Εαρινή εφόρμηση

Συμπληρώσαμε λοιπόν έναν χρόνο περιορισμών. Εντάξει, δεν είναι και μια επέτειος που θα ’θελε κανείς μας να γιορτάσει. Ίσως απλώς να τη σηματοδοτήσουμε στολίζοντας ένα ανθισμένο κλαδί αμυγδαλιάς. Με κάποιον τρόπο περικλείει τις αντιφάσεις της εποχής και το θάρρος που απαιτούν τα αέναα ξεκινήματα.

3' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Τότε ο κόσμος έμενε ακίνητος για μια στιγμή, κρατούσε την ανάσα του θαμπωμένος, θέλοντας να μπει ολόκληρος μέσα σε αυτή την παραπλανητική εικόνα, σε αυτή την πρόχειρη αιωνιότητα που του ανοιγόταν. Ωστόσο η χαρούμενη προσφορά υποχωρούσε, ο άνεμος έσπαγε τον καθρέφτη του και ο χρόνος μάς κυρίευε και πάλι»*, γράφει ο Μπρούνο Σουλτς για την προσμονή της άνοιξης, καθώς οι μέρες αρχίζουν να μεγαλώνουν, όπως και οι επιθυμίες. Το απόσπασμα θα μπορούσε κάλλιστα να αναφέρεται στην περσινή άνοιξη, τότε που προχωρούσαμε αθώα, με μια λίγο αφελή αποφασιστικότητα προς έναν εγκλεισμό που τον βλέπαμε ως βραχύ και προσωρινό. Μια ευκαιρία ανασύνταξης, πριν ξεχυθούμε στις απολαύσεις του καλοκαιριού. 

Ακριβώς εκείνες τις μέρες πέρυσι τον Μάρτιο, ο Άγγλος ζωγράφος Ντέιβιντ Χόκνεϊ μοιράστηκε ένα από τα νέα του σχέδια στο instagram. Απεικόνιζε ανθισμένους νάρκισσους και συνοδευόταν από ένα μήνυμα ελπίδας: «Να θυμάστε πως δεν μπορούν να ακυρώσουν την άνοιξη». Φυσικά είχε δίκιο. Η άνοιξη δεν ακυρώθηκε, απλώς, όπως γράφει ο Σουλτς, «οι ανοίξεις απατούν τους ίδιους τους τους εαυτούς».

Όπως και οι αμυγδαλιές, που σπεύδουν αστόχαστα –υποτίθεται– να ανθίσουν πρόωρα. Μάλλον γι’ αυτό τις αγαπούν οι καλλιτέχνες: καθώς τις βλέπουν να εφορμούν εφ’ όπλου λόγχη, αναγνωρίζουν σε αυτές την ανάγκη που γεννά τις κάθε λογής πρωτοπορίες, όχι την ανάγκη της πρωτοτυπίας, αλλά την ανάγκη για ζωή. Μην έχοντας άλλη επιλογή, οι αμυγδαλιές πείθουν τους εαυτούς τους να ορμήξουν μπροστά διεκδικώντας το μέλλον. 

Δικαίως λοιπόν αυταπατώνται οι αμυγδαλιές και οι ανοίξεις, κι εμείς μαζί τους. Παρασυρόμαστε από αυτή την παραπλανητική εικόνα εαρινής ευδαιμονίας: τα πουλάκια κελαηδούν, τα λουλούδια ανθίζουν, η πλάση όλη γλυκά ξυπνά, ανυπόμονη για τη θερινή τρυφηλότητα. Τα κελαηδίσματα όμως δεν είναι τραγουδάκια, είναι ιαχές πολέμου, η φύση όλη πετάγεται βίαια, έτοιμη να εφορμήσει παλεύοντας για τη ζωή. Η άνοιξη είναι μάχη κυριολεκτικά, η κατεξοχήν εποχή του πολέμου. Οι Ρωμαίοι δεν έδωσαν τυχαία στον Μάρτιο το όνομα του Άρη (Mars). Από τον Μέγα Αλέξανδρο έως τον Ναπολέοντα και τον Φρειδερίκο της Πρωσίας η στρατιωτική ιστορία βρίθει από εαρινές επιθέσεις. Πέρα από τα πρακτικά πλεονεκτήματα, τις πρόσφορες καιρικές συνθήκες, τις ανεφοδιαστικές δυνατότητες, το στοιχείο του αιφνιδιασμού, υπάρχει και κάτι αρχέγονο, βαθιά εγγεγραμμένο στην ανθρώπινη σκέψη: η έννοια της αναγέννησης, του θνήσκοντος και αναστημένου θεού, η βάση όλων των μυστηριακών θρησκειών. Ο θάνατος και η βία που συνυφαίνονται με τη ζωή.

«Διότι τι είναι η άνοιξη αν όχι η ανάσταση ιστοριών;» μας λέει ο Σουλτς.
«Γι’ αυτό η άνοιξη είναι τόσο βαριά με όλο εκείνο το φορτίο της λήθης και τόσο θλιμμένη, επειδή πρέπει μόνη αυτή να ζει για τόσες ζωές, να είναι τόσο όμορφη για τους διωγμένους και παραπεταμένους… Και δεν έχει γι’ αυτό άλλο τίποτε από την απύθμενη μυρωδιά της κερασιάς που ρέει σε ένα αιώνιο, ατελείωτο ρεύμα όπου υπάρχουν τα πάντα».

Γι’ αυτό οι ζωγράφοι ασχολούνται τόσο με την άνοιξη, όχι μόνο για τα λαμπερά χρώματα, αλλά και για το υπαρξιακό δράμα. Δεν είναι πάντα εμφανές αυτό στα έργα, συχνά παρασύρονται –μοιραία– από την ομορφιά, επικεντρώνονται στον θρίαμβο της ζωής. Απεικονίζουν ανθισμένα δέντρα, καταπράσινα λιβάδια. Στα καλύτερα, όμως, μπορείς πάντα να διακρίνεις την ένταση, να δεις στα φύλλα την προσπάθεια της απελευθέρωσης, στα μπουμπούκια την πάλη. Κανένας δεν απέδωσε τον ετήσιο αυτόν πόλεμο τόσο στοχευμένα όσο ο Πάολο Ουτσέλο. Στη «Μάχη του Σαν Ρομάνο» σιδερόφρακτοι ιππότες πολεμούν λυσσαλέα σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, μέσα στην ανοιξιάτικη φύση. Τα λοφία τους μπερδεύονται στα λουλούδια, τα δόρατα μπλέκονται στα καταπράσινα κλαδιά, τα στολίδια των αφηνιασμένων αλόγων δεν ξεχωρίζουν από τους λαμπερούς καρπούς.

«Κάθε άνοιξη αρχίζει έτσι, από αυτά τα τεράστια και μπερδεμένα ωροσκόπια, τα πιο εκτεταμένα από μία και μοναδική εποχή του χρόνου, στο καθένα από τα οποία –επιτρέψτε μου να τονίσω αυτό μόνο– περικλείονται τα πάντα: ατελείωτες πορείες και διαδηλώσεις, επαναστάσεις και οδοφράγματα. Μέσα από κάθε άνοιξη περνάει κάποια στιγμή εκείνος ο ζεστός άνεμος του παροξυσμού, εκείνη η ατελείωτη θλίψη και η μέθη που μάταια ψάχνει το όμοιό της στην πραγματικότητα», γράφει ο Σουλτς, παράξενα επίκαιρος και πάλι.

Και σπεύδει κατά κάποιον τρόπο να μας παρηγορήσει:
«Πώς πρασίνισε η άνοιξη από τη λήθη, πώς ρουφάνε αυτά τα γέρικα δέντρα τη γλυκιά και αφελή άγνοια, πώς ξυπνάνε με τα κλαδιά τους ανάλαφρα από μνήμες, έχοντας τις ρίζες τους πνιγμένες μέσα στα παλιά γεγονότα! Αυτή η πρασινάδα θα τα διαβάσει άλλη μία φορά σαν καινούργια και θα τα συλλαβίσει πάλι από την αρχή και από αυτή την πρασινάδα θα ανανεωθούν οι ιστορίες και θα αρχίσουν πάλι, σαν να μην είχαν συμβεί ποτέ».

*Μπρούνο Σουλτς, «Άπαντα τα πεζά», μτφ. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, εκδ. Καστανιώτη

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή