Η Αθήνα όταν νυχτώνει

Οι προσόψεις των καταστημάτων στο εμπορικό τρίγωνο είναι η «βιτρίνα» μιας πόλης ετερόκλητων εικόνων και, μετά τη δύση του ηλίου, όταν ανάβουν τα νέον γράμματα και σκοτεινιάζουν οι παλιές επιγραφές, ξεκινάει μια άλλη ζωή

8' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Νέον φώτα, άνθρωποι αρωματισμένοι από την κορυφή έως τα νύχια μπλέκονται με άλλους που μόλις έχουν σχολάσει από τη δουλειά τους. Στα εμπορικά καταστήματα, οι πωλητές, βαριεστημένοι ή μέσα στην έξαψη για ό,τι θα ακολουθήσει τη βάρδιά τους, εξυπηρετούν τους τελευταίους τους πελάτες. Στο κομμωτήριο Elephant and Castle, μία από τις πρώτες εναλλακτικές (ή χίπστερ – όλα είναι θέμα οπτικής) επιχειρήσεις που άνοιξαν επί της Κολοκοτρώνη πριν από έντεκα χρόνια, ο κόσμος συνεχίζει να κουρεύεται κι εγώ συμπεραίνω ότι οι όμορφα βαμμένες χαίτες παραμένουν της μόδας. Εκεί συναντώ την Ελένη, υπεύθυνη για τη ρεσεψιόν και τον συντονισμό του κομμωτηρίου, την οποία γνωρίζω από παλιά, αν και την αναγνωρίζω αφού την έχουμε φωτογραφίσει στην εξώθυρα του καταστήματος. Η νύχτα, σκέφτομαι, εκτός από τα ζουρ φιξ και τα συμφωνημένα της ραντεβού, κλείνει μέσα της ένα σωρό τυχαίες συναντήσεις. Ο σκουροπράσινος πάγκος με τις εφημερίδες και τα περιοδικά στην αρχή της Μητροπόλεως, τον οποίο όσοι αγαπάμε τον κυριακάτικο Τύπο επισκεπτόμαστε από συνήθεια κάθε Σάββατο βράδυ, για να πάρουμε «ζεστές» από τα πιεστήρια τις κυριακάτικες εφημερίδες, αλλά και το γκισέ του θεάτρου Αλίκη, στην οδό Αμερικής, είναι σημεία που δεν φαίνεται να τα έχει αγγίξει ο χρόνος. Κάθε που νυχτώνει, το κέντρο της Αθήνας μού θυμίζει τα παλιά. Παρότι έχει αλλάξει· πολύ, αν και κατά τόπους.

«Σκορδάκια» και εξευγενισμός

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-1
Κεντήματα και λοιπά υφαντά παραδοσιακής αισθητικής στο La Broderie, στη γωνία της Αθηναΐδος με την Ευαγγελιστρίας.

Φεβρουάριος, Παρασκευή, 6.30 το απόγευμα, είναι νωρίς για να θεωρηθεί νύχτα. Αργά το απόγευμα, λοιπόν, η ζωή επικεντρώνεται στην Ερμού, με τον κόσμο να κάνει την περαντζάδα του καθώς κατευθύνεται προς τους δύο σταθμούς του μετρό (Σύνταγμα, Μοναστηράκι) που ενώνουν τον πιο εμπορικό δρόμο της Αθήνας ή να μπαινοβγαίνει στα καταστήματα αλλά και στην Καπνικαρέα. Οι εκκλησίες έχουν πολύ κόσμο τη νύχτα. Το διαπιστώσαμε και στην Αγία Ειρήνη, στην Αιόλου, παρατηρώντας τουρίστες να τις αντιμετωπίζουν ως ένα γοητευτικό κομμάτι του αθηναϊκού εξωτισμού. Καθώς πέφτει η νύχτα, δίπλα από τα Sephora μια νέα γυναίκα παίζει Iron Maiden σε ένα πιάνο, που ένας Θεός ξέρει πώς το κουβάλησε μέχρι εκεί. Σχεδόν απέναντί της, έξω από τα «πάνω» H&M, γυρίζει τη ροδέλα της λατέρνας του ο γνωστός και πολυφωτογραφημένος λατερνατζής. Αλλού, κατά μήκος της Ερμού, έχουν στήσει τους πάγκους τους οι γνωστοί-άγνωστοι υπαίθριοι πωλητές που εμπορεύονται φιγούρες του Καραγκιόζη, κομμάτια καρύδας, σαλέπι, λουλούδια, ροζ μαλλί της γριάς, βιβλία από δεύτερο χέρι, πλαστικά παιχνίδια, έως και «σκορδάκια» – τα πλέον ακίνδυνα δυναμιτάκια για τις Απόκριες (ή το Πάσχα). Κι αν η ατμόσφαιρα και η ταυτότητα της Ερμού μοιάζει αναλλοίωτη στον χρόνο, σαν απλώς να αλλάζουν οι ταμπέλες σε καταστήματα που μένουν ίδια, σε παρακείμενες αστικές αρτηρίες, όπως στην Κολοκοτρώνη, επικρατεί αναβρασμός. Τα τελευταία χρόνια, εκεί που κάποτε καθόριζε τα πάντα το Booze (στέκει ίδιο κι απαράλλαχτο, έχει γίνει θεσμός), ξεπηδούν συνεχώς νέα μπαρ, καταστήματα εστίασης και άλλες μικρές επιχειρήσεις, όπως το «concept» φαρμακείο Maxim +, που άνοιξε τις πόρτες του τον Ιούλιο.

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-2
Ένας τροχήλατος πάγκος με ξηροκάρπια, αφημένος για λίγο χωρίς επίβλεψη μπροστά στην είσοδο του θεάτρου Αλίκη. 

Έξω είναι πράσινο, μέσα είναι μπλε, η βιτρίνα του είναι γεμάτη καρδιές ένεκα Αγίου Βαλεντίνου και το μωσαϊκό στο πάτωμά του, το τόσο ταυτισμένο με την αθηναϊκή πολυκατοικία, μοιάζει να υπάρχει ως σύνδεσμος με το αρχιτεκτονικό παρελθόν της περιοχής. Δίπλα από τις δύο τζαμαρίες της πρόσοψής του, που τη μία την κοσμεί η εικόνα του Μαξίμ, ενός επινοημένου υπερ-φαρμακοποιού, ένας αυτόματης πωλητής εξυπηρετεί τις ανάγκες των ξενύχτηδων, και όχι μόνο, σε είδη πρώτης ανάγκης που δεν απαιτούν συνταγογράφηση: αντισηπτικά μαντιλάκια, σερβιέτες, υγρά για φακούς επαφής, προφυλακτικά. «Έρχονται άνθρωποι της γειτονιάς και άλλοι που δουλεύουν στα γύρω μαγαζιά και τα γραφεία», μας λέει ο Χάρης, που εργάζεται στο φαρμακείο, ενώ η Ράνια, που κάνουν μαζί βάρδια, συμπληρώνει ότι έχουν, επίσης, πολλούς τουρίστες από τα γειτονικά ξενοδοχεία και τα Airbnb. 

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-3
Παρότι άνοιξε τις πόρτες του μόλις τον Δεκέμβριο, το Bookbar by Kaktos έγινε ήδη τοπόσημο στην Αιόλου. 

Λίγο πιο πάνω, προς το Σύνταγμα, στο Junky the Foodtrack, ένα επίσης σχετικά καινούργιο μαγαζί που σερβίρει «βρόμικο» από μια μπάρα που έχει τη μορφή ενός κόκκινου Mini Cooper, οι πελάτες είναι ακόμα λίγοι, όμως πληθαίνουν όσο η νύχτα προχωρά – τα Παρασκευοσάββατα το μαγαζί κλείνει στις 6 το πρωί, ταΐζοντας τους αφτεράδες. Όταν περάσαμε από την ίδια γειτονιά αργά το Σάββατο, είδαμε μια εντελώς διαφορετική εικόνα, πολύ πιο φασαριόζικη. Τα πέριξ ποτάδικα, νέα και παλιά, ζουν και βασιλεύουν, όπως και τα μηχανάκια. (Αργότερα, στο τρόλεϊ 11 προς Παγκράτι, κάτι με έσπρωξε να ακούσω στο Spotify την Ωραία Ελένη της Μαρίας Φωτίου, για τον στίχο «Η ωραία Ελένη στα στενά της Ερμού/ μηχανές καβαλάει πάει του σκοτωμού». Είχα ξεχάσει ότι περιλαμβανόταν στον δίσκο Νυχτερινή κυβέρνηση, μου το θυμίζει το εξώφυλλο του άλμπουμ στο έξυπνο κινητό μου.)

Νέον φώτα και greek gyros

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-4
Οι αφτεράδες του αθηναϊκού κέντρου βρίσκουν «βρόμικο» στο Junky the Foodtruck έως 
τις 6 το πρωί. 

Οι φωτισμένες βιτρίνες των κλειστών, λόγω ωραρίου, καταστημάτων που πωλούν κλινοσκεπάσματα, κεντήματα, κοράλλια και νήματα για την κατασκευή μπιζού ή του Art & Hobby, που αποτελεί κάτι σαν τοπόσημο στο σημείο που η Πραξιτέλους βλέπει τον πεζόδρομο της Σκουλενίου, εναλλάσσονται με εικόνες ανθρώπων που τρώνε καθισμένοι σε πεζούλια πίτσες που έχουν παραγγείλει μέσω Wolt ή εξευγενισμένα κρουασάν έξω από το Overoll. Άλλοι ψάχνουν ένα καλό τραπέζι για να ερωτευτούν ή να κάνουν σπαρταριστό κουσκούς για ό,τι έγινε στο γραφείο την προηγούμενη εβδομάδα: «Εδώ γίνεται πατείς με πατώ σε, ας πάμε κάπου αλλού, να μπορούμε να μιλήσουμε», κλέβω στον αέρα αυτή την κουβέντα από μια παρέα με όμορφα μακιγιαρισμένα κορίτσια που φορούν μίνι φούστες. Την Κυριακή τα πράγματα είναι πιο ήσυχα, το Σάββατο το τζέρτζελο έχει το πάνω χέρι. Γι’ αυτό το τζέρτζελο, άλλωστε, δεν βγαίνουμε έξω τη νύχτα; Για να δούμε κόσμο, ακόμα και αν δεν τον γνωρίσουμε, ακόμα και αν δεν του μιλήσουμε. Και για τα φώτα νέον. Πολλά από όσα τραβούν το βλέμμα μας στις βιτρίνες της πόλης έχουν φτιαχτεί στο Αθηνόγραμμα, που βρίσκεται λίγο πιο κάτω από το Overοll, επί της Πραξιτέλους. Άνοιξε το 1983 και λειτουργούσε επί σαράντα χρόνια στο διπλανό κατάστημα από αυτό που είναι τώρα – μεταφέρθηκε «παραπλεύρως» τον Ιανουάριο.

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-5
Το Rundome της Μητροπόλεως διαθέτει εντυπωσιακή είσοδο, μεγάλη συλλογή σε σνίκερ και (εκτός του καταστήματος) λόκερ για παραλαβή παραγγελίας click & collect, προσβάσιμο 24 ώρες το 24ωρο.

Τη νύχτα, στην Πανεπιστημίου (που την ύμνησε το 1986 η Ελένη Δήμου με το τραγούδι της Νύχτα στην Πανεπιστημίου) και στη Σταδίου επικρατεί ησυχία. Δεν υπάρχουν, πια, τα σινεμά Αττικόν και Απόλλων που της έδιναν άλλο χαρακτήρα κι άλλο χρώμα, ούτε το «υπόγειο» γυμναστήριο Joe Weider – η είσοδός του ήταν από μια πρόσοψη της Κοραή, σχεδόν μεσοτοιχία με το Άστυ και τα Zara. Στην πλατεία Κοτζιά, πάλι, απέναντι από το δημαρχείο, ένας καθαριστής που επιβαίνει σε ένα από αυτά τα παράξενα, σχεδόν διαστημικά οχήματα, που διαθέτουν σκούπες-σφουγγαρίστρες κοντά στις ρόδες τους, μοιάζει να το οδηγεί σαν συγκρουόμενο αυτοκινητάκι: σχηματίζει νοητούς κύκλους πάνω στις πλάκες, επιταχύνει και κόβει ταχύτητα απότομα. Τα γύρω κτίρια είναι πανέμορφα φωτισμένα – ο κομψός φωτισμός τους είναι σαν να έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εν πολλοίς τουριστική και κακοφωτισμένη Μητροπόλεως, που στο τέλος της, καθώς καταλήγει στο Μοναστηράκι, γίνεται ο παράδεισος του «greek gyros» και της χωριάτικης σαλάτας με τα κομμένα σε ροδέλες κόκκινα κρεμμύδια.

«Όταν τελειώσει η νύχτα»

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-6
Η Ελένη ποζάρει πίσω από την τζαμαρία του Elephant & Castle, ενός από τα πιο ιδιαίτερα κομμωτήρια της Αθήνας, επί της Κολοκοτρώνη.

Κάποια στιγμή μέσα στις βόλτες, ενώ περπατούσαμε επί της Αθηνάς και φωτογραφίζαμε τα μπαχαράδικα, τα τυροπιτάδικα και τα υπό κατάρρευση κτίρια που στέκουν δίπλα σε πλήρως ανακαινισμένα, ακούσαμε στη διαπασών το God is a DJ των Faithless. Ήταν λες και γύρισε ο χρόνος πίσω στο 1999 και ο τόπος να έγινε το Ρόδον. Καθώς πλησιάσαμε προς την κλειστή Βαρβάκειο, συνειδητοποιήσαμε ότι βρισκόταν σε εξέλιξη ένα πάρτι. Ο χώρος του «κλαμπ» ήταν καλυμμένος με παραπετάσματα που άνοιγαν μόνο για όσους είχαν κάνει κράτηση μέσω ίντερνετ. Αμέσως μετά, έπαιξε κάτι κρητικό με λύρα και δεν επιμείναμε να μπούμε. Και πάλι ησυχία μετά, διακοπτόμενη από τις ριπές του αέρα, από τον ήχο που κάνουν τα ροδάκια μιας βαλίτσας που τσουλάει πάνω στην άσφαλτο, από ομιλίες περαστικών που δεν ήταν πολλοί, από ΙΧ, από ταξί.

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-7
Το φαρμακείο Maxim + άνοιξε τον Ιούλιο, με τον αυτόματο πωλητή του να εξυπηρετεί τις νυχτερινές ανάγκες των Αθηναίων και των επισκεπτών της πόλης. 

Πίσω, στην πλατεία Αγίας Ειρήνης και στους δρόμους που την περικλείουν, παρατηρώ ένα περίεργο κράμα ανθρώπων και μαγαζιών. Έχω ξεχάσει γιατί έκλεισε το Μαγκαζέ, που έδωσε άλλο αέρα σε αυτή την αθηναϊκή πιάτσα στα τέλη των ’00s (αλλά και γιατί έκανε τόση επιτυχία). Στο έντιμο και προσιτό Falafellas ήταν νωρίς όταν περάσαμε, δεν είχε τις συνήθεις ουρές του. Κατά τα άλλα, τα ασφυκτικά γεμάτα μαγαζιά της γειτονιάς, κάποια λαϊκά και ολίγον τι καγκούρικα, κάποια απόλυτα τουριστικά, δημιουργούν την εικόνα μιας κάπως «greek kitsch» πλατείας. Το ίδιο γεμάτος ήταν και ένας διαφορετικού ύφους χώρος, το Bookbar by Kaktos, στη γωνία Αιόλου και Βορέου. Νέα άφιξη στην περιοχή (άνοιξε τον Δεκέμβριο), συστεγάζει με έναν γοητευτικό τρόπο το βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Κάκτος με ένα μπαρ που σερβίρει καλό καφέ, γλυκά, σνακ. Παρατηρώ από τις βιτρίνες του όμορφο κόσμο να δουλεύει, να διαβάζει, να συζητάει (δεν είναι, βέβαια, ξενυχτάδικο, κλείνει στις 9 το βράδυ, εκτός Κυριακής που κατεβάζει ρολά στις 7).

Η Αθήνα όταν νυχτώνει-8

Τρία βράδια μετά επιβεβαιώνω ότι η νύχτα, που σηματοδοτεί ένα νέο ξύπνημα για την Αθήνα, είναι ο τόπος μου. Το Σάββατο, πριν περάσω από τη Μητροπόλεως για να πάρω την εφημερίδα μου, που έτσι όπως τα έφερε η ζωή κάποια στιγμή έγινα κομμάτι της, επέστρεψα στα φοιτητικά μου χρόνια. Στις αρχές της Ερμού συναντιόμασταν πριν κατευθυνθούμε προς όπου θα μας έβγαζε η νύχτα. Πίσω στο Σύνταγμα, στα τραπέζια των Μακντόναλντς, με γυαλιά ηλίου, θα μπαίναμε σε ένα ταξί ή στο πρώτο λεωφορείο, καθένας για το σπίτι του, με τα μάτια κάγκελο από την ένταση ή «νυσταγμένα και βαριά» από την κούραση. Και δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου τον αγαπημένο μου στίχο από τη Μήδεια Πλαθ (εκδ. Κώδικας) των (they/them) Άβι Μπούκλη: «Όταν τελειώσει η νύχτα, τι θα φάμε για να ζήσουμε; Όταν τελειώσουμε, η νύχτα τι θα φάει για να ζήσει;».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή