Ηλιόλουστος και ανεμοδαρμένος χρύσιζε στο πρωινό φως ο Πειραιάς, με μια θαλασσινή αύρα που ευχαριστούσε τις αισθήσεις. Περπατούσα στο κέντρο, και γύρω από την Αγία Τριάδα έφερνα στον νου τις φωτογραφίες από τον βομβαρδισμό του 1944, απλώς και μόνο για να έχω συνείδηση πού βάδιζα. Ο Πειραιάς είναι ένας κόσμος ολόκληρος, συμπαγής, κρυπτικός, μυθολογημένος, αλλά για πολλούς Αθηναίους παραμένει μια άγνωστη πόλη.
Τριγυρνούσα γύρω από την οδό Φίλωνος και το παλιό Ταχυδρομείο, που είναι η Δημοτική Πινακοθήκη, και το βλέμμα μου στάθηκε στην πρόσοψη ενός εγκαταλελειμμένου νεοκλασικού τριώροφου, σε θέση προβολής, καθώς απέναντί του ήταν το παρκάκι της γωνίας με την οδό Καραολή και Δημητρίου. Είναι ένα ωραίο κομμάτι του κεντρικού Πειραιά, με μείξη χρήσεων κτιρίων διαφόρων εποχών, με μνήμες από παλιές βιοτεχνίες, υφασματάδικα, εμπορικά, αντιπροσωπείες τροφίμων, καφενεία, αποθήκες ψιλικών και αποθήκες χονδρικής, μεζεδοπωλεία και χίλια-δύο άλλα που ακόμη και σήμερα δίνουν μια ορισμένη ατμόσφαιρα ακόμη και με την απουσία τους. Σκόρπιες παλιές πινακίδες, με γραμματοσειρές του ’30, του ’50, του ’70, βαθαίνουν το βίωμα της αστικής εμπειρίας.
Αλλά αυτό το σπίτι που αντίκριζα, παρότι είχε και αυτό καταστήματα στο ισόγειο, τώρα όλα κλειστά, απηχούσε την ιδέα μιας αστικής κατοικίας και έφερε τον αέρα της μεγάλης πόλης. Περισσότερο έφερε το ύφος ενός σπιτιού σε μεγάλο λιμάνι, και αδιόρατα μου ήρθε στιγμιαία η γεύση και η λάμψη από την Ερμούπολη, το Ηράκλειο, τη Χίο, την Πάτρα. Αλλά ήμουν στον Πειραιά και αυτή η πόλη, που έχει τόσο βαθιά χωνεμένες τις εκδοχές του αστισμού και της λαϊκότητας, είχε την ευρυχωρία να τα χωρέσει όλα, ακόμη και τις σφυρήλατες Σφίγγες που έβλεπα στο μπαλκόνι του σπιτιού στο 17 της Καραολή και Δημητρίου.
Ηταν ένα από τα λιγότερο διαδεδομένα σχέδια της νεοκλασικής θεματολογίας για κάγκελα σε μπαλκόνια και οι Σφίγγες, κατά το ήμισυ γυναίκες και κατά το ήμισυ φτερωτοί λέοντες, περιέκλειαν τόση αστική μυθολογία όση και ολόκληρος ο Πειραιάς. Πάντα φέρνω στον νου τις πήλινες Σφίγγες που είχε φωτογραφίσει στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ο Στέλιος Σκοπελίτης, σε αυλόπορτες της Αθήνας και του Πειραιά, σε γείσα και σε απολήξεις, εκεί που θα μπορούσε να δει κανείς και έναν κεραμιδόγατο της γειτονιάς. Αυτές οι Σφίγγες, από πηλό, έκρυβαν τόση συγκίνηση και ήταν τόσο ελληνικό αυτό το φαινόμενο να βλέπει κανείς μορφές της μυθολογίας, ουσιαστικά παγκοσμιοποιημένες ήδη από τον 19ο αιώνα, σε πηγαίες λαϊκότροπες εκδοχές σε αυλές σπιτιών και περβάζια. Αλλά αυτές οι σφυρήλατες Σφίγγες στην Καραολή και Δημητρίου, αφανείς αρχικά μέσα στο πυκνό αστικό περιβάλλον, εξέπεμπαν εκείνη την αβίαστη αυτοπεποίθηση της ευημερίας.
Ξαφνικά, συνομίλησαν με τις πλουμιστές και εξωστρεφείς Σφίγγες στο κιγκλίδωμα της οικίας Σλήμαν, το Ιλίου Μέλαθρον, της Πανεπιστημίου. Παρατηρούσα τη λιτή κατά τα άλλα πρόσοψη αυτού του πειραιώτικου σπιτιού και αναλογίστηκα πού να έχουν καταλήξει άραγε τα χιλιάδες κεραμικά και μαρμάρινα και σφυρήλατα κομψοτεχνήματα των νεοκλασικών σπιτιών της Αθήνας και του Πειραιά. Μερικά θα καταστράφηκαν, ιδίως τα πήλινα, αλλά πολλά πουλήθηκαν και διακοσμούν ως θραύσματα σαλόνια και κήπους. Είναι μια ανακύκλωση στα όρια της ύβρεως, που συντελέστηκε αρχικά και κατά κόρον στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ημουν τυχερός που ένα μπαλκόνι μού είχε δώσει τόσες σκέψεις. Οξειδωμένες οι Σφίγγες χρύσιζαν στο φως του Πειραιά.
• Στο επόμενο: Κάτω από τη λεωφ. Ιωνίας.