Ανησυχία από την εκτίναξη του κόστους δανεισμού της χώρας

Ανησυχία από την εκτίναξη του κόστους δανεισμού της χώρας

Δυσκολεύει ο δρόμος προς την επενδυτική βαθμίδα, προειδοποιούν οι αναλυτές

4' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πρόσφατη έξοδος της Ελλάδας στις αγορές, αλλά και οι επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων, με την απόδοση του 10ετούς να ξεπερνάει το 3% –όταν μόλις τον περασμένο Αύγουστο ήταν στο 0,53% και το spread κάτω από τις 100 μονάδες βάσης έναντι 220 μ.β. σήμερα– υπογραμμίζουν το πόσο πιο δύσκολες έχουν γίνει οι συνθήκες δανεισμού. Εξέλιξη που οφείλεται, όχι μόνο λόγω των επιπτώσεων του ενεργειακού και πληθωριστικού σοκ, αλλά και της αλλαγής πλεύσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία οδεύει αισίως προς τον τερματισμό της ποσοτικής χαλάρωσης εντός του τρίτου τριμήνου και την πρώτη αύξηση των επιτοκίων.

Τα στηρίγματα

Σε αυτό το περιβάλλον η Ελλάδα συνεχίζει να έχει πηγές στήριξης, όπως τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, το πρόγραμμα επανεπενδύσεων της ΕΚΤ, το ευνοϊκό προφίλ του χρέους και τις στρατηγικές κινήσεις βελτίωσης της βιωσιμότητάς του, ωστόσο αναλυτές προειδοποιούν ότι η εκτόξευση του κόστους δανεισμού σε αυτά τα επίπεδα αρχίζει και θέτει περιορισμούς στον δρόμο προς την επενδυτική βαθμίδα, ενώ περιορίζει και τις δυνατότητες μείωσης του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ.

Την περασμένη εβδομάδα το ελληνικό Δημόσιο προχώρησε στην επανέκδοση του 7ετούς ομολόγου με επιτόκιο 2,366%, με τη ζήτηση να είναι «σφιχτή», καθώς συγκεντρώθηκαν προσφορές ύψους μόλις 4,8 δισ. ευρώ, με τους ποιοτικούς επενδυτές να μη δίνουν το ίδιο δυναμικό «παρών» όπως σε προηγούμενες εκδόσεις. Καθώς ο τίτλος λήγει τον Απρίλιο του 2027, είναι ουσιαστικά 5ετούς διάρκειας και έτσι μπορεί να συγκριθεί με το 0,2% που ήταν το επιτόκιο στο 5ετές που είχε εκδώσει ο ΟΔΔΗΧ μόλις ένα χρόνο πριν, τον Μάιο του 2021.

Οπως εξηγεί στην «Κ» ο Αντουάν Μπουβέ, στρατηγικός αναλυτής στην ING, κατά μία έννοια τα ελληνικά ομόλογα επηρεάζονται από σειρά παραγόντων που εξηγούν την πιο επιφυλακτική ζήτηση στην επανέκδοση του 7ετούς ομολόγου. Κατ’ αρχάς τα επιτόκια αυξάνονται σε γενικές γραμμές, καθώς οι κεντρικές τράπεζες καταπολεμούν τον πληθωρισμό και αυτή σίγουρα δεν είναι μια στιγμή που οι επενδυτές θέλουν να αυξήσουν την έκθεσή τους στα ομόλογα. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι μια αγορά σταθερού εισοδήματος «υψηλού beta», που σημαίνει ότι επηρεάζεται περισσότερο όταν η διάθεση για ρίσκο εξασθενεί. Εάν προσθέσουμε σε αυτά το γεγονός ότι η ΕΚΤ αναγκάζεται να τερματίσει νωρίς τις καθαρές αγορές QE, είναι λογικό ότι εκδότες όπως η Ελλάδα θα πληρώσουν υψηλότερα επιτόκια.

Η απόδοση του 10ετούς ξεπερνάει το 3%, όταν μόλις τον περασμένο Αύγουστο ήταν στο 0,53%.

Το θετικό πάντως, κατά τον Μπουβέ, είναι ότι η ΕΚΤ έχει δεσμευτεί να συνεχίσει να στηρίζει τα ελληνικά ομόλογα ακόμη και αν δεν είναι επιλέξιμα στο πρόγραμμα APP, πράγμα που σημαίνει δεν πρέπει να ξεχωρίζουν ως ένα ιδιαίτερα «επικίνδυνο» στοίχημα της αγοράς κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης.

Το χρέος

Η εκτόξευση του κόστους δανεισμού έχει αρχίσει και δημιουργεί ανησυχίες. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Ντένις Σεν, διευθυντής της Scope Ratings και επικεφαλής αναλυτής για την Ελλάδα, το ότι η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ξεπέρασε το 3% αποτελεί έναν περιορισμό για την πορεία της Ελλάδας προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας – καθώς αυτό αποδυναμώνει περαιτέρω τους όρους πρόσβασης στην αγορά και υπονομεύει τον ρυθμό μείωσης του δείκτη του δημόσιου χρέους.

Ο Σεν σημειώνει πως ο οίκος αποφάσισε να μειώσει την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της Ελλάδας για το 2022 κατά 0,9% σε 3,4% (από 4,3% στις προβλέψεις τον Δεκέμβριο του 2021) και για το 2023 κατά 0,2% σε 2,3% (από 2,5%) λόγω του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας και των σχετικών επιπτώσεων στον πληθωρισμό και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Παράλληλα, αύξησε τις προσδοκίες του για το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 5,2% του ΑΕΠ φέτος και στο 3,4% το 2023. «Το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης υπονομεύει την πτωτική τροχιά του χρέους –καθώς ένα επιτόκιο 3% διπλασιάζει το σταθμισμένο μέσο κόστος του προφίλ χρέους του 1,5% που εκτιμάται για το 2022, πράγμα που σημαίνει ότι το μέσο σταθμισμένο κόστος του ανεξόφλητου χρέους της Ελλάδας σε αυτό το στάδιο αυξάνεται, αντί να μειώνεται, καθώς η χώρα βγαίνει στις αγορές–, αποδυναμώνοντας τη δυναμική του», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Σεν.

Ωστόσο, όπως προσθέτει, η Scope συνεχίζει να αναμένει ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί σε περίπου 180% έως το 2026, από 193% το 2021.

Κόκκινη γραμμή το 4% για το ύψος του επιτοκίου

Η Société Générale επισημαίνει πως το ελληνικό χρέος παραμένει βιώσιμο, παρά το αυξημένο κόστος δανεισμού και εκτιμά πως το επίπεδο του 4% είναι αυτό που θα αρχίσει να προκαλεί αποσταθεροποίηση. Οπως εκτιμούν οι αναλυτές της γαλλικής τράπεζας, Σον Κου και Χόρχε Γκαράγιο, η διευκολυντική νομισματική πολιτική που ακολούθησε εδώ και χρόνια η ΕΚΤ θα επιτρέψει στο χρέος να παραμείνει βιώσιμο τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της περιφέρειας –Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία–, ακόμη και σε ένα περιβάλλον σημαντικής αύξησης των αποδόσεων των ομολόγων.

Για τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, οι πληρωμές τόκων ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2020 ήταν χαμηλότερες από ό,τι το 2009 χάρη στην ΕΚΤ, ενώ οι πληρωμές τόκων ως ποσοστό του χρέους δεν ήταν ποτέ χαμηλότερες από ό,τι είναι σήμερα και οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας των ευρωπαϊκών κρατών έχουν βελτιωθεί σημαντικά από την κρίση δημόσιου χρέους του 2012. Ενώ τα επίπεδα χρέους για όλες τις χώρες έχουν αυξηθεί, μόνο η Ελλάδα και η Ιταλία έχουν επί του παρόντος χαμηλότερο κόστος εξυπηρέτησης χρέους από ό,τι πριν από το 2009.

Κατά τη γαλλική τράπεζα, τα κόστη δανεισμού των χωρών της περιφέρειας θα παραμείνουν ελεγχόμενα και δεν αναμένεται να εκτροχιάσουν τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, το επίπεδο στο κόστος δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας το οποίο δεν δημιουργεί προβλήματα στη βιωσιμότητα του χρέους είναι το 2%, ενώ για την Ελλάδα και την Πορτογαλία είναι το 4%. Πέραν αυτών των επιπέδων, το κόστος εξυπηρέτησης μπορεί να αρχίσει να αποσταθεροποιεί τον δείκτη χρέους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή