Μονόδρομος η επενδυτική βαθμίδα για την Ελλάδα

Μονόδρομος η επενδυτική βαθμίδα για την Ελλάδα

Τι σημαίνει η μη συμμετοχή της χώρας στο κανονικό QE της ΕΚΤ

5' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Προσωρινή άνοδος των ελληνικών spreads, εμπροσθοβαρής δανειακή στρατηγική από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και ενίσχυση των στρατηγικών κινήσεων για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας όσο νωρίτερα γίνεται. Αυτές θα είναι οι «επιπτώσεις» για την Ελλάδα σε περίπτωση που επιβεβαιωθούν τα σενάρια για την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μην συμπεριλάβει την Ελλάδα στο κανονικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, APP, που θα ισχύει μετά το τέλος του έκτακτου προγράμματος πανδημίας PEPP στο β΄ τρίμηνο του 2022.

Ωστόσο, η μη συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση δεν σημαίνει πως η Ελλάδα δεν θα συνεχίσει να έχει στήριξη από την ΕΚΤ, καθώς αναμένεται να εφαρμοστεί ένα ενισχυμένο και μεγαλύτερο σε διάρκεια πρόγραμμα επανεπενδύσεων των ομολόγων που λήγουν (έως το τέλος του 2024 πιθανώς), ενώ τα περίπου 100 δισ. ευρώ που θα έχουν απομείνει στον φάκελο του PEPP κατά το τέλος του μπορούν, εάν χρειαστεί, να χρησιμοποιηθούν για να διασφαλιστεί η ηρεμία στην αγορά. Παράλληλα, όπως σημειώνουν στην «Κ» αναλυτές και οικονομολόγοι, τα «όπλα» όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και οι κινήσεις μείωσης του χρέους αναμένεται να αποδειχθούν ίσως ισχυρότερα από την «παρουσία» της ΕΚΤ στη συνέχεια.

Και κατά τους οίκους αξιολόγησης, η μη συμμετοχή στο APP δεν αναμένεται να θεωρηθεί πιστωτικά αρνητική «εάν η ΕΚΤ σηματοδοτήσει στις αγορές ότι είναι έτοιμη να παρέμβει, είτε μέσω της επανενεργοποίησης του PEPP είτε μέσω ενός άλλου εργαλείου», όπως σημειώνει στην «Κ» ο Ντένις Σεν, επικεφαλής για την Ελλάδα του οίκου Scope Ratings.

Σε κάθε περίπτωση, η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί μονόδρομο, και σημαντικός παράγοντας σε αυτό είναι η πτωτική τροχιά του χρέους, αλλά και η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και η επίδειξη σύνεσης και πειθαρχίας, καθώς η χώρα οδεύει προς τις εκλογές και αναμένεται να ενισχυθεί η κοινωνική πίεση για παροχές και μέτρα λόγω και του κύματος ακρίβειας που έχει φέρει η άνοδος του πληθωρισμού.

Μείωση χρέους, μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική πειθαρχία είναι στο μικροσκόπιο των διεθνών οίκων για την αναβάθμιση.

«Η τροχιά των δημοσιονομικών επιδόσεων και η βιωσιμότητα της τρέχουσας πτώσης του δείκτη χρέους της Ελλάδας είναι κεντρικά στην τροχιά της πιστοληπτικής της αξιολόγησης. Φυσικά, υπάρχουν κίνδυνοι σε αυτή την εποικοδομητική τροχιά και μια τέτοια αβεβαιότητα αφορά το πολιτικό μέτωπο και το τι μπορεί να συμβεί μετά τις εκλογές του 2023. Η μεταρρυθμιστική δυναμική και οι σχέσεις με τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. έχουν ενισχυθεί υπό υφιστάμενες συνθήκες συγκριτικής πολιτικής σταθερότητας από το 2019. Οποιαδήποτε επιστροφή σε ένα πιο ταραχώδες παρελθόν της ελληνικής πολιτικής και η σχετική οπισθοδρόμηση των μεταρρυθμίσεων θα μπορούσε εύκολα να θέσει σε κίνδυνο μια εξαιρετική πορεία προόδου», σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Σεν. Ο ΟΔΔΗΧ αναμένεται να εκδώσει ένα νέο benchmark ομόλογο τον Ιανουάριο, δίνοντας έτσι «πυρομαχικά» στην ΕΚΤ για να αγοράσει ελληνικά ομόλογα όσο θα «τρέχει» ακόμα το PEPP, και αυτό αναμένεται να στηρίξει τα spreads βραχυπρόθεσμα, τονίζουν στην «Κ« πηγές από την πλευρά των αναδόχων του ελληνικού χρέους. Κατά τη Société Générale, ο ΟΔΔΗΧ αναμένεται στο α΄ τρίμηνο να διαμορφώσει το έδαφος ώστε να δώσει στην ΕΚΤ τη δυνατότητα να αγοράσει ελληνικά ομόλογα, προχωρώντας με ένα εμπροσθοβαρές πρόγραμμα εκδόσεων

Οπως αναφέρει στην «Κ» ο Ανταμ Κούρπιελ, επικεφαλής στρατηγικής ομολόγων της γαλλικής τράπεζας, ακόμα και εάν η Ελλάδα δεν μπει στο APP, αυτό δεν σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα. H Ιζαμπελ Σνάμπελ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, έχει τονίσει ξεκάθαρα την ανάγκη αποφυγής του κατακερματισμού. Ετσι, η ΕΚΤ θα είναι σε εγρήγορση και αναμένεται να χρησιμοποιήσει το υπόλοιπο του «φακέλου» του PEPP που θα έχει απομείνει μετά το τέλος του, περίπου 100 δισ. ευρώ, εάν χρειαστεί, αγοράζοντας ελληνικά ομόλογα. Αυτό, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της γαλλικής τράπεζας, σημαίνει ότι οι μέσες μηνιαίες αγορές ελληνικών ομολόγων θα κινηθούν στο 1,7 δισ. ευρώ. Και αυτά θα είναι επιπλέον των επανεπενδύσεων, οι οποίες θα δώσουν μεγαλύτερο βάρος στα «ευάλωτα» ομόλογα, όπως τα ελληνικά. Εάν οι επανεπενδύσεις στα ελληνικά ομόλογα γίνονταν μόνο μέσω των κεφαλαίων που θα έχει η ΕΚΤ από τα ομόλογα της Ελλάδας τα οποία λήγουν, και αφορούσαν το διάστημα έως τα τέλη του 2023, τότε η ΕΚΤ θα «τόνωνε» τα ελληνικά ομόλογα με 5 δισ. ευρώ περαιτέρω. Αυτό το ποσό θα είναι πολύ μεγαλύτερο, καθώς οι επανεπενδύσεις θα αφορούν ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αλλά θα έχουν και μεγαλύτερη ευελιξία στη γεωγραφική κατανομή.

Κατά τη Société Générale, το τέλος του QE για την Ελλάδα δεν θα είναι απαραιτήτως καταστροφικό. Μπορεί να υπάρξουν φόβοι για «cliff effect», δηλαδή έντονων αναταραχών στην αγορά και αύξησης του κόστους χρηματοδότησης της Ελλάδας, ωστόσο η χώρα θα επωφεληθεί σημαντικά από τις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, διεκδικώντας το 2022 συνολικά 7,1 δισ. ευρώ (3,4 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 3,7 δισ. ευρώ σε δάνεια, που αντιστοιχούν σε δύο δόσεις). Παράλληλα, η Ελλάδα θα επωφεληθεί από τη δημοσιονομική στήριξη αντί της νομισματικής στήριξης, κάτι που θα προσφέρει σημαντικό «μαξιλάρι» για τα ελληνικά ομόλογα.

Πιο ισχυρό όπλο το Ταμείο Ανάκαμψης από την ΕΚΤ

Σύμφωνα με την DZ Bank, το Ταμείο Ανάκαμψης καθώς και οι κινήσεις μείωσης του ελληνικού χρέους που πραγματοποιεί η κυβέρνηση θα αποδειχθούν πιο ισχυρό όπλο για τα ελληνικά ομόλογα από ό,τι η ΕΚΤ. Οπως επισημαίνει μιλώντας στην «Κ» ο Σεμπάστιαν Φελέχνερ, επικεφαλής αναλυτής της γερμανικής τράπεζας για την Ελλάδα, κατά την άποψή του, οι συνέπειες των αποφάσεων της ΕΚΤ θα πρέπει να αξιολογηθούν από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες:

Πρώτον, εάν η ΕΚΤ σταματήσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης, τότε εξαφανίζεται το «φαινόμενο της ροής» στα ελληνικά ομόλογα (όχι άλλες καθαρές αγορές και λιγότερη ζήτηση), αλλά θα εξακολουθεί να υπάρχει το «φαινόμενο του αποθέματος», πράγμα που σημαίνει ότι το ΕΚΤ θα διατηρήσει τις θέσεις της στα ελληνικά ομόλογα. Η διάκριση μεταξύ της ροής και της επίδρασης των αποθεμάτων υποδηλώνει ότι τα spreads θα μπορούσαν να διευρυνθούν με λιγότερη ζήτηση από την ΕΚΤ, αλλά δεν αναμένεται να υπάρξει εκτόξευση.

Δεύτερον, οι αποφάσεις της ΕΚΤ εάν επιβεβαιωθούν, δεν σημαίνει ότι ξαφνικά παύει να στηρίζει την Ελλάδα. Ετσι, σε περίπτωση που η ΕΚΤ υποστηρίζει την Ελλάδα μόνο μέσω των επανεπενδύσεων, πρέπει να τονιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε οι αγορές να λάβουν το μήνυμα πως η ΕΚΤ είναι έτοιμη να δράσει σε περίπτωση σοβαρής διεύρυνσης του spread.

Τέλος, και πολύ σημαντικό, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε όλα τα καλά νέα. Μέχρι στιγμής, η στρατηγική της Ελλάδας να γίνει «κανονικός εκδότης» όπως άλλες χώρες της Ευρωζώνης βρίσκεται σε καλό δρόμο. Μέσω των ταμειακών διαθεσίμων, η Ελλάδα δεν χρειάζεται πραγματικά να «βγει» στις αγορές, αλλά παρ’ όλα αυτά ο ΟΔΔΗΧ παραμένει ενεργός. Τελικά, τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι πιο σημαντικά για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας, παρά η ΕΚΤ. Οι κινήσεις μείωσης του χρέους είναι ένα πολύ σοβαρό μήνυμα για τις αγορές, γιατί η Ελλάδα αποκτά «καλή φήμη». Εάν εξαγοράσει το δάνειο του ΔΝΤ, θα ενταχθεί στη σειρά χωρών όπως η Πορτογαλία ή η Ιρλανδία. Η έναρξη της αποπληρωμής των διμερών δανείων GLF ή η πρόσφατη ανακοίνωση της ανταλλαγής των ομολόγων του PSΙ σημαίνει επίσης ότι η Ελλάδα «απαλλάσσεται από τα χαρακτηριστικά μιας πρώην χώρας σε κρίση».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή