«Αθήνα, ο τόπος της τραγωδίας σήμερα»

«Αθήνα, ο τόπος της τραγωδίας σήμερα»

Το πολιτικό μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη «Η Ακρα Ταπείνωση» σκηνοθετεί ο Παντελής Φλατσούσης στο θέατρο Θησείον

6' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε μια θεατρική περίοδο που η ελληνική δραματουργία βρίσκει ιδιαίτερη ανταπόκριση στο κοινό, ο Παντελής Φλατσούσης διάλεξε να μεταφέρει στη σκηνή, στο θέατρο Θησείον, το πολιτικό μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη «Η Ακρα Ταπείνωση». Το έργο εστιάζει στο δεύτερο μνημόνιο, που ψηφίστηκε σαν σήμερα, στις 12 Φεβρουαρίου του 2012, καθώς και σε όλα όσα ακολούθησαν εκείνο το βράδυ μετατρέποντας την Αθήνα σε πεδίο μάχης. Από την Καπνικαρέα, την Κολοκοτρώνη, την Κοραή, το Σύνταγμα, τα στενά στην Πλάκα, τους ειρηνικούς διαδηλωτές και τους μπαχαλάκηδες, τα επεισόδια, τα οδοφράγματα, τις καταστροφές, τους καμένους κινηματογράφους της Σταδίου…

«Χρησιμοποιήσαμε ως όχημα το μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη για να μιλήσουμε για εκείνη την περίοδο. Οχι τόσο για τα ίδια τα γεγονότα του 2012 και τα γεγονότα της κρίσης, αλλά ως αφορμή για να δούμε πού βρίσκεται η ελληνική κοινωνία σήμερα. Πώς διαχειρίστηκε το τραύμα», λέει στην «Κ» ο Παντελής Φλατσούσης (Βραβείο σε Νέο Καλλιτέχνη του Θεάτρου από την Ενωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, 2022).

Η «Ακρα Ταπείνωση» (εκδ. Καστανιώτη) κυκλοφόρησε το 2015, αλλά ο Π. Φλατσούσης διάβασε το βιβλίο στη διάρκεια της πανδημίας και, όπως λέει, τώρα βρισκόμαστε σε μια χρονική στιγμή που οι κρίσεις διαδέχονται η μια την άλλη. Τότε ήταν η οικονομική και ακολούθησαν η προσφυγική, η υγειονομική, η πανδημική, η κλιματική και η γεωπολιτική. «Ζούμε σε πυκνούς ιστορικούς χρόνους, σίγουρα ενδιαφέροντες για τον ιστορικό του μέλλοντος. Η τέχνη γενικότερα (θέατρο, σινεμά, λογοτεχνία) δεν αντιμετώπισε καλλιτεχνικά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Ημασταν πολύ κοντά, αλλά κάπως πρέπει να μιλήσεις γι’ αυτά τα γεγονότα. Διαβάζοντας το βιβλίο είδα ότι είναι ένα πολύ καλό λογοτεχνικό όχημα για να μεταφερθεί στο θέατρο. Ασχολείται με το θέμα της οικονομικής κρίσης δίνοντας ένα άλλο βάθος. Γιατί αν μιλήσεις πολύ κοντά στα τεκταινόμενα, ενδέχεται να μιλήσει το θυμικό για το πώς αισθανόμασταν τότε. Υπήρχε έντονη αίσθηση ότι ήμασταν τα θύματα. Ομως, δεν ήταν το θέμα ποιος φταίει. Μια σειρά γεγονότων διαμορφώνουν μια ιστορική συγκυρία».

Το έργο εστιάζει στο δεύτερο μνημόνιο, που ψηφίστηκε στις 12 Φεβρουαρίου του 2012, καθώς και σε όλα όσα ακολούθησαν εκείνο το βράδυ.

Τα σύγχρονα κοινωνικά συμβάντα τον ενδιαφέρουν πολύ, ως οχήματα όπως παρατηρεί ο σκηνοθέτης, όχι όμως για να μείνει σε αυτά. Αυτό διατρέχει το βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη και την παράστασή του, «γιατί μπορούμε να κάνουμε αναγωγές από το παρόν σε πολύ πιο μεγάλα ζητήματα και μακρές ιστορικές περιόδους. Επίσης, αυτόματα βλέπουμε και ιστορίες ανθρώπων σε ιστορικές συγκυρίες. Κάπως έτσι επιχειρούμε να συνομιλήσουμε με πολύ πιο μεγάλα ζητήματα που θέτουν οι αρχαίες τραγωδίες. Το μυθιστόρημα έχει μια φοβερή φράση που κρατήσαμε και στην παράσταση, “η Αθήνα σήμερα είναι ο τόπος της τραγωδίας”, εννοώντας το 2012, με την έννοια της πόλεως, της Δημοκρατίας, των ανθρώπινων πεπρωμένων, των συγκυριών. Αυτά επιχειρούμε να φωτίσουμε και να δούμε μέσα στις δικές μας ζωές».

Ο ίδιος, εκείνο το βράδυ της 12ης Φεβρουαρίου του 2012, ήταν 26 χρόνων. Τι θυμάται; «Ηταν το βράδυ που ψηφίστηκε το δεύτερο μνημόνιο και ακολούθησε η μεγάλη διαδήλωση που κατέληξε στο να καούν πολλά κομμάτια της Αθήνας. Μεταξύ αυτών, ο “Απόλλων” και το “Αττικόν”, ανοιχτές πληγές ακόμη στο αστικό οικιστικό απόθεμα της πόλης. Ηταν μια ζοφερή περίοδος. Είχα έντονη αγωνία. Μόλις είχα τελειώσει τη δραματική σχολή και ένιωθα ότι δεν έχω μέλλον. Αναρωτιόμουν “πώς θα ζήσω;”. Δεν καταλάβαινα καλά τι συνέβαινε. Εκείνα τα χρόνια διαμορφώναμε το οπλοστάσιο της αντίδρασής μας».

Τι κράτησε από το μυθιστόρημα στο κείμενο που έγραψε (και η ομάδα) για την παράσταση, σε δραματουργία της Παναγιώτας Κωνσταντινάκου; «Η θεατρική αφήγηση είναι πιο συμπυκνωμένη. Αναγκαστικά πετάξαμε αρκετά και έγιναν προσθήκες. Το έργο της Ρέας Γαλανάκη έχει πολλά πρόσωπα, με πρωταγωνιστικά αυτά της γενιάς του Πολυτεχνείου. Εμείς επιχειρούμε να αφηγηθούμε την ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας και τη σύγκρουση των γενεών, της γενιάς του Πολυτεχνείου και της δικής μου γενιάς, για την οποία μπορούμε να θέσουμε το ερώτημα: η γενιά ποιου συμβάντος είναι;».

Δύο ηλικιωμένες γυναίκες το σκάνε από τον ξενώνα που μένουν για να πάνε στη μεγάλη διαδήλωση και βρίσκονται στα επεισόδια που ακολούθησαν εκείνη τη νύχτα. Ανήκουν σε μια γενιά που έζησε με μεγαλύτερη ασφάλεια και τώρα βιώνουν μεγάλη ανασφάλεια, που από δω και πέρα θα γίνει ο κανόνας της ζωής τους, των συνομήλικων, γηραιότερων ή νεότερών τους. «Σήμερα», λέει ο Π. Φλατσούσης, «αυτό έγινε κανόνας των ζωών όλων μας. Βιώνουμε μια οδύσσεια πιο κοντά στον “Οδυσσέα” του Τζέιμς Τζόις παρά στην “Οδύσσεια” του Ομήρου. Αυτό το αφήγημα επιχειρούμε να προσεγγίσουμε εστιάζοντας στη δική μου γενιά. Και το χρησιμοποιούμε για την αναζήτηση ταυτότητας μιας ολόκληρης εποχής. Το 1978 οι άνθρωποι καταλάβαιναν ποια ήταν η ιστορική συγκυρία, αλλά σήμερα; Το θέατρο θέτει ερωτήματα και προσπαθεί να κινήσει έναν νέο διάλογο».

«Αθήνα, ο τόπος της τραγωδίας σήμερα»-1
«Η γενιά των σημερινών 20-25άρηδων μεγάλωσε σε ανασφάλεια και βιώνει την επαγγελματική αβεβαιότητα». [KAROL JAREK]

«Αθήνα, ο τόπος της τραγωδίας σήμερα»-2
Στην παράσταση πρωταγωνιστούν οι: Βαγγέλης Αμπατζής, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Λάμπρος Γραμματικός και Μαριάμ Ρουχάτζε. Φωτ. KAROL JAREK

«Αθήνα, ο τόπος της τραγωδίας σήμερα»-3
Δήμητρα Βλαγκοπούλου Φωτ. KAROL JAREK

«Αθήνα, ο τόπος της τραγωδίας σήμερα»-4
Μαριάμ Ρουχάτζε Φωτ. KAROL JAREK

«Μόνο νέες εμπειρίες μπορούν να θέσουν νέα ερωτήματα»

Εντεκα χρόνια μετά, δεν ξέρει αν μήτρα των κρίσεων που ακολούθησαν ήταν εκείνη η κρίση. «Μη βλέπουμε την ελληνική συγκυρία απομονωμένη. Ζούμε σε παγκοσμιοποιημένη εποχή και όλα είναι ένα ντόμινο εξελίξεων». Ο ίδιος τότε έκανε τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα. «Δεν έζησα άλλο εργασιακό παράδειγμα. Κάποιοι, λίγο μεγαλύτεροι από μένα, λένε “μέχρι τότε ζούσαμε ασφαλείς” ή “αμειβόμαστε καλύτερα”. Οσοι αρχίσαμε να δουλεύουμε μετά το 2010, δεν το βιώσαμε. Αντίθετα, ζήσαμε την εποχή που έπρεπε να κάνουμε πολλές δουλειές για να επιβιώσουμε, αλλά η διαφορά μας από τη νεότερη γενιά που ακολούθησε είναι ότι εμείς μεγαλώσαμε ως παιδιά μέσα στην ασφάλεια. Η γενιά των σημερινών 20-25άρηδων μεγάλωσε σε ανασφάλεια και βιώνει την επαγγελματική αβεβαιότητα. Χαίρομαι γιατί είναι πιο διεκδικητικοί σε ζητήματα που εμείς δεν ήμασταν. Μας συνέλαβαν εξαπίνης».

Είδαμε πώς διεκδίκησαν την αναβάθμιση της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης, πώς συσπειρώθηκαν δύο χρόνια πριν, καταγγέλλοντας κακοποιητικές συμπεριφορές κ.λπ. «Ναι, ζητήματα αυτονόητα που μέσα στην κρίση αναρωτιόμασταν πώς να τα βελτιώσουμε, π.χ. την καλλιτεχνική παιδεία, και να πάμε παρακάτω. Μπράβο σε αυτή τη γενιά που διεκδικεί πράγματα τα οποία η δική μου γενιά ίσως να τα δεχόταν. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ο σύγχρονος πολιτισμός δεν αποτελεί μέρος της νεοελληνικής ταυτότητας».

Πώς βλέπει τον πληθωρισμό παραστάσεων και ομάδων; «Αμφίθυμα», απαντά ο Π. Φλατσούσης και προσθέτει: «Δεν μπορείς να περιορίσεις την ανθρώπινη ανάγκη. Επιπλέον, η στροφή τόσο πολλών στην τέχνη κοινωνιολογικά κάτι φανερώνει. Τον επαναπροσδιορισμό των κριτηρίων, αλλά και την έλλειψη δυνατότητας επιτυχίας σε άλλους επαγγελματικούς τομείς. Στα 17 μου, έλεγαν “πού πας να γίνεις καλλιτέχνης, θα πεινάσεις”. Είχαν ένα στέρεο έδαφος αυτά τα επιχειρήματα. Θα έλεγε κάποιος “γίνε δικηγόρος”. Σήμερα στα 37 μου, όσοι φίλοι μου είναι δικηγόροι δουλεύουν για ίδια και λιγότερα χρήματα από τους καλλιτέχνες, άπειρες ώρες και σε τοξικά περιβάλλοντα».

Ο ίδιος διάλεξε το θέατρο και έγινε ένας από τους ταλαντούχους εκπροσώπους της νέας γενιάς των σκηνοθετών. «Κάτι με τραβούσε στον χώρο. Οταν μπήκα σε σχολικές ομάδες αισθάνθηκα, καθώς ήμουν κλειστό παιδί, ότι βρήκα ένα χώρο συνάντησης. Μου άρεσε να βλέπω παραστάσεις και ταινίες –ακόμη δεν είμαι σίγουρος τι προτιμώ περισσότερο–, όμως ήδη από το γυμνάσιο το μυαλό μου λειτουργούσε σκηνοθετικά. Επειδή η καλλιτεχνική εκπαίδευση δεν ήταν ακαδημαϊκή, μπήκα στο Πανεπιστήμιο Πειραιά αλλά δεν το τελείωσα ποτέ. Αν υπήρχε Ακαδημία Τεχνών θα πήγαινα εκεί».

Σπούδασε σε δραματική σχολή και τελειώνοντας εργάστηκε ως ηθοποιός, «ένα προπαρασκευαστικό βήμα για τη σκηνοθεσία» όπως λέει, έπειτα ως βοηθός σκηνοθέτη δίπλα στον Θωμά Μοσχόπουλο και στον Ανέστη Αζά, μέχρι να βρει τον δικό του δρόμο στις δικές του παραστάσεις. Ο Π. Φλατσούσης επιζητά νέες φόρμες στο θέατρο. «Θέλω να κάνω παραστάσεις που μιλάνε για ένα σύγχρονο περιεχόμενο και που ο θεατής, όταν βγαίνει έξω και πάει για φαγητό ή ποτό μετά, να αναρωτιέται και να συζητά, ψάχνοντας να βρει απαντήσεις σε ερωτήματα. Αυτό που με αφορά είναι οι νέες δραματουργίες και οι σκηνικές πράξεις. Μόνο νέες εμπειρίες μπορούν να θέσουν νέα ερωτήματα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή