Η Ιρλανδία των Όσκαρ

Ιρλανδική ύπαιθρος, κέλτικα και μπύρες stout: το «Σμαραγδένιο Νησί» πάει στα φετινά βραβεία με ένα τριφύλλι στο χέρι

4' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δύο άντρες κάθονται σε έναν ξύλινο πάγκο, ο ένας λίγο νεότερος και έντονα συνοφρυωμένος, ο άλλος πιο μεγάλος και «βαρύς» με τα μαλλιά του πίσω. Τα ποτήρια τους είναι γεμάτα μαύρη stout μπύρα, στο φόντο το έδαφος φλατ, το γρασίδι καταπράσινο και η θάλασσα λίγο φουρτουνιασμένη. 

Θα μπορούσε να είναι μια εικόνα που θα σκεφτόταν οποιοσδήποτε αν του έλεγες «ιρλανδική ύπαιθρος», πάντως, τη συνέλαβε και τη σκονοθέτησε πριν από εμάς για εμάς ο Μάρτιν Μακντόνα στο «The Banshees of Inisherin», την ταινία δηλαδή που ο Κόλιν Φάρελ κι ο Μπρένταν Γκλίσον συναντήθηκαν ξανά υπό τις οδηγίες του σκηνοθέτη, 14 χρόνια μετά το «In Bruges». Αλλά και μία από τις ταινίες που διεκδικούν 9 Όσκαρ στη φετινή απονομή, τα δεύτερα περισσότερα δηλαδή μετά το σαρωτικό «Everything Everywhere All At Once», μαζί με το γερμανικό πολεμικό έπος του «All Quiet on the Western Front». 

Η ταινία γυρίστηκε στα ιρλανδικά νησιά Άκιλ και Ίνισμορ, οι πρωταγωνιστές της είναι Δουβλινέζοι, ο σκηνοθέτης της Λονδρέζος «made in Ireland». Κι αυτό δεν είναι το μόνο ιρλανδικό «αίμα» που κυλάει στις φετινές υποψηφιότητες, μιας και 12 συνολικά από αυτές αφορούν ταινίες ή/και συντελεστές από το «Σμαραγδένιο Νησί».

Ινισέριν, ένα φανταστικό νησί στην Ιρλανδία, 100 χρόνια πριν. Αυτό που μοιάζει να είναι μια αρχετυπική αντρική φιλία γυρνάει τούμπα στο «The Banshees of Inisherin» και η νωθρή πραγματικότητα των ηρώων ταράζεται από την απόφαση του ενός (Μπρένταν Γκλίσον) να δώσει τέλος στη φιλία τους. Είναι τότε που ο άλλος (Κόλιν Φάρελ) μεταμορφώνεται σε έναν σχεδόν μπεκετικό ήρωα, πριν η τροπή βαφτεί με αίμα αλλά και η ατμόσφαιρα αποκτήσει κάτι από την «Έβδομη Σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. 

Πέρα από το «μεγάλο βραβείο» -που σε έναν δίκαιο κόσμο, θα έπρεπε να το πάρει αυτό κι όχι το «Everything Everywhere AlI At Once» που μόνο αν γκρεμιστεί κάνας φούρνος δεν θα κερδίσει- το «Banshees of Inisherin» διεκδικεί και τα «τεχνικά» βραβεία Σκηνοθεσίας και Μοντάζ (γιατί όχι και Φωτογραφίας, όμως;) αλλά και Σεναρίου, ενώ ο Κάρτερ Μπάργουελ με το score που έγραψε αποτελεί έναν άξιο αντίπαλο του Βόλκερ Μπέρτελμαν («All Quiet On The Western Front») και του Τζον Γουίλιαμς («The Fabelmans») στην κατηγορία Πρωτότυπης Μουσικής.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, όλοι οι βασικοί ηθοποιοί της ταινίας διεκδικούν χρυσό αγαλματίδιο: ο Κόλιν Φάρελ αυτό του Α’ Ανδρικού ρόλου, Μπρένταν Γκλίσον και Μπάρι Κέογκαν το Β’ Ανδρικού, ενώ η Κέρι Κόντον είναι υποψήφια στην κατηγορία Β’ Γυναικείου ρόλου. 

Αν και μοιάζει σχεδόν «σιγουράκι» πως η ερμηνεία του Μπρένταν Φρέιζερ στη «Φάλαινα» του Ντάρεν Αρονόφσκι θα πάρει το βραβείο, ο Κόλιν Φάρελ ερμηνεύει με εξαιρετική λεπτότητα αλλά και την απαραίτητη ένταση τον αγαθό Παντ, που ακόμα κι αν οι μόνοι του πραγματικοί φίλοι είναι τα ζώα, δεν χάνει μέχρι το τέλος την ελπίδα του για τους ανθρώπους. Όσο για τον Μπρένταν Γκλίσον, έδωσε μία συμπαγή ερμηνεία του φευγάτου μισάνθρωπου Κολμ, που όσο βλέπει τον χρόνο να κυλάει αντίστροφα, προτιμά να τον σπαταλά στη μουσική παρά σε «ανούσιες» κουβέντες. Ήρεμη ερμηνευτική δύναμη διακρίνει την Κέρι Κόντον (που οι περισσότεροι γνωρίζετε ως τη νύφη του Μάικλ από το «Better Call Saul») που υποδύεται τη βιβλιοφάγο αδερφή του Παντ. Όμως η πραγματική αποκάλυψη της ταινίας είναι ο 30χρονος Μπάρι Κέγκαν, ο «Τρελαντώνης» του νησιού που σαρώνει σε κάθε του λέξη και μορφασμό (και μακάρι να το «σηκώσει»). 

Για να το πούμε και αλλιώς, το ¼ των υποψηφίων στις κατηγορίες ηθοποιών είναι Ιρλανδοί, με την «κέντα» να συμπληρώνεται με τον Πολ Μεσκάλ για την ερμηνεία του στο «Aftersun», το τρυφερό αυτοβιογραφικό ντεμπούτο της Σάρλοτ Γουέλς και χαλαρό best seller για το κοινό της Α24. Ο ηθοποιός που οι εναλλακτικοί millennials έμαθαν μέσα από την τηλεοπτική μεταφορά του «Normal People» της Σάλι Ρούνεϊ (και αγάπησαν τόσο που η αλυσίδα που φορούσε ο ήρωάς του απέκτησε τη δική του σελίδα στο Instagram) παίζει πειστικά έναν νεαρό πατέρα που προσπαθεί συγχρόνως να κερδίσει τον χαμένο χρόνο της πατρότητας αλλά και της νεότητας που «κόπηκε» νωρίς. 

Fast forward τώρα στην κατηγορία Διεθνούς Ταινίας, εκεί όπου βρίσκουμε μεταξύ άλλων το «The Quiet Girl» του Κολμ Μπάιρεντ που μας πάει με τη σειρά του στην ιρλανδική επαρχία των αρχών της δεκαετίας του ‘80, εκεί όπου ένα κορίτσι περνάει ένα καλοκαίρι σε μια ανάδοχη οικογένεια και λειτουργεί ως ο σιωπηλός παρατηρητής των πραγμάτων. Κλασικό «σοβαρό» μα άνευρο και ανιαρό δράμα προορισμένο για τα πιο high brow φεστιβάλ, δεν υπάρχει κάποιος υψίστης σημασίας λόγος να δείτε τη συγκεκριμένη ταινία, πάντως, εδώ θα ακούσετε αυθεντικά ιρλανδικά.

Για το τέλος, κλέψαμε λίγο, μιας και το «An Irish Goodbye» του Τομ Μπέρκλεϊ και του Ρος Γουάιτ που διεκδικεί το Όσκαρ για Ταινία Μικρού Μήκους μας έρχεται από τη Βόρεια Ιρλανδία. Στα 23 της λεπτά, η ταινία προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις ιδέες του θρήνου αλλά και των αδελφικών σχέσεων, μιας και εδώ βλέπουμε την επανένωση τριών αδελφών, ένας εκ των οποίων με σύνδρομο Ντάουν, με αφορμή τον θάνατο της μητέρας τους. 

Για να δούμε αν το τυχερό τριφύλλι θα είναι με το μέρος των παραπάνω υποψηφίων. Όπως και να ‘χει, ádh mór!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή