«Εμείς οι Γερμανοί να κάνουμε κάτι»

«Εμείς οι Γερμανοί να κάνουμε κάτι»

Ενα βιβλίο για τη γυναίκα που προσπάθησε να βοηθήσει τα θύματα των ναζιστικών σφαγών στην Ελλάδα

6' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Eρεγκαρντ Σραμ (1900-1985), Γερμανίδα προτεστάντισσα αριστοκρατικής καταγωγής, αντιστάθηκε στο ρεύμα σιωπής που κάλυψε τις ναζιστικές θηριωδίες στη χώρα μας μετά τον πόλεμο. Η μεγάλη αδελφή της, Ελίζαμπετ φον Τάντεν, την οποία αγαπούσε σαν τη μητέρα που έχασε νωρίς, εκτελέστηκε από τους ναζί για την αντιστασιακή της δράση το 1944. Αντίθετα ο σύζυγός της, o διάσημος μεσαιωνολόγος και ιστορικός της τέχνης Πέρσι Ερνστ Σραμ, υπήρξε μέλος του ναζιστικού κόμματος, υπεύθυνος για την τήρηση του ημερολογίου στην ανώτατη διοίκηση της Βέρμαχτ· εξέδωσε σε 8 τόμους αυτά τα ημερολόγια μετά τον πόλεμο.

Η Σραμ συνδέθηκε με την Ελλάδα τη δεκαετία του ’30, όταν συνέγραψε βιβλίο για τις σχέσεις της χώρας μας με τις Μεγάλες Δυνάμεις την περίοδο 1913-1923. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τραγική μοίρα της αδελφής της τη μετέστρεψαν από τις υπερσυντηρητικές αριστοκρατικές αντιλήψεις της προς προοδευτικότερες κατευθύνσεις. Εφθασε να γίνει βουλευτής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στην Κάτω Σαξονία. Το 1952 η Σραμ κατεβαίνει στην Ελλάδα με πρόθεση να συνεχίσει τις μελέτες της για τη χώρα μας. Γρήγορα όμως οδηγείται σε μια μοναχική πορεία απόδοσης δικαιοσύνης, που περνάει από μαρτυρικούς τόπους σφραγισμένους για πάντα από τη ναζιστική βαρβαρότητα: Καλάβρυτα, Κρήτη, Ηπειρος, Κλεισούρα.

Η γερμανικής καταγωγής φιλόλογος και ιστορικός Ειρήνη Βάζου (γεν. 1943), που ζει και εργάζεται στην Ελλάδα, επιμελήθηκε μια επιλογή αυτοβιογραφικών κειμένων από το αρχείο της Σραμ και υπογράφει ως επιμελήτρια το βιβλίο «Ehrengard Schramm, Φαντάσματα του Πολέμου. Οι προσπάθειες αρωγής της Ερεγκαρντ Σραμ στα θύματα των ναζιστικών σφαγών στην Ελλάδα (1950-1970). Καλάβρυτα – Κρήτη – Ηπειρος – Κλεισούρα» (μτφρ.: Μαρία Σταματοπούλου-Blumlein, επιλεγόμενα: Αννα Μαρία Δρουμπούκη, εκδόσεις Ασίνη).

Η Eρεγκαρντ Σραμ ακολούθησε μια μοναχική πορεία σε τόπους σφραγισμένους για πάντα από τη ναζιστική βαρβαρότητα: Καλάβρυτα, Κρήτη, Ηπειρος, Κλεισούρα…

Η επιμελήτρια μάς δείχνει τη Σραμ με τους ιδιοσυγκρασιακούς, πολιτισμικούς και ιδεολογικούς περιορισμούς και τις παρωπίδες της, αλλά και την ακατάβλητη σταθερότητα στην επίτευξη των στόχων της, με την ακαμψία αλλά και την αγάπη, το χιούμορ και τη χάρη της ξεχωριστής της προσωπικότητας. Επισκεπτόμενη περιοχές ενός ακραία οδυνηρού παρελθόντος, η Βάζου αποφεύγει υποδειγματικά χοντροκομμένους αφορισμούς και γενικεύσεις.

Τι όμως την παρακίνησε να ασχοληθεί με τη Σραμ; «Συνέβη», μας είπε, «μέσω του γιου της, Γκότφριντ Σραμ. Ιστορικός, καθηγητής μου στο πανεπιστήμιο. Μέσα στη χούντα, στο Φράιμπουργκ, είχαμε ιδρύσει την “Ελληνογερμανική Δημοκρατική Εταιρεία” για να κάνουμε κάτι εναντίον της χούντας. Είχαμε ανάγκη από έναν πρόεδρο· ρωτήσαμε τον Σραμ και δέχτηκε. Εκείνος τότε δεν ανέφερε ποτέ ότι είχε στενή σχέση με την Ελλάδα μέσω της μητέρας του. Ο άλλος λόγος ήταν ότι είχα γράψει την πτυχιακή μου εργασία για την ελληνική αντίσταση εναντίον της γερμανικής κατοχής με βάση τα γερμανικά στρατιωτικά αρχεία. Ετσι, ο Σραμ μου πρότεινε να ελέγξω την ιστορική ορθότητα των γεγονότων που η μητέρα του ανέφερε στις σημειώσεις της».

Οταν η Σραμ φθάνει στην Ελλάδα το 1952 περίπου τυχαία πληροφορείται τι συνέβη στα Καλάβρυτα. Κινεί γη και ουρανό για να βοηθήσει ειδικά τις χήρες και τα ορφανά. Ο πατριωτικός συντηρητισμός της δεν της επιτρέπει να αγγίξει το ταμπού της καθαρής και γενναίας Βέρμαχτ. Οταν, μετά την ακύρωση πολλών σχεδίων βοήθειας στα θύματα, αποφασίζεται να μεταφερθούν 33 ορφανά αγόρια των Καλαβρύτων στη Γερμανία για επαγγελματική εκπαίδευση, η Σραμ, που τα συνοδεύει και τα φροντίζει σαν μάνα, επιμένει να μη συμπεριληφθεί κανένας γιος αντάρτη, θεωρώντας τους αντάρτες συνυπεύθυνους για το έγκλημα. Η ασυμμετρία ανάμεσα στην ανιδιοτελή προσφορά και κάποιες ανατριχιαστικές αντιλήψεις της, που η Βάζου αναδεικνύει προσεκτικά, βάζει τη σημερινή αναγνώστρια/η σε γόνιμη δοκιμασία.

Τη δεκαετία του ’50 η γερμανική κοινωνία δεν ήθελε να γνωρίζει

Η Σραμ δεν δίστασε σε ομιλία της προς τους κατοίκους του χωριού Κουστογέρακο στην Κρήτη να πει, για να επαινέσει τους ντόπιους, ότι «είναι παλικάρια – όπως ήταν και οι δικοί μας στρατιώτες» (σ. 128). Προηγουμένως διαβάζουμε στο αυτοβιογραφικό κείμενό της ότι έχοντας ήδη αποτύχει να εκτελέσουν τις γυναίκες και τα παιδιά(!) για να εμποδίσουν τη συνεργασία των ανδρών με τους Αγγλους «δεν υπήρχε άλλη λύση [για τους Γερμανούς] παρά να καταστρέψουν το Κουστογέρακο και δύο γειτονικά χωριά με Στούκας» (σ. 127). Με την ήρεμη φωνή της η Ειρήνη Βάζου προσπαθεί να με βοηθήσει να καταλάβω έναν άνθρωπο μιας άλλης εποχής, σε διαφορετικά συμφραζόμενα. Επιμένει στην προσπάθεια της Σραμ να μιλήσει με τους ανθρώπους, να καταλάβει τι χρειάζονται και πώς μπορεί να τους βοηθήσει πραγματικά. Σε άλλο σημείο εξηγεί: «[…] η αποπροσωποποίηση πραγματικών εγκλημάτων (από την πλευρά της γερμανικής πολιτικής), για τα οποία κανείς δεν ήθελε να γνωρίζει τους δράστες και μέσω της οποίας οι βιαιοπραγίες δεν ήταν παρά το έργο μιας τυφλής ειμαρμένης, εξυπηρετούσε την υποτίμηση της σημασίας των γεγονότων, τον εφησυχασμό και, τελικά, την αποστασιοποίηση από τα θύματα. Αυτή η αντίληψη ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ευρέως διαδεδομένη […] Συνεπώς» –αυτό είναι πολύ σημαντική φράση νομίζω –«το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί ως μαρτυρία για το σκέπτεσθαι και τις αντιλήψεις που χαρακτήριζαν τη γερμανική κοινωνία κατά τη δεκαετία του ’50». Λέει η Βάζου: «Στην αριστοκρατική της οικογένεια είχε μάθει να αναλαμβάνει την ευθύνη για τους άλλους. Η προτεσταντική ηθική έπαιξε ουσιαστικό ρόλο: Τι κάνουμε εμείς για την κοινωνία ως χριστιανοί».

«Εμείς οι Γερμανοί να κάνουμε κάτι»-1Ανάμεσα στις πολλές συγκλονιστικές σελίδες του βιβλίου συγκαταλέγεται το απόσπασμα στο οποίο η Σραμ, κατεβαίνοντας με τον οδοντωτό από τα Καλάβρυτα, αναζητώντας την αλήθεια από πρώτο χέρι, ανακαλεί από μνήμης ένα βιβλίο θρησκευτικού περιεχομένου. Σε αυτό η αδελφή της, «όταν βρισκόταν στη φυλακή στο Βερολίνο, είχε υπογραμμίσει απαλά με τα δεμένα της χέρια μερικές φράσεις, όπως: “Κουβαλώντας τον σταυρό έδωσες την αγάπη […] Αναπαύεται στα χέρια των γυναικών. Κι αν κάτω απ’ τη βία του άνδρα που πρώτη αγάπη δεν ένιωσε ή ξέχασε […] ταράζεται η τάξη, τότε η αγάπη πρέπει να ξεκινήσει από τις τελευταίες [τις γυναίκες] που τη γνωρίζουν… Θα είναι η μεγάλη ώρα της γυναίκας, που ο κόσμος περιμένει… […]”. Αυτά τα λόγια», συνεχίζει η Σραμ, «με χτύπησαν σαν αστραπή κι ένιωσα ότι σε αυτά υπήρχε μια εντολή που μου δόθηκε. Στην πρώτη μου αίτηση προς το υπουργείο Εσωτερικών έγραφα: “Εμείς οι Γερμανοί εδώ να κάνουμε κάτι – και μάλιστα ειδικά εδώ”».

«Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’60 έγιναν οι δίκες του Αουσβιτς. Συζήτησαν γι’ αυτά τα πράγματα. Η νεολαία ρώτησε “τι έκανες στον πόλεμο, μπαμπά;”».

«Βεβαίως δρούσε ως γυναίκα και ήταν πολύ συνειδητό αυτό», επιβεβαιώνει η Βάζου, που δεν αρνείται ότι νιώθει γι’ αυτήν έναν θαυμασμό. Ιδίως για το πώς κουμαντάρει τα 33 αγόρια από τα Καλάβρυτα στη διάρκεια της ατέλειωτης διαδρομής με το τρένο για τη Γερμανία! «Είναι αγορομάνα», λέει η Βάζου. «Μεγάλωσε η ίδια τρεις γιους και αυτό παίζει τον ρόλο του».

Ενα από τα αγόρια, που θα καταφθάσει αργότερα από τα Καλάβρυτα, θα φιλοξενηθεί στο σπίτι της, στο Γκέτιγκεν. Προετοιμάζοντας τα ορφανά αγόρια των Καλαβρύτων για τη Γερμανία, η Σραμ τους έκανε μάθημα γερμανικών. Μια μέρα περπάτησε στα βουνά της περιοχής συνοδευόμενη από επτά νεαρούς. Διαπίστωσε ότι «ο λαός της ορεινής Πελοποννήσου παρέμενε ομηρικός. Το πρώτο και δυνατότερο ένστικτο είναι, όπως τότε, εκείνο του πολεμιστή και του κυνηγού». Και πιο κάτω σημειώνει: «Αυτοί οι ομηρικοί ήρωες θα μετατρέπονταν τώρα σε Γερμανούς εργάτες σε βιομηχανίες».

Η Σραμ παραμένει εξαίρεση. Ούτε το κράτος ούτε ο ιδιωτικός τομέας βοηθούν. Στην ερώτησή μας αν σήμερα η σιωπή εκείνη έχει σπάσει, η Βάζου απαντάει απερίφραστα: «Σίγουρα. Με διάφορους τρόπους. Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’60 έγιναν οι δίκες του Αουσβιτς. Συζήτησαν στη Γερμανία γι’ αυτά τα πράγματα. Η νεολαία ρώτησε “τι έκανες στον πόλεμο, μπαμπά;”. Η άλλη μεγάλη αλλαγή ήταν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Αναλήφθηκαν έκτοτε πολλές πρωτοβουλίες για να γίνουν γνωστά τα εγκλήματα της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα».

Το βιβλίο παρουσιάζεται την Τετάρτη 22 Νοεμβρίου στον «Μωβ Σκίουρο», Καρύτση 3, 7 μ.μ. Μιλούν: Ειρήνη Βάζου, Αννα-Μαρία Δρουμπούκη, Τάσος Τέλλογλου. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή