Τα μνημεία χρειάζονται τον τουρισμό

Τα μνημεία χρειάζονται τον τουρισμό

Με τις κατάλληλες δράσεις οι αρχαιολογικοί χώροι μπορούν να προσελκύσουν κυνηγούς πολιτιστικών εμπειριών

5' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Δημήτρης Αθανασούλης φέρνει ένα παράδειγμα ανισορροπίας μεταξύ πολιτισμού και τουρισμού, πολύ χαρακτηριστικό. «Περίπου 2,5 εκατομμύρια ξένοι επισκέπτες επιλέγουν κάθε χρόνο τη Μύκονο, 185.000 από αυτούς μπαίνουν στο καραβάκι για να πάνε στη Δήλο», λέει ο έφορος Αρχαιοτήτων Κυκλάδων. Είναι μεγάλη η απόκλιση, ακόμη κι αν σκεφτούμε ότι η Δήλος είναι εποχικός αρχαιολογικός χώρος, παραμένει κλειστός για αρκετές μέρες εξαιτίας των ανέμων και πρέπει κανείς εκτός από το εισιτήριο εισόδου να πληρώσει και το καραβάκι.

Δεν είναι όμως μόνο η Μύκονος, υπάρχουν αρκετά τέτοια παραδείγματα ανά την Ελλάδα που οδήγησαν τον Δημήτρη Αθανασούλη και την Ιωάννα Δρέττα, πρόεδρο της Marketing Greece, εταιρείας που συστάθηκε από την ιδιωτική πρωτοβουλία για την προώθηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και CEO Reds, του ομίλου Ελλάκτωρ, να εξετάσουν πώς αυτοί οι δύο κόσμοι θα συνεργαστούν πιο στενά για να ωφεληθούν και οι δύο. Αναμένοντας άλλη μια εκρηκτική θερινή σεζόν, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις, συναντηθήκαμε για να συζητήσουμε γύρω από τη συνύπαρξη των δύο κόσμων.

Τα στοιχεία

Ας δούμε προηγουμένως ορισμένα στοιχεία, που αποκαλύπτει η Ιωάννα Δρέττα: «Σύμφωνα με τελευταίες έρευνες, ο ελληνικός τουρισμός βρίσκεται στην πρώτη πεντάδα των δυνατότερων brands παγκοσμίως, είναι 3η παγκόσμια δύναμη στο προϊόν ήλιος – θάλασσα, 8η παγκόσμια δύναμη στον θαλάσσιο τουρισμό και εκτός δεκάδας στον πολιτιστικό τουρισμό. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι υπάρχει πρόβλημα και αρκετές χαμένες ευκαιρίες, καθώς οι κυνηγοί πολιτιστικών εμπειριών είναι άνθρωποι υψηλού μορφωτικού επιπέδου, ταξιδεύουν συχνά, εμβαθύνουν στους τόπους που επιλέγουν, είναι ποιοτικοί επισκέπτες. Αυτές οι ευκαιρίες είναι ευθύνη και των δύο τομέων».

«Ξεκινήσαμε τη συνεργασία με την Ιωάννα γιατί διαπιστώσαμε το πρόβλημα. Πράγματι, πρόκειται για δύο παράλληλους κόσμους που δύσκολα συναντιούνται, ενώ ξέρουμε ότι ο ένας εξαρτάται από τον άλλον», παραδέχεται στην «Κ» ο Δημήτρης Αθανασούλης.

Ο έφορος αρχαιοτήτων Δ. Αθανασούλης και η Ιω. Δρέττα, πρόεδρος της Marketing Greece, προσπαθούν να φέρουν κοντά δύο παράλληλους κόσμους.

«Οι άνθρωποι που ασχολούνται με τον τουρισμό και οι άνθρωποι που ασχολούνται με τα μνημεία έχουν άλλες αφετηρίες, δεν είναι στο δικό τους πεδίο να αντιληφθούν σε πρώτο επίπεδο αυτή τη σχέση, αυτή τη σύνδεση. Για να μιλήσω από τη μεριά των αρχαιολόγων, παρακολουθώντας την υπερεκμετάλλευση που εξελίσσεται σε ορισμένες περιοχές, ουσιαστικά βλέπει κανείς την απειλή από τον τουρισμό στο πολιτιστικό περιβάλλον και άρα πολλές φορές λειτουργεί αμυντικά. Να φέρω ένα παράδειγμα, που και πάλι αφορά τη Δήλο. Υπάρχουν συνάδελφοί μου που λένε “μα καλά, θέλει προβολή η Δήλος;”.

Είναι πρόβλημα να θεωρεί κανείς ότι είμαστε η ομορφότερη χώρα του κόσμου, από εκεί ξεκινούν τα προβλήματα, γιατί πιστεύουμε ότι δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Τα μνημεία, τα αρχαία, υπάρχουν επειδή κάποιος τα επισκέπτεται. Και ο τουρισμός είναι ο κύριος τρόπος για να αποκτήσει επισκέπτες ένας χώρος. Αρα εμείς, οι αρχαιολόγοι, τον τουρισμό δεν τον θέλουμε ως αναγκαίο κακό, είναι στόχος μας. Η δημόσια αρχαιολογία προβάλλει το περιεχόμενο της κληρονομιάς. Κι αυτό γίνεται μόνο μέσω του τουρισμού. Το πρόβλημα κάθε φορά είναι πώς δημιουργείς ένα ισοζύγιο, μια ισορροπημένη κατάσταση. Από τη μια να έχεις επισκέπτες, όρος επιβίωσης για τα μνημεία, και από την άλλη να μην καταβροχθίσει ο υπερτουρισμός τον πολιτιστικό πόρο, ο οποίος είναι μη ανανεώσιμος και η επέμβαση σ’ αυτόν μη αναστρέψιμη».

«Η βιωσιμότητα είναι το στοίχημα για την επόμενη μέρα»

Τι είναι αυτό που δυσκολεύει τη σχέση τουρισμού – πολιτισμού, αν, όπως παραδέχεται και η Ιωάννα Δρέττα, «όταν καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι έχουμε πάρα πολλά κοινά, πολλά που μας ενώνουν». Πότε επικρατεί η καχυποψία και όχι πνεύμα συνεργασίας; «Η σχέση των δύο κόσμων γίνεται τοξική κυρίως περνώντας μέσα από την εμπειρία του κοινού σε σχέση με την προστασία των μνημείων», απαντάει η κ. Δρέττα. «Η σχέση λοιπόν παίρνει τόνο αρνητικό γιατί η εμπειρία του κόσμου, όταν λ.χ. θέλει να εκδώσει μια άδεια, είναι δύσκολη. Γραφειοκρατία, υποστελέχωση, καθυστερήσεις. Πρέπει να πω βέβαια, ότι σε όλες τις συναντήσεις που κάνουμε σχετικά, εκδηλώσεις, δράσεις, ημερίδες, όπου συναντιούνται άνθρωποι του πολιτισμού και του τουρισμού αναδεικνύονται τα κοινά στα οποία αναφέρομαι και γίνεται και ειλικρινής αυτοκριτική».

Αυτοκριτική

Μια και φτάσαμε στην αυτοκριτική, ρωτάμε τον Δημήτρη Αθανασούλη πού θα στεκόταν κυρίως. «Στην προσέγγιση στο μνημείο, στο ότι δεν έχει γίνει απολύτως αντιληπτό ότι ο τουρισμός είναι η βασική στόχευση», απαντάει χωρίς ιδιαίτερη σκέψη. «Το δεύτερο σημείο που θέλω να αναφέρω είναι ότι πράγματι υπάρχουν καθυστερήσεις που δημιουργούν αρνητική προκατάληψη στο πεδίο των επενδύσεων. Να μην ξεχνάμε όμως ότι η αρχαιολογική υπηρεσία έχει αυτή την ιδιαιτερότητα. Δεν είναι μόνο ένας μηχανισμός διαχείρισης και προβολής της κληρονομιάς, είναι ταυτόχρονα και ένας μηχανισμός καταστολής της αυθαιρεσίας και μηχανισμός ελέγχου. Εχουν βελτιωθεί τα πράγματα αρκετά τα τελευταία χρόνια, χρειάζεται περισσότερο, συμφωνώ, όμως δεν είναι κάτι που ελέγχεται απόλυτα από τα στελέχη της αρχαιολογικής υπηρεσίας, διότι όταν υπάρχει τεράστια ανάπτυξη και τα τμήματα είναι υποστελεχωμένα, επόμενο είναι να υπάρξουν καθυστερήσεις. Δεν ξέρω πώς θεραπεύονται αυτές οι αντικειμενικές δυσκολίες. Και η αλήθεια είναι πως αυτό είναι δουλειά των υπουργείων. Εμείς θέλουμε να φέρουμε κοντά τους δύο κόσμους. Οι συνθήκες είναι ώριμες για κάτι τέτοιο».

Ο τουρισμός έχει μεγάλη ευθύνη διότι δεν ενσωματώνει οργανικά τις μοναδικές πολιτιστικές εμπειρίες που μπορεί να προσφέρει η χώρα μας.

Οι αρχαιολόγοι συχνά και εύκολα κατηγορούνται, είναι αυτοί, όμως, που τις περιόδους της τουριστικής ανάπτυξης και της ανεξέλεγκτης οικοδόμησης προστάτεψαν νησιά και παραδοσιακούς οικισμούς, έβαλαν όρια στην ασυδοσία. Από την άλλη, ο τουρισμός, που σπάει όλα τα ρεκόρ τα τελευταία χρόνια, έχει συμβάλει όσο θα μπορούσε στην προστασία των μνημείων; Η Ιωάννα Δρέττα είναι ειλικρινής: «Ο τουρισμός δεν υποστηρίζει οικονομικά όσο θα μπορούσε δράσεις πολιτισμού. Δεν επιδιώκει με επιμονή τη συνεργασία προκειμένου να δημιουργούνται κοινοί τόποι, σημεία συνάντησης. Δεν αγκαλιάζει με θέρμη τα μνημεία, τους αρχαιολογικούς χώρους, τα μουσεία. Εχει πολύ μεγάλη ευθύνη διότι δεν ενσωματώνει οργανικά στο τουριστικό προϊόν τις μοναδικές πολιτιστικές εμπειρίες που μπορεί να προσφέρει η Ελλάδα. Ενας αρχαιολογικός χώρος είναι ένας πόρος. Για να γίνει προϊόν θα πρέπει να ενσωματωθεί στο τουριστικό “πακέτο”. Αν εμείς οι εργαζόμενοι στον τουρισμό δεν ενσωματώνουμε όλες αυτές τις δραστηριότητες στις προτάσεις μας με έναν οργανικό και φυσικό τρόπο, είναι πρόβλημα».

Η πρόκληση

Και οι δύο συμφωνούν ότι η βιωσιμότητα είναι η μεγάλη πρόκληση. «Για τον τουρισμό η βιωσιμότητα είναι το στοίχημα για τη μετάβαση στην επόμενη μέρα. Πρέπει να διαχειριζόμαστε το προϊόν έτσι ώστε να ωφεληθούμε ως κοινωνία και οικονομία, αλλά και με τρόπο που να είναι βιώσιμος, κοινωνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά», τονίζει η Ιωάννα Δρέττα. «Να μην πυροβολούμε τα πόδια μας. Είδαμε τι έγινε πέρυσι στη Μύκονο και αλλού. Η υγιής τουριστική επιχειρηματικότητα θα πρέπει να προχωρήσει σε “διορθώσεις” και αυτούς οι οποίοι δεν τηρούν αυστηρά τις προδιαγραφές θα πρέπει να τους αποβάλει, γιατί ουσιαστικά υπονομεύουν το ίδιο προϊόν», συμπληρώνει ο Δημήτρης Αθανασούλης.

Ενα επιτυχημένο παράδειγμα συνεργασίας τουρισμού και πολιτιστικής κληρονομιάς είναι αυτό της Ιταλίας, λέει κλείνοντας ο Δημήτρης Αθανασούλης. «Σε έρευνες που έχουν γίνει προκύπτει ότι το πολιτιστικό προϊόν της Ελλάδας θεωρείται μονοδιάστατο. Μόνο αρχαία. Κολώνες στους Δελφούς, κολώνες στην Κνωσσό. Το ελληνικό παρελθόν είναι απίστευτα πλούσιο και το πεδίο παρεμβάσεων ανεξάντλητο, αν καταφέρουμε όλοι οι εμπλεκόμενοι να συνεργαστούμε σωστά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή