισχύει και σε περίπτωση πρόωρων εκλογών. Στην ερώτηση δημοσιογράφων τι θα κάνει στη συνέχεια, η 64χρονη Μέρκελ απάντησε «σίγουρα κάτι θα σκεφτώ, μην ανησυχείτε».
Τυπικά, η Μέρκελ δεν είναι υποχρεωμένη να παραιτηθεί από την καγκελαρία όταν αναδειχθεί άλλος πρόεδρος του κόμματος, αλλά είναι αμφίβολο αν θα θελήσει να υποστεί τη φθορά μιας παρατεταμένης περιόδου κατά την οποία η εξουσία και το κύρος της διαβρώνονται από τις ανερχόμενες δυνάμεις των εσωκομματικών αντιπάλων της. Οι δυνάμεις αυτές είναι όλες συντηρητικές, με την εξαίρεση της λεγόμενης «μίνι Μέρκελ», της εκλεκτής διαδόχου της, πρώην πρωθυπουργού του κρατιδίου της Σάρης και γενικής γραμματέως του κόμματος, Ανεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ, γνωστής και ως ΑΚΚ. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η ανακοίνωση αποχώρησης της καγκελαρίου, παρόλο που οι Χριστιανοδημοκράτες κατόρθωσαν έστω και λαβωμένοι να διατηρήσουν την πρωθυπουργία της Εσσης, ήταν μια κίνηση που είχε σκοπό να «πιάσει στον ύπνο» τους εσωκομματικούς αντιπάλους της και να διευκολύνει την εκλογή της ΑΚΚ.
Στην πραγματικότητα, με την κίνηση αυτή τα πάντα πλέον είναι ανοικτά, ακόμη και η κατάρρευση του «μεγάλου συνασπισμού» με τους Σοσιαλδημοκράτες, στους κόλπους των οποίων η δυσαρέσκεια επίσης αυξάνεται μετά το νέο ηχηρό ράπισμα από τους ψηφοφόρους της Εσσης. Οι Σοσιαλδημοκράτες έχασαν 11 μονάδες, συγκεντρώνοντας ποσοστό 19% και χάνοντας για μόλις 94 ψήφους τη δεύτερη θέση από τους ανερχόμενους Πράσινους. Η νίκη των Χριστιανοδημοκρατών ήταν πύρρειος, με ποσοστό 27% και απώλειες 10 μονάδων, ενώ στην τοπική Βουλή εισήλθε για πρώτη φορά το αντιμεταναστευτικό κόμμα AfD με ποσοστό 13%.
Με τους κεντρώους ψηφοφόρους των Χριστιανοδημοκρατών να μεταναστεύουν μαζικά προς τους Πράσινους, το κόμμα της καγκελαρίου κυριαρχείται όλο και περισσότερο από φορείς αμιγώς δεξιών θέσεων, οι οποίες εκφράζονται από τον δελφίνο υπουργό Οικονομικών Γενς Σπαν, αλλά και από τους οπαδούς του εφεδρικού «υπερόπλου» που ακούει στο όνομα Φρίντριχ Μερτς. Ο 64χρονος Μερτς, πρώην επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών, αποχώρησε από την πολιτική το 2009 και έκτοτε σταδιοδρομεί στα ανώτατα κλιμάκια του επιχειρηματικού κόσμου, διευθύνοντας μεταξύ άλλων το γερμανικό τμήμα του επενδυτικού κολοσσού BlackRock. Οι πληροφορίες της εφημερίδας Bild, σύμφωνα με τις οποίες ο Μερτς βλέπει θετικά μια υποψηφιότητα τον Δεκέμβριο, είναι εξαιρετικά σημαντικές, καθώς ο Μερτς, αν εκλεγεί, δεν θα συνυπάρξει ούτε με την Αγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία, ούτε με τους Σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση, ούτε και με την πολιτική της αέναης μετάθεσης των προβλημάτων της Ευρωζώνης.