Τετράς, οι πρώτοι ρεμπέτες επιστρέφουν στο λιμάνι

Τετράς, οι πρώτοι ρεμπέτες επιστρέφουν στο λιμάνι

2' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ. Ηταν γύρω στο 1934, όταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιώργος Μπάτης, ο Ανέστης Δελιάς κι ο Στράτος Παγιουμτζής, ένωσαν το ταλέντο τους και δημιούργησαν την πρώτη ρεμπέτικη κομπανία: «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς».

Πατριάρχης του ρεμπέτικου ο πρώτος, καθιέρωσε την ορχήστρα με μπουζούκια και μπαγλαμάδες. Μάγκας, από τους καλούς και στέρεους μουσικούς ήταν ο Μπάτης, ενώ ο Ανέστης Δελιάς, «Αρτέμης» κατά το παρατσούκλι του, οργανοπαίκτης, δημιουργός και τραγουδιστής ήταν ο πιο ταλαιπωρημένος της παρέας. Κι ο Παγιουμτζής τραγουδιστής μύθος. Ελεγαν πως «είχε φωλιές από αηδόνια» στον λαιμό του.

Για πρώτη φορά όλοι μαζί έπαιξαν στη Μάντρα του Σαραντόπουλου στην Ανάσταση. Και πού θα μπορούσαν να ακουστούν καλύτερα τα τραγούδια τους, από τον ίδιο τον Πειραιά όπου αγαπήθηκαν. Ετοιμαστείτε λοιπόν για λαϊκές συγκινήσεις από σήμερα ώς και την Κυριακή, στην Πέτρινη Αποθήκη της Προβλήτας του ΟΛΠ, στην Πύλη Ε2.

Μια ιδέα της Λίνας Νικολακοπούλου από την εποχή που ετοίμαζε το αφιέρωμα στον Μάρκο Βαμβακάρη. Τότε, άρχισε να ανακαλύπτει τη δράση αυτής της πρωτοποριακής ομάδας. Ο πιο έμπειρος απ’ όλους, λέει, ήταν ο Γιώργος Μπάτης. Επαιζε για πολλά χρόνια σε ταβερνάκια με τον μπαγλαμά του, έφτιαχνε ματζούνια για τον πονόδοντο, είχε το καφενείο «Ζωρζ Μπατέ» αλλά και χοροδιδασκαλείο. «Γενικά είχε τις άκρες του».

Ολοι τους εκπροσώπησαν το πειραιώτικο ρεμπέτικο, γράφοντας και τραγουδώντας τους καημούς τους, ενώ τα πρωινά έκαναν χειρωνακτικές δουλειές γύρω από το λιμάνι. «Αλητεμένος κόσμος» που δεν έβλεπε την ώρα «να συναντηθούνε με τους πιο μεγάλους μάγκες, να καπνίσουν και να ακούσουν μουσική. Ηταν μια μυσταγωγία σε ελεεινά μέρη και μια πλευρά του ψυχισμού τους». Κι όλα αυτά σε μια εποχή πλούσια για το λαϊκό τραγούδι, με καλλιτέχνες όπως ο Παναγιώτης Τούντας, ο Βαγγέλης Παπάζογλου κι ο Γιοβάν Τσαούς που έφτασε ώς την αυλή του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β΄.

«Η τετράδα τότε αποφάσισε να κάνει τα δικά της χειροποίητα πράγματα. Και παρότι τα μπουζούκια διώκονταν κι ο κόσμος μάθαινε αυτά τα τραγούδια από τους γραμμοφωνατζήδες στις γειτονιές, εκείνοι τόλμησαν να φτιάξουν μια κομπανία. Αλλά η ελευθερία δεν κράτησε πολύ. Το 1937 η δικτατορία του Μεταξά επέβαλε τη λογοκρισία».

Αυτή η περίοδος του ρεμπέτικου δεν κάλυπτε βέβαια όλη τη μάζα των χαμηλά οικονομικά τάξεων. «Ωστόσο, με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ζωή των ανθρώπων επιδεινώθηκε και πολλοί στράφηκαν ως έκφραση σ’ αυτό το είδος παρά στο αστικό τραγούδι. Το ρεμπέτικο είχε μια αναρχία μέσα του». Μίλαγε απλά για τον άνθρωπο πέρα από τα κοινωνικοπολιτικά στοιχεία που κατέγραψε. Επιπλέον, είχε μια ευθύτητα και ειλικρίνεια καταλυτική. «Κατέγραψε σχεδόν σαν δημοσιογραφικό ρεπορτάζ, επαγγέλματα, συμπεριφορές ζωής, ακόμη και τον τρόπο που αντιμετώπιζαν τις γυναίκες».

Τι φέρνει όλα αυτά στο προσκήνιο; Η ρευστή εποχή. «Τότε προσπαθούσαν να επιβιώσουν σε μια πτωχευμένη χώρα. Το 1932 ο Βενιζέλος κήρυξε πτώχευση και όπως έχει καταγράψει στα τραγούδια του ο Βαμβακάρης, ανεβοκατέβαιναν οι κυβερνήσεις».

Εχει σημασία όμως να δούμε, τι βλέπουν και οι σημερινοί 20άρηδες στο ρεμπέτικο; «Οτι δεν είναι τεχνητό» λέει η στιχουργός. «Τα τραγούδια αυτά δεν τα έφτιαξε το μυαλό αλλά η καρδιά». Στην περίπτωσή του έπαιξαν «ρόλο τα λιμάνια». Και πάνω απ’ όλα οι ζωές των δημιουργών του. Αναπόσπαστο κομμάτι της φυσιογνωμίας του Πειραιά.

Αυτό θέλει η Λίνα Νικολακοπούλου να κρατήσει τα καλοκαίρια το λιμάνι. «Να ακούν τα κρουαζιερόπλοια τον ήχο της πόλης».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή