Χριστουγεννιάτικος «Μεσσίας» κατώτερος των προσδοκιών

Χριστουγεννιάτικος «Μεσσίας» κατώτερος των προσδοκιών

Τον «Μεσσία» του Χέντελ, ένα από τα πιο αγαπητά ορατόρια του ρεπερτορίου, επέλεξε η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών για τη χριστουγεννιάτικη συναυλία της, στις 16 Δεκεμβρίου, στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης»

2' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον «Μεσσία» του Χέντελ, ένα από τα πιο αγαπητά ορατόρια του ρεπερτορίου, επέλεξε η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών για τη χριστουγεννιάτικη συναυλία της, στις 16 Δεκεμβρίου, στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης». Για την περίσταση προσκάλεσε τον Σκωτσέζο Κρίστιαν Κέρνιν, αρχιμουσικό γνωστό για τις επιδόσεις του στο μπαρόκ και πιο συγκεκριμένα για τις ερμηνείες του σε έργα του Χέντελ. Οσοι παρακολουθούν τη δισκογραφία, ίσως γνωρίζουν ηχογραφήσεις του σε έργα όπως «Αλκηστις», «Αμαδις της Γαλατίας», «Ξέρξης», «Φλάβιος» και «Σεμέλη», οι οποίες έχουν τιμηθεί με διακρίσεις.

Ο Χέντελ συνέθεσε τον «Μεσσία» για περιορισμένες μουσικές δυνάμεις και μικρή χορωδία, αφήνοντας εναλλακτικές εκδοχές για αρκετά μέρη του ορατορίου. Από το 1742, που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Δουβλίνο, έως σήμερα, αρκετοί επιχείρησαν να προσαρμόσουν το έργο στα εκάστοτε διαθέσιμα μουσικά σύνολα. Διασημότερος ανάμεσά τους παραμένει ο Μότσαρτ, ο οποίος ενορχήστρωσε εκ νέου μεγάλο μέρος της μουσικής, προσθέτοντας κυρίως πνευστά, με αφορμή την παρουσίαση του «Μεσσία» στη Βιέννη, σε γερμανικό κείμενο, αντί του πρωτότυπου αγγλικού. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα οι μουσικές και φωνητικές δυνάμεις με τις οποίες παρουσιαζόταν ο «Μεσσίας» ειδικά σε ΗΠΑ και Βρετανία μεγεθύνθηκαν πέρα από κάθε όριο. Το 1857 αναφέρεται ερμηνεία στο Λονδίνο με ορχήστρα αποτελούμενη από πεντακόσιους μουσικούς και χορωδία που αριθμούσε 2.000 άτομα. Στον 20ό αιώνα, σταδιακά ακόμη και οι Αγγλοσάξονες αντελήφθησαν ότι μεγαλύτερη πιστότητα στις προθέσεις του δημιουργού θα ωφελούσε τη μουσική και το έργο συνολικά. Το κίνημα επιστροφής σε όργανα εποχής και σε ιστορικά ενημερωμένες ερμηνείες έδωσε καρπούς.

Από τη μουσική διεύθυνση του Κρίστιαν Κέρνιν έλειπαν οι εντάσεις και οι κρίσιμοι τονισμοί.

Στην Αθήνα, ο Κέρνιν απέδωσε τη μουσική με μουσικό σύνολο μεσαίου μεγέθους και σύγχρονα όργανα, αλλά με μουσικούς χωρίς μεγάλη εξοικείωση με το μπαρόκ, παρότι ορισμένοι, κυρίως από τα πνευστά, έχουν ασχοληθεί σοβαρά με το είδος και με όργανα εποχής. Συμμετείχε επίσης σημαντικός αριθμός τραγουδιστών από τις χορωδίες της ΕΡΤ και του Δήμου Αθηναίων. Το αποτέλεσμα δεν ήταν το προσδοκώμενο. Από την ερμηνεία του Κέρνιν απουσίαζαν οι απαραίτητες διαφοροποιήσεις. Ελειπαν οι εντάσεις και οι κρίσιμοι τονισμοί, οι οποίοι θα προσέθεταν χαρακτήρα στην ανάγνωση, ώστε να αναδειχδεί με σαφήνεια το μεγαλόπρεπο στοιχείο, το λυρικό, το ηρωικό, ακόμη και η οπερατική θεατρικότητα, όπου αυτή απαιτείται.

Τα προβλήματα με τη χορωδία ίσως πρέπει να αποδοθούν σε ανεπαρκείς δοκιμές. Ο ελλιπής συντονισμός, αλλά και η περιορισμένη άρθρωση του μουσικού όπως και του ποιητικού κειμένου, ήταν διαρκής ιδίως στα ζωηρά μέρη. Η ανομοιογένεια του κουαρτέτου των μονωδών (Νίνα Κουφοχρήστου, Χρυσάνθη Σπιτάδη, Αλέξανδρος Τσιλογιάννης, Σάιμον Ρόμπινσον) δημιούργησε πρόσθετα προβλήματα, παρότι ορισμένες από τις ωραιότερες στιγμές προσέφερε η Νίνα Κουφοχρήστου, με καθαρή φωνή, καλλιεργημένο τραγούδι και ευγένεια έκφρασης. Θετική ήταν επίσης η σολιστική συνεισφορά μεμονωμένων μουσικών, όπως ο Αστέριος Πούφτης (τσέλο) και ο Γιάννης Καραμπέτσος (τρομπέτα), οι οποίοι συνεργάστηκαν πολύ καλά με τους μονωδούς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή