Ο φωτογράφος Γκίντιον Μέντελ στην «Κ»: Παρτιζάνος, με «όπλο» τον φακό

Ο φωτογράφος Γκίντιον Μέντελ στην «Κ»: Παρτιζάνος, με «όπλο» τον φακό

Ο βραβευμένος Βρετανός φωτογράφος Γκίντιον Μέντελ μιλάει στην «Κ» από την Εύβοια, όπου βρέθηκε για το Evia Film Project

5' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πιο συχνή ερώτηση που απευθύνουν στον Γκίντιον Μέντελ είναι «σε τι βαθμό τον επηρεάζει η δουλειά του συναισθηματικά». «Ποτέ δεν μπορεί να βρει μια εύκολη απάντηση», ομολογεί. «Ξέρετε κάτι;», αναρωτιέται και στρέφει το βλέμμα του προς τη θάλασσα. «Iσως είμαι κι εγώ ένας θεραπευτής τραυμάτων, όπως συμβαίνει και με άλλους φωτογράφους. Μοιάζει με τη δουλειά των γιατρών, των νοσηλευτών, των ψυχολόγων… Eχουν κάτι “σπασμένο” μέσα τους και θέλουν να θεραπεύσουν άλλους ανθρώπους για να θεραπεύσουν τον εαυτό τους».

Στην Αιδηψό, όπου βρισκόμαστε προσκεκλημένοι του Evia Film Project, το οποίο οργάνωσε πριν από λίγες μέρες για πρώτη χρονιά με επιτυχία το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τίποτα δεν θυμίζει τη μεγάλη καταστροφή από τις περυσινές πυρκαγιές. O διάσημος, πολυβραβευμένος, 63χρονος Βρετανός φωτογράφος ήταν στην Εύβοια τον Αύγουστο του ’21, τρεις εβδομάδες μετά τη φωτιά, για να αποτυπώσει αυτό που απέμεινε στη φύση και τις ζωές των κατοίκων. «Αισθάνθηκε ισχυρό δεσμό με τον τόπο», όπως λέει, επέστρεψε τον Φεβρουάριο του ’22 και τέσσερις μήνες αργότερα, τον Ιούνιο, στο Evia Film Project για ένα masterclass με τίτλο «Εύβοια, εν μέσω ενός κόσμου που φλέγεται», στην Αγία Aννα. Μαζί του η συνεργάτις του, δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστρια, Ανδριάνα Θεοχάρη.

Τα έργα του έχουν την ταυτότητα του δημιουργού και τη σφραγίδα της καταστροφής. Οι ενότητες Drowning World (για τις πλημμύρες) και Burning World (για τις φωτιές) κόβουν την ανάσα και μαγνητίζουν το βλέμμα.

Σε όποιο σημείο του πλανήτη συμβαίνει μια μεγάλη φυσική καταστροφή, ο Γκίντιον Μέντελ θα βρεθεί στην περιοχή, εβδομάδες αργότερα, για να «δει» την αντανάκλαση του τοπίου στα βλέμματα των ανθρώπων. Αμερικανοί, Ινδοί, Νιγηριανοί, Βραζιλιάνοι, Γερμανοί βυθισμένοι στο νερό, μέσα ή έξω από τα σπίτια τους, κοιτούν τον φακό του φωτογράφου. Το ίδιο και στα καμένα της Εύβοιας. Στέκουν μπροστά από ό,τι αποτελούσε την περιουσία τους.

Τον ρωτώ ποιες εικόνες ξεχωρίζει από την εδώ δουλειά του και μου αναφέρει «ίσως την Αρετή και τον Κώστα (σ.σ. που δημοσιεύουμε), ένα αξιαγάπητο ζευγάρι νέων ανθρώπων που μετακόμισαν από την Αθήνα στην Εύβοια για να αναλάβουν τη διαχείριση του δασικού χωριού και τους ελαιώνες». Επιμένει στην ελιά «Νύμφη», ένα δέντρο ηλικίας 2.500 ετών που κάηκε στις Ροβιές. «Θεώρησα πως πρόκειται για ένα τεράστιο πλήγμα στην κληρονομιά της ανθρωπότητας και είχα μείνει άφωνος από την περίπλοκη μορφή που είχε πάρει το κατεστραμμένο δέντρο. Εκείνος ο καμένος ελαιώνας έμοιαζε με ερημονήσι που κατοικούνταν μονάχα από τραγικές φιγούρες γλυπτών».

Ο φωτογράφος Γκίντιον Μέντελ στην «Κ»: Παρτιζάνος, με «όπλο» τον φακό-1
O Γκίντιον Μέντελ βρέθηκε στην Εύβοια τον Αύγουστο του ’21, τρεις εβδομάδες μετά τη φωτιά, για να αποτυπώσει την καταστροφή. 

Το αισθητικό αποτέλεσμα

Ενα από τα άβολα, αναπάντητα ερωτήματα που με απασχολούν: πώς κάνω τέχνη και ζω από αυτήν, μέσα από την καταστροφή;

Φωτογραφίες έργα τέχνης, με θέμα μεγάλες καταστροφές. Αντιφατικό; «Εάν θέλεις να προσελκύσεις την προσοχή του θεατή, το αισθητικό αποτέλεσμα είναι αναγκαίο για να “δεσμεύσεις” το βλέμμα του. Είναι βέβαια ένα από τα άβολα, αναπάντητα, ερωτήματα που με απασχολούν: πώς κάνω τέχνη και ζω από αυτήν, μέσα από την καταστροφή;».

Μπορεί να μετρήσει την επίδραση που έχει μια φωτογραφία του στις ζωές των ανθρώπων ή στις πολιτικές αποφάσεις; Ο Γκίντιον Μέντελ «διαμαρτύρεται» ότι του κάνω δύσκολες ερωτήσεις! Χαμογελάει, προσπαθεί να αγνοήσει τους θορύβους από τον δρόμο, αλλά και από τη θάλασσα (κάποια βάρκα με μηχανή περνάει αργά και βασανιστικά), στο ειδυλλιακό κατά τα άλλα καφέ που καθόμαστε και ξετυλίγει το νήμα των σκέψεών του: «Με ενδιέφερε να επικεντρώνομαι σε κοινωνικά ζητήματα που αντιμετώπιζε η γενιά μου. Υπάρχουν στιγμές, μόνο στιγμές –κι αυτό είναι ένα τεράστιο προνόμιο– που η δουλειά σου μπορεί να έχει επιρροή. Oπως στην πρώτη περίοδο που φωτογράφιζα σε θαλάμους ασθενείς του AIDS. Ή ακόμη πιο παλιά στη Ν. Αφρική (σ.σ. έχει γεννηθεί στο Γιοχάνεσμπουργκ το 1959), όταν φωτογράφιζα τη σκληρότητα του απαρτχάιντ. Πολλές από τις φωτογραφίες μου, του 21ου αιώνα, που αφορούν την κλιματική αλλαγή έχουν γίνει πινακίδες. Για στιγμές, πίστευα ότι και η δική μου “φωνή” ήταν μέρος πολλών διαφορετικών φωνών που σχημάτιζαν ένα κύμα».

«Είστε μόνος όταν δουλεύετε;», ρωτώ. «Σπανιότατα, γιατί χρειάζομαι υποστήριξη. Πάντα υπάρχει επίσης κάποιος ντόπιος για να βοηθάει στις επαφές με τους ανθρώπους της κάθε χώρας. Και σε αυτό, στις ικανότητες των ανά τον κόσμο συνεργατών μου, έχω υπάρξει τυχερός. Eνα μεγάλο μέρος της δουλειάς μου είναι αυτό που αποκαλώ “συναισθηματική εργασία”, ο τρόπος να επαναφέρεις τους ανθρώπους στην περιοχή του τραύματός τους. Πρέπει να χειρίζεσαι ανθρώπους με μεγάλη προσοχή, να “διαβάζεις” την εμπλοκή και τη σύνδεση, που είναι εντελώς διαφορετική στον καθένα. Η Ανδριάνα (Θεοχάρη) αφιέρωσε πολύ χρόνο για να μιλήσει με τους κατοίκους της Εύβοιας. Το ενδιαφέρον για μένα είναι η ανάγκη που έχουν για να πουν την ιστορία τους, δεν σταματούσαν να μιλούν. Πιστεύω ότι στα προγράμματα αποκατάστασης πληγεισών περιοχών θα έπρεπε να προβλεφθούν χρήματα και για ψυχοθεραπευτές ως μέλη των ομάδων».

Από τους φωτογραφιζόμενους ο Μέντελ ζητάει απλώς να μείνουν ακίνητοι. Είτε βρίσκεται σε μια καλύβα στο Μπαγκλαντές είτε σε ένα εντυπωσιακό σε μέγεθος σπίτι στο Τέξας, η πλημμύρα ενοποιεί τη φύση του βλέμματος. Σύγχυση; Παθητικότητα; Αν και η στιγμή για τον καθένα είναι διαφορετική, η τρωτότητα που προκαλεί το γεγονός είναι κάτι κοινό και πολύ «σπλαχνικό». «Το δύσκολο είναι να βρεθείς στην πληγείσα περιοχή. Aπαξ και βρεθείς θα συναντήσεις το πρόσωπο που θες για να δημιουργήσεις το πορτρέτο. Η πλημμύρα και η φωτιά είναι όψεις της ίδιας κλιματικής, σφοδρής αλλαγής», επισημαίνει.

«Τι είναι χειρότερο από τα δύο», του ζητάω να μου περιγράψει. «Eχω συναντήσει ανθρώπους που τα σπίτια τους πλημμύρισαν να φθονούν σχεδόν εκείνους που τα έχασαν από τη φωτιά, γιατί φωτιά σημαίνει απόλυτη καταστροφή. Πρέπει να ξεκινήσεις από το μηδέν. Oταν το σπίτι πλημμυρίσει είναι τραυματικό, υπάρχει μια ολόκληρη διαδικασία, η μυρωδιά είναι τρομερή, η ζημιά μεγάλη, η τριβή με τις ασφαλιστικές εταιρείες διαρκής. Είναι εκτός από τραγική και σουρεαλιστική εμπειρία, σχεδόν εκστατική, όταν πρέπει να περπατάς στο νερό μέσα στο σπίτι σου. Oταν όμως το νερό αποσυρθεί αρχίζει ο εφιάλτης: η μούχλα, η οσμή, οι τοίχοι που καταρρέουν…».

Η κουβέντα μας, που ξεκίνησε με την προοπτική να κρατήσει μισή ώρα και ξεπέρασε τη μία, έκανε πολλές διαδρομές, διέσχισε και την οικογενειακή ιστορία του: οι γονείς του ήταν Γερμανοεβραίοι, που διέφυγαν στη Ν. Αφρική – έχασαν πολλούς συγγενείς στο Ολοκαύτωμα.

Λίγο πριν αποχαιρετιστούμε τον ρωτώ αν η δουλειά του τον έκανε περισσότερο κυνικό ή ευαίσθητο. «Νομίζω ότι έγινα περισσότερο ακτιβιστής», απαντάει. «Δεν θεωρώ τον εαυτό μου αντικειμενικό παρατηρητή – δημοσιογράφο. Είμαι παρτιζάνος. Ολοι θέλουμε να μας θεωρούν “ανήσυχους” φωτογράφους. Πόσοι δηλώνουν ότι “ασχολούνται με κοινωνικά θέματα” ή ότι “θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο”. Ανοησίες. Υπάρχει πολύς ναρκισσισμός μασκαρεμένος σε καλές προθέσεις. Η δουλειά μου δημοσιεύεται σε εφημερίδες και περιοδικά, εκτίθεται σε γκαλερί και μουσεία, αλλά νιώθω πιο υπερήφανος όταν επιδεικνύεται σε διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις. Οταν βλέπω εκεί τις φωτογραφίες μου, είναι για μένα η μεγαλύτερη καταξίωση».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή