Το μισό που δεν φαίνεται

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Π​​έθανε όπως έζησε: αθόρυβα, διακριτικά. Αλλά αυτή είναι η μία πλευρά της ιστορίας της – και του εαυτού της εν τέλει. Κάποιος έχει πει ότι ζούμε τρεις ζωές: μία δημόσια, μία ιδιωτική και άλλη μία που δεν ξέρει κανένας άλλος. Ή σχεδόν κανένας άλλος.

Η γυναίκα αυτή δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Οπότε, η γνωστή της ιστορία ήταν ότι παντρεύτηκε έναν άνδρα που τον αγάπησε αλλά δεν τον ερωτεύτηκε. Εκείνος την ερωτεύτηκε. Οι γονείς τους, που γνωρίζονταν, ενθουσιάστηκαν στην προοπτική αυτού του γάμου. Εκείνη απλώς συγκατένευσε. Ηξερε, εξάλλου, ότι ο άνδρας που την ερωτεύτηκε ήταν ένας καλός άνδρας με ωραία πράσινα μάτια.

Εζησε κοντά του, ταξίδεψε μαζί του, τον φρόντισε με σπάνια αυταπάρνηση και αφοσίωση. Αθόρυβα, διακριτικά πάντοτε. Ισως διότι ήθελε να ελέγχει την κατάσταση. Τη ζωή της. Επασχε και αυτή η γυναίκα από τη γνωστή, παγκόσμια αυταπάτη ότι μπορούμε να ελέγξουμε τις ζωές μας. Ακόμα και τις ζωές που δεν αποφασίσαμε εμείς οι ίδιοι.

Ετσι πορεύτηκε. Πιστή στους γονείς της και πιστή στον άνδρα της ώς το τέλος. Αφού αρρώστησε αυτός, τον στήριξε, πιστεύοντας ότι μπορεί να ελέγξει και αυτό: να τον φροντίζει μέχρι αυτός να κλείσει τα μάτια του και μετά να ζήσει δικαιωμένη το υπόλοιπο της ζωής της. Εκείνη όμως έφυγε πρώτη.

Σκαλίζοντας τα από χρόνια θαμμένα πράγματά της (επιστολές, ημερολόγια, σημειωματάρια, κάρτες, φωτογραφίες), οι δικοί της άνθρωποι γνώρισαν έναν άλλο άνθρωπο ξαφνικά. Μια άλλη γυναίκα, πιο ατίθαση, πιο ελεύθερη και, κυρίως, πιο ερωτευμένη.

Μέσα της δεκαετίας του ’60. Ζει στην Αθήνα με τους θείους της διότι οι γονείς της λείπουν μετανάστες στο εξωτερικό. Ερωτεύεται ένα παιδί με πάθος. Την ερωτεύεται και αυτός. Αρραβωνιάζονται και πολύ σύντομα έρχεται μια εγκυμοσύνη. Γνωρίζεται με τους γονείς του, μένει για λίγο καιρό σπίτι τους. Βιάζονται, τα θέλουν όλα. Και θέλουν να τα ζήσουν μαζί. Παρέα.

Αλλά το παιδί χάνεται προτού γεννηθεί. Επειτα, έρχεται κάποια κακή φήμη και σπιλώνει το αγόρι που ερωτεύτηκε. Αδικα το πιθανότερο. Ο πατέρας της την παίρνει από την Ελλάδα με συνοπτικές διαδικασίες. Λίγα χρόνια μετά την παντρεύει. Και αυτό ήταν.

Η άτυχη εκείνη εγκυμοσύνη εξήγησε στους δικούς της ανθρώπους γιατί δεν έγινε ποτέ μητέρα στα κατοπινά χρόνια: δεν μπορούσε πια. Αλλη μία απώλεια. Την οποία όμως ουδέποτε παρουσίασε προς τα έξω ως τέτοια. Απλώς έζησε.

Στην κηδεία της είδαν έναν άγνωστο ηλικιωμένο άνδρα να στέκει μόνος και απαρηγόρητος. «Πώς το έμαθε; Ποιος του το είπε; Είχαν επαφές όλα αυτά τα χρόνια;» Κανένας δεν θα μάθει. Οπως ήρθε έτσι και αποχώρησε από το κοιμητήριο χωρίς να δώσει καμία εξήγηση. Την αποχαιρέτισε και αυτό του έφτανε.

«Ολοι έχουμε ένα άλλο μισό που δεν φαίνεται», σχολιάζει ο κύριος Γκρι ακούγοντας την (αληθινή) ιστορία ενός ακόμη ανολοκλήρωτου έρωτα. «Κάποιοι δεν το αντέχουμε καν. Υποκρινόμαστε ότι δεν υπάρχει. Αλλοι το κρύβουμε, το φροντίζουμε. Αυτόν τον αθέατο εαυτό που ζει μια ζωή, μερικές φορές, πιο αληθινή από την πραγματική».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή