«Απαγορευτικό» εξόδου στις αγορές ομολόγων

«Απαγορευτικό» εξόδου στις αγορές ομολόγων

Η αύξηση των αποδόσεων λειτουργεί αποτρεπτικά σε κινήσεις δανεισμού

3' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Απαγορευτικό» για άμεσες κινήσεις του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές βγάζει το ανανεωμένο sell-off στα ομόλογα αλλά και ο δύσκολος και γεμάτος εντάσεις Σεπτέμβριος. Συνεπώς η Ελλάδα αναγκαστικά θα τηρήσει στάση αναμονής μέχρι οι αγορές να «χωνέψουν» τη νέα αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ, η οποία δεν αποκλείεται να είναι πιο επιθετική, μέχρι τα δούμε τα νέα μηνύματα για την ελληνική οικονομία από τους οίκους αξιολόγησης έπειτα από την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία (Moody’s και DBRS στις 16 Σεπτεμβρίου) και φυσικά μέχρι τις ιταλικές εκλογές στις 25 Σεπτεμβρίου, το μεγάλο κρας τεστ για την αγορά ομολόγων της Ευρωζώνης.

Λόγος βιασύνης δεν υπάρχει πάντως, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, ειδικά τη στιγμή που το περιβάλλον στις αγορές παραμένει ευμετάβλητο. Εχει ήδη καλυφθεί σχεδόν το 70% (ή 6,9 δισ. ευρώ) τού (σιωπηρά αναθεωρημένου) στόχου των 10 δισ. ευρώ όσον αφορά το σύνολο των δανειακών αναγκών του 2022, τα ταμειακά διαθέσιμα διατηρούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα (κοντά στα 39 δισ. ευρώ), αναμένεται να εισρεύσουν 1 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα SURE και 750 εκατ. ευρώ από τη δόση SMPs έως το τέλος του χρόνου, ενώ η πορεία των εσόδων παραμένει καλή.

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα δεν σκοπεύει να μην τηρήσει το… μότο της «συνεχούς παρουσίας στις αγορές», καθώς η διαδικασία επιστροφής στην κανονικότητα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το –κατά τα άλλα δύσκολο δημοσιονομικά και εκλογικό– 2023 να παραμένει βασικός στόχος.

«Απαγορευτικό» εξόδου στις αγορές ομολόγων-1

Αν και δεν αποκλείεται μετά το πέρας της προαναφερόμενης «καυτής» περιόδου για την αγορά ομολόγων να επιχειρηθεί μια «κανονική» κοινοπρακτική έκδοση, οι μικρές κινήσεις για την αντιμετώπιση της έλλειψης ρευστότητας σε κάποιες διάρκειες ελληνικών τίτλων παραμένουν στα σχέδια του οικονομικού επιτελείου. Αυτό άλλωστε ακολουθεί ο Οργανισμός Διαχείρισης Ελληνικού Χρέους το τελευταίο διάστημα, που η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ σε συνδυασμό με το τέλος των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων είχαν δημιουργήσει εκρηκτικές συνθήκες στις αγορές, προχωρώντας σε μικρές δημοπρασίες (επανεκδόσεις των ομολόγων του PSI). Οπως έχει αναφέρει η «Κ», η έκδοση του πρώτου πράσινου ελληνικού κρατικού ομολόγου πιθανότατα να μετατεθεί για το 2023 έτσι ώστε να μην «καεί» από την αναταραχή των αγορών μια τέτοια συμβολική για τη χώρα έκδοση.

Η αύξηση επιτοκίων στις 8 Σεπτεμβρίου και οι ιταλικές εκλογές καθιστούν απαγορευτική την έξοδο στις αγορές τον τρέχοντα μήνα.

Η αύξηση της απόδοσης του 10ετούς ελληνικού ομολόγου είναι κάτι που είχε «υπολογίσει» το οικονομικό επιτελείο έπειτα και από την επιθετική στροφή της ΕΚΤ, και αφορά εξάλλου ολόκληρη την αγορά ομολόγων της Ευρωζώνης. Σημειώνεται ότι η απόδοση του 10ετούς κινείται στο 4,24% και στα υψηλότερα επίπεδα από τα μέσα Ιουνίου, ενώ στις αρχές του καλοκαιριού είχε βρεθεί ακόμη και στο 4,7%. Το ράλι που ακολούθησε τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ στις 21 Ιουλίου σχετικά με το νέο εργαλείο TPI καθώς και η ενεργοποίηση των ευέλικτων επανεπενδύσεων του PEPP, ωθώντας την απόδοση του 10ετούς στο 2,85% στις αρχές Αυγούστου, έχει πλέον σβηστεί λόγω και του γενικότερου sell-off που σημείωσαν τα ομόλογα ενόψει των σχολίων από αξιωματούχους της κεντρικής τράπεζας της ΕΚΤ υπέρ των μεγάλων αυξήσεων επιτοκίων. Το ελληνικό spread έχει πάντως αυξηθεί στα επίπεδα που είχαμε δει τελευταία φορά την άνοιξη του 2020, μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, στις 265 μ.β.

Παρά τη δεδομένη σημαντική αύξηση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου το τρέχον έτος, τα μηνύματα προς τις αγορές προβλέπεται να είναι θετικά, καθώς η πολύ καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την άνοδο του πληθωρισμού αναμένεται να ωθήσουν σημαντικά χαμηλότερα από τις προβλέψεις τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ και κάτω από το 180%, ο υψηλότερος πληθωρισμός αναμένεται να ανεβάσει το ΑΕΠ (σε ονομαστικούς όρους) πάνω από τα 200 δισ. ευρώ, ενώ ο λιγότερος δανεισμός σημαίνει και χαμηλότερο επίπεδο χρέους (γενικής κυβέρνησης), το οποίο εκτιμάται ότι θα κινηθεί στα 355-356 δισ. ευρώ στο τέλος του 2022.

Επιπλέον, στο επίκεντρο των ανησυχιών της αγοράς αυτή τη στιγμή δεν είναι η Ελλάδα, αλλά η Ιταλία και το γεγονός ότι η απόδοση του 10ετούς κρατικού τίτλου της χώρας αγγίζει το 4%. Οπως τονίζει η Société Générale, «αυτό είναι το επίπεδο κατά το οποίο οι επενδυτές αρχίζουν να ανησυχούν για τον πιστωτικό κίνδυνο της Ιταλίας».

Η Barclays, πάντως, εκφράζει ανησυχίες για την πολιτική που ακολουθεί η ΕΚΤ. «Μια υπερβολικά επιθετική αύξηση των επιτοκίων θα μπορούσε να ωθήσει τις χώρες υψηλού χρέους σε μια ξαφνική “κακή” ισορροπία, επειδή οι επενδυτές θα ανατιμολογήσουν γρήγορα τις προοπτικές της σύσφιγξης και οι ανησυχίες τους για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα αυτών των κρατών θα αυξηθεί».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή