H Εμανουέλ Μπαγιαμάκ – Ταμ στην «Κ»: Το μυθιστόρημα είναι κατ’ ουσίαν τρανς

H Εμανουέλ Μπαγιαμάκ – Ταμ στην «Κ»: Το μυθιστόρημα είναι κατ’ ουσίαν τρανς

Η συγγραφέας και καθηγήτρια μέσης εκπαίδευσης Εμανουέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ μιλάει στην «Κ» για την «Αρκαδία» της

6' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πρέπει να είναι λίγα τα αξιοσημείωτα μυθιστορήματα της διεθνούς λογοτεχνίας που διαδραματίζονται σε κάποιο ουτοπικό κοινόβιο ή σεπαρατιστική κοινότητα. Αν δεν μας διαφεύγει κάτι, ξεχωρίζουν η «Ιστορία του Μπλάιθντεηλ» του Ναθάνιελ Χόθορν (εκδ. Printa), το «Σ.» του Τζον Απντάικ (εκδ. Λιβάνη), ίσως και τα «Κορίτσια» (εκδ. Ψυχογιός) της Εμα Κλάιν.

Ας προστεθεί ένα ακόμα στη μικρή αυτή λίστα: η «Αρκαδία», το δωδέκατο μυθιστόρημα της Γαλλίδας συγγραφέως και καθηγήτριας μέσης εκπαίδευσης Εμανουέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ, που περιγράφει τη ζωή στο Liberty House, μια ειδυλλιακή κοινότητα στα γαλλοϊταλικά σύνορα, η οποία έχει αποκοπεί από τον σύγχρονο πολιτισμό και την τεχνολογία. Εντός της φιλοξενούνται κάθε λογής περιθωριοποιημένοι: άνθρωποι ψυχικά ευάλωτοι, νοητικά ή σωματικά ασθενείς, δύσμορφοι αλλά και «ηλεκτρο-υπερευαίσθητοι», υποχόνδριοι ή τοξικοεξαρτημένοι και πάντως στρέιτ, γκέι ή προερχόμενοι από οποιοδήποτε σημείο του φάσματος της ταυτότητας φύλου. Σε κάθε περίπτωση, δικαιούνται και απολαμβάνουν μια ειρηνική και σεξουαλικά ικανοποιητική ζωή.

«Εδώ και πολύ καιρό», λέει στην «Κ» η Εμανουέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ, «με ενδιαφέρουν οι θρησκευτικές αιρέσεις, οι κοινότητες, οι σέχτες και γενικά κάθε τι που προτάσσει μια διαμαρτυρία, μια προσπάθεια να σκεφτούμε και να ζήσουμε διαφορετικά. Αντλησα έμπνευση από κοινότητες υπαρκτές, όπως η Αδελφότητα του Ελεύθερου Πνεύματος, μια παράνομη σέχτα πολύ δραστήρια στην Ευρώπη στα τέλη του Μεσαίωνα ή, πιο κοντά στο σήμερα, από την Ταμέρα στην Πορτογαλία, που θέλει να αποτελέσει πρότυπο μη βίαιης, βιώσιμης κοινότητας και που προάγει τον σεβασμό στη φύση. Στην πραγματικότητα συνέλαβα το Liberty House σαν καταφύγιο από μια κοινωνία βίαιη, γεμάτη διακρίσεις και χωρίς ανεκτικότητα στις διαφορές, στις αδυναμίες, στις αναπηρίες. Είχε επίσης μεγάλη σημασία να είναι μια “κενή” ζώνη, ένα μέρος για να μεγαλώνουν τα παιδιά προστατευμένα από τις νέες τεχνολογίες και τα κοινωνικά δίκτυα. Χωρίς να είμαι τεχνοφοβική, καθημερινά βλέπω τις επιβλαβείς συνέπειες που έχουν οι οθόνες στα παιδιά και τους μαθητές μου».

Συνέλαβα το Liberty House σαν καταφύγιο από μια κοινωνία βίαιη, γεμάτη διακρίσεις και χωρίς ανεκτικότητα στις διαφορές, στις αδυναμίες, στις αναπηρίες.

Δικό της παιδί είναι με έναν τρόπο και η πρωταγωνίστρια της «Αρκαδίας», η νεαρή Φαρά, που ζει στο Liberty House με τους νευρωτικούς γονείς της και που όσο μεγαλώνει διαπιστώνει ότι το ίδιο της το σώμα είναι όχι απλώς άβολο, όπως κάθε έφηβης, αλλά καθώς δεν διαθέτει αποκλειστικά ένα από τα δύο συνήθη φυλετικά χρωμοσώματα, γίνεται όλο και πιο αρρενωπό: η Φαρά είναι ένα μεσόφυλο, intersex άτομο, κάτι που αρχικά την αποπροσανατολίζει.

«Τα μυθιστορήματά μου πάντα περιλαμβάνουν χαρακτήρες των οποίων η ταυτότητα φύλου είναι ρευστή, αβέβαιη», λέει η Εμανουέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ και συνεχίζει: «Από την άλλη, η μεσοφυλία είναι κάτι διαφορετικό, καθώς δεν συνοδεύεται οπωσδήποτε από κάποια απροσδιοριστία του φύλου. Σε κάθε περίπτωση όμως, για μένα είναι ένα ζήτημα αμφισβήτησης των προτύπων από τη σκοπιά του περιθωρίου και της μειονότητας. Οσο με αφορά, επωφελούμαι από το σύστημα, τους κανόνες και τις αξίες του, καθώς είμαι cis γυναίκα (σ.σ.: ο όρος δηλώνει ότι το βιολογικό φύλο ενός ατόμου συμφωνεί με το κοινωνικό), ετεροφυλόφιλη, λευκή και απόφοιτη πανεπιστημίου. Αν δεν επιχειρήσω τη μετατόπιση που συνίσταται στο να σκεφτώ από μια θέση διαφορετική από τη δική μου, δεν θα πω τίποτα για τον κόσμο που μας περιβάλλει και απλώς θα εγκρίνω μια λειτουργία που αποκλείει, καταπιέζει και ασκεί βία εναντίον ατόμων λιγότερο προνομιούχων από εμένα. Τούτου δοθέντος, ποτέ δεν είχα δυσκολία να μπω στη θέση του άλλου και να υιοθετήσω την οπτική κάποιου που δεν έχει ούτε το βιολογικό ούτε το κοινωνικό μου φύλο ούτε την ηλικία μου ούτε τον σεξουαλικό μου προσανατολισμό. Οσο για το μυθιστόρημα, είναι κατ’ ουσίαν τρανς (σ.σ.: αντίθετα από τα cis, τα τρανς άτομα αντιλαμβάνονται το φύλο τους διαφορετικά από εκείνο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση), με κάθε έννοια της λέξης: όχι μόνο μπορεί να υιοθετήσει όλα τα λογοτεχνικά είδη –ποίηση, τραγωδία, σάτιρα κ.λπ.–, αλλά ο ρόλος του είναι να διευρύνει τα ενδεχόμενα, δίνοντας ζωή σε πλάσματα που ξεφεύγουν από όλους τους επιβεβλημένους ορισμούς».

Η Φαρά μαγεύεται από τον γκουρού της κοινότητας, τον Αρκαντί, τον πολιορκεί ερωτικά και εκείνος ενδίδει όταν το επιτρέπει η σεξουαλική ενηλικίωσή της. Ομως ο επίγειος παράδεισος του Liberty House αναστατώνεται από την άφιξη του Ανγκοσόμ, ενός νεαρού μετανάστη από την Ερυθραία. Σε εκείνον, η αγάπη και η ανεκτικότητα που διακήρυττε ο Αρκαντί δεν εφαρμόζεται και η Φαρά οργίζεται και καλείται να επιλέξει αν θα εγκαταλείψει την κοινότητα ή τις αρχές της.

H Εμανουέλ Μπαγιαμάκ – Ταμ στην «Κ»: Το μυθιστόρημα είναι κατ’ ουσίαν τρανς-1

Υπάρχει κάτι σαν συνεχές μεταξύ θηλυκού και αρσενικού

«Συνέλαβα τον Ανγκοσόμ σαν έναν πολύ ρεαλιστικό χαρακτήρα», διευκρινίζει η Εμανουέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ, «αλλά την ίδια στιγμή και σαν αλληγορία: αποκρυσταλλώνει τις επιθυμίες και τα φαντάσματα των άλλων χαρακτήρων. Το Liberty House είναι ένας μικρόκοσμος: ό,τι συμβαίνει σε μικρή κλίμακα αντικατοπτρίζει όσα συμβαίνουν σε εθνική κλίμακα. Για να το θέσω συνοπτικά, η πλειοψηφία των Γάλλων δεν έχει τίποτα εναντίον των ξένων, δεν θέλουν να τους βλάψουν, αλλά δεν είναι έτοιμοι να τους καλωσορίσουν αξιοπρεπώς στην επικράτειά τους. Ο Αρκαντί κηρύσσει την αγάπη και την ανεκτικότητα, αλλά δεν θέλει να ανοίξει την κοινότητά του στη μέγιστη ετερότητα που αντιπροσωπεύει ένας πρόσφυγας από την Ερυθραία. Η κοινότητα προτιμάει να μείνει σε ένα βολικό «μεταξύ μας», παρά να εντάξει νεοφερμένους. Για τη Φαρά, αυτό είναι ανυπόφορο. Και είναι για εκείνη μια πρώτη φανέρωση των ελαττωμάτων του Αρκαντί, που μέχρι τότε υπήρξε ο ήρωάς της». 
Σημαίνουν άραγε όλα αυτά ότι η ανεκτικότητα –μια έννοια που ίσως υπονοεί και μια κάποια απόσταση από τον άλλον, αν όχι μια υπεροψία– έχει τα όριά της; Τι ισχύει στη Γαλλία; 

«Εχει ενδιαφέρον ότι μου θέτετε το ερώτημα των ορίων της ανεκτικότητας», αποκρίνεται η συγγραφέας, «γιατί το θέτω κι εγώ. Σύμφωνα με τον Εμίλ Σιοράν –τον οποίο ξαναδιαβάζω με ζήλο αυτή την περίοδο–, ο φανατισμός είναι δείγμα ζωτικότητας μιας πεποίθησης ή μιας θρησκείας, ενώ αντιστρόφως –σύμφωνα πάντα με τον Σιοράν– η ανεκτικότητα είναι μια κατάσταση κόπωσης και στειρότητας, ένα είδος νωθρότητας, παθητικής αποδοχής των πάντων. Ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να τοποθετηθώ πάνω στο ζήτημα και να πω αν η Γαλλία επιδεικνύει ή όχι ανεκτικότητα. Μου φαίνεται ότι ακόμα παρατηρούμε μια όξυνση της αντιδραστικότητας, που εξηγεί για παράδειγμα τη δημοφιλία μιας ηλίθιας και ακαλλιέργητης προσωπικότητας όπως ο Ερίκ Ζεμούρ. Το προϊόν που εμπορεύεται είναι ακριβώς η μισαλλοδοξία –για τη μετανάστευση και τον φεμινισμό μεταξύ άλλων– και ο λόγος του γίνεται αποδεκτός από έναν αριθμό Γάλλων».

Η επιστροφή της Φαρά

Από τη μεριά της –και ενώ εξελίσσεται μέσα σε ένα μυθιστόρημα που ενσωματώνει την ομορφιά της ταλάντευσης ακόμα και αφηγηματικά, με τη βοήθεια μιας γλώσσας ζωηρής, γεμάτης ετερόκλητες διακειμενικές αναφορές, παιχνιδιάρικης ενίοτε και πάντως απαιτητικής μεταφραστικά– η Φαρά συμφιλιώνεται με τον εαυτό της και διευρύνει την αντίληψή της για τον κόσμο. Αν τελικά επιστρέφει στο Liberty House, ίσως δεν το κάνει μόνο εμφορούμενη από νοσταλγία για την ειδυλλιακή ανατροφή της, αλλά και με έναν πιο συνειδητό τρόπο. 

Οχι ότι έχει βρει όλες τις απαντήσεις: «Ωραία είναι να έχεις επιλέξει το τρίτο φύλο, όμως έτσι δεν λύνεται κανένα υπαρξιακό πρόβλημα», παρατηρεί κάποια στιγμή η Φαρά. Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει ότι και η ίδια η επιλογή ταυτότητας δεν μας γλιτώνει πάντα από το διαρκώς υπολειπόμενο, το φευγαλέο. Κάποιοι ίσως διαφωνούν. 

«Παρακολουθώ τη συζήτηση που καταδικάζει τη διεμφυλικότητα σαν την πιο πρόσφατη απόρροια ενός παροξυμμένου ατομικισμού – μια παθολογία της εποχής μας ή έστω των δυτικών κοινωνιών», καταλήγει η Εμανουέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ. «Στη Γαλλία, διανοούμενοι όλων των αποχρώσεων –και όχι αποκλειστικά δεξιοί χριστιανοί– θεωρούν ότι η ελεύθερη επιλογή φύλου ανήκει στη φαντασίωση μιας ελευθερίας απόλυτης και ότι τα διεμφυλικά παιδιά είναι τα θύματα αυτής της φαντασίωσης, όταν δεν εργαλειοποιούνται απλά και καθαρά από κάποιο υποτιθέμενο “γκέι λόμπι”. Δεν τα βλέπω καθόλου έτσι τα πράγματα. Για μένα υπάρχει κάτι σαν συνεχές μεταξύ του θηλυκού και του αρσενικού: το να μας επιβάλλονται δυαδικές, αλληλοαποκλειόμενες επιλογές προκαλεί πόνο. Εχω υιοθετήσει μια φράση του Βίτολντ Γκομπρόβιτς: “Δεν ξέρω ποιος είμαι, αλλά υποφέρω όταν παραμορφώνομαι”. Βομβαρδιζόμαστε από διαταγές και μας επιβάλλονται ορισμοί που μας αλλοτριώνουν και μας κάνουν δυστυχείς. Με το να ανεχτούμε λίγο περισσότερη ρευστότητα στα φύλα δεν θα λύσουμε όλες τις συναισθηματικές διαταραχές, αλλά ήδη μου φαίνεται σαν μια καλή αρχή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή