«Εκανε ποίηση ζωγραφίζοντας»

«Εκανε ποίηση ζωγραφίζοντας»

Η μεγάλη αναδρομική έκθεση για τον Νίκο Εγγονόπουλο αποκαλύπτει το μυστηριακό σύμπαν του

5' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 1938 ο Νίκος Εγγονόπουλος ήταν 31 ετών. Την προηγούμενη χρονιά είχε χάσει τον πατέρα του, που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Εκείνος όμως ήταν από χρόνια εγκατεστημένος στην Αθήνα, δημόσιος υπάλληλος, σχεδιαστής στην Τοπογραφική Υπηρεσία του υπουργείου Δημοσίων Εργων. Νωρίτερα, φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών, είχε βοηθήσει τον Φώτη Κόντογλου στις τοιχογραφίες του σπιτιού του μαζί με τον συμφοιτητή του, Γιάννη Τσαρούχη. Αλλά το 1938 ήταν η χρονιά του: Τον Ιανουάριο παρουσίασε για πρώτη φορά έργα του –τέμπερες σε χαρτί με τα παλιά σπίτια πόλεων της δυτικής Μακεδονίας– και τον Φεβρουάριο μεταφράσεις ποιημάτων του Τριστάν Τζαρά στο τεύχος «Υπερ(ρ)εαλισμός Α». Τον Ιούνιο τυπώθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή, «Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν», και σχεδίασε σκηνικά και κοστούμια για το έργο του Πλαύτου «Μέναιχμοι».

Η είσοδος του Νίκου Εγγονόπουλου στην αθηναϊκή πολιτιστική σκηνή θυμίζει έφοδο: Με πλήρες οπλοστάσιο –ζωγραφική και ποίηση– εισήλθε ορμητικά στο πεδίο, και το κατέλαβε. Ακολούθησαν φωνές χαράς αλλά και αντιδράσεις. «Σαν μιλάς, φοβεροί σεισμοί ρημάζουν το παν», έγραψε για τον Μπολιβάρ στο ομώνυμο δοξαστικό ποίημά του. Ο υπερρεαλισμός άλλωστε δεν υπήρξε ουδέποτε απλώς ένα καλλιτεχνικό στυλ. Ηταν ο τρόπος των καλλιτεχνών να αμφισβητήσουν την εξουσία και να φανταστούν έναν καινούργιο κόσμο μετατρέποντας την επιθυμία και το ασυνείδητο σε δύναμη ανατροπής.

«Εκανε ποίηση ζωγραφίζοντας»-1
«Ο Καβάφης», 1948. Συλλογή Ιδρύματος Ωνάση.

Τον επόμενο χρόνο, φθινόπωρο του ’39, σε μια Ελλάδα που ταυτόχρονα φρόντιζε τις ρίζες της κι άπλωνε τα κλαδιά της προς τον κόσμο, τυπώθηκε η συλλογή του «Κλειδοκύμβαλα της σιωπής», διοργανώθηκε η πρώτη του ατομική έκθεση ζωγραφικής, σχεδίασε τα κοστούμια για την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν και πήρε μέρος στην ομαδική έκθεση Ελλήνων καλλιτεχνών στη Νέα Υόρκη. Ακολούθησαν 45 χρόνια αδιάκοπης δραστηριότητας και δημιουργίας ως καλλιτέχνης και καθηγητής στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Το 1984 έκανε έκθεση με τέμπερες και ακουαρέλες στην γκαλερί Ζουμπουλάκη· ήταν μόλις ένα χρόνο πριν φύγει από τη ζωή.

Η μεγάλη αναδρομική έκθεση με τίτλο «Νίκος Εγγονόπουλος. Ο Ορφέας του Υπερρεαλισμού», την οποία το Iδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη προετοιμάζει αυτό τον καιρό, δεν μπορεί παρά να είναι πληθωρική σαν την προσωπικότητα του δημιουργού που τιμάει. «Είμαι πρώτα ζωγράφος και μετά ποιητής», είχε πει ο ίδιος σε μια συνέντευξή του το 1976. Το εικαστικό γεγονός που περιμένουμε τον Μάρτιο θα μας δώσει την ευκαιρία να απολαύσουμε 148 έργα –λάδια κυρίως, ακουαρέλες και σχέδια– δανεισμένα από ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές. «Είναι μια έκθεση πυκνής ανάγνωσης», λέει ο επιμελητής της, Τάκης Μαυρωτάς. «Χάρη στον πλούτο της θα μας επιτρέψει να αντικρίσουμε με νέο βλέμμα τον ιδιαίτερο εικαστικό κόσμο του Εγγονόπουλου, που ορίζεται από αλληγορίες, σύμβολα και μύθους. Αυτό το μυστηριακό σύμπαν εκφράζει τη δική του αλήθεια: έναν απέραντο κόσμο που αντανακλά το πάθος του για καθετί ωραίο, αλλά και την κριτική του στάση απέναντι στα μεγάλα λάθη. Ετσι, οι μνήμες από τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής έγιναν εικόνες και στίχοι με ενάργεια και συναισθηματική ένταση».

«Εκανε ποίηση ζωγραφίζοντας»-2
«Ολυμπία», 1970. Συλλογή Δ.Ν.Π.

Ο Νίκος Εγγονόπουλος υποστήριζε με πάθος ότι «η ζωγραφική γίνεται με χρώμα. Το σχέδιο είναι το σχήμα που παίρνει η χρωματική κηλίδα για να συμβάλει συνθετικά με τις άλλες κηλίδες στη νόμιμη αξιοποίηση της επίπεδης επιφάνειας του πίνακος. Σε μένα, οι αντιδράσεις, μπρος στα φαινόμενα της ζωής, εκδηλώνονται με χρωματικά σύνολα. Αυτά τα χρωματικά σύνολα προσπαθώ να εκφράσω στα έργα μου, ερμηνεύοντας τις χρωματικές κηλίδες, σύμφωνα, γιατί είμαι Ελλην, με τις μορφές τις οικείες, που με περιβάλλουν», έλεγε.

«Είναι μια έκθεση πυκνής ανάγνωσης, που θα μας επιτρέψει να αντικρίσουμε με νέο βλέμμα τον κόσμο του Εγγονόπουλου, που ορίζεται από αλληγορίες, σύμβολα και μύθους».

Το παραπάνω απόσπασμα εμπεριέχεται στο επιμελητικό κείμενο του καταλόγου της έκθεσης, το οποίο υπογράφει ο κ. Μαυρωτάς. Ο ίδιος σημειώνει για τον ζωγράφο: «Σπούδασε στην ΑΣΚΤ, με δασκάλους τους Κωνσταντίνο Παρθένη, Δημήτριο Μπισκίνη, Θωμά Θωμόπουλο και Γιάννη Κεφαλληνό και, μετά την αποφοίτησή του το 1938, δούλεψε κοντά στον Φώτη Κόντογλου και τον καθηγητή Αλέξανδρο Ξυγγόπουλο. Κατάφερε να έλθει σε άμεση επαφή με την παράδοση και την ουσία της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης. Πολλές φορές αναφέρθηκε με σεβασμό στους δασκάλους του, Κωνσταντίνο Παρθένη και Φώτη Κόντογλου, που τον μύησαν στις αξίες της μεγάλης τέχνης». Στον κατάλογο συνεισφέρει με ένα κείμενο και η καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης Κατερίνα Περπινιώτη-Αγκαζίρ, που γνωρίζει εις βάθος το έργο του Εγγονόπουλου. «Στο αγωνιώδες αίτημα που κορυφώθηκε στον μεσοπόλεμο για ανανέωση της ελληνικής τέχνης, αποκομμένης ώς τότε από τις συγκλονιστικές αλλαγές που είχαν ήδη επιτευχθεί από τις αρχές του αιώνα στη Δύση και τη διαμόρφωση μιας νέας δικής της φυσιογνωμίας, ο Εγγονόπουλος απάντησε αυθόρμητα, υιοθετώντας την ελευθερία στην παραδοξολογία που πρόσφερε η υπερρεαλιστική γραφή, για να κάνει μια διαχρονική, παραστατική αφήγηση των προσωπικών του ανησυχιών. Η απάντησή του είναι ανθρωποκεντρική και ελληνοκεντρική, με πηγές έμπνευσης την ελληνική μυθολογία, την επανάσταση του 1821 και το Βυζάντιο. Παρελθόν και παρόν γεφυρώνονται, θεοί και θνητοί εξισώνονται, Βαλκάνια και Δύση ευθυγραμμίζονται, φαντασιακό και πραγματικό ενώνονται», γράφει η ίδια.

«Αν με ρωτούσαν ποιος είναι για μένα ο απόλυτος υπερρεαλιστής, ξένος ή Ελληνας, αδίστακτα θα απαντούσα ο Νίκος Εγγονόπουλος. Εκανε τη λέξη ως ποιητής και την εικόνα ως ζωγράφος να υπακούσουν στη δική του σύνταξη και γραμματική και να συνθέτουν μια ιδιαίτερη στοχαστική και αισθητική πραγματικότητα. Αν πάλι με ρωτούσαν ποιον θεωρώ πιο σπουδαίο, τον Εγγονόπουλο ποιητή ή τον Εγγονόπουλο ζωγράφο, θα έλεγα ότι η ερώτηση είναι ανεδαφική. Ο Εγγονόπουλος κάνει ποίηση ζωγραφίζοντας και δημιουργεί εικαστική τέχνη με την ποίησή του». Ετσι ξεκινά το κείμενό της για τον ζωγράφο η επιφανής βυζαντινολόγος και πρύτανης της Σορβόννης Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, και η στοχαστική ματιά της πάνω στο έργο του εμπλουτίζει την έκδοση.

«Εκανε ποίηση ζωγραφίζοντας»-3
«Ο Μερκούριος Μπούας», 1971. Συλλογή Ιδρύματος Ωνάση.

«Μια πειθαρχία αλλιώτικη κατά τον Εγγονόπουλο είναι ο υπερρεαλισμός, που σου δίνει τη δύναμη να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα, την αληθινή δηλαδή ουσία και σημασία των πραγμάτων. Είναι η τάξη που κάνει ορατά τα μυστηριακά ακραία, διευρύνοντας  έτσι τον χώρο του ρεαλισμού. Αυτό υπηρέτησε ακούραστα ο Εγγονόπουλος ως ζωγράφος, ως ποιητής, ως δάσκαλος στο Πολυτεχνείο, ως ενδυματολόγος και σκηνογράφος, ως θεατράνθρωπος, δηλαδή λοιδορήθηκε πρώτα, πολυβραβεύθηκε ύστερα και από την πολιτεία. Αναγνωρίστηκε, τέλος, ως αυτός που σεβάστηκε την παράδοση, οφειλή ίσως αυτό στους δασκάλους του, Κόντογλου και Παρθένη. Εκανε σύγχρονη την ελληνική τέχνη, χωρίς τον περιρρέοντα επαρχιωτισμό, οφειλή ίσως αυτό στη γαλλική παιδεία του. Μεγάλος και διεθνής λοιπόν ο Ελληνας Εγγονόπουλος», καταλήγει.

«Εκανε ποίηση ζωγραφίζοντας»-4
«Nico hora ruit», 1939. Ιδιωτική συλλογή.

Η έκθεση στο Ιδρυμα Θεοχαράκη θα εγκαινιαστεί στις 9 Μαρτίου από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Ο κατάλογος της έκθεσης συμπεριλαμβάνει κείμενο του συγγραφέα και γ.γ. Προεδρίας της Δημοκρατίας Βασίλη Παπαδόπουλου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή