Αυτοί οι ψηφιακοί νομάδες «ψήφισαν» Θεσσαλονίκη

Αυτοί οι ψηφιακοί νομάδες «ψήφισαν» Θεσσαλονίκη

Γιατί την επέλεξαν; Πως προσαρμόστηκαν; Πως είναι η ζωή τους; Συναντήσαμε διαφορετικές περιπτώσεις ανθρώπων που ζουν στη Θεσσαλονίκη αλλά η δουλειά τους δεν έχει σύνορα

5' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Θεσσαλονίκη μετά τον κορωνοϊό άρχισε να προσελκύει πολλούς ψηφιακούς νομάδες από διαφορετικά μέρη του κόσμου. Σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της φήμης και της ελκυστικότητάς της έπαιξαν οι πολυεθνικές εταιρείες που επέλεξαν την πόλη για να ανοίξουν hub καινοτομίας και τεχνολογίας. Μάλιστα το 2022 η Instant Offices, μια εταιρεία διαχείρισης ακινήτων με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, κατέταξε τη Θεσσαλονίκη στις τρεις καλύτερες πόλεις παγκοσμίως για τους ψηφιακούς νομάδες μετά τη Λισαβόνα και την Μπανγκόκ. Η αξιολόγηση αυτή βασίστηκε σε τέσσερα κριτήρια, την οικονομική διαβίωση, τον καλό καιρό, την καλή συνδεσιμότητα στο διαδίκτυο και την ποιότητα ζωής. Η Κατερίνα, ο Ντάνκαν, o Εντουαρντ και ο Αλιένς ανήκουν σε αυτούς που ζουν στη Θεσσαλονίκη και εργάζονται εξ αποστάσεως. Εμείς, σας παρουσιάζουμε τις ιστορίες τους.

Κατερίνα Μπιλιούρη και Τζέιμς Ντάνκαν Ντέιβιντσον

Για τον ήλιο και την εγγύτητα με τους γονείς

Η Κατερίνα Μπιλιούρη, 45 ετών, και ο James Duncan Davidson, 53, γνωρίστηκαν τον Απρίλιο του 2012 στην Ντόχα, στην πρώτη εκδήλωση του TED στη Μέση Ανατολή, την οποία εκείνος κάλυπτε ως φωτογράφος. Εκείνος ήταν εγκατεστημένος στο Όρεγκον, εκείνη στη Θεσσαλονίκη. Ενάμιση χρόνο αργότερα, μετακόμισαν στο Βερολίνο για να ζήσουν μαζί. Ο Duncan άλλαξε καριέρα και προσλήφθηκε ως μηχανικός λογισμικού από τη Wunderlist, μια νεοφυή επιχείρηση που αργότερα εξαγοράστηκε από τη Microsoft. Η Κατερίνα άφησε τη θέση της στο υπουργείο Πολιτισμού και ξεκίνησε ως speaker coach στο TED. Έζησαν οχτώ χρόνια στη Γερμανία, όπου απέκτησαν και τον γιό τους. «Όταν έπιασα δουλειά στη Shopify, συνειδητοποιήσαμε ότι κανείς από τους δυό μας δεν εργάζεται για γερμανική εταιρεία. Σκεφτόμασταν να πάμε στην Αθήνα, αλλά για εμάς ήταν πολύ σημαντικό να είμαστε κοντά στην οικογένεια», λέει ο Duncan.

Εκτός από τους συγγενείς, σημαντικό ρόλο στην απόφαση τους έπαιξε το γεγονός ότι ο γιός τους και στη Θεσσαλονίκη μπορούσε να συνεχίσει σε αγγλόφωνο σχολείο. Από τον Ιούλιο του 2022 ζουν εκεί. «Υπάρχει μεγάλη διαφορά σε δημόσιους χώρους και πάρκα συγκριτικά με το Βερολίνο, όμως εδώ απολαμβάνουμε τον ήλιο. Στη Γερμανία, ειδικά τον χειμώνα, μπορεί να περνούσαν και τρεις-τέσσερις εβδομάδες χωρίς ήλιο. Εμένα που είχα συνηθίσει αλλιώς με ενοχλούσε», σημειώνει η Κατερίνα, η οποία πάντως θεωρεί ότι η πόλη της έχει μείνει πολύ στάσιμη. 

Το καθημερινό τους πρόγραμμα είναι πολύ απαιτητικό κυρίως λόγω του ωραρίου, αφού ο Duncan συντονίζεται με ώρες Καναδά ενώ η Κατερίνα εξυπηρετεί πελάτες σε όλο τον κόσμο. Η βοήθεια που έχουν από τους γονείς της σχετικά με το παιδί και τα ωράρια του σχολείου είναι σημαντική για να βρουν μια ισορροπία. Εργάζονται και οι δυο από το σπίτι, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, οπότε πηγαίνουν σπάνια σε co-working spaces.

Στη Θεσσαλονίκη, μπορεί να τους λείπει η πολυπολυτισμικότητα και η κουλτούρα του Βερολίνου, τους αρέσει όμως πολύ η ανθρώπινη κλίμακα, ο συνδυασμός βουνού και θάλασσας, και οι ζεστοί και φιλόξενοι άνθρωποι. Τις Κυριακές οργανώνουν κοντινές οικογενειακές εκδρομές, όπως στον Όλυμπο, και κάποιες στιγμές μέσα στην εβδομάδα βρίσκουν χρόνο για να παίζουν τένις οικογενειακώς. 

Αυτοί οι ψηφιακοί νομάδες «ψήφισαν» Θεσσαλονίκη-1

Εντουάρντ Κατσατριάν

Οικονομική ζωή, καλό φαγητό και νέοι φίλοι

Ο Αρμένιος Eduard Khachatryan, 32 ετών, είναι από τους πρώτους στην Ελλάδα που πήραν τη βίζα για digital nomads. Μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη μόνιμα τον Ιούλιο του 2022, έπειτα από έναν χρόνο που ταξίδευε ανά τον κόσμο και δούλευε εξ αποστάσεως ως μηχανικός λογισμικού. Ο λόγος που αρχικά αποφάσισε να αφήσει την πατρίδα του ήταν η εμπόλεμη κατάσταση με το Αζερμπαϊτζάν. Μετά τη διαμονή σε Ουκρανία, Σρι Λάνκα και Ινδία, θέλησε να εγκατασταθεί κάπου για πολύ καιρό. Τα κριτήρια του ήταν συγκεκριμένα: «Αναζητούσα ένα μέρος κοντά στη θάλασσα, με ζεστό καιρό, που να έχει αναπτυγμένες ψηφιακές υποδομές, να είναι ασφαλές και να παρέχει εύκολη πρόσβαση στο σύστημα υγείας», περιγράφει.

Όταν έψαχνε, ανάμεσα στις κοινότητες των ψηφιακών νομάδων, η Πορτογαλία ήταν ο πιο δημοφιλής προορισμός. Εκείνος στη λίστα του είχε προκρίνει το Πόρτο, τη Βαλέτα και τη Θεσσαλονίκη. «Ένας φίλος μου είχε έναν γνωστό του δικηγόρο ο οποίος έτρεξε γρήγορα τη διαδικασία έκδοσης βίζας. Μέσα σε ενάμιση μήνα νοίκιασα σπίτι στην Αριστοτέλους», λέει. Και δεν το μετάνιωσε ούτε μια στιγμή. Τον εντυπωσίασε που απέκτησε τόσο εύκολα κάρτα sim για το κινητό, αφού η κάρτα μαζί με τον τραπεζικό λογαριασμό είναι από τα πρώτα πράγματα που φροντίζουν οι ψηφιακοί νομάδες. Έναν χρόνο μετά, δουλεύοντας σε μια γερμανική εταιρεία που παράγει λογισμικό για εκπαίδευση, έχει κάνει πολλούς νέους φίλους και αισθάνεται ότι έχει ενσωματωθεί πλήρως. 

Τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα πηγαίνει σε co-working space για να κοινωνικοποιείται, ενώ τα Σαββατοκύριακα πηγαίνει κοντινές εκδρομές μαζί με άλλους ψηφιακούς νομάδες, όπως στον Όλυμπο και τα Μετέωρα. Η ζωή στη Θεσσαλονίκη του φαίνεται οικονομική κι αυτό που απολαμβάνει περισσότερο είναι ο πλούτος της γαστρονομικής της σκηνής. «Δεν έχω βρει σε άλλη πόλη τόσες διαφορετικές γεύσεις και τέτοιο ποιοτικό φαγητό», καταλήγει. 

Αυτοί οι ψηφιακοί νομάδες «ψήφισαν» Θεσσαλονίκη-2

Αλιένς Μπας

Εύκολη προσαρμογή, προσιτό ενοίκιο και βόλτες

O Aliens, 42 ετών, Ινδός από την Παντζάμπ, εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Θεσσαλονίκη πριν από δυο μήνες. Προηγουμένως, έμενε στην Κύπρο και εργαζόταν ως broker σε μια χρηματιστηριακή εταιρεία. Μετακόμισε για να είναι πιο κοντά στην κόρη του, που ζει στην Κοπεγχάγη μαζί με την πρώην γυναίκα του, που είναι από τη Θεσσαλονίκη αλλά εγκαταστάθηκε στη Δανία αφού χώρισαν. 

Δεν είναι η πρώτη του φορά στη Θεσσαλονίκη. Το 2003 είχε έρθει ως φοιτητής σε ένα αγγλόφωνο μεταπτυχιακό. Παντρεύτηκε, μετακόμισαν με τη σύζυγό του στην Κύπρο, γιατί εκεί είχε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες λόγω του ότι συνεννοούνταν στα αγγλικά. Όταν χώρισαν, του άρεσε η ιδέα να επιστρέψει στην πόλη που αγαπάει. Κράτησε τη δουλειά και νοίκιασε ένα σπίτι στη Μενεμένη, στη δυτική πλευρά, μέσω ενός παλιού του γνωστού. «Δυσκολεύτηκα να το βρω γιατί όταν έψαχνα ήταν η περίοδος που έρχονταν οι φοιτητές», λέει χαμογελώντας.

Το ενοίκιο δεν του φαίνεται ακριβό γιατί το συγκρίνει με άλλες πόλεις που έχει ζήσει, όπως η Μελβούρνη και η Λευκωσία. Τη δεύτερη φορά, δεν χρειάστηκε καθόλου χρόνο προσαρμογής. «Στις δημόσιες υπηρεσίες μιλάνε πολύ καλά Αγγλικά, με εξυπηρετούν άμεσα», σημειώνει και προσθέτει «στη Θεσσαλονίκη δεν αισθάνθηκα ποτέ ξένος, είναι πολύ φιλόξενη πόλη». Γρήγορα έφτιαξε τη δική του ρουτίνα. Δευτέρα με Παρασκευή δουλεύει από το σπίτι ως αργά το απόγευμα, είναι τέτοιο το αντικείμενο του που δεν μπορεί να εργαστεί σε co-working space. Όταν τελειώνει, μιλάει με την κόρη του και περπατάει για να ανακαλύψει τις διαφορετικές γειτονιές. Τα Σαββατοκύριακα, πηγαίνει στα αγαπημένα του μαγαζιά για καφέ, κυρίως στη Λεωφόρο Νίκης. Παλιούς φίλους δεν έχει, οπότε κοινωνικοποιείται μέσα από τα δίκτυα των digital nomads στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή