Γιατί μένουν 400 δυτικές εταιρείες στη Ρωσία

Γιατί μένουν 400 δυτικές εταιρείες στη Ρωσία

Τα εμπόδια για να βρουν αγοραστή και ο φόρος αποχώρησης που έχει επιβάλει η Μόσχα και τις κρατάει εγκλωβισμένες

Φθηνό πλην μοντέρνο ντιζάιν στο κατάστημα ρούχων Maag στη Μόσχα, ακριβά στυλάτα ρούχα στο Evropeisky Mall, ποιοτικά βρεφικά και νηπιακά είδη στο Mother Bear, εσώρουχα και κάλτσες της ιταλικής φίρμας Calzedonia. Οι καταναλωτικές επιλογές των Ρώσων δεν είναι λίγες και σίγουρα δεν είναι λιγότερες από αυτές που ήταν προ του πολέμου στην Ουκρανία. Εύκολα μπορεί να το αντιληφθεί κανείς όταν πληροφορηθεί ότι το Maag δεν είναι παρά η Zara με άλλο όνομα, το Evropeisky, που σημαίνει «ευρωπαϊκό» στα ρωσικά, είναι η Benetton και το λιγότερο παραπλανητικό Mother Bear, η νέα ονομασία του MotherCare. Σε ό,τι αφορά την Calzedonia είναι παρούσα χωρίς διπλωματικό «φύλλο συκής».

Πολλές και διάφορες οι διαδικασίες με τις οποίες καταφθάνουν τα προϊόντα των δυτικών εταιρειών στα ρωσικά καταστήματα και από εκεί στη διάθεση των Ρώσων καταναλωτών. Αλλα περνούν από κάθε είδους δολιχοδρομήσεις μέσω τρίτων χωρών και άλλα παράγονται εντός Ρωσίας καθώς οι δυτικές επιχειρήσεις που υποσχέθηκαν πως θα φύγουν έχουν πράγματι μειώσει την παρουσία τους στη χώρα αλλά αρκούνται να αναστείλουν μόνον δευτερεύουσες δραστηριότητές τους όπως η διαφήμιση και το μάρκετινγκ. Και πολλά άλλα προσφέρονται σε αφθονία απλούστατα επειδή παραμένουν πλήρως στη Ρωσία οι επιχειρήσεις που τα παράγουν και εξακολουθούν να λειτουργούν σαν να μην έχει συμβεί τίποτε απολύτως, συχνά χωρίς να προβάλουν καμία δικαιολογία.

Περισσότερες από 1.000 πολυεθνικές έχουν εγκαταλείψει πλήρως τη ρωσική αγορά μετά την εισβολή στην Ουκρανία.

Οπως προκύπτει από σχετική διεξοδική έρευνα του Πανεπιστημίου Yale, περισσότερες από 1.000 πολυεθνικές έχουν πλήρως εγκαταλείψει τη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία. Ανάμεσα στα πλέον ηχηρά ονόματα της παγκόσμιας βιομηχανίας που έφυγαν με το πρώτο κύμα ηρωικής εξόδου, συχνά με σημαντικό οικονομικό κόστος, συγκαταλέγονται οι πετρελαϊκοί κολοσσοί BP, Shell και ExxonMobil, η McDonald που πούλησε με συνοπτικές διαδικασίες τα 850 εστιατόριά της σε τοπική αλυσίδα και η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Renault που δέχθηκε να εκχωρήσει το πλειοψηφικό της πακέτο στην τοπική Avtovaz έναντι συμβολικού τιμήματος ύψους ενός ευρώ. Παράλληλα, όμως, περίπου ενάμισι έτος μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και παρά τις εντεινόμενες πιέσεις από τη Δύση, τουλάχιστον 400 μεγάλες πολυεθνικές εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στη Ρωσία παράγοντας βέβαια εκατοντάδες δισ. δολάρια στη χώρα.

Κι ενώ είναι ποικίλες οι δικαιολογίες που επικαλούνται, συχνά είναι και ουσιαστικές οι αιτίες που τις εμποδίζουν να αποχωρήσουν ακόμη κι αν το θέλουν. Ορισμένες δυτικές επιχειρήσεις βρίσκονται πράγματι εγκλωβισμένες στη ρωσική αγορά πρωτίστως επειδή δεν βρίσκουν ενδιαφερόμενο αγοραστή που να πληροί μια βασική προϋπόθεση: να μην εμπίπτει στην κατηγορία των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις από Ε.Ε. και Ουάσιγκτον, κάτι που συχνά αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολο. Ακόμη και στην περίπτωση, όμως, που αντιπαρέρχονται αυτό το εμπόδιο, το Κρεμλίνο έχει προσθέσει νέους όρους: επιβάλλει στις ξένες επιχειρήσεις να πουλήσουν τις μονάδες τους με έκπτωση τουλάχιστον 50% που συνεπάγεται αυτομάτως μεγάλες ζημίες για τις δυτικές βιομηχανίες. Προπαντός, όμως, απαιτεί να καταβάλουν ένα είδος «φόρου αποχώρησης» της τάξης του 10% της αξίας στην οποία θα πουληθεί η εταιρεία. Ειδικότερα, για τις αμερικανικές επιχειρήσεις αυτός ο φόρος αποτελεί τροχοπέδη καθώς για να τον καταβάλουν στις ρωσικές αρχές χρειάζονται την έγκριση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών. Διαφορετικά θα έχουν παραβεί τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Ουάσιγκτον στη Ρωσία.

Αναστέλλουν λειτουργίες, αλλά συνεχίζουν να κάνουν δουλειές

Η μαζική έξοδος δυτικών επιχειρήσεων έχει και τους αμφισβητίες της. Τον Ιανουάριο δύο Ελβετοί οικονομολόγοι, οι Νικολό Πισάνι και Σάιμον Εβενετ, των Πανεπιστημίων IMD και St Gallen αντιστοίχως, παρουσίασαν τα πορίσματα σχετικής έρευνάς τους που κατέληγε στην εκτίμηση ότι περίπου 10 μήνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία μόλις 8,5% των δυτικών εταιρειών είχαν πουλήσει τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία ή είχαν αναστείλει τη λειτουργία τους. Οι δύο οικονομολόγοι παραδέχθηκαν ανοικτά ότι πρόθεσή τους ήταν να αποδείξουν ότι η μαζική έξοδος από τη Ρωσία ήταν ένας δημοφιλής μύθος. Σύντομα κατηγορήθηκαν πως η έρευνά τους ήταν «κατασκευασμένη» και οι ίδιοι χαρακτηρίστηκαν «φίλοι του Πούτιν».

Μύθος η μαζική έξοδος επιχειρήσεων, υποστηρίζουν δύο Ελβετοί 
οικονομολόγοι.

Οι επικριτές τους επισήμαναν πως ο σουηδικός όμιλος επίπλων ΙΚΕΑ είχε βαθμολογηθεί από το Πανεπιστήμιο Yale με ένα τιμητικό Α επειδή όχι μόνον έκλεισε τα καταστήματά του στη Ρωσία αλλά και επειδή απέλυσε συλλήβδην τους 10.000 υπαλλήλους του. Οι δύο Ελβετοί οικονομολόγοι, όμως, κατέταξαν την ΙΚΕΑ στις επιχειρήσεις που παραμένουν στη Ρωσία, επειδή στις αρχές του έτους δεν είχαν πουληθεί όλα τα περιουσιακά της στοιχεία στη χώρα. Πολλά δείχνουν, πάντως, ότι για πολλές δυτικές επιχειρήσεις η παραμονή στη Ρωσία αποτελεί αμιγώς επιχειρηματική επιλογή. Πολλές δεν θέλουν να παραχωρήσουν το μερίδιο αγοράς τους σε ανταγωνιστές από χώρες όπως Τουρκία, Κίνα, Ινδία ή τις χώρες της Λατινικής Αμερικής που δεν συμμετέχουν στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Και σίγουρα πολλές εποφθαλμιούν το μερίδιο αγοράς που αφήνουν πίσω τους όσες φεύγουν.
Ετσι, η Coca-Cola υποστήριζε ότι θα αναστείλει τις επιχειρήσεις της στη Ρωσία αλλά μέσω της μονάδας της Coca-Cola HBC εξακολουθεί να λειτουργεί 10 εργοστάσια στα οποία παράγει τα διάσημα αναψυκτικά της με άλλες επωνυμίες όπως Dobry Cola. Η ανταγωνίστριά της PepsiCo έσπευσε εγκαίρως να υποσχεθεί πως θα διατηρήσει στη Ρωσία μόνον την παραγωγή σημαντικών προϊόντων, αλλά σε αυτά έχει κατατάξει τα τσιπς, ενώ με το ίδιο επιχείρημα η Unilever προσφέρει στη ρωσική αγορά τα παγωτά Magnum.

Στην πορεία έχει προκύψει, άλλωστε, ότι πολλές από τις εταιρείες που έσπευσαν να κλείσουν μονάδες τους στη Ρωσία είχαν κίνητρα εντελώς ανεξάρτητα του πολέμου και συχνά εντελώς τεχνικής φύσης: για κάποιες οι τεχνικοί αυτοί λόγοι ήταν η κατάρρευση των πολύ παλιών αλυσίδων logistics ή οι δυσκολίες που προέκυψαν στις πληρωμές αλλά και η αβεβαιότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών με τις μεγάλες και απότομες αυξομειώσεις του ρωσικού νομίσματος.

Δυσκολίες

Αποτυπώνοντας πόσο δύσκολη είναι η απεμπλοκή από τη Ρωσία, ο Μάικλ Χαρμς, διευθύνων σύμβουλος της Γερμανικής Ενωσης Ανατολικών Επιχειρήσεων, τόνισε πως «οι εταιρείες έχουν χαθεί σε “Τρίγωνο των Βερμούδων” ανάμεσα στις κυρώσεις της Ε.Ε., στις κυρώσεις των ΗΠΑ και στις κυρώσεις της Ρωσίας».

400 μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες παραμένουν στη Ρωσία σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά την εισβολή της στην Ουκρανία.

Μεγάλη αγορά

«Η Ρωσία ήταν μια μεγάλη αγορά για πολλές εταιρείες», επισήμανε ο Ολιβιέ Ατιάς, σύμβουλος στη γαλλική εταιρεία νομικών συμβούλων August Debouzy, και διευκρίνισε πως «η απόφαση για αποχώρηση από αυτήν την αγορά ήταν δύσκολη και η απαιτούμενη διαδικασία απεδείχθη δύσκολη».

200 εκατ. δολ. κατά προσέγγιση είναι τα έσοδα που προσφέρουν στο ρωσικό κράτος όσες μεγάλες δυτικές επιχειρήσεις παραμένουν στη Ρωσία.

Ο στόχος

Υπεραμυνόμενος της γαλλικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ Auchan και της επιλογής της να παραμείνει στη Ρωσία, ο εκπρόσωπός της Αντουάν Περνό υποστήριξε πως «δουλειά μας είναι να πουλάμε τρόφιμα στον κόσμο και να είμαστε κοντά στον κόσμο, γιατί μια μέρα θα ξανάρθει η ειρήνη και θα είναι σημαντικό να είμαστε στο πλευρό τους».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή