Η όπερα μπροστά σε νέες προκλήσεις

Η όπερα μπροστά σε νέες προκλήσεις

5' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μία τέχνη τεσσερισήμισι αιώνων, η όπερα, βρίσκεται μπροστά σε ενδιαφέρουσες προκλήσεις. Οσοι διαχειρίζονται τις τύχες της πρέπει να πάρουν σημαντικές αποφάσεις εάν επιθυμούν η τέχνη αυτή να εξακολουθήσει να επιτελεί τον ρόλο της και να βρίσκεται σε γόνιμο διάλογο με την κοινωνία. Επί 450 χρόνια το λυρικό θέατρο εξέφραζε τον εκάστοτε κοσμικό ή θρησκευτικό χορηγό του, είτε ήταν πρίγκιπας της Αναγέννησης και του Μπαρόκ, είτε φιλότεχνος καρδινάλιος, είτε κατά τον 19ο αιώνα η δυναμικά ανερχόμενη αστική τάξη, αυτή η οποία συγκρούστηκε με τον κλήρο και την αριστοκρατία και ανέλαβε να εκφράσει τα ιδανικά της μέσα από τους θεσμούς που δημιούργησε. Σήμερα ποιον εκφράζει η λυρική τέχνη και σε ποιον απευθύνεται;

Τα ερωτήματα αυτά κυριάρχησαν κατά την τριήμερη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε από τις 16 έως τις 18 Ιουνίου στο Αμστερνταμ από την Opera Europa, την κορυφαία οργάνωση υπηρεσιών για επαγγελματικούς θιάσους, θέατρα και φεστιβάλ όπερας στην Ευρώπη, με 160 μέλη από 40 διαφορετικές χώρες, ανάμεσα στα οποία και η Εθνική Λυρική Σκηνή. Οικοδεσπότης υπήρξε η Εθνική Οπερα της Ολλανδίας, που συμπλήρωσε φέτος 50 χρόνια ζωής και η οποία πρόσφατα τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Οπερας ως «Λυρικό θέατρο της χρονιάς» για το 2016.

Αναδιατύπωση

Βάση της συζήτησης αποτέλεσε η κοινή πεποίθηση ότι η όπερα είναι τέχνη με ευρωπαϊκή καταγωγή, διεθνή απήχηση, αλλά και την ικανότητα να ανταποκρίνεται και να ενσωματώνει τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της κουλτούρας κάθε τόπου. Ομως, ενώ σε παλαιότερες εποχές, όταν γινόταν αναφορά στην όπερα ως είδος ήταν σαφές για τι πράγμα μιλούσε κανείς, σήμερα ο όρος περιλαμβάνει έργα τα οποία μπορεί να διαθέτουν χαρακτηριστικά πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Εργα τα οποία κατά συνέπεια ζητούν διαφορετική ποιότητα από τους ερμηνευτές, αλλά και από τους χώρους στους οποίους παρουσιάζονται.

Υπάρχει το «ιστορικό» ρεπερτόριο, από τον Μοντεβέρντι ώς τον Μπεργκ. Παρότι οι απαιτήσεις από εποχή σε εποχή διαφέρουν σημαντικά, οι λυρικοί καλλιτέχνες προετοιμάζονται σήμερα ώστε να αντιμετωπίσουν το ευρύτατο αυτό φάσμα έργων, το οποίο παρουσιάζεται με επιτυχία σε αίθουσες με κάτοψη σε μορφή πέταλου ή ημικυκλικές, οι οποίες ελάχιστα έχουν αλλάξει στη διάρκεια τεσσερισήμισι αιώνων. Συχνά, το ενδιαφέρον του κοινού ανανεώνεται μέσα από σκηνοθεσίες οι οποίες επιχειρούν να αναδιατυπώσουν με σύγχρονη οπτική γλώσσα την πρόκληση που επεδίωκε ο εκάστοτε συνθέτης στην εποχή του, να θέσουν το κοινό αντιμέτωπο με σημαντικά κοινωνικά ή πολιτικά ζητήματα, όπως έκανε ο Βέρντι με την «Τραβιάτα» και ο Βάγκνερ με το «Δαχτυλίδι» του. Επιθυμούν να αποφύγουν τη διακοσμητική αντίληψη ενός ανεβάσματος, όπου η «ιστορική» (μετ)αμφίεση στερεί από το έργο τη δύναμη και τους χυμούς του. Με την πρόσφατη παραγωγή της όπερας «Ντάμα πίκα» του Τσαϊκόφσκι σε σκηνοθεσία Στέφαν Χέρχαϊμ και μουσική διεύθυνση του Μάρις Γιάνσονς, η Εθνική Οπερα της Ολλανδίας επιβεβαίωσε ότι στον τομέα αυτόν δείχνει εδώ και δεκαετίες τον δρόμο (η παράσταση προσφέρεται δωρεάν στη διεύθυνση http://www.theoperaplatform.eu/en/opera/tchaikovsky-queen-spades).

Νέα έργα, ίσες ευκαιρίες

Είναι προφανές ότι, εάν περιοριστεί στο ιστορικό ρεπερτόριο, η όπερα δεν έχει μεγάλο μέλλον. Ολο και πιο πιεστικά εγείρεται το ερώτημα σε ποιον απευθύνεται. Ποιο είναι σήμερα το ευρωπαϊκό κοινό που αφενός υποστηρίζει ποικιλοτρόπως τη λυρική τέχνη και αφετέρου «εισπράττει» το πολιτιστικό προϊόν; Στις ημέρες μας οι περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις είναι γεμάτες ανθρώπους οι οποίοι προέρχονται από κάθε γωνιά της Γης φέρνοντας μαζί τους διαφορετικό πολιτισμικό στίγμα. Ευαισθητοποιημένοι στις προκλήσεις της εποχής, νέοι συνθέτες σε όλο τον κόσμο γράφουν έργα στα οποία βασικό στοιχείο είναι ότι αποφεύγουν αποκλεισμούς και επιχειρούν να ρίξουν γέφυρες, να περιλάβουν, άρα και να απευθυνθούν σε όλο και ευρύτερες, μεταξύ τους διαφορετικές ομάδες, να δουλέψουν με τις τοπικές κοινωνίες. Η όπερα μετασχηματίζεται ακόμη μία φορά, παίρνει μία ακόμη μορφή. Ο χρόνος θα δείξει πόσα από τα έργα αυτά θα ενταχθούν στο ρεπερτόριο. Προϋπόθεση είναι να τους δοθεί η ευκαιρία. Οχι μονάχα η πρώτη, αλλά και μια δεύτερη, καθώς συχνά η πρώτη παρουσίαση μπορεί να αποδειχθεί αποτυχημένη. Συνέβη με τον «Κουρέα της Σεβίλλης» του Ροσίνι, την «Κάρμεν» του Μπιζέ και την «Μαντάμα Μπατερφλάι» του Πουτσίνι, τρεις από τις δημοφιλέστερες όπερες του ρεπερτορίου. Ισχύει και σήμερα.

Τα σύγχρονα έργα έχουν συχνά τελείως διαφορετικές απαιτήσεις από τους τραγουδιστές, τη σκηνική τους παρουσία αλλά και το τραγούδι. Κάποτε προϋποθέτουν ηλεκτρική ενίσχυση. Αλλοτε απαιτούν ερμηνευτικές ποιότητες άλλων χώρων, από την τζαζ έως τη ροκ. Οφείλουν οι λυρικοί τραγουδιστές της νέας γενιάς να διδάσκονται και αυτά τα είδη με τον ίδιο τρόπο που έχουν διδαχθεί να καλύπτουν τις απαιτήσεις από τον Μοντεβέρντι ώς τον Μπεργκ;

Το «Κέντρο του Νέου Κόσμου», έδρα της «Φιλαρμονικής του Νέου Κόσμου», εγκαινιάστηκε στο Μαϊάμι το 2011 και χτίστηκε σε σχέδια του διάσημου Φρανκ Γκέρι. Δίνει απίστευτες δυνατότητες χάρη στην τεχνολογία αιχμής και στις κολοσσιαίες επιφάνειες προβολής, οι οποίες περιβάλλουν την ορχήστρα. Είναι δυνατή η «ζωντανή» συνεργασία της ορχήστρας με άλλα σύνολα σε άλλους χώρους σε άλλα μέρη του κόσμου. Στη Λουκέρνη η Salle Modulable διαθέτει πολύ μεγάλη ευελιξία σε ό,τι αφορά τον σκηνικό χώρο, προσφέροντας στους δημιουργούς σημαντικές δυνατότητες, πέραν της μετωπικής σχέσης κοινού και ερμηνευτών. Νέα έργα προϋποθέτουν διαφορετικούς χώρους.

Πρώτα η μουσική

Προφανώς δεν υπάρχουν μονοσήμαντες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. Τα λυρικά θέατρα πρέπει να γεμίζουν κάθε βράδυ εάν θέλουν να εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Οπερα χωρίς κοινό δεν υπάρχει. Ομως, η εμπορική επιτυχία και η δημιουργικότητα δεν είναι κατ’ ανάγκη αντίπαλες αξίες. Σε όλο τον κόσμο τα λυρικά θέατρα ανοίγουν τις πόρτες τους και υποδέχονται όλο και περισσότερο κόσμο. Οι δύο σκηνές, μία «παραδοσιακή» και μία «πειραματική», μοιάζει να δίνουν την απάντηση.

Αρκεί να μην χαθεί το βασικό στοιχείο, που διαφοροποιεί την όπερα από άλλες παραστατικές τέχνες: η πρωτοκαθεδρία, η οποία οφείλει να δοθεί στον συνθέτη και στη μουσική, ιδιαίτερα σε έναν κόσμο που βομβαρδίζεται από την εικόνα και όπου συχνά ο κόσμος παραβλέπει το ακρόαμα. Είναι η μουσική και η μουσική δραματουργία εκείνες που κάνουν μια συγκεκριμένη όπερα να ξεχωρίζει από μία άλλη, παρότι το ίδιο ποιητικό κείμενο, του Μεταστάζιο φέρ’ ειπείν, έχει μελοποιηθεί από ακόμη εβδομήντα άλλους συνθέτες. Ας το σκεφτούν και οι σκηνοθέτες.

«Θέατρο του κόσμου»

Με την ευκαιρία της διάσκεψης, το Φεστιβάλ της Ολλανδίας παρουσίασε στο θέατρο Καρέ του Αμστερνταμ την ευρωπαϊκή πρεμιέρα της πέμπτης όπερας του Ολλανδού συνθέτη Λουί Αντρίσεν. Το ενδιαφέρον έργο, «γκροτέσκο σε 9 σκηνές», όπως προσδιορίζει ο συνθέτης, αφορά τη ζωή και το έργο του Γερμανού Ιησουίτη ιερέα και λόγιου Αθανάσιου Κίρχερ, ο οποίος έζησε τον 17ο αιώνα. Ο Γαλλολιβανέζος Πιερ Αουντί, σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Οπερας της Ολλανδίας, ο οποίος το 2018 θα αναλάβει το φεστιβάλ της Εξ της Προβηγκίας, έστησε στην πλατεία του ιστορικού θεάτρου Καρέ ένα «τσίρκο του Μεσαίωνα» στο οποίο δέσποζε ένας τεράστιος «πύργος της Βαβέλ». Γύρω του ξετυλίχθηκε ο φανταστικός κόσμος του Κίρχερ, ένα μαγικό ταξίδι στον χρόνο και στον χώρο. Τεχνολογία αιχμής, διπλές προβολές, υποβλητικοί φωτισμοί αλλά και ηλεκτρική ενίσχυση των φωνών προσδιόρισαν θέαμα και ακρόαμα. Η πολυσυλλεκτική μουσική γλώσσα του Αντρίσεν υπήρξε ο οδηγός. Εξαίρετες ερμηνείες από όλους τους τραγουδιστές, υπό τη διεύθυνση του Ράινμπερτ ντε Λεβ, σφράγισαν την επιτυχία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή