Άρθρο Γ. Στούμπου στην «Κ»: Ελέφαντες και βατράχια

Άρθρο Γ. Στούμπου στην «Κ»: Ελέφαντες και βατράχια

Οι μεγάλοι παίκτες της παγκόσμιας οικονομίας βρίσκονται σε διαφορετικές τροχιές - Το παιγνίδι έχει αρχίσει να αλλάζει

5' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν μαλώνουν οι ελέφαντες, την πληρώνουν τα βατράχια. Οι διαδοχικές κρίσεις της προηγούμενης εξαετίας –υγειονομικές, πολεμικές, ενεργειακές– αποτέλεσαν ένα κομβικό σημείο αλλαγών με τη μηχανική σημασία του όρου. Η διατάραξη της παραγωγής και των δικτύων διακίνησης προϊόντων, ο επαναπροσδιορισμός των εργασιακών σχέσεων, η ενεργειακή κρίση ως απότοκο του πολέμου στην Ουκρανία, η επάνοδος του προστατευτισμού και η αναδιάταξη των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων μεταξύ των τριών οικονομικών υπερδυνάμεων, Αμερικής, Ευρωπαϊκής Ενωσης και Κίνας, λειτούργησαν ως μοχλοί επίσπευσης αλλαγών και ανακατατάξεων.

Την τελευταία διετία το ελατήριο έχει εκτιναχθεί. Κάθε μια από αυτές τις οικονομικές δυνάμεις αναδιατάσσει τις προτεραιότητές της, τις εσωτερικές παραγωγικές δυνάμεις της και επανεξετάζει τις εξωτερικές οικονομικές της εξαρτήσεις. Η ισορροπία που λειτούργησε προς όφελος όλων, ιδιαίτερα από το 2000 και μετά, έχει διαταραχθεί ανεπανόρθωτα. Ο χορός των ελεφάντων έχει ήδη αρχίσει. Η Αμερική απειλεί την Ε.Ε. Η Ευρώπη ακόμη «συλλογίζεται» πώς να αντιδράσει, ενώ η Κίνα απειλεί και τις δύο, πληρώνοντας ταυτόχρονα και τις συνέπειες.

Στην πραγματικότητα, η παγκόσμια «αποσύνδεση» (decoupling) προχωράει ταχύτερα από το αναμενόμενο. Η παγκόσμια μετατόπιση έχει τρεις κύριες συνιστώσες: εμπόριο, αλυσίδες εφοδιασμού και παραγωγή. Σημάδια απόκλισης υπάρχουν επίσης στις προοπτικές ανάπτυξης των οικονομιών αυτών, που, ειρήσθω εν παρόδω, συνεισφέρουν το 68% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η οικονομία των ΗΠΑ συνεχίζει να επιδεικνύει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, η ευρωπαϊκή ανάπτυξη έχει υποχωρήσει, περισσότερο του αναμενομένου στη Γερμανία, ενώ η Κίνα έχει σοβαρά προβλήματα στην αγορά ακινήτων, στην αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού, στις προβλεπόμενες δημογραφικές ανισορροπίες και στη φυγή ξένων επενδυτών. Οι προβλέψεις ανάπτυξης για το 2024-26 είναι περίπου 4% για την Κίνα, 2% για τις ΗΠΑ και ελαφρώς πάνω από 1% για την Ε.Ε.

Οι εξελίξεις αυτές ακολούθησαν τις διαδοχικές κρίσεις που αναφέραμε παραπάνω και τις πολιτικές που υιοθετήθηκαν ως αποτέλεσμα των κρίσεων αυτών. Επιγραμματικά να αναφέρουμε ότι η υλοποίηση της εμβληματικής πολιτικής που εισήγαγε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπάιντεν τον Αύγουστο του 2022 (νόμος IRA – Inflation Reduction Act) αποσκοπεί σε μια ευρύτερη οικονομική αναδιάταξη, με κύρια εργαλεία πολιτικής την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και τον επαναπατρισμό κεφαλαίων και παραγωγής. Η πολιτική αυτή βασίζεται σε επιδοτήσεις σε επιλεγμένους τομείς και φοροαπαλλαγές, οι οποίες μπορεί να υπερβούν το 1 τρισ. δολάρια μέχρι το 2031. Η Ε.Ε. προσπαθεί, περισσότερο αποσπασματικά από την Αμερική, να βρει τον δικό της βηματισμό. Με μια σειρά προγενέστερων αλλά και νέων προγραμμάτων, όπως ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το σχέδιο REPowerEU και το NextGenerationEU, σκοπεύει να επιδοτήσει μέχρι το 2030 τομείς όπως η ενέργεια, οι κατασκευές και οι μεταφορές, με κεφάλαια που δυνητικά μπορούν να φτάσουν τα 600 δισ. ευρώ.

Η Κίνα, από την άλλη, ακολουθεί διαφορετική στρατηγική. Εκμεταλλευόμενη τις τάσεις Αμερικής και Ευρώπης για επαναπατρισμό επενδύσεων (reshoring), την κλιμάκωση των εμπορικών περιορισμών και τα γενναιόδωρα προγράμματα επιδοτήσεων που προσφέρουν, διεισδύει δυναμικά στις ΗΠΑ και την Ε.Ε., ιδιαιτέρα στους τομείς της πράσινης ανάπτυξης, των ηλεκτρικών αυτοκινήτων και μπαταριών, σε μια προσπάθεια να παρακάμψει τα αναχώματα που της δημιουργούν και να αντισταθμίσει τα νέα δεδομένα που αναδύονται στην εγχώρια οικονομία. Είναι προφανές ότι οι μεγάλοι παίκτες της παγκόσμιας οικονομίας βρίσκονται σε διαφορετικές τροχιές. Το παιγνίδι έχει αρχίσει να αλλάζει. Το 2023, το εμπορικό έλλειμμα της Ε.Ε. έναντι της Κίνας ήταν 27% χαμηλότερο από το 2022. Την ίδια περίοδο, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ έναντι της Κίνας ήταν 24% χαμηλότερο.

Tα τελευταία χρόνια η ροή των άμεσων επενδύσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες προς την Κίνα ήταν σχεδόν μηδενική. Επιπροσθέτως, οι επενδύσεις στην Κίνα, γενικά, από εταιρείες που εδρεύουν στο εξωτερικό έχουν βυθιστεί στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών, κάτω από 50 δισ. δολ. το 2023. Αυτή είναι μια δραματική αλλαγή από τα 350 δισ. δολ. που επενδύθηκαν στην Κίνα το 2020 από ξένες εταιρείες. Βέβαια, τα οικονομικά συμφέροντα και των τριών, ανεξάρτητα από τις αποκλίσεις, πρέπει, τόσο συμβατικά όσο και ουσιαστικά, να διατηρήσουν μια ισορροπία μεταξύ ανταγωνισμού και συνεργασίας προς αμοιβαίο όφελος. Στην πράξη, η Κίνα θα παραμείνει ταυτόχρονα εταίρος, ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ε.Ε.

Βάσει των νέων δεδομένων, και οι μικρότερες οικονομίες πρέπει να προσαρμοστούν.

Από την άποψη αυτή όμως, οι οικονομίες της περιφέρειας μετασχηματίζονται πολύ πιο δύσκολα από τις ανεπτυγμένες. Οι περιορισμένες παραγωγικές δυνατότητες, η χαμηλή ανταγωνιστικότητα, η ελλιπής χρήση νέων τεχνολογιών και το εργατικό προσωπικό μειωμένων δεξιοτήτων είναι τα βασικά συστημικά εμπόδια στην προσαρμογή. Οι λιγότερο ανεπτυγμένες οικονομίες πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσουν τις διαρθρωτικές τους αδυναμίες προκειμένου να διαμορφώσουν συνθήκες και προοπτικές ανάπτυξης. Δύσκολο εγχείρημα. Παραφράζοντας τον Αμερικανό συγγραφέα Stewart Brand, «Οταν επιτελούνται σημαντικές τεκτονικές αλλαγές, οι επιλογές είναι δύο: ή θα είσαι ο οδοστρωτήρας ή θα είσαι ο δρόμος».

Η Ελλάδα, η οικονομία των παροχών και των επιδοτήσεων, των χρόνιων διακανονισμών, διαγραφών και παραγραφών χρεών και υποχρεώσεων, τι μέλλον μπορεί να έχει σε ένα εθνικό, ηπειρωτικό ή παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι όπου αλλάζουν άρδην οι όροι, οι κανονισμοί, οι προϋποθέσεις και οι απαιτήσεις; Εμείς, που αντισταθήκαμε σθεναρά στις απαιτήσεις της βιομηχανοποίησης, που αφανίσαμε την εθνική βιοτεχνία, αλλά διατηρήσαμε μια δύσκαμπτη γραφειοκρατία με πολλαπλάσιες από άλλες χώρες διαδικασίες διεκπεραίωσης όλων σχεδόν των λειτουργιών της, πώς θα υπερβούμε τα κακώς κείμενα και θα προσαρμοστούμε στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης;

Στον τομέα της ανάπτυξης και του οικονομικού μετασχηματισμού, οι διεθνείς ανακατατάξεις ελάχιστα θα βοηθήσουν την ελληνική οικονομία διότι δεν διαθέτει τα ποιοτικά και ποσοτικά παραγωγικά χαρακτηριστικά για να εκμεταλλευτεί τις νέες συνθήκες. Δεν μπορεί να συμμετέχει με αξιώσεις στην αναδιάταξη του παραγωγικού μοντέλου της Ε.Ε. όταν επενδύσεις εγκαταλείπουν ακόμη και τη Γερμανία (το 2022 καταγράφηκε εκροή 135 δισ. ευρώ έναντι εισροής 10,5 δισ. ευρώ).

Ακόμη και η επανάσταση που εκκολάπτεται με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στη βιομηχανική, βιοτεχνική, αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή ελάχιστα θα επηρεάσει τις επιδόσεις της Ελλάδας λόγω της μικρής κλίμακας των παραγωγικών μονάδων. Ο τουρισμός, η «χρυσή βίζα» και οι σποραδικές ξένες επενδύσεις που επιδεικτικά ανακοινώνονται αδυνατούν να δημιουργήσουν μια επαρκή βάση παραγωγικής αναδιάρθρωσης. Αν ληφθούν δε υπόψη τα προβλήματα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού, ιδιαίτερα σε ένα γεωγραφικό περιβάλλον με αντίθετες τάσεις, τότε το «Ζητείται Ελπίς» του Αντώνη Σαμαράκη καθίσταται εθνική κραυγή.

*Ο κ. Γιώργος Στούμπος διετέλεσε καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή