Ο παραλογισμός της εξουσίας

Ο παραλογισμός της εξουσίας

Για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Κιβωτός «Ο άνθρωπος απ’ το Παντόλσκ», σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή

3' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ζει στον αυτόματο… δεν αγαπάει, περιφρονεί την πόλη του και τους κατοίκους της… κάθε μέρα κάνει μηχανικά τις ίδιες και τις ίδιες ενέργειες… Δεν συνειδητοποιεί ότι υπάρχει… δεν βλέπει τίποτα γύρω του το όμορφο και ενδιαφέρον… δεν προσλαμβάνει την τρέχουσα Πραγματικότητα… δεν εκτιμά την Πραγματικότητα…». Γιατί η Πραγματικότητα είναι με κεφαλαίο;

«Ανθρωπος απ’ το Παντόλσκ» (2016)

Ο «Ανθρωπος απ’ το Παντόλσκ» ονομάζεται Νικολάι Στεπάνοβιτς, είναι τριάντα ενός ετών, σπούδασε ιστορικός αλλά δεν τον ενδιαφέρει η Ιστορία, δουλεύει ως δημοσιογράφος σε μια τοπική εφημερίδα, για το «αστείο ποσό» των τριάντα πέντε χιλιάδων ρουβλίων, παίζει ηλεκτρονική μουσική στο συγκρότημα «Υγρή Μητέρα», βγαίνει με μια άσχημη γυναίκα, η οποία τραγουδάει «χαζό ροκ εν ρολ» στο συγκρότημα «Βρεγμένος Πούσκιν». Και το χειρότερο είναι ότι δεν παρατηρεί ποτέ τίποτε γύρω του, περιφρονεί τη γενέτειρά του, αφήνει τη ζωή να περνάει από δίπλα του, χωρίς ο ίδιος να διαφέρει από ένα ζώο. Υπάρχει, ωστόσο, ένα φωτεινό σημείο στο τούνελ της άχαρης ζωής του. Ονειρεύεται να αποδράσει από το γκρίζο τοπίο του Παντόλσκ και να μετακομίσει στο Αμστερνταμ, για να αναπνεύσει, να χαρεί, να ζήσει… να απολαύσει τα κανάλια, τα coffeeshops, τα παλιά σπίτια με τα μεγάλα παράθυρα, την όμορφη αρχιτεκτονική αυτής της ιστορικής πόλης.

Την ημέρα που συλλαμβάνεται από την αστυνομία, ανακρίνεται με έναν «εκλεπτυσμένο» τρόπο και υποχρεώνεται να υπογράψει μια υπεύθυνη δήλωση ότι όλα αυτά που αφορούν τη ζωή του είναι «αληθή» και «ακριβή». Το σύστημα της εξουσίας προσπαθεί να του επιβάλει την αντίληψη πως ακόμη και η απόλαυση της αθλιότητας είναι ευτυχία.

Ο Γιώργος Κουτλής μετέφρασε, επεξεργάστηκε δραματουργικά και σκηνοθέτησε τον «Ανθρωπο απ’ το Παντόλσκ»), το αστυνομικό θρίλερ του Ρώσου συγγραφέα Ντμίτρι Ντανίλοφ. Απέδειξε ότι διαθέτει τη σκηνοθετική ευφυΐα να συνδυάσει όλες τις δραματουργικές συνιστώσες του έργου και να προκαλέσει τον θεατή να συμμετάσχει σε ένα σουρεαλιστικό, δραματικό επί της ουσίας παιχνίδι, όπου το κωμικό στοιχείο αναδεικνύει και τον παράλογο τρόπο με τον οποίο λειτουργεί διαχρονικά ένα σύστημα εξουσίας, καθώς επιβάλλεται πάνω στην ατομική βούληση και στην ανθρώπινη ελευθερία.

Το θέατρο του παραλόγου συμπίπτει αυτήν τη φορά με τον παραλογισμό του συστήματος, την επιθυμία του καθεστώτος να είναι όλοι πιόνια και υποχείριά του. Ο σκηνοθέτης ανέδειξε και τα τσεχοφικά στοιχεία του έργου, με το όνειρο απόδρασης στο Αμστερνταμ διαρκώς ζωντανό και τα μουσικά μοτίβα της κιθάρας, του ακορντεόν αλλά και των ήχων που συνέθεσε ο Παναγιώτης Μανουηλίδης, να πλαισιώνουν τη δράση. Δυναμική παράσταση, γεμάτη ρυθμό και ένταση, αναπτύσσεται μέσα σε ένα καλοσχεδιασμένο κάδρο του αστυνομικού τμήματος που σκηνογράφησε ο Πάρις Μέξης. Το θεατρικό βίωμα μετατράπηκε σταδιακά σε ένα οπτικοακουστικό πανδαιμόνιο, αρμονικά φωτισμένο από τον Αλέκο Αναστασίου. Ο Αρης Μπαλής στον πρωταγωνιστικό ρόλο παρακάμπτει με την ερμηνεία του τα κωμικά στερεότυπα και εναποθέτει στη σκηνή ένα πλέγμα αμηχανίας, απόγνωσης και άρρητου φόβου του Νικολάι. Δούλεψε άριστα ένα σωματικό και κινητικό κώδικα αποδίδοντας έναν ήρωα που ελέγχεται κυριολεκτικά και μεταφορικά από τον μηχανισμό του συστήματος και υποβάλλεται σε αυτήν την ιδιότυπη μορφή ανάκρισης. Ο στόχος του συστήματος είναι σαφής: θέλει να επιβάλει στον Νικολάι έναν τρόπο σκέψης, ώστε να μείνει προσηλωμένος στο όραμα της αναπτυσσόμενης Ρωσίας, να θαυμάζει τη χώρα του, να σκέφτεται και να δρα με βάση το συστημικό πρότυπο, να παραμένει ένα όργανο αυτού του καθεστώτος. Υποχρεώνεται στην εκμάθηση του «αστυνομικού χορού». Με την εκφορά δύσκολων συνδυασμών ήχων και χορευτικών κινήσεων, ο Νικολάι πρέπει να βελτιώσει τη λειτουργία του εγκεφάλου του. Με αυτές τις ιαχές, ο εγκέφαλος ξαναφτιάχνει νέες νευρωνικές συνάψεις, ανανεώνεται η ελαστικότητα του εγκεφάλου και βελτιώνεται η ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται με βάση τα πρότυπα του εκάστοτε συστήματος. Αυτός ο παράδοξος τρόπος «νουθέτησης» μετατρέπει τον Νικολάι σε μαριονέτα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι, στη Σοβιετική Ενωση, οι αντιφρονούντες θεωρούνταν ψυχικά ασθενείς και κλείνονταν σε ψυχιατρεία, γεγονός που οδήγησε στην εκδίωξη της σοβιετικής ψυχιατρικής από την Παγκόσμια Ψυχιατρική Εταιρεία.

Ο ήρωας ονειρεύεται να αποδράσει από το γκρίζο τοπίο όπου ζει και το καθεστώς αναλαμβάνει να τον… πείσει ότι είναι ευτυχισμένος.

Εξαιρετική σκηνοθετική πρόταση, δουλεμένη, εύστοχη και αποδεικτική του σουρεαλιστικού νοήματος του έργου. Η Ελένη Κουτσιούμπα, ο Θανάσης Δόβρης, ο Γιλμάζ Χουσμέν και ο Αλέξανδρος Σιάτρας εναρμονίστηκαν πλήρως με το κλειστοφοβικό σύμπαν της καφκικής ατμόσφαιρας, υποδαυλίζοντας τον εσωτερικό τρόμο του Νικολάι. Στο φινάλε, όλα τα πρόσωπα χορεύουν συντονισμένα τον «αστυνομικό χορό» για την εγκεφαλική βελτίωση, με το εξής κείμενο:

Αϊ, λιολιέ λιολιέ λιολιέ

Αϊ, λιολιέ λιολιέ λιολιέ…

Χέι! Χέι! Λιολιέ λιολιέ.

Στο σημείο κορύφωσης, το οργανωμένο χορευτικό σύνολο διασπάται και το κάθε πρόσωπο χορεύει εκστασιασμένο σε δικό του ξέφρενο ρυθμό, μέχρι να σταματήσει απότομα η μουσική και το κάθε μέλος να «παγώσει» σε μιαν ιδιότυπη και έντονη πόζα.

Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή