Γκάμπριελ Μακλάουφ στην «Κ»: Θα αυξήσουμε τα επιτόκια όσο χρειαστεί

Γκάμπριελ Μακλάουφ στην «Κ»: Θα αυξήσουμε τα επιτόκια όσο χρειαστεί

Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας μιλάει γα τον πληθωρισμό, τα NPLs και το ισχυρό δολάριο

9' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με ό,τι κι αν σημαίνει για την πορεία των επιτοκίων, η τιθάσευση του πληθωρισμού είναι αδιαπραγμάτευτος στόχος στη διετία που θα ακολουθήσει, ξεκαθαρίζει ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας, Γκάμπριελ Μακλάουφ. Μιλώντας στην «Κ», στο περιθώριο συνεδρίου του Economist στη Λευκωσία, το μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ τονίζει ότι πάνω από το 60% των ειδών στο καλάθι κοστίζει τουλάχιστον 5% ακριβότερα. Σημειώνει επίσης ότι παρά τα «προσωρινά και καλά στοχευμένα» μέτρα στήριξης, ήρθε η ώρα για τις ευρωπαϊκές οικονομίες να επικεντρωθούν ξανά στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Ο ίδιος περιγράφει τη στρατηγική της Ιρλανδίας για τη μείωση των NPLs και βάζει πλέον ερωτηματικό για το πώς θα διαμορφωθεί η αγορά δανείων μετά τις αυξήσεις των επιτοκίων.

– Η ιρλανδική κυβέρνηση απαγόρευσε τις εξώσεις μέχρι την άνοιξη του 2023, μία ένδειξη του προβλήματος που ανακύπτει με την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Πόσο δύσκολος θα είναι αυτός ο χειμώνας για την Ευρώπη;

– Οχι μόνο ο χειμώνας, αλλά ολόκληρη η χρονιά που έρχεται μπορεί να είναι πολύ δύσκολη. Οι οικονομικοί δείκτες δείχνουν επιδείνωση των προοπτικών για την οικονομική δραστηριότητα της Ζώνης του Ευρώ. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη από την ΕΚΤ και τους άλλους κύριους θεσμούς έχουν αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω για το 2023 και το 2024. Παρά ταύτα, ο πληθωρισμός παραμένει πολύ υψηλός και η επιβράδυνση της ανάπτυξης δεν θα είναι αρκετή για να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στα επίπεδα του στόχου του 2% μεσοπρόθεσμα. Αν και τα ονομαστικά επιτόκια αυξάνονται, η νομισματική πολιτική έχει ακόμη δρόμο να διανύσει για να αποκαταστήσει τη σταθερότητα των τιμών. Η εντολή της ΕΚΤ είναι σαφής: η προτεραιότητα της νομισματικής πολιτικής πρέπει να είναι η σταθερότητα των τιμών.

Η νομισματική πολιτική κάνει το καθήκον της. Αλλοι φορείς χάραξης πολιτικής μπορούν επίσης να δράσουν για να μετριάσουν τον αντίκτυπο αυτών των κραδασμών στις τιμές. Για τα νοικοκυριά που δαπανούν σχετικά μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού τους σε είδη με ταχύτερα αυξανόμενες τιμές –όπως η ενέργεια και τα τρόφιμα– ο αντίκτυπος μπορεί να είναι ιδιαίτερα έντονος, επομένως τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης είναι σημαντικά. Ωστόσο θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα, προσωρινά και να στοχεύουν στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, που υποφέρουν περισσότερο – ώστε να μην τροφοδοτήσουν περαιτέρω τις πληθωριστικές πιέσεις.

– Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η Ευρωζώνη δεν χρειάζεται ιδιαίτερα να αυξήσει τα επιτόκια, υπό την έννοια ότι ο πληθωρισμός οδηγείται συγκεκριμένα από μια απότομη, συγκυριακή αύξηση στο ενεργειακό κόστος. Ποια είναι η γνώμη σας;

– Από το β΄ εξάμηνο του 2020 η δυναμική του πληθωρισμού στις ΗΠΑ και στη Ζώνη του Ευρώ παρουσίασε ορισμένες διαφορές. Οι κινητήριες δυνάμεις του πληθωρισμού στη Ζώνη του Ευρώ προέρχονται πιο έντονα από τα αλληλοεπικαλυπτόμενα σοκ προσφοράς του πολέμου, των τιμών της ενέργειας και της πανδημίας. Σε αντίθεση με τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ που επηρεάστηκε πιο έντονα από παράγοντες ζήτησης, γεγονός που αντανακλάται σε ισχυρότερες αυξήσεις μισθών. Ωστόσο η διαφορά στους υποκείμενους ρυθμούς πληθωρισμού των δύο περιοχών μειώνεται. Αν εξαιρέσουμε τη συμβολή στον πληθωρισμό των κατοικιών στις ΗΠΑ (τον οποίο δεν περιλαμβάνει ακόμη ο ΕνΔΤΚ της Ζώνης του Ευρώ), η τάση του πληθωρισμού στη Ζώνη του Ευρώ τελευταία έχει γίνει παρόμοια με αυτή των ΗΠΑ.

Οι συνήθεις μετρήσεις του υποκείμενου πληθωρισμού στη Ζώνη του Ευρώ κυμαίνονται πλέον περίπου από 4% έως 8% – και ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει υψηλός στον προβλεπόμενο ορίζοντα. Πλέον, πάνω από το 60% των ειδών στο καλάθι έχουν αυξήσεις τιμών μεγαλύτερες από 5%, από έτος σε έτος. Καθώς οι πιέσεις στις τιμές διευρύνονται σε όλο το καλάθι, η υπόθεση για αυστηρότερη νομισματική πολιτική γίνεται ισχυρότερη. Εμείς στο διοικητικό συμβούλιο δεν είμαστε λιγότερο αφοσιωμένοι στην καταπολέμηση του πληθωρισμού από τη Fed των ΗΠΑ. Δεν θα διστάσουμε να αυξήσουμε τα επιτόκια στον βαθμό που χρειάζεται για να επαναφέρουμε τον πληθωρισμό στο 2%.

Τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα, προσωρινά και να στοχεύουν στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά.

– Ποια είναι η δική σας πρόβλεψη; Για πόσο καιρό ακόμη θα έχουμε υψηλό πληθωρισμό και κατ’ επέκταση υψηλότερα επιτόκια;

– Τα επιτόκια αυξάνονται για πρώτη φορά έπειτα από μια δεκαετία (κατά 50 μονάδες βάσης τον Ιούλιο, 75 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο και 75 μονάδες βάσης τον Οκτώβριο) και πλέον βρίσκονται πολύ έξω από το αρνητικό έδαφος. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αναμένουν να αυξήσουν περαιτέρω τα επιτόκια πολιτικής για να προφυλαχθούν από τον κίνδυνο μιας «επίμονης» αποδέσμευσης των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Η τελευταία πρόβλεψη της ΕΚΤ (Σεπτέμβριος 2022) για τη Ζώνη του Ευρώ δείχνει ότι ο πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει πάνω από 9% για το υπόλοιπο του 2022, κυρίως λόγω των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, πριν πέσει στο 5,5% κατά μέσον όρο το 2023 και τελικά σταθεροποιηθεί περίπου 2,3% έως το 2024.

Οταν ο πληθωρισμός είναι υψηλός, τείνει να είναι και πιο ασταθής και πιο δύσκολο να προβλεφθεί. Στο τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον υπάρχει ουσιαστική αβεβαιότητα σχετικά με τις προβλέψεις και τις προοπτικές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΚΤ περιλαμβάνει «δυσμενή» σενάρια στις προβλέψεις της. Αντιμετωπίζουμε αβεβαιότητες που πηγάζουν από μια άνευ προηγουμένου ποικιλία παραγόντων, όπως ο πόλεμος, οι γεωπολιτικές εντάσεις, οι διαταραχές της παγκόσμιας αλυσίδας αξίας και η επιτακτική ανάγκη μετασχηματισμού της οικονομίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Ως εκ τούτου, το διοικητικό συμβούλιο θα ακολουθήσει προσέγγιση συνεδρίασης προς συνεδρίαση για τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής.

– Η ελληνική οικονομία είναι ακόμη μια ιδιαίτερη περίπτωση στην Ευρωζώνη λόγω του ιδιαίτερα υψηλού δημόσιου χρέους. Ποια είναι η αίσθηση που αποκομίζετε από την Ελλάδα σήμερα;

– Οχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη τη Ζώνη του Ευρώ και στις περισσότερες οικονομίες του κόσμου, τα επίπεδα του δημόσιου χρέους εκτοξεύθηκαν ως απάντηση στην παγκόσμια ύφεση που προκάλεσε η πανδημία, φτάνοντας σε πρωτοφανή επίπεδα. Τώρα, παρά την ενεργειακή κρίση και την ανάγκη για προσαρμοσμένα, προσωρινά και καλά στοχευμένα μέτρα για τη στήριξη των πιο ευάλωτων νοικοκυριών, είναι καιρός να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών και να διατηρηθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Η κατάλληλη εστίαση στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους είναι ακόμη πιο σημαντική υπό το πρίσμα των αυξήσεων των επιτοκίων, τα οποία θα αυξήσουν για τις κυβερνήσεις το κόστος χρηματοδότησης.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, εκτός από την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών της, η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους θα μπορούσε επίσης να βελτιωθεί σημαντικά όσο η χώρα συνεχίζει την πορεία της στην εφαρμογή διαρθρωτικών πολιτικών με στόχο την αύξηση του αναπτυξιακού της δυναμικού και την υποστήριξη της ανθεκτικότητάς της, μια διαδικασία που έχει ήδη επιτρέψει στην οικονομία της να ανακάμψει από τους πρόσφατους κλυδωνισμούς με πολύ ταχύτερο ρυθμό από ό,τι θα είχε συμβεί διαφορετικά.

Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 6,2% φέτος, πολύ υψηλότερη από την αρχική πρόβλεψη. Η ανάπτυξη το 2023 θα είναι χαμηλότερη από ό,τι αναμενόταν νωρίτερα φέτος – όπως και στην υπόλοιπη Ζώνη του Ευρώ ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης των προοπτικών. Οι εξελίξεις στον τουριστικό τομέα το 2023 και μετά θα επηρεάσουν τη συνολική ανάπτυξη, αν και είναι δύσκολο να αντληθούν πάρα πολλά από τους αριθμούς του τουρισμού το 2022, όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες τάσεις. Ωστόσο, εάν η Ελλάδα μπορέσει να επιστρέψει στο είδος των μεσοπρόθεσμων τάσεων ανάπτυξης που βλέπαμε πριν από την πανδημία, τότε αυτό θα ήταν μια σημαντική ώθηση τόσο για την απασχόληση όσο και για την ανάπτυξη.

Φυσικά, η απόφαση (τον Αύγουστο) να αφαιρεθεί η Ελλάδα από το ενισχυμένο πλαίσιο επιτήρησης της Ε.Ε. ήταν ένα ορατό και ευπρόσδεκτο σημάδι συνολικής προόδου.

Γκάμπριελ Μακλάουφ στην «Κ»: Θα αυξήσουμε τα επιτόκια όσο χρειαστεί-1
Η αγορά πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων και τιτλοποίησης στην Ιρλανδία αντιπροσώπευε μια άλλη οδό στη διάθεση των τραπεζών για να μειώσουν τους δείκτες των NPLs.

Η ανάκαμψη της ιρλανδικής οικονομίας βασίστηκε στις ξένες επενδύσεις

– Στη χώρα μας εκκρεμεί ακόμη το δεύτερο στάδιο εκκαθάρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία επί της ουσίας μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην αγορά. Η Ιρλανδία έχει εμπειρία σε αυτό το θέμα. Ποια είναι ενδεχομένως ορισμένα μαθήματα που πήρε η χώρα σας και θα ήταν χρήσιμα στην ελληνική περίπτωση;

– Η επίλυση στο ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο ιρλανδικό τραπεζικό σύστημα ήταν μια πολύπλευρη διαδικασία. Για πολλά χρόνια, η κεντρική τράπεζα της Ιρλανδίας έχει τονίσει ότι, από την άποψη του μακροοικονομικού επιμερισμού του κινδύνου, υπάρχουν σημαντικά οφέλη από την ύπαρξη μιας λειτουργικής αγοράς πωλήσεων και τιτλοποιήσεων, στην οποία αυτή αγορά οι τράπεζες θα μπορούν να εκφορτώνουν τα χαρτοφυλάκια των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το γεγονός ότι το τραπεζικό σύστημα έχει ασφαλώς κεντρική θέση για τους εγχώριους καταναλωτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, δεν σημαίνει ότι μπορούμε να αγνοήσουμε τα οφέλη αυτού του είδους δραστηριότητας. Η ιρλανδική οικονομία έχει επιτύχει μια εντυπωσιακή ανάκαμψη, από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με οδηγό τις άμεσες ξένες επενδύσεις. Αυτό ήταν ένα σημαντικό υπόβαθρο σε όλες τις προσπάθειες πολιτικής για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που βρίσκονταν στο ιρλανδικό τραπεζικό σύστημα.

Η εποπτική μας δέσμευση, η οποία συνδυάζει τόσο τις προληπτικές όσο και τις καταναλωτικές εντολές μας, συμπεριλαμβανομένων των επίσημων στόχων του 2013, σημαίνει ότι η αποτελεσματική αναδιάρθρωση των στεγαστικών δανείων ήταν ένα σημαντικό μέρος της εργαλειοθήκης που είχαμε στη διάθεσή μας. Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένουμε από τις τράπεζες να κάνουν ό,τι είναι προς το συμφέρον των πελατών τους και επίσης να λογοδοτούν στους ίδιους όταν δεν το κάνουν.

Αναγνωρίζουμε ότι δεν μπορούν όλα τα δάνεια να διατηρηθούν στον ισολογισμό και να «επιδιορθωθούν» – και στην περίπτωση της Ιρλανδίας η απορρόφηση των εξασφαλίσεων ήταν δύσκολη υπόθεση για μια σειρά από κοινωνικοπολιτικούς και νομικούς λόγους. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η αγορά πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων και τιτλοποίησης αντιπροσώπευε μια άλλη οδό στη διάθεση των τραπεζών για να μειώσουν τους δείκτες των NPLs. Ειδικότερα, από το 2017, οι πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων στην αγορά στεγαστικών δανείων έχουν καταστεί ένα σοβαρό εργαλείο μείωσης των NPLs. Για τα εμπορικά δάνεια, η διαδικασία των πωλήσεων χαρτοφυλακίου έχει πιο μακρά ιστορία.

Το 2017 κάναμε ξεκάθαρη την προσδοκία μας ότι, ανεξάρτητα από τον ιδιοκτήτη του δανείου –είτε είναι τράπεζα είτε όχι– παρέχονται οι ίδιες καταναλωτικές προστασίες στους δανειολήπτες με ληξιπρόθεσμες οφειλές στεγαστικών δανείων. Και μπορεί να είναι δύσκολο να αξιολογηθούν επισήμως αυτά τα ζητήματα, όμως δεν συναντάμε μέχρι σήμερα στοιχεία που να δείχνουν ότι η μεταφορά δανείου από τράπεζα σε μη τράπεζα έχει οδηγήσει σε οποιαδήποτε αύξηση της ζημίας των πελατών στο ιρλανδικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Από εκεί και ύστερα, το περιβάλλον των επιτοκίων είναι σαφώς ο σημαντικότερος ευρύτερος παράγοντας που επηρεάζει την επιτυχία του τραπεζικού τομέα στη μεταφορά αυτών των χαρτοφυλακίων. Η συμπεριφορά αναζήτησης απόδοσης στις παγκόσμιες αγορές σήμαινε ότι την τελευταία δεκαετία υπήρχε μια ισχυρή αγορά για τους δανειστές οι οποίοι πραγματοποιούσαν αυτές τις πωλήσεις. Συνολικά, δεν πιστεύουμε ότι οι τράπεζες υπέστησαν σοβαρές ζημίες ισολογισμού κατά την τελευταία δεκαετία, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι προβλέψεις τους για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ήταν σε γενικές γραμμές επαρκείς στα μάτια της αγοράς. Το ερώτημα που αντιμετωπίζει τώρα το ελληνικό σύστημα, και οποιοσδήποτε άλλος εξακολουθεί να θέλει να μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μέσω αυτού του καναλιού, είναι εάν η ζήτηση της αγοράς γι’ αυτά τα χαρτοφυλάκια θα διατηρηθεί και σε περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και εάν τα «κουρέματα» στις εκπτώσεις μπορεί να προκαλέσουν προκλήσεις από την άποψη του τραπεζικού κεφαλαίου.

Πιέσεις από το ισχυρό δολάριο

– Τι σημαίνει το ισχυρό δολάριο για την Ευρωζώνη;

– Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ δεν στοχεύει σε κανένα είδος συναλλαγματικής ισοτιμίας. Ομως ένα επίμονα ισχυρό δολάριο θα μπορούσε να προσθέσει πληθωριστικές πιέσεις. Η τρέχουσα ισχύς του δολαρίου σε σχέση με το ευρώ αντανακλά εν μέρει το γεγονός ότι ο κύκλος σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ βρίσκεται σε πιο προχωρημένο στάδιο. Κατά συνέπεια, η ισχύς του δολαρίου σε σχέση με το ευρώ μπορεί να είναι μόνο προσωρινή. Σε κάθε περίπτωση, ενώ η αυστηροποίηση της πολιτικής των ΗΠΑ τείνει να μειώνει τον πληθωρισμό στη Ζώνη του Ευρώ μεσοπρόθεσμα, γνωρίζουμε ότι τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα ένα ισχυρό δολάριο έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ΗΠΑ κάνει τις τιμές των εμπορευμάτων να ανεβαίνουν σε όρους ευρώ και να αυξάνεται ο πληθωρισμός. Αυτό μπορεί να προσθέσει περαιτέρω στην τάση που έχουν ήδη οι μισθοί να «φθάσουν» τον υψηλότερο πληθωρισμό, δημιουργώντας πιο επίμονες πληθωριστικές πιέσεις.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή