Μια λίστα που απογοήτευσε

Ανακοινώθηκαν πρόσφατα οι βραχείες λίστες των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων για τα βιβλία που εκδόθηκαν το 2021. Η λίστα για την ποίηση εξέπληξε, καθώς ήταν ιδιαίτερα μικρή, περιλαμβάνοντας μόλις 4 βιβλία (ενώ πέρυσι ήταν 8, πρόπερσι 9 και την αμέσως προηγούμενη χρονιά 8)

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανακοινώθηκαν πρόσφατα οι βραχείες λίστες των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων για τα βιβλία που εκδόθηκαν το 2021. Η λίστα για την ποίηση εξέπληξε, καθώς ήταν ιδιαίτερα μικρή, περιλαμβάνοντας μόλις 4 βιβλία (ενώ πέρυσι ήταν 8, πρόπερσι 9 και την αμέσως προηγούμενη χρονιά 8). Είναι ίσως η μικρότερη λίστα που μπορώ να θυμηθώ. Για το μυθιστόρημα ο αντίστοιχος αριθμός είναι φέτος 5, ενώ πέρυσι ήταν 7, για το διήγημα-νουβέλα 6 ενώ πέρυσι ήταν 9, για το δοκίμιο 5 ενώ πέρσι ήταν 6 και επίσης 5 για το μεικτό είδος μαρτυρία-βιογραφία κ.λπ., ενώ πέρυσι ήταν 7. Δεν ανακοινώθηκε βραχεία λίστα για βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα (πέρυσι η αντίστοιχη λίστα αριθμούσε 6 υποψήφια έργα). Αν πιστέψουμε τις λίστες αυτές, η σοδειά του 2021 ήταν φτωχή για τη λογοτεχνία και την κριτική και μάλλον κακή για την ποίηση. Δεν συμμερίζομαι αυτή την εκτίμηση. Ας ορίσουμε το πεδίο της σχετικής συζήτησης με ορισμένες παραδοχές.

Παραδοχή πρώτη: Τα λογοτεχνικά βραβεία μάς λένε περισσότερα για την κοινωνία και τους θεσμούς που τα απονέμουν, παρά για το έργο και την/τον εκάστοτε συγγραφέα που βραβεύεται. Δεν μας λένε σε καμία περίπτωση ποιοι είναι οι καλύτεροι, μας λένε όμως ποιον επιλέγει η βραβεύουσα επιτροπή, ως κορυφή μιας ειδικού σκοπού πυραμίδας περί τη λογοτεχνία, να ξεχωρίσει και να δείξει στους υπολοίπους. Στο μεν αναγνωστικό κοινό για να πει «διαβάστε την/τον», στους δε συγγραφείς για να πει «γράψτε έτσι».

Παραδοχή δεύτερη: Κρίνοντες και βραβεύοντες πρέπει να διατηρούν ελεύθερη τη σκέψη και το γούστο. Γι’ αυτό, όταν πρόκειται για βραβεία των οποίων προηγήθηκαν «βραχείες λίστες», δεν θα κρίνουμε την τελική βράβευση. Θα κρίνουμε τις λίστες, το τεκμήριο δηλαδή ότι οι επιτροπές έκαναν τη δουλειά τους διακρίνοντας με επάρκεια, ξεσκαρτάροντας την εργασία βάθους από τον εντυπωσιασμό. Oταν συγκροτείται μια ευρέως αποδεκτή λίστα, η τελική βράβευση κερδίζει σε κύρος.

Τόσο φτωχή ήταν η σοδειά του 2021 για τη λογοτεχνία, την κριτική, την ποίηση;

Παραδοχή τρίτη: Δεν κρύβεται καμιά συνωμοσία και κανένα συμφέρον πίσω από τις βραβεύσεις. Το πόσο «άκυρες» είναι τέτοιες καφενειακά διακινούμενες δημοφιλείς θεωρίες φαίνεται αν παραθέσουμε μερικά πραγματικά δεδομένα. Ποιος πήρε το πρώτο βραβείο ποίησης το 1957; Ο Γιάννης Ρίτσος. Ποιος το 1958; Ο Νίκος Εγγονόπουλος. Ποιος το 1960; Ο Οδυσσέας Ελύτης. Το 1974; Η Ζωή Καρέλλη. Το 1980; Ο Τάσος Λειβαδίτης. Το 1986; Ο Μανώλης Αναγνωστάκης. Το 1991; Η Ελένη Βακαλό. Το 1997; Ο Βύρων Λεοντάρης. Σταματάω εδώ. Σημειώνω ότι συμμετείχα η ίδια δις στην επιτροπή βραβείων του περιοδικού «Ο Αναγνώστης»· είμαι σε θέση να βεβαιώσω ότι καταβάλλεται μεγάλος κόπος, η προσπάθεια είναι σοβαρή, ίντριγκα δεν υφίσταται. Υπάρχουν γούστα και εμμονές. Αλλά ώς εκεί.

Παραδοχή τέταρτη: Η ποίηση δεν είναι κάτι αόριστο, νεφελώδες. Μπορούμε να την κρίνουμε όπως κάθε τέχνη, εφόσον όμως τη γνωρίζουμε καλά. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε με σχετική βεβαιότητα πότε πρόκειται για σοβαρή δουλειά, έστω κι αν αυτή δεν είναι του γούστου μας. Oποιος αδυνατεί να διακρίνει τον σοβαρό ποιητή, ακόμη κι αν εν τέλει προτιμά κάποιον άλλον, απλώς δεν γνωρίζει το αντικείμενο.

Τούτων δοθέντων, εκπλήσσομαι φέτος δυσάρεστα. Γιατί τόσο προκλητικά λίγα τα υποψήφια βιβλία; Χωρίς δισταγμό ανακαλώ τίτλους και δημιουργούς που, κάποιοι τουλάχιστον, αν όχι όλοι, αυτονόητα θα έπρεπε να συμπεριληφθούν. Στοιχηματίζω δε ότι με όλους τους φατριασμούς και τις εντάσεις που μαστίζουν την ποιητική πιάτσα, οι περισσότερες/οι θα συμφωνούσαν μαζί μου ότι οι Αλέξιος Μάινας, Θωμάς Τσαλαπάτης και Αλέκος Λούντζης κατέθεσαν τεχνικά και νοηματικά άρτιες ποιητικές συνθέσεις. Ιδίως όμως εκπλήσσομαι για την περίπτωση της Δήμητρας Κωτούλα, της πιο ολοκληρωμένης, κατά τη γνώμη μου, ποιήτριας της γενιάς της, που αποκλείστηκε θεαματικά· και για τον πρόωρα χαμένο Δημήτρη Ελευθεράκη, που το 2021 μας έδωσε –μετά θάνατον– ένα ακόμη μεστό βιβλίο. Oλα τα παραπάνω αναγνωρίστηκαν πολλαπλώς από την κριτική. Πρόκειται δε σε όλες τις περιπτώσεις για πραγματικούς εργάτες του λόγου, με συστηματικό ποιητικό, κριτικό και μεταφραστικό έργο. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων δηλώνω ότι έχω θετική γνώμη και για τα τέσσερα βιβλία που συμπεριλήφθηκαν στη βραχεία λίστα. Για δύο από αυτά την έχω διατυπώσει στην αντίστοιχη στήλη της ανά χείρας εφημερίδας. Προσπαθώ να μπω στη λογική της επιτροπής. Φοβάμαι το επιχείρημα που νομίζω ότι διακρίνω: υπάρχουν, θα υποστήριζαν ενδεχομένως, ποιήτριες/ές όπως αυτοί που συμπληρωματικά προτείνω, που γράφουν «δύσκολα». Χρειάζεται εκπαίδευση και κόπος για να γίνουν κατανοητοί, ανταπαντώ. Και ας μου υποδειχθεί ποιος σημαντικός ποιητής δεν το απαιτεί. Ας αναλογιστούμε πόσο επικίνδυνο και ολισθηρό θα ήταν ένα μονοπάτι, και μάλιστα κρατικό (!), που θα οδηγούσε, όχι απλώς στη βράβευση του εύπεπτου αλλά και στον παράλληλο πλήρη αποκλεισμό του πιο απαιτητικού. Μήπως καμουφλάρουμε απλώς την αντιπάθειά μας για την όπερα κρίνοντάς την με το κριτήριο του ρεμπέτικου; Αδικούμε την όπερα και φορτώνουμε από πάνω το ρεμπέτικο με άδικη ενοχή.

Hδη άνθρωποι που ο λόγος τους μετράει τοποθετούνται δημόσια με δριμύτητα εναντίον της συγκεκριμένης λίστας, παραδείγματος χάριν ο Αλέξης Ζήρας στον «Αναγνώστη». Στ’ αυτιά μου φτάνουν και πληροφορίες ότι ασκούνται πιέσεις σε κάποιους από τους τέσσερις διακριθέντες να παραιτηθούν. Το κύρος του βραβείου έχει δυστυχώς τρωθεί και ήδη την πληρώνει αυτή/ός που εντέλει θα βραβευθεί. Τέτοιοι κλυδωνισμοί καλύτερα να μας έλειπαν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή