Βαρύ το τίμημα του πολέμου για τη Ρωσία

Βαρύ το τίμημα του πολέμου για τη Ρωσία

Τελεί υπό τεχνητή χρεοκοπία, οδεύει προς βαθιά ύφεση, αναμένεται εκτόξευση πληθωρισμού

7' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την ώρα που οι Ευρωπαίοι ηγέτες προβληματίζονται όλο και εντονότερα για το κατά πόσον μπορούν, θέλουν ή οφείλουν να συμπεριλάβουν τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες σε ένα νέο κύμα κυρώσεων κατά της Ρωσίας, το ερώτημα «πότε θα λήξει αυτός ο φρικιαστικός πόλεμος» γίνεται όλο και περισσότερο αγωνιώδες για όλο και περισσότερους απλούς πολίτες των χωρών τους. Συνοδεύεται, όμως, ίσως για πολύ λιγότερους αλλά πολύ πιο ενημερωμένους, από ένα λιγότερο αγωνιώδες αλλά εξίσου σημαντικό ερώτημα. Πόσο αποτελεσματικός μπορεί να είναι αυτός ο οικονομικός πόλεμος, ο καταιγισμός από κυρώσεις και εμπόδια κάθε φύσης, που στόχο έχουν να παραλύσουν κάθε οικονομική δραστηριότητα της Ρωσίας, να της στερήσουν τα έσοδά της και τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα και εν κατακλείδι να πειθαναγκάσουν τη Μόσχα σε ειρήνευση και υποχώρηση.

Οικονομικοί αναλυτές μιλούν για απώλεια όσων πέτυχε τα τελευταία 30 χρόνια.

Αν και είναι πολύ νωρίς ακόμα για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών τείνουν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα πως το οικονομικό τίμημα της εισβολής στην Ουκρανία θα είναι όντως βαρύ για τη Ρωσία. Η ρωσική οικονομία, η 11η οικονομία στον κόσμο, που προ του πολέμου αναμενόταν να σημειώσει ανάπτυξη τουλάχιστον γύρω στο 3% φέτος και ενδεχομένως και 4%, τελεί τις τελευταίες μέρες υπό τεχνητή χρεοκοπία. Παράλληλα πυκνώνουν οι εκτιμήσεις πως οδεύει προς ύφεση, που κατά πολλούς –μεταξύ των οποίων και το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF)– θα είναι διπλή, με το ΑΕΠ της να μειώνεται από 10% έως και 15%. Οικονομικοί αναλυτές κάθε ιδεολογικής κατεύθυνσης προειδοποιούν πως το αποτέλεσμα θα είναι να διαγράψει η Ρωσία όση οικονομική ανάπτυξη συγκέντρωσε τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ άλλοι φτάνουν στο σημείο να μιλούν για απώλεια όσων πέτυχε τα τελευταία 30 χρόνια. Προεξοφλούν επίσης πως ο πληθωρισμός στη Ρωσία θα εκτοξευθεί στο 20%, βυθίζοντας για μια ακόμη φορά σε ένδεια τον ρωσικό λαό.

Η πρόβλεψη για βαθιά ύφεση αφορά ασφαλώς τις οικονομικές συνέπειες που θα έχει αυτός καθ’ αυτός ο πόλεμος, όπως και οι κυρώσεις, καθώς έχουν σαν αποτέλεσμα να διακόπτονται οι εξαγωγές της, με επιπτώσεις βέβαια και για την παγκόσμια οικονομία. Σε ό,τι αφορά, όμως, τη χρεοκοπία της Ρωσίας, ο καταλυτικός παράγοντας δεν είναι οι οικονομικές κυρώσεις, αλλά το ύστατο όπλο που χρησιμοποίησε η Ουάσιγκτον μέσα στην εβδομάδα. Εμπόδισε τη Μόσχα να πληρώσει τους πιστωτές της μολονότι η Ρωσία διαθέτει τα απαιτούμενα κεφάλαια και έδειξε με κάθε τρόπο την πρόθεσή της να το κάνει. Παρά το γεγονός ότι στην αρχή του πολέμου και με το πρώτο κύμα κυρώσεων η Ουάσιγκτον διακήρυξε πως δεν έχει την πρόθεση να εμποδίσει την πληρωμή του εξωτερικού χρέους της Ρωσίας, τις τελευταίες ημέρες προχώρησε σε αυτήν ακριβώς την κίνηση εξωθώντας τη Μόσχα σε τεχνητή χρεοκοπία. Η Ουάσιγκτον παρενέβη στον αμερικανικό τραπεζικό κολοσσό, την JPMorgan Chase, που διενεργούσε τις πληρωμές του ρωσικού χρέους κατόπιν εντολών της Μόσχας, και εμπόδισε την καταβολή των περίπου 649 εκατ. δολαρίων σε ομολογιούχους της Ρωσίας.

Βαρύ το τίμημα του πολέμου για τη Ρωσία-1

Με μοντέλο Αργεντινής η επίθεση της Ουάσιγκτον

Από το 2014, οπότε η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία, άρχισαν να φαίνονται τα όρια του ήπιου, αν και όχι πάντα τόσο ήπιου, όπλου των οικονομικών κυρώσεων ως προς τη δυνατότητά του να γονατίσει μια οικονομία. Τότε διαψεύστηκαν σε μεγάλο βαθμό οι προσδοκίες των δυτικών οικονομιών για δραματική συρρίκνωση της ρωσικής οικονομίας, μολονότι οι δυτικές οικονομίες υπήρξαν και τότε εξίσου ενωμένες έναντι της Ρωσίας με ΗΠΑ, Ε.Ε., Καναδά αλλά και άλλους μικρότερους συμμάχους τους να επιβάλουν οικονομικές κυρώσεις στη Μόσχα. Τους πρώτους μήνες του 2015, όταν είχαν ήδη μεσολαβήσει δύο κύματα κυρώσεων, τον Ιούλιο και μετά τον Σεπτέμβριο του 2014, η ρωσική οικονομία γνώριζε μια ηπιότατη ύφεση με το ΑΕΠ της να συρρικνώνεται μόλις κατά 2,2%. Εκείνη η ύφεση οφειλόταν, όμως, κατά κύριο λόγο όχι στις κυρώσεις της Δύσης αλλά στη ραγδαία μείωση που σημείωναν τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές των ενεργειακών της πόρων, επειδή κατέρρεαν οι τιμές του πετρελαίου.

Είχε μεσολαβήσει η «σχιστολιθική επανάσταση» στις ΗΠΑ, δηλαδή η εκρηκτική ανάπτυξη της βιομηχανίας σχιστολιθικών υδρογονανθράκων της υπερδύναμης, και η πυρετώδης παραγωγή αμερικανικού σχιστολιθικού πετρελαίου που είχε κατακλύσει την παγκόσμια αγορά «μαύρου χρυσού». Ηταν τόσο καταιγιστική η παραγωγή αμερικανικού πετρελαίου ώστε οι τιμές είχαν αρχίσει να υποχωρούν από τον Ιούνιο του 2014, μια ημέρα μετά την κατάληψη του σημαντικότερου διυλιστηρίου της Μοσούλης από τους τρομοκράτες του Ισλαμικού Κράτους. Εκτοτε όμως, όχι μόνον η Μόσχα αλλά και η Δύση φαίνεται πως έχουν επανεξετάσει το οπλοστάσιό τους στην παρατεταμένη αντιπαράθεσή τους που συνεχίζεται και τώρα με θύμα την Ουκρανία. Αυτό προδίδει τουλάχιστον η κίνηση της Ουάσιγκτον που εμπόδισε την πληρωμή του ρωσικού χρέους με παρέμβαση στην εντολοδόχο τράπεζα. Εν ολίγοις, αν η Μόσχα έσπευσε να θωρακίσει τη ρωσική οικονομία μειώνοντας την έκθεσή της στο δολάριο, συγκεντρώνοντας συναλλαγματικά διαθέσιμα πάνω από 640 δισ. δολάρια, αυξάνοντας την αυτάρκειά της και συσφίγγοντας τις οικονομικές και εμπορικές της σχέσεις με την Κίνα, φαίνεται πως και από την πλευρά της Δύσης έχουν καταγραφεί τα διδάγματα. Η Ουάσιγκτον επιστράτευσε τον ίδιο μηχανισμό που το 2014 σε καιρό ειρήνης χρησιμοποιήθηκε κατά της Αργεντινής, όταν η αμερικανική τράπεζα New York Mellon εμπόδισε την πληρωμή όσων ομολογιούχων του Μπουένος Αϊρες είχαν συναινέσει στην αναδιάρθρωση του χρέους της. Ζητούμενο τότε ήταν να αναγκασθεί η Αργεντινή να πληρώσει την ονομαστική αξία των ομολόγων της σε όσους από τους ομολογιούχους της δεν είχαν συναινέσει στην αναδιάρθρωση του χρέους της. Ηταν εκείνοι οι ομολογιούχοι που είχαν αγοράσει τα αργεντίνικα ομόλογα έναντι πινακίου φακής όταν η χώρα τελούσε υπό πτώχευση. Και βέβαια η Αργεντινή οδηγήθηκε τότε σε τεχνητή χρεοκοπία.

Διαστημικά τα ρωσικά έσοδα από τις πωλήσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου

Είναι πιθανόν ότι η Ουάσιγκτον αποφάσισε να εμποδίσει τις πληρωμές στους ομολογιούχους της εν μέρει επειδή μπορούσε να υποθέσει ήδη πως οι οικονομικές κυρώσεις δεν επέφεραν άμεσα τα επιθυμητά αποτελέσματα. Είχε ήδη αρχίσει να φαίνεται πιθανόν πως θα αποδειχθούν, έως ένα βαθμό τουλάχιστον, ατελέσφορες οι κάθε άλλο παρά ήπιες κυρώσεις, όπως το «πάγωμα» τουλάχιστον 300 δισ. δολαρίων από τα περίπου 643 δισ. δολάρια των συναλλαγματικών διαθεσίμων της Ρωσίας και ο αποκλεισμός μεγάλων ρωσικών τραπεζών από το παγκόσμιο σύστημα διευκόλυνσης πληρωμών SWIFT. Το ρούβλι έχει ήδη ανακάμψει πλήρως στα προ πολέμου επίπεδα, γι’ αυτό και την Παρασκευή η Τράπεζα της Ρωσίας μείωσε αιφνιδιαστικά τα επιτόκια στο 17% από το 20% στα οποία τα είχε αυξήσει στην αρχή του πολέμου για να ανακόψει την ελεύθερη πτώση του νομίσματος. Προτίμησε να δώσει προτεραιότητα στη στήριξη της οικονομίας που δέχεται αλλεπάλληλα πλήγματα.

Προπαντός, όμως, η Ρωσία εξακολουθεί προς το παρόν να εξάγει απρόσκοπτα τους υδρογονάνθρακές της, με τις ροές του αερίου να συνεχίζονται προς την Ευρώπη και τις πωλήσεις πετρελαίου να φέρνουν στα ταμεία της διαστημικά έσοδα, επειδή οι τιμές του μαύρου χρυσού βρίσκονται στα ύψη. Οικονομολόγοι της Bloomberg Economics υπολογίζουν πως η Ρωσία θα εισπράξει φέτος 321 δισ. δολάρια από τις εξαγωγές ενέργειας και το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει πάνω από 30% αύξηση σε σύγκριση με τα αντίστοιχα έσοδά της το περασμένο έτος, καθώς έχουν εκτοξευθεί στα ύψη οι τιμές τόσο του αερίου όσο και του πετρελαίου. Ετσι, το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF) προεξοφλεί πως παρά το πλήγμα του πολέμου και των κυρώσεων, η χώρα του Βλαντιμίρ Πούτιν θα παρουσιάσει φέτος πλεόνασμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ύψους 240 δισ. δολαρίων. Οικονομικοί αναλυτές υπογραμμίζουν σε όλους τους τόνους ότι η αποτελεσματικότητα των κυρώσεων θα είναι περιορισμένη όσο η Ρωσία εξάγει ανενόχλητη τους υδρογονάνθρακές της. Σύμφωνα με το IIF, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό ως προς την έκταση της ζημίας που θα προκαλούσε στη ρωσική οικονομία ένα γενικευμένο εμπάργκο στη ρωσική ενέργεια. Ενα εμπάργκο δηλαδή από Ε.Ε., Βρετανία και ΗΠΑ θα μπορούσε να μειώσει τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές κατά 300 δισ. δολάρια και να οδηγήσει τη ρωσική οικονομία σε συρρίκνωση τουλάχιστον κατά 20%. 

Αν το σενάριο αυτό υλοποιηθεί, θα πρόκειται όντως για μια θλιβερή αντιστροφή της προόδου που γνώρισαν τις τελευταίες δύο και πλέον δεκαετίες η Ρωσία και ο ρωσικός λαός στο επίπεδο της ευημερίας. Γιατί μπορεί ο Ρώσος πρόεδρος να μην είναι ο πλέον δημοκρατικός ηγέτης στον κόσμο, ούτε οι επιδόσεις του να είναι εξαιρετικές ως προς τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά είναι γεγονός ότι στη διάρκεια των 22 ετών της ηγεμονίας του έχει βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο των Ρώσων. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το 2000 όταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν εξελέγη πρόεδρος για πρώτη φορά, το 38% του ρωσικού λαού ζούσε με λιγότερα από 5,5 δολάρια την ημέρα. Το 2018 το αντίστοιχο ποσοστό δεν υπερέβαινε το 3,7% του ρωσικού πληθυσμού. Εν ολίγοις, στα χρόνια της κάθε άλλο παρά δημοκρατικής διακυβέρνησης Πούτιν, το ποσοστό των φτωχών Ρώσων είχε μειωθεί κατά περισσότερο από 90%.

Βαρύ το τίμημα του πολέμου για τη Ρωσία-2

Μέρες του 1990

Βλέποντας τη ρωσική οικονομία να πλήττεται από τις κυρώσεις και να εγκαταλείπεται από τις δυτικές επιχειρήσεις, ο Εβγένι Γκοντμάχερ, πρώην κυβερνητικό στέλεχος και εξέχων οικονομολόγος της Ρωσίας, τόνισε πως «η κατάσταση θυμίζει τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν άρχισε η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και  έκλειναν οι βιομηχανίες».

Βαρύ το τίμημα του πολέμου για τη Ρωσία-3

Αποδυναμωμένη

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι κυρώσεις έχουν αποδυναμώσει τη ρωσική οικονομία», σχολίασε ο Πάτρικ Χόνοχαν, υψηλόβαθμο στέλεχος του Ινστιτούτου Πέτερσον στην Ουάσιγκτον, ο οποίος, ωστόσο, υπογράμμισε με έμφαση πως «οι κυρώσεις δεν κατορθώνουν να πλήξουν καίρια τη ρωσική οικονομία όσο δεν διακόπτουν τις εισροές εσόδων στα ταμεία της Ρωσίας από τις εξαγωγές της».

Βαρύ το τίμημα του πολέμου για τη Ρωσία-4

Η εκτίμηση

Oι Ελίνα Ριμπάκοβα και Μπέντζαμιν Χίλγκεντσοκ, οικονομολόγοι του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF), επιμένουν πως «φαίνεται όλο και περισσότερο απίθανο να διατηρήσουν για πολύ καιρό την ίδια απροθυμία σε ό,τι αφορά το εμπάργκο στην ενέργεια της Ρωσίας, αν προκύψουν κι άλλα στοιχεία για εγκλήματα πολέμου από τη ρωσική πλευρά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή