Γιάννης Σεργάκης: «Το design είναι τεράστια πρόκληση όταν θέλεις να δημιουργήσεις κάτι προσιτό»

Γιάννης Σεργάκης: «Το design είναι τεράστια πρόκληση όταν θέλεις να δημιουργήσεις κάτι προσιτό»

5' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για τον σχεδιαστή κοσμημάτων Γιάννη Σεργάκη μια τυπική ημέρα περιλαμβάνει διάλογο με τον πολιτισμό, διακριτική σχέση με την τέχνη και δημιουργική έκφραση μέσα από αντισυμβατικές επιλογές.

Από τα τεράστια παράθυρα του διαμερίσματος του δεύτερου ορόφου ενός κτιρίου κάτω από την Ακρόπολη ο Παρθενώνας μοιάζει ιδανικός «συγκάτοικος». Για τον Γιάννη Σεργάκη, ένοικο του φωτεινού χώρου, ο Ιερός Βράχος της Αθήνας παραμένει χρόνια τώρα γείτονας. «Μεγάλωσα στη Βούλα, όμως από τότε που μένω μόνος, τόπος μου είναι τα στενά γύρω από την Ακρόπολη. ∆εν αγαπώ πολύ το αστικό τοπίο. Όμως εδώ ξυπνάς το πρωί και κάνεις βόλτα στο πράσινο», εξηγεί.

Τους τελευταίους οκτώ μήνες ο περίπατός του ξεκινάει από αυτό εδώ το διαμέρισμα. Το κτίριο, γνωστό ως η «μικρή πολυκατοικία» του πρωτοπόρου αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτου, καθρεφτίζει τον μοντερνισμό της δεκαετίας του ’60. O Σεργάκης ολοκλήρωσε πρόσφατα την ανακαίνιση του σπιτιού, όμως κάποια στοιχεία, όπως η ξύλινη βιβλιοθήκη, ανήκουν στην «πρώτη εποχή». Στον χώρο, έργα καλλιτεχνών όπως ο Αλέξης Ακριθάκης, ο Αλέξανδρος Βασμουλάκης και ο Φίλιππος Θεοδωρίδης συνυπάρχουν με εκλεκτά αντικείμενα, όπως τα βάζα της Ελένης Βερναρδάκη. Στο δώμα η ατμόσφαιρα είναι πιο χαλαρή, με έπιπλα του ιδίου σε συνεργασία με την Άννα Μαρία Κοσκόρου.

Γιάννης Σεργάκης: «Το design είναι τεράστια πρόκληση όταν θέλεις να δημιουργήσεις κάτι προσιτό»-1

Ο σχεδιαστής στην κουζίνα του σπιτιού του, με συγκλονιστική θέα στον Παρθενώνα. ©Photographer: Yiorgos Kaplanidis

Η νέα του κατοικία παρέχει στον σχεδιαστή πολλές στιγμές ηρεμίας, αλλά και γλυκιάς φασαρίας. «Από τη μια είναι το ησυχαστήριό μου, όμως ποτέ άλλοτε το σπίτι μου δεν είχε τόσο κόσμο», παρατηρεί. H ζωή κάτω από την Ακρόπολη του εξασφαλίζει και μια ανάσα από ένα συναρπαστικό νέο project, που ξεκινά φέτος ύστερα από ενάμιση χρόνο επεξεργασίας. Κεντρική ιδέα του, η επέκταση του brand στη Γαλλία, στην οποία περιλαμβάνεται και άνοιγμα showroom. Ωστόσο ήδη είναι εξωστρεφής, με ηχηρή παρουσία στη διεθνή αρένα του δημιουργικού κοσμήματος – ένα pop-up κατάστημά του «έτρεξε» τον Νοέμβριο στο πολυκατάστημα Le Bon Marché, στο Παρίσι, ενώ κοσμήματά του θα βρεθούν και σε άλλη μία εμβληματική διεύθυνση της γαλλικής πρωτεύουσας, στο La Samaritaine, ιδιοκτησίας πλέον του ομίλου LVMH, που αναμένεται να ανοίξει –μετά από 15 χρόνια– τον Απρίλιο. Συγχρόνως, κοσμήματα από σειρές του όπως η Charnières κατακτούν νέες αγορές, όπως η Ελβετία και το Βέλγιο, ανταγωνιζόμενες επάξια παλαιότερες, όπως το Τόκιο, αλλά και την καλοκαιρινή παρουσία τους σε ελληνικά resorts στην Αντίπαρο, την Ύδρα, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, μεταξύ άλλων.

Τα κοσμήματά του τα χαρακτηρίζει η δυναμική λιτότητα μιας κομψής, δημιουργικής «μαχητικότητας». Εξηγεί ότι ξεκίνησε με μικρά λευκά διαμάντια δεμένα με χρυσό. «Μου αρέσει να χρησιμοποιώ τα πράγματα σε καθημερινή βάση και το εξέφρασα με τον δικό μου τρόπο, προτείνοντας διαμάντια για κάθε μέρα. Το design είναι τεράστια πρόκληση όταν θέλεις να δημιουργήσεις κάτι προσιτό – είναι δύσκολο να φορέσεις διαμάντια 20 καρατίων στον λαιμό το πρωί», τονίζει. Ένας διαφορετικός τύπος καρφώματος μιας πολύτιμης πέτρας, λοιπόν, αποτέλεσε την αφετηρία για τη γέννηση της σειράς Charnières –πλέον περιλαμβάνεται στη συλλογή Commitment–, μέρος της οποίας ήταν και ένα ζευγάρι σκουλαρίκια που κέρδισαν το 2016 το πρώτο βραβείο στην κατηγορία Diamonds Under $20K (Κόσμημα με διαμάντια κάτω των 20.000 δολαρίων) στα Couture Design Awards, στην ετήσια έκθεση Couture Show στο Λας Βέγκας.

Μεγαλώνοντας σε οικογένεια με παράδοση στα διαμάντια, ο Γιάννης Σεργάκης μυήθηκε στο κόσμημα από μικρός. Εμπλούτισε τις γνώσεις του στο Γεμολογικό Ινστιτούτο Αμερικής, κατόπιν εργάστηκε στην οικογενειακή επιχείρηση, αλλά στα μέσα της δεκαετίας του 2000 αποφάσισε να ανεξαρτητοποιηθεί. ∆ημιούργησε το brand Yannis Sergakis Adornments και το 2015 εγκαινίασε το flagship κατάστημά του στον πεζόδρομο της Βαλαωρίτου, στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί, ανάμεσα σε άλλες κολεξιόν, παρουσιάζει τη νέα σειρά Perforé με «τρυπημένα» καφέ διαμάντια, τα οποία μοιάζουν να αιωρούνται πάνω από το δέρμα. Οι πολύτιμοι λίθοι του προέρχονται από νόμιμα ορυχεία που καταλήγουν στη γιγαντιαία μητρόπολη του εμπορίου διαμαντιών, την Αμβέρσα. «Τα διαμάντια ξεκίνησαν τη συζήτηση για πιο ηθικές λύσεις μετά την προβολή της ταινίας Blood Diamond το 2006 και την κατακραυγή που ακολούθησε γύρω από το τι συνέβαινε σε μέρη όπως η Σιέρα Λεόνε», παρατηρεί. Αυτή η ανάγκη για μια ηθικότερη παραγωγή τον ακολουθεί και στις επιλογές ευγενών μετάλλων. Χρησιμοποιεί πλέον μόνο ανακυκλώσιμο χρυσό, ο οποίος καθαρίζεται και διοχετεύεται στους προμηθευτές του. Συγχρόνως, όλα τα σχέδιά του κατοχυρώνονται σε επίπεδο πνευματικής ιδιοκτησίας.

Πώς βλέπει, όμως, τον χώρο του δημιουργικού κοσμήματος σήμερα; «Τα μικρά κοσμήματα είναι περισσότερο branded και, όπως τα ρούχα, τα αναγνωρίζει κανείς και τα αναζητά», εξηγεί. «Πιστεύω ότι το branding θα γίνει ακόμα πιο έντονο, κάτι που έχει και μια αρνητική διάσταση: ενώ υπάρχει τρομερή παραγωγή –το βλέπουμε και στην Ελλάδα–, όταν φτάνει η στιγμή των κινήσεων που πρέπει να γίνουν για να κρατηθεί ένα προϊόν και να συνεχίσει να υπάρχει, απαιτείται πολύ καλό μάρκετινγκ. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορείς να νικήσεις τους μεγάλους οίκους και τα funds. ∆ιαθέτεις ένα ωραίο προϊόν, που όμως δεν το ξέρει κανείς. Και αυτό συμβαίνει σε όλο τον κόσμο».

Κάτι τέτοιο δεν μοιάζει να ισχύει στη δική του περίπτωση, καθώς, όπως μας ενημερώνει, το 90% των διεθνών επισκεπτών στο κατάστημα της Βαλαωρίτου γνωρίζουν το brand. Εκείνο που έχει αλλάξει είναι η συμπεριφορά της εγχώριας αγοράς, αποτέλεσμα της συρρίκνωσης της μεσαίας τάξης. Έτσι, για την κάλυψη της ελληνικής ζήτησης εργάζεται με την ομάδα του πάνω σε κάποιες πιο οικονομικές συλλογές, αλλά και σε one-off κομμάτια, κατηγορία στην οποία ανήκουν και ορισμένα sur mesure κοσμήματα με λευκά διαμάντια που αγγίζουν τα 20 καράτια ή με μπλε ζαφείρια 25 καρατίων.

Η θέα από τα παράθυρα του διαμερίσματος αλλάζει χρώματα, καθώς ο σχεδιαστής μας εξομολογείται τον θαυμασμό του για οίκους όπως ο γερμανικός Hemmerle, στον οποίο αξιόλογες πολύτιμες πέτρες δένονται με μέταλλα όπως ο χαλκός και ο μπρούντζος. Για την ώρα, εκείνος επιμένει στον χρυσό. ∆εν του λείπουν όμως οι ιδέες. «Θα ήθελα να “παίξω” με κάποια πράγματα, να πάω σε μικρές συλλογές με signature κομμάτια, χωρίς να με ενδιαφέρει το υλικό ή το ενδεχόμενο να είναι αποτέλεσμα συνεργασίας», αποκαλύπτει. «Οραματίζομαι επίσης μια συλλογή με τη δύναμη της Charnières – αναζητώ την τεχνοτροπία. Και θα ήθελα να αναπτύξω μια κολεξιόν με όγκους, να δουλέψω με μέταλλα όπως το ασήμι».

Δημοσιεύθηκε στο τεύχος Φεβρουαρίου της Vogue Greece.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή