Σύγχρονα έργα που ζητούν τη συμμετοχή των Αθηναίων

Σύγχρονα έργα που ζητούν τη συμμετοχή των Αθηναίων

5' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο προσωπικό της site η εικαστικός Κάντι Τσανγκ (Candy Chang) χαρακτηρίζει τη δουλειά της ως «προσπάθεια ενεργοποίησης των δημόσιων χώρων» και «συμμετοχικά πειράματα στη δημόσια σφαίρα που εξετάζουν τα όρια ανάμεσα στην απομόνωση και την κοινότητα». Επειδή, όμως, ήδη από την πρώτη σελίδα υπάρχουν στιγμιότυπα από τα project της, καθώς και μια πολύ pop εικόνα που δείχνει τις fluo γαλάζιες γόβες της φωτογραφημένες μπροστά στη φράση «Είναι ωραίο να βρίσκεσαι εδώ» γραμμένη με stencil πάνω στην άσφαλτο, εύκολα καταλαβαίνεις πως οι δημιουργίες της είναι πολύ περισσότερο διασκεδαστικές από όσα υπονοούν οι παραπάνω ορισμοί.

Στο πρώτο της έργο «School of the Future», με το οποίο η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ξεκινά το αφιέρωμά της στην Αμερικανοασιάτισσα καλλιτέχνιδα, χίλιες κόκκινες πλαστικές μπάλες γεμίζουν ένα χώρο που θυμίζει σχολική αίθουσα, φέρνοντας στον νου παιδικά παιχνίδια. Στο βάθος μια έδρα και ένα τετράδιο προσκαλεί και προκαλεί τους επισκέπτες να απαντήσουν σε δύο ερωτήσεις: «Τι θα θέλατε να μάθετε όταν ήσασταν στο σχολείο» και «Τι πιστεύετε ότι είναι σημαντικό να διδάξουμε στα παιδιά μας;».

Και μετά; Θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος που παραμένει δύσπιστος απέναντι σε ό,τι ονομάζεται public art και αποτελεί το καλλιτεχνικό πεδίο στο οποίο εντάσσεται η δουλειά της Τσανγκ. «Την τέχνη πρώτα την αισθάνεσαι και μετά την κατανοείς» σχολιάζει η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια και διευθύντρια επικοινωνίας της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, που θα φιλοξενήσει τους επόμενους μήνες δύο ακόμη site-specific εγκαταστάσεις της εικαστικού. «Ας φύγουμε από τη λογική του μετρήσιμου αποτελέσματος, δεν είναι όλα τα πράγματα χειροπιαστά ως προς την αξία τους.

Αλλωστε, η δημόσια τέχνη (public art) δεν εκτίθεται με τον τρόπο που αυτό συμβαίνει στις γκαλερί ή τα μουσεία. Απλώς υπάρχει και επιτρέπει στο τυχαίο να παίξει το παιχνίδι του ώστε να συμβούν προσωπικά γεγονότα και εκπλήξεις. Τελικά λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μιας κοινότητας ανθρώπων που βιώνει την παρουσία της συνειδητά, ή ασυνείδητα».

Σημείο των καιρών

Μια μικρή περιήγηση στο Διαδίκτυο, κάνει φανερό πως το θέμα της δημόσιας τέχνης, της αξίας και της σημασίας της τόσο για τη δημόσια ζωή όσο και για την ίδια την τέχνη έχει φανατικούς υποστηρικτές και πολέμιους. Χρησιμοποιώντας υλικά και μεθόδους που ουσιαστικά αντανακλούν τη σύγχρονη κουλτούρα, αποτελεί περισσότερο μια εμπειρία και λιγότερο ένα αντικείμενο, ένα έργο τέχνης στα πρότυπα όσων γνωρίζαμε στο παρελθόν.

Για κάποιους, η public art βρίσκεται στο επίκεντρο της πιο καινοτόμας πρακτικής στο πεδίο της σύγχρονης τέχνης. Για κάποιους άλλους, είναι βαρετή και υπερεκτιμημένη, ένα νοητικό κατασκεύασμα που δυσκολεύεται να συναντήσει τον κοινό του, δηλαδή όλους εμάς στους οποίους απευθύνεται και χρειάζεται τη συμμετοχή μας για να ενεργοποιηθεί.

Στην τελευταία Μπιενάλε της Βενετίας (2015) τον Χρυσό Λέοντα κέρδισε η Αντριαν Πάιπερ, για το έργο «The Probable Trust Registry» που ήταν μια εγκατάσταση-επίκληση στην ατομική μας συνείδηση και υπευθυνότητα. Σε τρία κιόσκια που έμοιαζαν με γραφεία μητρώου μιας δημόσιας υπηρεσίας, οι επισκέπτες καλούνταν να υπογράψουν ένα προσωπικό συμβόλαιο δεσμευόμενοι ως προς δεδομένους όρους όπως

«Εννοώ όλα όσα λέω», ή «Θα κάνω όλα όσα λέω ότι θα κάνω». Στο ίδιο πνεύμα ο Τίνο Σίγκαλ, ο νεαρός Γερμανός καλλιτέχνης που θεωρείται φαινόμενο στους κύκλους της σύγχρονης τέχνης και πρόσφατα έδρασε και στην Αθήνα με το «This progress» μέσα στη Ρωμαϊκή Αγορά, ονομάζει το έργο του «δομημένες καταστάσεις». «Εάν αυτό είναι τέχνη, δεν έχει καν σημασία» δήλωσε σε μια πρόσφατη συνέντευξή του. «Πρόκειται όμως για μια προσέγγιση της σύγχρονης ζωής που διογκώθηκε τα τελευταία χρόνια και ίσως δεν θα ήταν καν πιθανή πριν από μια δεκαετία».

Παγκόσμιο πρότζεκτ

Στην πιο γνωστή «οπτική εγκατάστασή» της (visual installation) με τίτλο «Before I Die» (Προτού πεθάνω), η Κάντι Τσανγκ μετατρέπει τους τοίχους ενός εγκαταλελειμμένου σπιτιού σε μαυροπίνακα, όπου οι περαστικοί καλούνται να συμπληρώσουν την παραπάνω φράση γράφοντας με μια κιμωλία την «ύστατη» επιθυμία τους. Η αρχή έγινε στη γειτονιά της στη Νέα Ορλεάνη το 2011, ως αντίδραση σε ένα βαρύ πένθος που βίωνε η ίδια εκείνη την περίοδο. Η συμμετοχή των περαστικών ήταν εντυπωσιακή. Ο τοίχος γέμισε απαντήσεις και προσωπικές εξομολογήσεις που έλεγαν «Προτού πεθάνω θα ήθελα να με αποδεχτούν οι γονείς μου», ή «Να γίνω αριστοτέχνης της τρομπέτας», ή «Να την αγκαλιάσω ακόμη μία φορά». Τελικά, αυτό που ξεκίνησε ως πείραμα έγινε παγκόσμιο πρότζεκτ, αφού διαδόθηκε μέσω του Ιντερνετ και μιας ιστοσελίδας που δημιούργησε η Τσανγκ, προσφέροντας πληροφορίες και οδηγίες βήμα-βήμα για την υλοποίηση του έργου από όποιον ενδιαφέρεται. Σήμερα υπάρχουν πάνω από 1.000 τοίχοι «Before I Die» σε περισσότερες από 70 χώρες ανά τον κόσμο συμπεριλαμβανομένου του Καζαχστάν, της Ουκρανίας, της Ιαπωνίας, της Αργεντινής. Σε λίγους μήνες θα υπάρξει ένας και στην Αθήνα. Εχει όμως αυτή η πόλη, στην παρούσα φάση την όρεξη και τη δύναμη να συμμετέχει σε τέτοια καλλιτεχνικά «παιχνίδια»;

«Θα έλεγα ότι η Αθήνα έχει την ανάγκη να παίξει παιχνίδια, μόνον που δυστυχώς δεν μας δίνονται οι ευκαιρίες μέσα στη τόσο δύσκολη καθημερινότητά μας» λέει η Αφροδίτη Παναγιωτάκου. «Η Τσανγκ αναφέρεται σε προσωπικά βιώματα, εξομολογήσεις, επιθυμίες και όνειρα, άρα μπαίνει στην περιοχή της τέχνης μέσω του συναισθήματος. Αυτή η απουσία επιτήδευσης επιτρέπει στον καθένα να έρθει κοντά στα έργα της μέσα από την προσωπική του ιστορία. Νομίζω ότι το είδος της τέχνης της αποτελεί την παρότρυνση που χρειαζόμαστε για να χαμογελάσουμε, και να επιτρέψουμε στον εαυτό μας, εντελώς δωρεάν, να κάνει για πέντε λεπτά μια τρυφερή, παρηγορητική, απελευθερωτική σκέψη».

Μένει να αποδειχτεί στην πράξη αν οι Αθηναίοι διαθέτουν την ενέργεια που χρειάζεται για να ανταποκριθούν στο κάλεσμα. Αλλωστε, η δημόσια τέχνη δεν μας ζητεί τίποτε άλλο παρά να εγκαταλείψουμε την αποστασιοποίηση του θεατή και να αναμειχθούμε με τους άλλους, να εμπλακούμε, να συμπράξουμε και τελικά να αποκτήσουμε λόγο για ένα μέρος της δημόσιας ιστορίας που γράφεται στις σύγχρονες πόλεις.

«Ο ορισμός του έργου τέχνης θα αλλάξει»

Είναι αυτό τέχνη; «Αυτό είναι ένα ερώτημα που δικαιούται να θέσει ο καθένας, αρκεί να είναι έτοιμος να καθίσει και να ακούσει την απάντηση» απαντά η εικαστικός Κατερίνα Ζαχαροπούλου, που εδώ και χρόνια επιμελείται και παρουσιάζει την τηλεοπτική εκπομπή για τη σύγχρονη τέχνη «Η εποχή των εικόνων». «Γιατί μπορεί να μην είναι μια απάντηση δύο λεπτών, αλλά μια συζήτηση που αποσκοπεί τελικά στο να μας κάνει συμμέτοχους και συνεργούς μιας άλλης πραγματικότητας. Αν η τέχνη έχει ως κοινώς αποδεκτό στόχο να διευρύνει τη συνείδηση του ανθρώπου, τότε γιατί να περιορίσουμε τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία αυτό μπορεί να συμβεί; Πιθανώς το προϊόν της δημόσιας τέχνης να μη μοιάζει με τα “αριστουργήματα” που γνωρίζαμε μέχρι τώρα, αλλά ούτε ο κόσμος μας είναι πια αυτός που ξέραμε. Πιστεύω ότι στα επόμενα χρόνια ο ορισμός του έργου τέχνης θα τροποποιηθεί και σίγουρα θα προστεθούν νέες ερμηνείες που θα διευκολύνουν την κατανόηση. Αν όμως αγνοήσουμε την ύπαρξη αυτής της τέχνης, είναι σαν να έχουν γεννηθεί καινούργια παιδιά και να μη θέλουμε να τους δώσουμε το όνομά τους, επειδή δεν ταιριάζουν με αυτά που γνωρίζουμε».

​​Η εικαστικός Candy Chang βρίσκεται στη Στέγη για τρεις site-specific εγκαταστάσεις της. Ξεκίνησε με το «School of the Future», ενώ τον Μάιο θα ακολουθήσουν: «Before I die» και «Confessions». Επιμέλεια: Αφροδίτη Παναγιωτάκου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή