Γεμάτος πάθος Μπραμς από την ΚΟΑ

Γεμάτος πάθος Μπραμς από την ΚΟΑ

1' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με το εκτενές και ιδιαίτερα απαιτητικό πρώτο κοντσέρτο για πιάνο του Μπραμς ξεκίνησε στις 15 Μαΐου στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» η τέταρτη συναυλία του κύκλου Μπραμς της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Σολίστ ήταν η Αννα Βινίτσκαγια, ενώ την ορχήστρα διηύθυνε ο Βασίλης Χριστόπουλος.

Το συγκεκριμένο έργο εμφανίζεται σταθερά στα προγράμματα διαγωνισμών πιάνου. Συνέπεια αυτού είναι ότι θεωρείται αυτονόητο από ανερχόμενους πιανίστες να έχουν δαμάσει τις μεγάλες δυσκολίες του. Ακόμη ένα επακόλουθο είναι ότι οι νέοι καλλιτέχνες εξαντλούν την προσπάθειά τους στην επίλυση των κάθε είδους τεχνικών και δεξιοτεχνικών προβλημάτων και συχνά λησμονούν ότι πρόκειται για μουσική που στόχο έχει κυρίως την επικοινωνία και την έκφραση. Διαβάζοντας το βιογραφικό σημείωμα της Αννας Βινίτσκαγια, μεστό από διακρίσεις σε διαγωνισμούς, υπήρχε ο φόβος ότι η απόδοσή της θα προσδιοριζόταν από αυτές τις συνιστώσες.

Ωστόσο, ήδη από τις πρώτες νότες φάνηκε ότι η 31χρονη Ρωσίδα αντιλαμβανόταν το πάθος της μουσικής και την έντασή της, ότι ακόμη και στο γεμάτο ενέργεια, θυελλώδες τρίτο μέρος έβρισκε αποχρώσεις που χάριζαν πλαστικότητα στο μουσικό κείμενο, ενώ γνώριζε τον τρόπο να ολοκληρώνει συγκεκριμένες φράσεις, συχνά μάλιστα με χάρη, ρίχνοντας αχτίδες φωτός στο συνολικά σκοτεινό χρώμα της μουσικής. Το λυρικό αργό μέρος δόθηκε με συγκρατημένο συναίσθημα, χωρίς πληθωρικές διατυπώσεις, ανάλογες αυτών στα ζωηρά μέρη. Είναι μία επιλογή που συνηθίζεται σήμερα, είτε επειδή ευθυγραμμίζεται προς το τρέχον γούστο σχετικά με τον τρόπο ερμηνείας της μουσικής του 19ου αιώνα είτε επειδή σχετίζεται με αμηχανία ως προς τον τρόπο διαχείρισης ενός είδους συναισθηματικής έκφρασης, με το οποίο ορισμένοι ερμηνευτές δεν αισθάνονται μεγάλη οικειότητα.

Το ίδιο σχόλιο μπορεί να κάνει κανείς επίσης για τον τρόπο με τον οποίο αποδόθηκαν τα λυρικά μέρη της τρίτης Συμφωνίας του Μπραμς, κυρίως το δεύτερο μέρος του έργου, όσο και -σε μικρότερο βαθμό- το τρίτο, το οποίο λόγω της γραφής του αποδόθηκε με μεγαλύτερη κίνηση και πλαστικότητα. Παρά τις σημειακές ανταρσίες του κλαρινέτου, πολύ επιτυχέστερα ερμηνεύτηκαν τα περιβάλλοντα μέρη, αφενός το πρώτο με τον χαρακτηριστικό παλμό που το διακρίνει, αφετέρου το έντονα δραματικό τελευταίο, του οποίου η αγωνία δεν καταλαγιάζει παρά μονάχα στα τελευταία μουσικά μέτρα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή