S&P: Η Ελλάδα αντέχει σε ένα σοκ αύξησης των επιτοκίων

S&P: Η Ελλάδα αντέχει σε ένα σοκ αύξησης των επιτοκίων

Το ευνοϊκό προφίλ του δημόσιου χρέους και το μαξιλάρι ρευστότητας αποτελούν τα δύο ισχυρά «όπλα»

2' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανθεκτική κρίνεται η Ελλάδα από τον οίκο αξιολόγησης S&P σε ένα ισχυρό σοκ στο κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους της, λόγω της αύξησης των επιτοκίων και (άρα) των αποδόσεων των ομολόγων, σε αντίθεση με πολλές άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης, χάρη στο ευνοϊκό προφίλ του δημόσιου χρέους καθώς και στο ισχυρό όπλο του «μαξιλαριού» ρευστότητας το οποίο διαθέτει.

Πριν από περίπου ένα χρόνο, η S&P μέτρησε το άμεσο δημοσιονομικό κόστος για τις κυβερνήσεις με βάση δύο σενάρια επιτοκιακών σοκ: μία αύξηση 100 μονάδων βάσης στο κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης και μία αύξηση 300 μ.β. Εκτοτε, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, οι τιμές του πετρελαίου διπλασιάστηκαν, οι τιμές του σιταριού υπερτριπλασιάστηκαν, ο παγκόσμιος πληθωρισμός εκτινάχθηκε και η Fed αύξησε τα επιτόκια κατά 150 μ.β. Σε αντίθεση με τον Μάιο του 2021, σήμερα όλες οι ανεπτυγμένες οικονομίες εκτός από την Ιαπωνία και όλες οι αναδυόμενες αγορές εκτός από την Κίνα, αναχρηματοδοτούν το χρέος που λήγει με υψηλότερα επιτόκια από αυτά που πληρώνουν για το σύνολο των οφειλών τους.

Οι συνθήκες χρηματοδότησης επιδεινώθηκαν τον τελευταίο χρόνο. Για την πλειονότητα των ανεπτυγμένων οικονομιών, το κόστος αναχρηματοδότησης έχει αυξηθεί κατά περισσότερο από 200 μονάδες βάσης σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του οίκου.

Ποιο θα ήταν λοιπόν το δημοσιονομικό κόστος ενός σοκ 300 μ.β. στους τόκους εξυπηρέτησης του χρέους σε διάστημα τριών ετών για τις ανεπτυγμένες οικονομίες; Η S&P απαντά πως σε μέσο όρο, το κόστος, δηλαδή η αύξηση των δαπανών για τόκους, θα διαμορφωθεί στο 1% του ΑΕΠ έως το 2025 σε σύγκριση με τη φετινή δαπάνη για τόκους του 2,2% του ΑΕΠ. Αυτό είναι ένα σημαντικό σημείο πίεσης στις δημόσιες δαπάνες στις περισσότερες οικονομίες, αλλά εξακολουθεί να είναι διαχειρίσιμο.

Ωστόσο, ορισμένες χώρες είναι πιο ευάλωτες σε περαιτέρω σοκ επιτοκίων. Τα αυξημένα ποσοστά μετακύλισης χρέους της Ιταλίας (που ισοδυναμούν με περισσότερο από 20% του ΑΕΠ) και η πρόσφατη αύξηση του κόστους της νέας χρηματοδότησης σημαίνουν ότι ακόμη και μια περαιτέρω αύξηση κατά 100 μ.β. στο κόστος αναχρηματοδότησης από τα σημερινά επίπεδα θα ωθούσε τις δαπάνες για τόκους στο ΑΕΠ κατά περίπου 0,8%, έπειτα από τρία χρόνια υψηλότερων επιτοκίων. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, έως το 2025 οι δαπάνες για τόκους της Ιταλίας στο ΑΕΠ θα επιστρέψουν στα αποδεκτά ακόμη επίπεδα του 2015. Ωστόσο, ένα τριετές σοκ ύψους 300 μ.β. θα μετακινούσε το κόστος τόκων της Ιταλίας ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 5,5%. Αυτό είναι ένα επίπεδο που είχε σημειωθεί το 2012.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, όπου όπως αναφέρει η S&P οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων έχουν αυξηθεί περίπου 350 μονάδες βάσης το τελευταίο 12μηνο, έχει ένα μέτριο ποσό χρέους προς αναχρηματοδότηση (λίγο πάνω από το 6% του ΑΕΠ) ετησίως από τώρα έως το 2025. Τα τρία τέταρτα του δημόσιου χρέος της είναι επίσημος δανεισμός με μεγάλη διάρκεια και χαμηλά επιτόκια. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και αν η Ελλάδα βρισκόταν αντιμέτωπη με ένα επιτοκιακό σοκ ύψους 300 μ.β., ο οίκος δεν προβλέπει ότι οι δαπάνες για τόκους ως ποσοστό του ΑΕΠ θα υπερβούν το 3% το 2025 έναντι 2,5% το 2022. Επιπλέον, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους έχει ένα «μαξιλάρια» διαθεσίμων που εκτιμάται στο 17% του ΑΕΠ, που ισοδυναμεί με περίπου τρία χρόνια απαιτήσεων μετακύλισης χρέους.

Πάντως, η S&P τονίζει πως θεωρεί απίθανη την πιθανότητα ενός επιπλέον τριετούς σοκ τόκων 300 μ.β. για τα κράτη της περιφέρειας της Ευρωζώνης λόγω των νέων δεσμεύσεων της ΕΚΤ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή